Άρθρα - Απόψεις

Η Ανάστασις του Κυρίου μας Ιησού Χριστού

Pasxa24

Του Σεβ. Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ

Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, ἀπέθανε καταδικασμένος σὲ θάνατο ἐπὶ σταυροῦ, «ἵνα διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ’ ἔστι τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (Πρὸς Ἑβραίους βʹ 14-15).

Ἀφοῦ πέθανε ὁ Ρωμαῖος Ἑκατόνταρχος, ποὺ ἦταν ἐπικεφαλῆς τοῦ στρατιωτικοῦ ἀποσπάσματος τῶν Ῥωμαίων ποὺ ἐκτελοῦσε τὴν θανατικὴ ποινή, ἐβεβαίωσε τὸν θάνατό Του (Ἰωάννου ιθʹ 33, Μάρκου ιεʹ 44).

Μετὰ ὅμως τρεῖς ἡμέρες ἀπὸ τὸν θάνατο καὶ τὸν ἐνταφιασμό Του ἐμφανίσθηκε στοὺς μαθητές Του καὶ σὲ πολλοὺς ἄλλους ζωντανὸς καὶ τοὺς συναναστρεφόταν ὅπως καὶ πρὶν τὸν θάνατό Του, τρώγοντας, συνομιλώντας καὶ περιπατώντας μαζί τους γιὰ σαράντα ἡμέρες.

Ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶχε προαναγγελθεῖ ἀπὸ τοὺς Προφῆτες (Ψαλμοὶ ιεʹ 10,11) ὅπως ἑρμήνευσε ὁ ἀπόστολος Πέτρος τοὺς προφητικοὺς λόγους ὅταν μίλησε στὸ συγκεντρωμένο πλῆθος τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς (Πράξεων βʹ 25-32).

Ὁ Κύριός μας προεῖπε τὴν προδοσία, τὴν σύλληψι, τὸ πάθος, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασί Του (Ματθαίου ιστʹ 21, ιζʹ 22 κʹ 17-19), γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὅτι κάτι συνέβη ἀπροσδόκητα καὶ ἀπρόοπτα. Οἱ ἐχθροί Του ἔλαβαν ὅλες τὶς προφυλάξεις γιὰ νὰ μὴ συμβεῖ ἡ ἀνάστασις (Ματθαίου κζʹ 62-66) καὶ ἂν συνέβαινε νὰ μὴ ἀποδειχθεῖ (Ματθαίου κηʹ 11-15) καὶ ἔτσι νὰ διαψευσθεῖ.

Γι’ αὐτὸ ἔνοπλοι στρατιῶτες φύλαγαν τὸν τάφο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖ ποὺ ἐνταφιάσθηκε τὸ σῶμα Του, καὶ πολλὰ χρήματα ἐμετρήθηκαν σ’ αὐτοὺς κατόπιν ἀπὸ τὸ Ἰουδαϊκὸ Μέγα Συνέδριο, ὅταν συνέβη ἡ ἀνάστασις γιὰ νὰ ψευδομαρτυρήσουν, ὅτι δὲν συνέβη.

Ὅλα αὐτὰ ἀπέβησαν μάταια καὶ ἀνίσχυρα μπροστὰ στὴν θεία παντοδυναμία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀνέστη ἐκ τῶν νεκρῶν.

Πρῶτοι μάρτυρες τῆς ἀναστάσεώς Του ἦσαν οἱ ἴδιοι οἱ φύλακες τοῦ τάφου ποὺ κλονίστηκαν ἀπὸ τὸ σεισμὸ ποὺ ἔγινε, ποὺ ἄκουσαν τὸν θόρυβο ποὺ ἔκανε ὁ σεισμὸς καὶ εἶδαν τόν ἄγγελο ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἀπεκύλισε τὸν λίθο ποὺ ἔφρασσε τὴν εἴσοδο στὸν τάφο καὶ διεπίστωσαν ὅτι ἦταν ἄδειος. Μετὰ ἀπ’ ὅλα αὐτὰ αὐτοὶ ἔγιναν «ὡσεὶ νεκροί» (Ματθαίου καʹ 2-4).

Ἄλλοι πιστοὶ μάρτυρες τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι οἱ πολλοὶ ἀναστημένοι ποὺ «μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς» (Ματθαίου κζʹ 53).

Μετὰ ἀπ’ αὐτοὺς τὴν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου μας βεβαιώνουν οἱ μυροφόρες γυναῖκες ποὺ ἔσπευσαν στὸν τάφο Του τὴν τρίτη ἡμέρα ἀπὸ τὸν θάνατό Του γιὰ νὰ ἐκτελέσουν τὰ πρὸς τοὺς νεκροὺς ὀφειλόμενα νεκρικὰ ἔθιμα τῶν Ἰουδαίων καὶ δὲν εὑρῆκαν τὸ σῶμα Του στὸ τάφο καὶ Τὸν εἶδαν ζωντανό (Λουκᾶ κδʹ 22-23).

Ὡς ἐπιστέγασμα καὶ ἐπισφράγισμα ὅλων αὐτῶν ἔρχεται ἡ μαρτυρία τῶν αὐτοπτῶν καὶ αὐτηκόων μαρτύρων τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς Του δηλαδὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων.

