Ομιλία Οικ.Πατριάρχη στην Διάσκεψη κατά της Διαφθοράς
- Δημιουργηθηκε στις Πέμπτη, 30 Οκτωβρίου 2008
-
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr 17:10
-
Εξοχώτατοι, Κυρίαι και κύριοι,
Θα ηθέλομεν, εν πρώτοις, να εκφράσωμεν τας ευχαριστίας ημών, διότι προσεκλήθημεν εις το παρόν βήμα, δια να διατυπώσωμεν ωρισμένας σκέψεις περί ενός φαινομένου, το οποίον αποτελεί το θέμα της παρούσης Διεθνούς Διασκέψεως και το οποίον απασχολεί τόσον πολύ τας συγχρόνους κοινωνίας. Πρόκειται δια το θέμα της λεγομένης «διαφθοράς».
Ανερχόμενοι εις το βήμα αυτό έχομεν πλήρη συνείδησιν του ότι ως μη ανήκοντες εις την πολιτικήν και οικονομικήν ηγεσίαν δεν έχομεν άμεσον αρμοδιότητα δια να ομιλήσωμεν περί ενός κοινωνικού φαινομένου το οποίον απαιτεί την λήψιν πολιτικών και οικονομικών μέτρων. Εν τούτοις, ως πνευματι-κος και θρησκευτικός λειτουργός αισθανόμεθα το χρέος να επισημάνωμεν τας πνευματικάς και ηθικάς διαστάσεις του θέματος, αι οποίαι και σοβαραί και πολλαί είναι.
Εν πρώτοις, οφείλομεν να τονίσωμεν ότι η βαθυτέρα ρίζα του φαινομένου της διαφθοράς ευρίσκεται εις την απληστίαν του ανθρώπου, ο οποίος αδιστάκτως καταφεύγει εις παν μέσον, άλλοτε μη νόμιμον και άλλοτε μη ηθικόν, δια να αυξήση την οικονομικήν του δύναμιν εκμεταλλευόμενος την θέσιν την οποίαν του ενεπιστεύθη η Πολιτεία.
Η απληστία αύτη, πρέπει να ομολογήσωμεν, διακατέχει ατυχώς πάντα σχεδόν τα στρώματα των συγχρόνων κοινωνιών, και τούτο διότι ο πλουτισμός τείνει να αποτελέση το ύψιστον αγαθόν του συγχρόνου ανθρώπου. Άπαντες επιθυμούν να πλουτίσουν, και μάλιστα το ταχύτερον δυνατόν, διότι ο πλούτος αναβιβάζει σήμερον το κοινωνικόν γόητρον του ανθρώπου, του παρέχει την δύναμιν να επηρεάζη και αυτό το πολιτικόν γίγνεσθαι, επί πλέον δε παρέχει την δυνατότητα ποικίλων απολαύσεων εις μίαν εποχήν ακράτου ευδαιμονισμού, ως η ιδική μας.
Ας μη εκπλήσση ημάς, συνεπώς, το γεγονός ότι οι δυνάμενοι ως εκ της θέσεώς των να αυξήσουν τον πλουτισμόν των πράττουν τούτο σήμερον άνευ ηθικού δισταγμού. Η διαφθορά δεν περιορίζεται εις ωρισμένους υψηλά ισταμένους παράγοντας, αν και εκεί καθίσταται πλέον προκλητική η σκανδαλώδης. Εις την πραγματικότητα και εις απλούς κλητήρ ενός υπουργείου, όταν απαιτή η δέχεται χρηματικόν η άλλης φύσεως όφελος δια να παρακάμψη γραφειοκρατικάς διαδικασίας, την διαφθοράν υπηρετεί, έστω και εις κατώτερον βαθμόν. Αλλά και ο προσφέρων το όφελος τούτο την ιδίαν ευθύνην έχει δια την προώθησιν της διαφθοράς.
Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι η διαφθορά αποτελεί κοινωνικόν νόσημα πολιτισμικής αιτιολογίας, το οποίον δυσκόλως θα θεραπευθή, εάν δεν αλλάξη η κλίμαξ των αξιών, η οποία, ως έχει σήμερον, ενθαρρύνει τον εύκολον πλουτισμόν, τον οποίον και προβάλλει ως ύψιστον αγαθόν.
Αρεταί, όπως η εντιμότης, η ακεραιότης, η παιδεία και η πνευματική καλλιέργεια θεωρούνται σήμερον χαρακτηριστικά των αφελών, σπανίως δε διδάσκονται και εις τα σχολεία, τα οποία έχουν μετατραπή εις φορείς τεχνικών γνώσεων και πληροφορίας. Ιδιαιτέρως σήμερον ισχύουν οι λόγοι του μεγάλου συγχρόνου ποιητού T. S. Elliot: «που είναι η σοφία που χάσαμε στη γνώση, που είναι η γνώση που χάσαμε μεσ’ την πληροφορία;».
