Διχάζει ξανά ο Νικόδημος Γκατζιρούλης

Image«ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΟΥ, ο ομιλών έχει το τραγικό προνόμιο να είναι ο νεώτερος και κατά τα πρεσβεία και κατά την ηλικία μέσα στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος» δήλωνε την

Κυριακή 14 Απριλίου 1968, μέσα στη δικτατορία που τον ανέδειξε, από του άμβωνος του Μητροπολιτικού Ναού της Αθήνας ο νεοεκλεγείς τότε Μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος κ. Νικόδημος Γκατζιρούλης.

 

Σύμφωνα με το περιοδικό «Εκκλησία» της εποχής: «Την μεγαλοπρεπή τελετήν της χειροτονίας παρηκολούθησαν πυκνά πλήθη πιστών, οι οποίοι είχον κατακλύσει τον καθεδρικόν ναόν και οι οποίοι με βαθείαν κατάνυξιν και πνευματικήν αγαλλίασιν ανεφώνουν “άξιος, άξιος”!».

 

Από τότε πέρασαν 41 ολόκληρα χρόνια. Στη διάρκειά τους ο κ. Νικόδημος ποίμανε τη Μητρόπολη Αττικής και Μεγαρίδος, χαρακτηρίστηκε χουντικός και λίγο πριν από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας αποπέμφθηκε από τον θρόνο του με συντακτικές πράξεις.

 

Κατέβαλε προσπάθειες για την αποκατάστασή του, αλλά παρά τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν τα κατάφερε. Κατέλαβε το Επισκοπείο της Μητρόπολης Αττικής.

 

Καταδικάστηκε σε ακοινωνησία από τη Σύνοδο, αλλά τώρα πια φαίνεται να επανακάμπτει στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος.

 

Τον Οκτώβριο η Ιεραρχία, με απόφαση που ελήφθη εκ νέου προχθές από τη 12μελή Ιερά Σύνοδο, θα ασχοληθεί με το «ζήτημα Νικόδημος Γκατζιρούλης».

 

Από πέρυσι 33 αρχιερείς ζητούν να τεθεί το θέμα προς συζήτηση και εισηγητής θα είναι ένας αδυσώπητος πρώην «εχθρός» του κ. Νικόδημου, ο «τιτουλάριος», όπως τον αποκαλούσε ο ίδιος αρνούμενος να χρησιμοποιήσει το όνομά του, Μητροπολίτης Ζακύνθου κ. Χρυσόστομος.

 

Γεννημένος το 1927 στον Βόλο, ο κ. Νικόδημος αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή της Αθήνας το 1949 και το 1956 χειροτονήθηκε διάκονος. Το 1959 έγινε πρεσβύτερος και το 1968 εξελέγη Μητροπολίτης.

 

Ανάμεσα στα προσόντα που τον έκαναν να ξεχωρίσει μεταξύ άλλων κληρικών ήταν και οι εντυπωσιακές γνώσεις του στις ξένες γλώσσες, αφού ελάχιστοι είναι εκείνοι που έως και σήμερα στους κόλπους της Εκκλησίας μπορούν να δηλώσουν, όπως συμβαίνει με τον κ. Νικόδημο, ότι γνωρίζουν γαλλικά, αγγλικά, ρωσικά και γερμανικά.

 

Μεταξύ των χαρισμάτων που δηλώνεται στο περιοδικό «Εκκλησία» ότι διέθετε ήταν «το ανεπίληπτον ήθος, ο ακέραιος χαρακτήρ, η ισχυρά θέλησις, η απλότης και η λιτότης, η εργατικότης, η πολυμερής μόρφωσις, αι ευρείαι αντιλήψεις, ο καθαρός και στοχαστικός νους,η δύναμις του λόγου, το υψηλόν ορθόδοξον φρόνημα, η φλογερά αγάπη προς την Εκκλησίαν και τον θείον Ιδρυτήν της,το αίσθημα ευθύνης, αι οργανωτικαί και διοικητικαί ικανότητες...».

 

Με την τοποθέτησή του στη Μητρόπολη Αττικής και Μεγαρίδος ο κ. Νικόδημος διαδέχθηκε τον πρώην Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο Βαβανάτσο, ο οποίος παραιτήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ΄60 από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο, έπειτα από παρέμβαση του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή , και προήδρευε της Μητρόπολης Αττικής και Μεγαρίδος, αλλά απομακρύνθηκε με τον αναγκαστικό νόμο 214 του 1967 περί απωλείας της έξωθεν καλής μαρτυρίας που εφαρμόστηκε στην Εκκλησία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.