***

Μετὰ τὴν ἀνάστασί Του ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἐμφανίσθηκε ζωντανός:

αʹ)Στὴν Μαρία τὴν Μαγδαληνὴ (Μάρκου ιστʹ 9-1 καὶ Ἰωάννου κʹ 11-18)

βʹ)Στὶς ἄλλες μυροφόρες γυναῖκες (Ματθαίου κηʹ 8-10)

γʹ) Στὸν ἀπόστολο Πέτρο (Λουκᾶ κδʹ 34 καὶ Πρὸς Κορινθίους Αʹ ιεʹ 5)

δʹ) Στοὺς δύο μαθητὲς πλησίον τῆς κώμης Ἐμμαούς (Μάρκου ιστʹ 12-13 καὶ Λουκᾶ κδʹ 13-33)

εʹ)Στοὺς δέκα Ἀποστόλους (ἀπουσιάζοντος τοῦ Θωμᾶ) (Ἰωάννου κʹ 19-33)

στʹ)Στοὺς ἕνδεκα Ἀποστόλους (παρόντος τοῦ Θωμᾶ) (Ἰωάννου κʹ 24-29)

ζʹ) Στοὺς ἑπτὰ Ἀποστόλους δίπλα στὴ λίμνη τῆς Τιβεριάδος (Ἰωάννου καʹ 1-14)

ηʹ) Στοὺς ἕνδεκα Ἀποστόλους στὸ ὄρος τῆς Γαλιλαίας (Ματθαίου κηʹ 16-20)

θʹ) Στοὺς πεντακοσίους καὶ περισσοτέρους μαθητές (Πρὸς Κορινθίους Αʹ ιεʹ 6)

ιʹ) Στὸν ἀπόστολο Ἰάκωβο (Πράξεων αʹ 3-8 καὶ πρὸς Κορινθίους ιεʹ 7)

ιαʹ) Σ’ ὅλους τοὺς μαθητές Του (Πρὸς Κορινθίους Αʹ ιεʹ 7)

ιβʹ) Στοὺς Ἀποστόλους κατὰ τὴν ἀνάληψί Του (Λουκᾶ κδʹ 50-51, Πράξεων αʹ 9-10)

ιγʹ) Στὸν ἀπόστολο Παῦλο (Πρὸς Κορινθίους Αʹ ιεʹ 8, Πράξεων θʹ 3-5)

 

''Τέκνα Θεού γενέσθαι''

rekna

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

Φθάσαμε, αδελφοί μου αγαπητοί, και πάλι ευδοκία του φιλανθρώπου Κυρίου μας, έπειτα από τον αγώνα της νηστείας στο μέγα πέλαγος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, στην Ανάσταση, αφού προηγουμένως ζήσαμε βιωματικά τα Άχραντα Πάθη του Σωτήρος Χριστού μέσα στους πνευματικούς θησαυρούς που διαποτίζουν την Αγία μας Εκκλησία.

Ανάσταση! Η πιο χαρμόσυνη και ευφρόσυνη γιορτή της πίστεώς μας.

Το «ημέτερον Πάσχα»1. «Και γαρ το πάσχα ημών, υπέρ ημών ετύθη Χριστός»2.

Η «εορτή των εορτών» και η «πανήγυρις των πανηγύρεων», κατά την έκφραση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου3.

«Η κλητή και αγία ημέρα, η μία των σαββάτων, η βασιλίς και κυρία», όπως ψάλλει ο θεοφόρος Σαββαΐτης Μοναχός, Ιωάννης ο Δαμασκηνός4.

Συμμετέχει σ αὐτό το γεγονός ο ουράνιος και συγχρόνως ο επίγειος κόσμος, «ορατός τε άπας και αόρατος• Χριστός γαρ εγήγερται, ευφροσύνη αιώνιος»5.

«Ανέστη Χριστός και χαίρουσιν άγγελοι.
Ανέστη Χριστός και ζωή πολιτεύεται»6.

Ανέστη Χριστός και ο θάνατος παραδίδει την σκυτάλη του στον νικητή της ζωής.

Έτσι η δημιουργία, η οποία συστενάζει και συνωδύνει από την παρουσία της αμαρτίας, ξαναβρίσκει πάλι τον ρυθμό της και ο άνθρωπος απολαμβάνει, με την θέλησή του βεβαίως, το πρωτόκτιστο κάλλος.

Καταδικάζει τον Θεό στον θάνατο και του χαρίζεται ως δώρο από τον Αναστάντα να παραμένει αθάνατος. Ξαναγυρίζει στο βασιλικό του αξίωμα ως κληρονόμος ζωής αιωνίου, όπως αναφέρει στον μαθητή του Τίτο ο Απόστολος των εθνών Παύλος7.

Και η ευεργεσία του Θεού προς τον άνθρωπο συνεχίζεται αμείωτη. Το γενναιόδωρο χέρι του Θεού τον κάνει κατά χάριν υιό του Θεού. Μας το πιστοποιεί περίτρανα ο Ευαγγελιστής Θεολόγος:

«Όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι».8

Πρώτον. «Τέκνα Θεού γενέσθαι».

Δεν είναι απλώς ένα δώρο του Θεού, αλλά προνόμιο και δικαίωμα. Δεν κερδήσαμε απλώς μόνο την θεϊκή συγγνώμη για το πλήθος των αμαρτιών και των σφαλμάτων μας και, κυρίως, για την ανταρσία που πραγματοποιήσαμε κατά του ευεργέτου Θεού, ως άθλιοι αρνητές και αποστάτες της θεϊκής δόξης και λαμπρότητος. Αλλά:

- Γίναμε και πάλι «κληρονόμοι Θεού και συγκληρονόμοι Χριστού»9.

