Συναξάρι Ιακώβου πέντε χρόνια μετά: Αναμνήσεις και εμπειρίες
- Δημιουργηθηκε στις Παρασκευή, 09 Απριλίου 2010
-
Γράφτηκε από τον/την Εθνικός Κήρυκας - Θεόδωρος Καλμούκος 20:53
-
Πέντε χρόνια συμπληρώνονται σήμερα Σάββατο 10 του Απρίλη από την ημέρα που καμπάνα πένθιμη και λυπητερή μετέδωσε τον ήχο της θανής Ιακώβου, Αρχιεπισκόπου Βορείου και Νοτίου Αμερικής. Ο τελευταίος Αρχιεπίσκοπος με αυτόν τον τίτλο. Κι έπειτα όλα άλλαξαν, διασπάσθηκαν, διαιρέθηκαν, αποδυναμώθηκαν, έχασαν το όλο, τη διάσταση, την εμβέλεια και τη φωνή τους.
Πέντε χρόνια διάβηκαν και πέρασαν, θαρρείς πως πέταξαν κι αυτά σαν τα διαβατάρικα τα πουλιά που πετούν και περνούν και φεύγουν αφήνοντας ξωπίσω τους μια νοητή γραμμή πορείας που να θυμίζει το πέρασμά τους.
Ας λογιστούν οι σκέψεις και οι θύμησες τούτης της γραφής σαν ένα συναξάρι μνήμης ιερής σε ήχο πρώτο και προσωπικό στον ιεράρχη εκείνον ο οποίος έζησε τις πτώσεις και τις ανατάσεις, τις χαρές και τις πίκρες, τους αγώνες και τις αγωνίες της Ομογένειάς μας, διότι ο Ιάκωβος ήταν «σαρξ εκ της σαρκός και οστούν εκ των οστέων» της Ομογένειάς μας, δηλαδή ήταν ένας εξ' ημών.
Η θύμηση η σημερινή δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα συναξάρι μνήμης ενός ιεράρχη ο οποίος σημάδεψε την Εκκλησία και τον Ελληνισμό της Αμερικής με τον λόγο του, γραφτό και προφορικό, - λογοτέχνης σωστός - με την παρουσία και τη διακονία του, η οποία ήταν πολυδιάστατη, αλλά και πολυτάραχη. Τούτη η γραφή είναι μία μικρή κατάθεση μαρτυρίας προσωπικής. Αυτό μόνο.
Ο Ιάκωβος ήταν κυριολεκτικά χαλκέντερος και λαξευτής της πένας και του γραπτού λόγου. Ποιητής και λεξιπλάστης.
Κάθε φορά που συναντιόμασταν και συναντιόμασταν πολύ τακτικά από την ημέρα του εφησυχασμού του και μετά κατά τα τελευταία εννιά χρόνια, μιλούσαμε ώρες ατέλειωτες για την Εκκλησία και την Ομογένεια. Ηταν οι δυο μεγάλες του αγάπες. Εχουμε πει πολλά και πολύ ενδιαφέροντα. Είχε ενδελεχή ενημέρωση. Η διαύγεια του νου του ήταν εντυπωσιακή. Το μνημονικό του σε άφηνε ενεό. Κι όσο τον γνώριζα, τόσο κατανοούσα και εκτιμούσα πιο πολύ τον Ιάκωβο, ή μάλλον «τον άλλον Ιάκωβο», εκείνον που δεν ήξερα κατά τα χρόνια της Αρχιεπισκοπίας του, τότε που εμφανιζόταν παντοδύναμος, υπεροπτικός και απρόσιτος. Η εξουσία μερικές φορές αλλοτριώνει τον άνθρωπο, γι' αυτό όταν ανεβαίνει κανείς ψηλά δεν πρέπει να κλωτσά αυτούς που αφήνει πίσω του, γιατί όταν πέφτει θα τους βρει μπροστά του, αφού κύκλος είναι η ζωή και γυρίζει.
Με τον Ιάκωβο στο τέλος συναπαντηθήκαμε. Κι ευτυχώς που έγινε έτσι διότι μου δόθηκε η ευκαιρία και γνώρισα έναν άλλον Ιάκωβο, προσηνή, φιλικό, πατρικό, ταπεινό, διαλλακτικό, γαλήνιο, με αγωνία μεγάλη στην καρδιά για την Εκκλησία και την Ομογένεια. Εναν Ιάκωβο μετανοιωμένο, ναι μετανοιωμένο, όπως φάνηκε μάλιστα και στη διαθήκη του γιατί του ξέφυγε μέσα από τα χέρια το θέμα της ελληνικής γλώσσας και της ελληνικότητας εν γένει.