 

Στη Μητρόπολη Αττικής

 

Ως Μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος ο κ. Νικόδημος επί έξι και πλέον έτη αποτελούσε έναν από τους ισχυρότερους ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος και βρισκόταν πολύ κοντά στο περιβάλλον του τότε Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου Κοτσώνη , τον οποίο, σύμφωνα με ορισμένους κληρικούς, επηρέαζε καθοριστικά σε πολιτικής φύσεως κυρίως ζητήματα.

 

Οι πολιτικές εξελίξεις ωστόσο επηρέασαν και την τύχη του κ. Νικόδημου. Η πτώση του δικτάτορα Παπαδόπουλου και η ορκωμοσία του Ιωαννίδη από τον τότε Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σεραφείμ Τίκκα προκάλεσε καταιγιστικές εξελίξεις στην Εκκλησία της Ελλάδος.

 

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Κοτσώνης, στενά συνδεδεμένος με το Παλάτι, παραιτείται και στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ανεβαίνει ο Σεραφείμ.

 

Πολλοί ιεράρχες από τον Μάρτιο ως και τον Ιούνιο του 1974, ανάμεσά τους και ο κ. Νικόδημος, απομακρύνονται από τον θρόνο τους αφού κηρύχθηκαν έκπτωτοι από την ιεραρχία έπειτα από εισήγηση του Αρχιεπισκόπου.

 

Κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης το ζήτημα των λεγόμενων ιερωνυμικών ιεραρχών επανήλθε πολλές φορές στο προσκήνιο, αλλά φαίνεται ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν επιθυμούσε νέες ισχυρές εμπλοκές στα εκκλησιαστικά ζητήματα, ανάλογες με αυτές που είχε ως ηγέτης της ΕΡΕ και πρωθυπουργός της χώρας στις αρχές της δεκαετίας του ΄60.

 

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος θα ασχοληθεί πολλές φορές με το ζήτημα και θα φτάσει ακόμη και να διαπομπεύσει τον κ. Νικόδημο, αφού του έδωσε τον τίτλο του Μητροπολίτη Ελους.

 

Η ευκαιρία Παλαιοκρασσά

 

Τα πάντα όμως θα ανατραπούν στα τέλη της δεκαετίας του ΄80, όταν ο κ. Ι. Παλαιοκρασσάς ως πανίσχυρος υπουργός Οικονομικών θα βοηθήσει τους πνευματικούς του αδελφούς δίνοντάς τους την ευκαιρία να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

 

Υπό αυτή τη δαμόκλειο σπάθη ο Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ θα οδηγηθεί στην αποκατάσταση σχεδόν όλων των λεγόμενων ιερωνυμικών ιεραρχών, αλλά σε μητροπολιτικούς θρόνους που εκείνη την εποχή ήταν κενοί ή δημιουργήθηκαν ειδικά για την αποκατάστασή τους.

 

Θα σκοντάψει όμως στην «ισχυρά θέληση» του κ. Νικόδημου, ο οποίος ζητεί να επιστρέψει στη Μητρόπολη που είχε πριν από την έκπτωσή του. Τον ακολουθούν οι αείμνηστοι Λαρίσης Θεολόγος και Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνος.

 

Ο Σεραφείμ αρνείται και ο κ. Νικόδημος «με τη δύναμη του λόγου του» θα κινητοποιήσει ομάδες πιστών και όταν ο Δωρόθεος, έως τότε Μητροπολίτης Αττικής, αφήσει την τελευταία του πνοή θα φτάσει να «καταλάβει» το επισκοπείο στην Κηφισιά.

 

Οι καταστάσεις που εκτυλίχθηκαν ήταν κωμικοτραγικές. Ο Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ δήλωνε εξοργισμένος. Ο κ. Νικόδημος επέμενε. Τα δικαστήρια απειλούσαν τον Αρχιεπίσκοπο και τη Σύνοδο και ζητούσαν την εφαρμογή των νόμων.

 

Τελικά και πάλι οι πολιτικές εξελίξεις θα αποτελέσουν τον καθοριστικό παράγοντα των εξελίξεων και στη διοίκηση της Εκκλησίας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη οδηγείται σε πτώση. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αναλαμβάνει την ηγεσία της χώρας.

 

Και ο υπουργός Παιδείας κ. Δ.Φατούρος κηρύσσει αναδρομικά άκυρα τα προεδρικά διατάγματα που είχαν εκδοθεί για τον κ. Νικόδημο. 