- Ενδυθήκαμε την στολή την πρώτη και λάβαμε το δακτυλίδι της εξουσίας και της ελευθερίας στο χέρι μας.

- Έχουμε πλέον την δυνατότητα της συμμετοχής στην ζωή του Χριστού και της εισόδου στην αληθινή χώρα των ζώντων.

- Αποκτήσαμε, επιπλέον, το χάρισμα της παρρησίας στον Θρόνο της Θείας Μεγαλωσύνης, να βλέπουμε, δηλαδή, το πρόσωπο του Χριστού και να έχουμε μέσα μας την ζωντανή παρουσία Του.

- Μας χάρισε ο Χριστός «το εαυτού αξίωμα».

- Μας έδωσε καινούργιο νόημα στην ύπαρξή μας, αλλά συγχρόνως και καινούργιο όνομα, «όνομα καινόν» κατά τον υψιπέτη αετό της Αποκαλύψεως10.

- Μας έκανε πραγματικά νέους ανθρώπους και μας καλεί να συνεχίσουμε την ζωή Του, το έργο Του και την αποστολή Του.

Δεν στρέφουμε πλέον το βλέμμα μας στο σκότος, στην άγνοια και στην νύκτα του θανάτου, αλλά προς στην ανατολή του «νοητού Ηλίου της Δικαιοσύνης», προς το φως και την αλήθεια του προσώπου Του.

Δεύτερον. «Τέκνα Θεού γενέσθαι».

Ανήκουμε πλέον στον Χριστό, που σημαίνει ότι λαμβάνουμε μέρος στην ζωή του Χριστού και στην δύναμη της Αναστάσεώς Του. Καταπατούμε τον θάνατο και την φθορά, αφού ο Θεός «ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέστησεν εις την βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού»11.

Πόσο συγκλονιστικός είναι ο λόγος του Θεού για τον καθένας μας: «Εγώ είπα• θεοί εστε και υιοί Υψίστου πάντες»12. Έτσι, με την παρουσία Του αγιάζεται η ψυχή μας και συγχρόνως και το σώμα μας. Γίνεται και αυτό ναός του Θεού.

Κατανικούμε με την χάρη Του, που άφθονη παρέχεται μέσα στα ζωοποιά Μυστήρια της Εκκλησίας μας, την άλογη επιθυμία της σαρκός και γινόμαστε νικητές κατά των παθών και της αμαρτίας, των αοράτων εχθρών μας και κυρίαρχοι του εαυτού μας.

Με την δύναμη του ονόματός Του πατούμε «επάνω όφεων και σκορπίων και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού»13, χωρίς να μας βλάψει και να μας αδικήσει στο ελάχιστο, διότι γίναμε βασιλικό κτήμα, κατά την έκφραση των Αγίων Πατέρων, και φέρουμε την σφραγίδα της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος, και άρα της κυριαρχίας Του.

Τρίτον. «Τέκνα Θεού γενέσθαι».

«Ημείς και ο Χριστός εν εσμέν»14, θα τονίσει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Η συμμετοχή μας στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, στο οποίο καταγγέλεται ο θάνατός Του και βεβαιώνεται περίτρανα η Ανάστασή Του, μεταμορφώνει την ζωή μας «την κάνει ρωμαλέα και αγνή και την οδηγεί προς το άπειρον κάλλος»15.

Δεν είμαστε μόνοι στον κόσμο αυτό. Έχουμε τον Χριστό. «Σωτήρα απεκδεχόμεθα Κύριον Ιησούν Χριστόν»16. Ζούμε στην θαλπωρή της αγιοτρόφου και αγιοτόκου Εκκλησίας Του, που είναι το Σώμα Του. Δεν είμαστε ξένοι και άγνωστοι, αλλά γνωστοί και οικείοι, φίλοι και αδελφοί Του.

Γι αὐτό και στην Μυροφόρο Μαρία την Μαγδαληνή, το πρωινό εκείνο της Αναστάσεως, απευθύνει τα εξής συγκινητικά λόγια: «Πορεύου προς τους αδελφούς μου και ειπέ αυτοίς• αναβαίνω προς τον πατέρα μου και πατέρα υμών»17.

Άρα ο Χριστός είναι αδελφός μας. Και ο κατά φύσιν Πατέρας Του ο ουράνιος, γίνεται από τώρα και δικός μας Πατέρας κατά χάριν.

Και αυτή η υιοθεσία, την οποία προγευόμαστε από αυτήν την ζωή, θα φθάσει στην πληρότητά της μετά την Δευτέρα Έλευση και ένδοξη Παρουσία Του. Τότε και οι Δίκαιοι «εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός αυτών»18 και ο Τρισάγιος Θεός θα στέκεται εν μέσω των κατά χάριν υιών Του, «Θεός οφθήση εστώς εν μέσω θεών»19.