Διαφωνήσαμε πολλές φορές κατά τα χρόνια της παντοδυναμίας του και μάλιστα έντονα και φωναχτά γι' αυτά τα θέματα, δηλαδή της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικότητας, της Θεολογικής Σχολής.
Ηταν ανεξίκακος όμως ο Ιάκωβος. Γνώριζε, άλλωστε, πολύ καλά ότι ουδέν το προσωπικό υπήρχε και για τίποτε. Τελικά γίναμε φίλοι με τον Ιάκωβο και μάλιστα στενοί τα τελευταία εννιά χρόνια της ζωής του. Τηλεφωνιόμασταν τακτικά. Κι εκείνος τηλεφωνούσε μόνος του δίχως την παρεμβολή γραμματέων και διακόνων και ξεκινούσε πάντοτε την κουβέντα του με ευχές και με λόγια φιλόφρονα. Ο Ιάκωβος είχε ανθρωπιά!
Το τελευταίο άγγιγμα ψυχής μας ήταν η 5η Μαρτίου του 2005, ένα μήνα σχεδόν προτού φύγει «για χώρα μακρινή και αρυτίδωτη» (στοχαστικέ Ελύτη). Ηταν η τελευταία μας συνάντηση. Μου είχε τηλεφωνήσει δυο-τρεις μέρες πριν, λέγοντάς μου «έλα να φάμε μεσημεριανό και να τα πούμε». Πήγα, κι ευτυχώς που πήγα, διότι σε 13 μέρες, στις 28 Μαρτίου του 2005, ο Γέροντας Ιάκωβος μπήκε στο νοσοκομείο από το οποίο βγήκε νεκρός πια. Δεν θα μπορούσα να ησυχάσω με την συνείδησή μου αν δεν είχα πάει να τον δω. Ηταν το στερνό μας γεύμα.
Ηταν η τελευταία μας συνομιλία.
Ηταν το στερνό άνοιγμα και άγγιγμα των καρδιών. Οι δυο μας μέσα στο δωμάτιο. Μιλήσαμε, προσευχηθήκαμε, κλάψαμε για τις μητέρες μας.
Ηταν ευσυγκίνητος ο Ιάκωβος. Η φωνή του μόλις που έβγαινε. Έβαλε «ευλογητός» και κάναμε Τρισάγιο για τους νεκρούς μας, λες και το προαισθανόταν πως θα έφευγε σε λίγο για εκεί, για την άλλη πολιτεία, την μόνιμη και παντοτινή. Την πολιτεία για την οποία προοριζόμαστε όλοι
μας...την γειτονιά των αγγέλων. Έσχατος εχθρός όλων μας ο θάνατος.
Πάντοτε μου έδινε ευχές, αλλά
εκείνη την ημέρα, στις 5 του Μάρτη,
ήταν συνεχείς, θαρρείς και προαισθανόταν πως θα ήταν η τελευταία μας συνάντηση, οι τελευταίες ευχές και νουθεσίες. Γευματίσαμε και ήλθε η ώρα του αποχωρισμού. Αγκαλιαστήκαμε και
ασπασθήκαμε αλλήλους. Είχε ανθρωπιά ο Ιάκωβος!
Πέρασαν κιόλας και διάβηκαν πέντε χρόνια από την ημέρα που φτερούγισε και διάβηκε στα γαλάζια πλάτη του ουρανού που θαρρείς πως δεν έχουν μήτε αρχίνεμα μα μήτε τελειωμό. Πόσο πολύ μας λείπει! Πόσο έντονη είναι η απουσία του από την Ομογένειά μας! Από την Ελλάδα μας ιδιαίτερα σήμερα! Πόσο αναζητώ τις συνομιλίες μας, τις επισημάνσεις του, τις αναλύσεις του, τις συνεντεύξεις του! Κάθε του πρόταση ήταν και είδηση.
Μεγάλος ο Ιάκωβος, μεγάλη η προσφορά του, αλλά εξίσου μεγάλα και τα λάθη του. Ενα από αυτά είναι η Επισκοπική στελέχωση της εδώ Εκκλησίας μας. Το είχε καταλάβει κι ο ίδιος εκ των υστέρων, αλλά ήταν αργά πια. Τώρα όλα αυτά θα τα αξιολογήσει η ιστορία.
Καθώς ξημερώνει αύριο η πέμπτη επέτειος του θανάτου του, του στέλνω τούτες εδώ τις σκέψεις εκεί ψηλά που κατοικεί προσευχόμενος και δεόμενος για την Εκκλησία και την Ομογένεια της Αμερικής, για μας όλους.
- Εμφανίσεις: 34845