Χρειάζονται, συνεπώς, πέραν των νομικών η άλλων μέτρων τα οποία πρέπει αναμφιβόλως και επειγόντως να ληφθούν, και ριζικός αναπροσανατολισμός της παιδείας και του πολιτισμού γενικώτερον.
Αναγνωρίζομεν, βεβαίως, ότι ταύτα αποτελούν μέτρα μακροπρόθεσμα και ίσως ακούγονται θεωρητικά. Φοβούμεθα όμως ότι χωρίς αντιμετώπισιν των πολιτισμικών παραμέτρων του θέματος της διαφθοράς κτίζομεν επί της άμμου. Χωρίς την καλλιέργειαν ήθους και νοοτροπίας η οποία θα θέτη υπεράνω του ατομικού πλουτισμού την ακεραιότητα του χαρακτήρος και το ευρύτερον κοινωνικόν συμφέρον, η λερναία ύδρα της διαφθοράς θα παράγη μίαν νέαν κεφαλήν εις την θέσιν εκείνης που αποκόπτομεν.
Η Εκκλησία κινείται και αυτή εντός της Ιστορίας και τα μέλη αυτής, οιανδήποτε θέσιν και αν κατέχουν εν αυτή, φέρουν εντός των τας κοινωνικάς και πολιτισμικάς ιδιότητας του περιβάλλοντός των. Δεν αποτελεί, συνεπώς, ένα χώρον στεγανόν εις τον οποίον αδυνατούν να εισχωρήσουν οι νοσογόνοι οργανισμοί της ευρυτέρας κοινωνίας. Παρά ταύτα η φύσις της και το μήνυμα το οποίον μεταφέρει εις τον κόσμον, δεν παύουν να προσφέρουν αντισώματα κατά του ιού της διαφθοράς. Επί του σημείου τούτου, ως εκ της θέσεως ημών εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, θα ηθέλομεν ιδιαιτέρως να υπογραμμίσωμεν τας ακολούθους αληθείας.
Η Εκκλησία ως εκ της φύσεώς της είναι το πλέον αντι- ατομοκρατικόν γεγονός της Ιστορίας. Γνωρίζομεν όλοι ότι ο άνθρωπος γεννάται και αναπτύσσεται με έντονον την τάσιν της φιλαυτίας. Εις την Ορθόδοξον πατερικήν και ασκητικήν παράδοσιν η φιλαυτία θεωρείται ως η πηγή όλων των παθών. Ο άνθρωπος καλείται να ανατρέψη μίαν σειράν προτεραιοτήτων δεδομένων εις αυτόν από την ιδίαν την φύσιν του, και αντί να δίδη προτεραιότητα εις τον «εαυτόν», να προτάσση το συμφέρον του «άλλου». «Μη τα εαυτών έκαστος σκοπείτω, αλλά τα του ετέρου», κατά την προτροπήν του Απ. Παύλου.
Η σοφία, την οποίαν υποκρύπτει μία τοιαύτη προτροπή, έγκειται εις το ότι δια του τρόπου τούτου υπηρετείται το ευρύτερον και γενικώτερον συμφέρον και δι’ αυτού και το ατομικόν.
Η κοινωνική αυτή φύσις της Εκκλησίας δεν αποτελεί ηθικήν διδασκαλίαν, αλλά χαρακτηριστικόν της ιδίας της δομής της. Η Εκκλησία, τουλάχιστον κατά την Ορθόδοξον αντίληψιν, είναι σύναξις, είναι κοινότης, και μάλιστα κοινότης ευχαριστιακή, η οποία δέχεται όλους αδιακρίτως, και η οποία αντανακλά τον τρόπον με τον οποίον υπάρχει ο Τριαδικός Θεός, ο Οποίος δεν είναι άτομον, αλλά πρόσωπα αλληλοπεριχωρούμενα εις μίαν αδιαίρετον ενότητα. Εάν η φύσις της Εκκλησίας αποκαλύπτη, όχι εις την καθημερινήν ζωήν των μελών της, η οποία υπόκειται εις τους πειρασμούς της Ιστορίας, αλλά εις την σύναξίν της επί το αυτό δια την τέλεσιν της Θείας Ευχαριστίας, τότε το μήνυμα που εκπέμπει προς την κοινωνίαν είναι σαφές: το «Εγώ» είναι αδιανόητον χωρίς το «Συ».
Το άτομον αυτοκαταστρέφεται εάν δεν μεταβληθή εις πρόσωπον. Το άτομον είναι μονάς αυτοπροσδιοριζομένη. Το πρόσωπον είναι έννοια σχέσεως. Δεν αυτοπροσδιορίζεται αλλ’ ετεροπροσδιορίζεται.