Αδελφοί μου και παιδιά μου αγαπητά,

Η Ανάσταση του Χριστού μας προσφέρει και θα μας προσφέρει πάντοτε ελπίδα ζωής, γιατί αυτή η ζωή είναι ο Χριστός. Όλα εκείνα τα πράγματα του κόσμου που έκλεψαν αυτήν την ελπίδα, που την σκέπασαν με τον μανδύα της απιστίας και της αθεΐας, όσα την εξαφάνισαν επικίνδυνα από την όρασή μας, θα πρέπει να υποχωρήσουν:

- για να δούμε τον Θεό «καθώς εστι»20,

- για να φυγαδεύσουμε τον θάνατο,

- για να διώξουμε όλες τις μελανές κηλίδες που μας στερούν το φως του προσώπου Του

- και να γεμίσουμε από πνευματική χαρά, ευφροσύνη και φως, αφού «Χριστός γαρ εγήγερται, ευφροσύνη αιώνιος»21.

Αυτήν την φωτόλουστη νύκτα, την οποία μας χάρισε η φιλανθρωπία του Θεού, σας αγκαλιάζω όλους με την αγάπη μου και σας απευθύνω τις πλέον εγκάρδιες ευχές μου για υγεία, δύναμη και προκοπή βίου και πίστεως.

Ο αναστάς Κύριος να είναι μόνιμος σύντροφος στην ζωή σας και στην διακονία σας στην θάλασσα της παρούσης ζωής, γεμίζοντας με το φως του προσώπου Του ολόκληρη την ύπαρξή σας.

«Ανέστη Χριστός», αδελφοί μου αγαπητοί, «και πεπτώκασι δαίμονες.

Ανέστη Χριστός, και νεκρός ουδείς επί μνήματος.

Χριστός γαρ εγερθείς εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο»22.


1 Τροπάριον δ ωδής του Κανόνος του Όρθρου της Κυριακής του Πάσχα.

2 Α Κορ. 5,7.

3 Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΜΕ , Εις το άγιον πάσχα, PG 36,624Β. Όρα και Τροπάριον η ωδής του Κανόνος του Όρθρου της Κυριακής του Πάσχα.

4 Ειρμός η ωδής του Κανόνος του Όρθρου της Κυριακής του Πάσχα.

5 Τροπάριον α ωδής του Κανόνος του Όρθρου της Κυριακής του Πάσχα.

6 Λόγος Κατηχητικός Ιερού Χρυσοστόμου (Όρθρος Κυριακής του Πάσχα).

7 Τιτ. 3,7.

8 Ιω. 1,12.

9 Ρωμ. 8,17.

10 Αποκ. 2,17. Όρα και Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχησις Ι . κεφ. ΙΖ , PG 33,681C.

11 Κολ. 1,13.

12 Ψαλμ. 81,6.

13 Λουκ. 10,19.

14 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ερμηνεία εις την προς Εβραίους Επιστολήν, Ομιλία ΣΤ , κεφ. γ , PG 63,58Β.

15 Ιερομονάχου Γρηγορίου, Η Θεία Λειτουργία, εκδ. Δόμος Αθήνα 1985, σελ. 344.

16 Φιλ. 3,20.

17 Ιω. 20,17.

18 Ματθ. 13,43.

19 Τροπάριον θ ωδής του δευτέρου Κανόνος της εορτής της Μεταμορφώσεως. Πρβλ. και Ψαλμ. 81,1.

20 Α Ιω. 3,2.

21 Τροπάριον α ωδής του Κα

Φθορά και Εκούσιον πάθος!

anast1

Του Αρχιμ. Πορφυρίου, Ηγουμένου Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Βέροιας | Romfea.gr


Αυτήν την Μεγάλη Εβδομάδα, δύο λογισμοί φέρναν βόλτες στο φτωχό μυαλό μου. Η φθορά και το εκούσιο. Πρόσωπο το μοναδικό, ο Χριστός.

Με παιδεύει το πάθος του Χριστού.

Με παιδεύει, που πάει να πει με εκπαιδεύει, αλλά επίσης και με δυσκολεύει.

Με δυσκολεύει, γιατί δεν μπορώ να χωνέψω το ότι ο Χριστός εκουσίως προσήλθε σε όσα υπέφερε. Άκου να δεις, να βάλεις δύο αισθήσεις, μήπως και καταλάβεις τί ακριβώς συνέβη.

Ο αιώνιος, ο αναλοίωτος, ο άναρχος γεννιέται μέσα στον χρόνο, βλέπει χίλιες δυό αλλοιώσεις, ζει χίλια δυό ξεκινήματα και το τέλος τους.

Ο βασιλιάς όχι μόνο παίρνει δούλου μορφή, και ο θάνατός του είναι ο χειρότερος.

Άφθορος και άφθαρτος. Άφθορος, γιατί δεν είχε καμία φθορά. Άφθαρτος, γιατί δεν υπέστη καμία φθορά. Πάθη μόνον τα αδιάβλητα.

Και πάθος. Πάθος από τους ευεργετημένους. Δεν είχε πάθη, ενδογενή δηλαδή, και υπέφερε πάθη και μαρτύρια και βασανιστήρια ανήκουστα. Σφαλιάρες, φτυσίματα, μαστίγιο και κόλαφος. Λόγια κοροϊδείες, βρισιές.

Οι Εβραίοι τον αρνούνταν και οι Ρωμαίοι τον αποδέχονταν.

Και εμείς, τα Έθνη, τον δεχόμαστε.

Φθορά και πάθος, ο αναλλοίωτος.