Η Ιεραρχία θέτει τον κ. Νικόδημο σε ακοινωνησία. Μερικά χρόνια αργότερα ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος θέτει το ζήτημα της άρσης της ακοινωνησίας. Η προσπάθεια όμως θα πέσει στο κενό, αφού συναντά τη σθεναρή αντίδραση του τότε πανίσχυρου Μητροπολίτη Αττικής και σημερινού μοναχού κ. Παντελεήμονα Μπεζενίτη.

 

Σχέσεις (στ)οργής με τον Ζακύνθου

 

«Πέρασαν 35 χρόνια από την απομάκρυνσή του από τον θρόνο της Μητρόπολης Αττικής.Πρέπει να υπάρξει αποκατάστασή του. Η Εκκλησία δεν εκδικείται» τονίζει μιλώντας στο «Βήμα» ο Μητροπολίτης Ζακύνθου κ. Χρυσόστομος, διευκρινίζοντας τους λόγους που τον οδήγησαν να πρωτοστατήσει στην άρση ακοινωνησίας του κ. Νικόδημου.

 

Η στάση του κ. Χρυσόστομου προκαλεί σε πολλούς μέσα στην Ιεραρχία ερωτήματα, αφού πρόκειται για τον γνωστό στα βιβλία που συνέγραψε ο κ. Γκατζιρούλης «ως τιτουλάριο», αφού την εποχή εκείνη ο Μητροπολίτης Ζακύνθου ήταν Τιτουλάριος Μητροπολίτης Δωδώνης και Αρχιερατικός Επίτροπος της Αρχιεπισκοπής.

 

«Ο τιτουλάριος», λέει σε ένα βιβλίο του ο κ. Νικόδημος, «έχοντας τη φιλοδοξία να εγκατασταθεί σαν Μητροπολίτης στην Αττική θεώρησε πως εξυπηρετείται στο πρόγραμμά του αν ασκήσει οργανωμένη τρομοκρατία και κινηθεί στην περιοχή ως τρομοκράτης...».

 

Ακόμη περιγράφει απείρου κάλλους καταστάσεις που εκτυλίχθηκαν μεταξύ των δύο ιεραρχών την εποχή εκείνη στον Μητροπολιτικό Ναό της Κηφισιάς.

 

Ωστόσο τα χρόνια φαίνεται ότι άμβλυναν τις εντάσεις στις σχέσεις δύο ανθρώπων οι οποίοι έχουν διαφορετικές αντιλήψεις, αλλά τον ίδιο, ισχυρό, χαρακτήρα.

 

Οπως λέγεται, οι δύο αρχιερείς δεν είχαν ποτέ φιλικές σχέσεις και δεν μίλησαν όλα αυτά τα χρόνια ούτε στο τηλέφωνο.

 

Αντίθετα ο κ. Νικόδημος γνωρίζει πολύ καλά τον σημερινό Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, ο οποίος, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, μεσολάβησε στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 για να συναντηθεί με τον Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ Τίκκα προκειμένου να επιλυθεί το πρόβλημα και να αποκατασταθεί. Τα γεγονότα όμως δεν εξελίχθηκαν όπως θα ήθελε ο τότε Αρχιεπίσκοπος.

 

Τον Οκτώβριο μια μεγάλη ομάδα ιεραρχών πιστεύει ότι πρέπει να αρθεί το επιτίμιο της ακοινωνησίας έναντι ενός ανθρώπου που έχει προ πολλού συμπληρώσει το 80ό έτος της ηλικίας του.

 

Δεν αντέχουν, όπως λένε, να φύγει ακόμη ένας επίσκοπος, όπως ο πρώην Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνος, και η Ιεραρχία να άρει το επιτίμιο της ακοινωνησίας μετά την εκδημία του.

 

Τα «πάθη» μεταξύ σεραφειμικών και ιερωνυμικών πρέπει να αμβλυνθούν, λένε, να τελειώσουν.

 

Το ζήτημα όμως είναι τι θα γίνει στην περίπτωση που ο κ. Γκατζιρούλης ζητήσει και να επιστρέψει στον πάλαι ποτέ μητροπολιτικό του θρόνο...
Εμφανίσεις: 70616
Γίνετε ενεργά η πηγή του Romfea.gr! Στείλτε ειδήσεις και φωτογραφίες που πιστεύετε πως ενδιαφέρουν τους αναγνώστες στο [email protected]
FOLLOW ROMFEA:
top
Has no content to show!