Αναδύεται ως ιδιαιτέρα ταυτότης μόνον όταν ευρίσκηται εν κοινωνία με άλλα πρόσωπα. Εν πρόσωπον ίσον ουδέν πρόσωπον. Η πρόταξις του Εγώ έναντι του Συ αποτελεί λανθασμένην υπαρξιακήν, πολιτισμικήν και κοινωνικήν επιλογήν. Αποτελεί δε εν τη ουσία και την βαθυτέραν πηγήν του φαινομένου της διαφθοράς.
Διότι η διαφθορά τι άλλο είναι από την πρόταξιν του ατομικού συμφέροντος έναντι του συμφέροντος του άλλου; Τι άλλο είναι από την αρπαγήν υπό του Εγώ του ανήκοντος εις το Συ, από την μετατροπήν του ανθρώπου από προσωπικού και κοινωνικού εις ατομικόν ον;
Το φαινόμενον της διαφθοράς, όταν παρατηρήται εις τριτοκοσμικάς κοινωνίας, τας οποίας κατά κανόνα χαρακτηρίζει μέγας βαθμός πτωχείας, δυνατόν να αποδοθή εις την δυσμενή οικονομικήν κατάστασιν των ανθρώπων, οι οποίοι αναζητούν δια παντός μέσου την βελτίωσιν των συνθηκών της ζωής των. Αλλ’ εις προηγμένας οικονομικώς κοινωνίας μόνον η απληστία του πλουτισμού, εις την οποίαν ανεφέρθημεν εν τη αρχή του λόγου, ως κοινωνικού ιδεώδους, δύναται να ερμηνεύση το φαινόμενον.
Δια τούτο και εμμένομεν εις την γνώμην ότι το νοσηρόν αυτό φαινόμενον δεν θα αντιμετωπισθή πλήρως και επιτυχώς χωρίς μεταβολήν της κλίμακος των κοινωνικών αξιών, εις τρόπον ώστε η αξία του πλούτου και της ευδαιμονίας, την οποίαν αυτός προσφέρει, να παύσουν να αποτελούν το όνειρον και την επιδίωξιν των ανθρώπων, και μάλιστα των νέων, όπως, ατυχώς, συμβαίνει εις τας ημέρας μας. Προς τούτο καλείται η Εκκλησία να συμβάλη και αυτή δια των ιδικών της μέσων, διαμορφώνουσα συνειδήσεις συμφώνως προς τας αρχάς, αι οποίαι πηγάζουν από το ευχαριστιακόν βίωμα και την ασκητικήν παράδοσιν, εις τα οποία ανεφέρθημεν προ ολίγου.
Το έργον τούτο της Εκκλησίας δύναται όμως να επιτευχθή μόνον εάν συνοδεύηται από ανάλογον προσπάθειαν της παιδείας και των λοιπών κοινωνικών παραγόντων, ως είναι η οικογένεια κυρίως, ώστε να διαμορφωθή νέον ήθος και νέα κοινωνική αντίληψις περί του τι όντως αποτελεί το ύψιστον αγαθόν εις την ζωήν των ανθρώπων.
Εκλεκτή ομήγυρις,
Αι σκέψεις τας οποίας εξεφράσαμεν ενταύθα δεν προσφέρουν ασφαλώς την άμεσον θεραπείαν του απεχθούς φαινομένου της διαφθοράς, ούτε προτίθενται να υποκαταστήσουν το έργον των εκλεκτών ειδικών, οι οποίοι συνεκεντρώθητε εις την πόλιν ταύτην, εις την οποίαν η δημοκρατία εγεννήθη ως δίδυμος αδελφή της χρηστοηθείας. Ως άνθρωπος της θρησκείας εκρίναμεν ότι αι σκέψεις αυταί υπενθυμίζουν εις ημάς πρωτίστως, οι οποίοι ασκούμεν πνευματικήν διακονίαν, το χρέος το οποίον έχομεν να συμβάλωμεν και ημείς εις την αντιμετώπισιν ενός νοσηρού φαινομένου, το οποίον απειλεί να οδηγήση εις αναξιοπιστίαν και ανυποληψίαν όλους τους θεσμούς και αυτήν την έννοιαν του δικαίου.
Εάν αι σκέψεις αύται δύνανται να υποβοηθήσουν, έστω και ολίγον, τον σκοπόν της Διασκέψεώς σας, θα είμεθα ιδιαιτέρως ευτυχής. Δυνάμεθα πάντως να σας διαβεβαιώσωμεν ότι ως Εκκλησία και μάλιστα ως Οικουμενικόν Πατριαρχείον θα είμεθα πάντοτε εις το πλευρόν σας έτοιμοι να προσφέρωμεν ο, τι μας ζητηθή δια την εκπλήρωσιν του ιερού σκοπού, τον οποίον υπηρετείτε.
Ευχόμεθα πλήρη την ευλογίαν του Θεού και την επιτυχίαν του έργου σας, δια το οποίον σας ευχαριστούμεν, ως και δια την ευκαιρίαν να σας απευθύνωμεν αυτούς τους λόγους.
- Εμφανίσεις: 46219