Λένε πως πονούσε γιά τον αρχαίο Αδάμ, τον παπού μας. Και πως έρρευσε το αίμα από τις πληγές στον σταυρό, και πότισε τον βράχο και κατέβηκε και βρήκε το κρανίο. Κρανίου Τόπος, εβραϊστί δε Γολγοθά. Πότισε το Κρανίο και ο παπούς μας έφυγε από τον Άδη.

Πάθος και φθορά. Ο απαθής.

Δεν το χωράει ο μικρός νους μου. Δεν το χωράει. Δεν μπορεί να το χωρέσει. Δεν θέλει να το χωρέσει. Μένει ένα καινό, της ανθρώπινης κακίας.

Και όλα αυτά εκουσίως.

Η απόφαση δεν πάρθηκε χθες ή προχθές. Μπροστά στον Πιλάτο ή στους αρχιερείς. Την απόφαση την έλαβε εθελουσίως και αυτοβούλως. Μπροστά στον Προάναρχο Πατέρα, παρουσίᾳ του Παναγίου Παρακλήτου.

Αυτό είναι το φοβερό και ακατανόητο. Το εκούσιο. Το προαιώνιο.

Γιά την απίθανη αρετή της υπακοής. Γιά την απίθανη διάθεση της μακροθυμίας. Γιά την απίθανη αγάπη της φιλανθρωπίας.

Γιά την μοναδική τιμή προς τον Πατέρα.
Τετέλεσται, λοιπόν.

Ναι, τετέλεσται. Τα έφερε σε πέρας, με τον άριστο τρόπο.

Και εκείνοι, οι ταλαίπωροι, πού να ξέρουν;!

Χαίρονταν που βασάνιζαν τον απαθή. Καμάρωναν που σταύρωναν τον λυτρωτή τους. Ου γάρ έγνωκαν τί εποίουν.

Τετέλεσται, λοιπόν. Και αναστήθηκε. Τετέλεσται το έργον, και μας ανέστησε. Τετέλεσται η αρίστη Υπακοή και μας ανεκαίνισε.

Ιδού γέγονε τα πάντα καινά.

Μα δεν άλλαξε τίποτα, λένε.

Χαχα, όλα άλλαξαν. Ο Άδης εσκυλεύθη. Του πήρε τους απ’ αιώνος δικαίους. Τώρα, Άδη, πού είναι το βασίλειό σου;!

Τώρα έχουμε Εκκλησία. Τώρα έχουμε Παράδεισον. Και όσοι δεν θέλουν, έχουν το άλλο μέρος.

Εί τις εν Χριστώ καινή κτίσις.

Δόξα τῃ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε. Δόξα και τῃ Αναστάσει Σου, μακρόθυμε Κύριε, Δόξα Σοί.

Καλή Ανάσταση, αδελφοί μου, ηγαπημένοι, ο περιούσιος λαός.

''Η Αλήθεια''

alitheia

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

«Σήμερον ο Δεσπότης της κτίσεως, παρίσταται Πιλάτω, και σταυρώ παραδίδοται ο Κτίστης των απάντων, ως αμνός προσαγόμενος τη ιδία βουλήσει• τοις ήλοις προσπήγνυται, και πλευράν κεντάται, και τω σπόγγω προσψαύεται, ο μάννα επομβρήσας• τας σιαγόνας ραπίζεται, ο Λυτρωτής των απάντων»1.

Χρησιμοποιώντας, αδελφοί μου, ως φωτεινό οδοδείκτη στην πορεία της ζωής μας, ως μέλη του μυστικού σώματος του Χριστού που είναι η Εκκλησία μας, τον λειτουργικό της χρόνο, φέρνουμε και πάλι σήμερα στην μνήμη μας τα Άχραντα Πάθη του Σωτήρος Χριστού.

Μεγάλη Παρασκευή!

«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας»2, για να θεραπεύσει την αλογία του Αδάμ και να αποκτήσει και πάλι ο άνθρωπος δια του νέου Αδάμ, δηλαδή του Χριστού, την απωλεσθείσα κοινωνία με τον Θεό.

«Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται ... ψευδή πορφύραν περιβάλλεται ... ράπισμα κατεδέξατο», για να εξαλείψει την κατάρα της αμαρτίας• για να καταργήσει τους δερματίνους χιτώνες της παρακοής και να μας ενδύσει με την προπτωτική στολή της αφθαρσίας.

«Ήλοις προσηλούται και την πλευράν κεντάται», προκειμένου να νεκρώσει τον θάνατο, τον μόνιμο σύντροφο και τον φοβερό δυνάστη του ανθρωπίνου γένους, και από την ζωοπάροχο πλευρά Του να προσφέρει «κρουνούς καθαρτικούς»3, το Ύδωρ και το Αίμα, με τα οποία «ιάθη το μέγα τραύμα ο άνθρωπος»4.

Αυτήν την τόσο συγκινητική και συγκλονιστική ημέρα, από την θέα και μόνο της εσταυρωμένης αγάπης•

αυτήν την ημέρα, που «βαφαίς ερυθραίς» υπογράφεται βασιλικώ τω τρόπω η ελευθερία μας από τα δεσμά του θανάτου και της αμαρτίας5

αυτήν την ημέρα, που με το άγκιστρο του Σταυρού συλλαμβάνεται ο διάβολος και ο θάνατος,

επιτρέψτε μου να καταθέσω στην αγαπώσα καρδία σας έναν φοβερό λόγο του Χριστού, που απευθύνεται στον Ρωμαίο ηγεμόνα Πιλάτο και που είναι επίκαιρος για την εποχή μας και τον καθένα μας ξεχωριστά:

«Εγώ εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία» -

«Εγώ γι αὐτό ήλθα στον κόσμο, για να μαρτυρήσω την αλήθεια».

Πρώτον. Αυτός ο λόγος του Χριστού, που πολλές φορές δεν του δίνουμε την ανάλογη σημασία, απευθύνθηκε στον Ρωμαίο ηγεμόνα την ημέρα εκείνη της Μεγάλης Παρασκευής, αφού προηγουμένως εισέπραξε από το αλλοπρόσαλλο πλήθος τις ειρωνείες και τις ύβρεις, αλλά και τα ραπίσματα και τα κολαφίσματα στο παράνομο συνέδριο των Ιουδαίων.

Αυτός, που «αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού»7, αλλά είναι η ενσάρκωση της αληθείας, δηλαδή η μοναδική Αλήθεια, απαντά κατηγορηματικά στον Πιλάτο, ο οποίος και Τον θαυμάζει συγχρόνως: «Εγώ γι αὐτό γεννήθηκα και γι αὐτό ήλθα στον κόσμο, δια να αποκαλύψω και κηρύξω την αλήθεια. Και όποιος είναι από την αλήθεια ακούει την φωνή μου»8.

Και ο ηγεμόνας, με την αδιαφορία που τον έχει κυριεύσει, αλλά και με πνεύμα ειρωνείας, που τον διακατέχει από την δύναμη της εξουσίας του, προσπερνά την απάντηση του Χριστού με το ερώτημα: «Τι εστίν αλήθεια; Και εξέρχεται προς τους Ιουδαίους», κατά την έκφραση του Ιερού Ευαγγελιστού.

Δεύτερον. Για τον Πιλάτο, ήταν η πιο κατάλληλη στιγμή και η μοναδική εμπειρία της ζωής του να προσεγγίσει την Αυτοαλήθεια, να φωτισθεί από την λάμψη της και να γεμίσει από την πληρότητά της.

Και μόνο η στροφή του βλέμματός του στο πρόσωπο του Χριστού, θα του έδινε την απάντηση στο ερώτημα αυτό. Όμως δεν θέλει να ασχοληθεί σοβαρά με την αλήθεια.

Δεν ενδιαφέρεται να μάθει γι αὐτήν, αφού κλεισμένος στον εαυτό του και στο εγώ του, δεν μπορεί να δει μακρυά στον χρόνο, μια που είναι πεπεισμένος για την απουσία μιας πραγματικής απαντήσεως στο ερώτημά του.

Δεν ελπίζει και δεν περιμένει τίποτα από τον Χριστό. Και, ενώ η σύζυγός του τον έχει ήδη προειδοποιήσει («μηδέν σοι και τω δικαίω εκείνω• πολλά γαρ έπαθον σήμερον κατ ὄναρ δι αὐτόν»9), αυτός προσπαθεί να ξεφύγει από τον έλεγχο που του προξενεί η ζωντανή παρουσία του Κυρίου και συγχρόνως από τον φόβο που έχει κυριεύσει την ύπαρξή του.

Δεν διαθέτει ο Πιλάτος ούτε την καρδιά του ιαθέντος τυφλού («εγώ ένα ξέρω, ότι ήμουν τυφλός και τώρα βλέπω»10), ούτε την ομολογία του Ζακχαίου της Ιεριχούς, ούτε ακόμη την μετάνοια του τελώνου. Μπροστά στην αλήθεια υποκρίνεται τον αθώο, ενώ υπηρετεί το ψέμα. Παραδίδει τον Ανεύθυνο σε θάνατο για να διατηρήσει την ηγεμονική του θέση και την εύνοια του Καίσαρος.

Τρίτον. Στην πολυφωνία της εποχής μας και στον κόσμο, ο οποίος αντιπαλεύει με το ψέμα, ακούγεται και πάλι η φωνή του Χριστού: «Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία».

Και αυτός ο λόγος δέχεται, όπως τότε έτσι και σήμερα, την ίδια ειρωνεία και την ίδια αδιαφορία.

Αδιαφορούμε εντελώς για την μοναδική Αλήθεια, που είναι ο Χριστός, ενώ μας σαγηνεύουν άλλες στιγμιαίες «αλήθειες», υπαρκτές η ανύπαρκτες.

Ζητάμε από την ζωή μας να διώξουμε την Αυτοαλήθεια, με το να χρησιμοποιούμε την ερώτηση του Πιλάτου «Τι εστίν αλήθεια» και να στρέφουμε έπειτα τα νώτα μας χωρίς να ρωτάμε σωστά, ώστε να πάρουμε την και την αρμόζουσα απάντηση.

Ο Χριστιανός, όταν ενδιαφέρεται για την αλήθεια, ρωτάει όχι «Τι εστίν» αλλά «Τις εστίν»! Και η αλήθεια του «Τις» δεν γνωρίζεται με λογικές αναλύσεις, ούτε με φιλοσοφίες και στοχασμούς, αλλά αποκαλύπτεται αγιοπνευματικά μέσα στην κεκαθαρμένη καρδιά του ανθρώπου.

Έτσι μπορούμε να πληροφορηθούμε: «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» και ακόμη, «ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνός εστιν ο αγαπών με• ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ εμαυτόν»12.

Και αυτό αποτελεί περίτρανη αιτιολογία της οικειότητας που είχαν οι Άγιοι της Εκκλησίας μας με την πηγή της αλήθειας που είναι ο Χριστός.

Γιατί η αλήθεια είναι ενυπόστατη, δηλαδή η παρουσία του Χριστού μέσα στο χώρο της καρδιάς. Η αλήθεια είναι το γνώρισμα των Αγίων της πίστεώς μας, το αγώνισμα και το κατόρθωμα στην ζωή τους, αλλά και το βραβείο και το χάρισμα από τον Θεό.

Αδελφοί μου, μπροστά μας και πάλι η Αυτοαλήθεια, ο Χριστός, χωρίς «είδος και κάλλος», «αλλά το είδος αυτού άτιμον και εκλείπον παρά πάντας τους υιούς των ανθρώπων»13.

Φάνηκε, προς στιγμήν, πως η αλήθεια χαιρέκακα καταδικάσθηκε από το ψέμα και πως υπέμεινε προσβολή και καταισχύνη.

Η αλήθεια, όμως, δεν έχασε τίποτε από την γνησιότητα και λαμπρότητά της. Η αλήθεια, εδώ και 2.000 χρόνια, παραμένει αλώβητη και καθαρή.

Την βρίσκουμε μέσα στην Εκκλησία, μέσα στις καρδιές των Αγίων. Αυτοί την βιώνουν. Αυτοί την αισθάνονται. Αυτοί μαρτυρούν για τον Θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο.

Αυτοί την περιφέρουν ως πολύτιμο κειμήλιο και την λιτανεύουν ως «μωροί δια Χριστόν»14, αφού «τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη»15.

Θα την δεχθούμε στην ζωή μας η θα την απορρίψουμε; Εάν την δεχθούμε, τότε θα μπορούμε κι εμείς, όχι σήμερα μόνο, αλλά πάντοτε, να ομολογούμε μαζί με τους Αγίους της Εκκλησίας μας: «Προσκυνούμεν σου τα πάθη Χριστέ. Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου ανάστασιν»16!


1 Στιχηρόν Εσπερινού Μεγάλης Παρασκευής.

2 Αντίφωνον ΙΕ Ὄρθρου Μεγάλης Παρασκευής.

3 Εγκώμια Μεγάλης Παρασκευής, στάσις πρώτη.

4 Δοξαστικόν Εσπερινού της Κυριακής του Αντίπασχα.

5 Δοξαστικόν Εσπερινού της Κυριακής της Σταυροπροσκυνήσεως.

6 Ιω. 18,37.

7 Ησ. 53,9.

8 Ιω. 18,37.

9 Ματθ. 27,19.

10 Ιω. 9,26.

11 Ιω. 14,6.

12 Ιω. 14,21.

13 Ησ. 53,3.

14 Α' Κορ. 4,10.

15 Α' Κορ. 1,27.

15 Αντίφωνον ΙΕ Ὄρθρου Μεγάλης Παρασκευής

Το παράπονο του Ιησού

xristos

Του Δρ Χαραλάμπη Μ. Μπούσια | Romfea.gr

Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι μακρόθυμος καὶ πολυέλεος καὶ ἀληθινός. Μᾶς ἔχει διδάξει νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος πράττει, "ἑβδομηκοντάκις ἑπτά" (Ματθ. ιη΄ 22).

Δὲν ὀργίζεται γιὰ τὶς καθημερινές μας ἁμαρτίες, ἀλλὰ θλίβεται γιὰ τὶς πτώσεις μας καὶ μὲ πατρικὴ ἀγάπη περιμένει τὴ μετάνοια καὶ ἐπιστροφή μας.

Μᾶς ἀγαπάει ἀληθινὰ καὶ ἡ ἀγάπη του αὐτὴ πολλὲς φορὲς μετατρέπεται σὲ παιδαγωγία, σὲ τρόπους συμπεριφορᾶς ποὺ δὲν μᾶς ἀρέσουν, ἀλλὰ ἐπιβάλλονται γιὰ τὴ σωτηρία μας.

Σὲ κανέναν ἀσθενῆ δὲν ἀρέσουν τὰ φάρμακα ποὺ τοῦ δίνει ὁ γιατρός, ἀλλὰ τὰ παίρνει γιὰ νὰ θεραπευθεῖ καὶ νὰ σωθεῖ. Ἀλλοίμονο, ὅμως σὲ ἐμᾶς!

Ἐκμεταλλευόμασε τὴ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ μας καὶ λησμονοῦμε τὶς εὐεργεσίες Του πρὸς ἐμᾶς.

Εἴμαστε ἀνάξιοι τῆς ἀγάπης Του καὶ συμπεριφερόμαστε μὲ ἀχαριστία, ἡ ὁποία δείχνει πονηράδα καὶ ὡς ἐκ τούτου τὴ βδελύσσεται ὁ Θεός μας.

Γι' αὐτὴ τὴν ἀχαριστία μας παραπονιέται κι ὅλας Ἐκεῖνος, ὅπως παραπονέθηκε γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ πρὸς ἀπόδοση εὐχαριστίας γιὰ τὴ θεραπεία τοῦ ἑνὸς μόνο ἀπὸ τοὺς δέκα λεπροὺς λέγοντας;

"Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν, οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;" (Λουκ. ιζ΄ 17). Τὸ παράπονο τοῦ Χριστοῦ μας γιὰ τὴν ἀχαριστία μας τὸ βλέπουμε ἀποτυπωμένο στὸ 12ο Ἀντίφωνο τῆς Μεγάλης Πέμπτης:

«Τάδε λέγει Κύριος τοῖς Ἰουδαίοις· Λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἢ τί σοι παρηνώχλησα; τοὺς τυφλούς σου ἐφώτισα, τοὺς λεπρούς σου ἐκαθάρισα, ἄνδρα ὄντα ἐπὶ κλίνης ἠνωρθωσάμην. Λαός μου, τί ἐποίησά σοι, καὶ τί μοι ἀνταπέδωκας; Ἀντὶ τοῦ μάννα χολήν∙ ἀντὶ τοῦ ὕδατος ὄξος· ἀντὶ τοῦ ἀγαπᾶν με σταυρῷ με προσηλώσατε. Οὐκέτι στέγω λοιπόν· καλέσω μου τὰ ἔθνη κἀκεῖνα με δοξάσουσι σὺν τῷ Πατρί καί τῷ Πνεύματι· κἀγὼ αὐτοῖς δωρήσομαι ζωὴν τὴν αἰώνιον».

Στὸ ἀντίφωνο αὐτὸ βλέπουμε τὸν Ἰησοῦ νὰ διαλέγεται μὲ τοὺς Ἑβραίους. Ἔχοντας μέσα του μεγάλο πόνο ψυχῆς γιὰ τὴ σκληροκαρδία καὶ τὴν ἀχαριστία τους, τοὺς ρωτάει: Λαέ μου, τί κακὸ σοῦ ἔκανα καὶ κατὰ τί σὲ στεναχώρησα;

Δὲν χάρισα τὸ φῶς στοὺς τυφλούς σου; Δὲν καθάρισα τοὺς λεπρούς σου; Δὲν σήκωσα παράλυτο ἄνδρα ἀπὸ τὸ κρεβάτι; Τί σοῦ ἔκανα, ὥστε νὰ δικαιολογεῖται ἡ ἀχάριστη συμπεριφορά σου;

Ὅταν ἤσουν στὴν ἔρημο περιπλανώμενος, ἐγὼ σὲ χόρτασα μὲ τὸ μάννα, καὶ ὅταν διψοῦσες, ἐγὼ σὲ πότισα μὲ δροσερὸ νερὸ ἀπὸ τὴ σκληρὴ πέτρα. Καὶ τώρα τί κάνεις ἐσὺ γιὰ Ἐμένα;

Μοῦ ἔδωσες χολὴ καὶ ξύδι. Καὶ ἀντὶ νὰ μοῦ δείξεις εὐγνωμοσύνη καὶ ἀγάπη, μὲ σταύρωσες. Μὴν παίζεις, ὅμως, μὲ τὴν ἀνοχὴ καὶ τὴ μακροθυμία μου. Δὲν σὲ ὑποφέρω ἄλλο!

Σ᾽ ὅλα τὰ πράγματα ὑπάρχουν ὅρια, ὅπως καὶ στὴ δική μου ἀντοχή. Δὲν σὲ ἀνέχομαι πιά. Σὲ ἀρνοῦμαι.

Καὶ στὴ θέση σου θὰ καλέσω σὰν περιούσιο λαό μου πάντα τὰ ἔθνη, τὰ ὁποῖα θὰ μὲ δεχτοῦν ὡς Μεσσία τους, θὰ μὲ πιστέψουν καὶ θὲ μὲ δοξάσουν μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα μου καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

Καὶ σ᾽ αὐτούς θὰ χαρίσω τὴν αἰώνια ζωὴ τῆς θείας βασιλείας μου.

Εἶναι φοβερὸ πρᾶγμα νὰ ἀρνηθεῖ ὁ Πλάστης τὸ πλάσμα του! Ἡ ἄπειρη ἀγαθοδωρία του, δυστυχῶς, κάποτε στερεύει, ἀλλὰ μόνο μπροστά στὸ πεῖσμα, στὴ σκληροκαρδία καὶ στὴν ἀχαριστία τοῦ πλάσματος.

Ἡ θεία ἀγαθοσύνη συστέλλεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος χάσει τὸν ἀνθρωπισμό του, ὅταν ὁμοιωθεῖ μὲ τὰ ἀνόητα κτήνη, ὅταν ὁ σπόρος τῆς πίστεως δὲν βλαστήσει στὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς του, ὅταν πεισματικὰ ὑποδουλωθεῖ στὴν ἁμαρτία, ὁπότε αὐτὸς μοιάζει μὲ τὸ ξερὸ κλαδί, ποὺ τὸ κόβουν οἱ ἄνθρωποι καὶ τὸ ρίχνουν στὴ φωτιά, γιὰ νὰ καεῖ.

Ἡ κόλαση δέν εἶναι ὁ τόπος ποὺ μᾶς βάζει ἡ θεία ἀγάπη, ἀλλὰ εἶναι ἡ φυσικὴ κατάληξη τοῦ πλάσματος, ποὺ ἀρνήθηκε ἑκούσια τὸ Θεό.

top
Has no content to show!