Απάντηση στη Μοναχή Ιερουσαλήμ περί «ιερής τρομοκρατίας» και εκκλησιαστικής ευταξίας
- Δημιουργηθηκε στις Κυριακή, 05 Δεκεμβρίου 2010
-
Γράφτηκε από τον/την Μοναχός Σεραφείμ Αγιοταφίτης / 03:02
-
Στις 28 Οκτωβρίου 2010, εδημοσιεύθει στην «Romfea.gr» άρθρο της οσιολογιώτατης Μοναχής Ιερουσαλήμ με τίτλο «Φασισμός, ρατσισμός και «πνευματική» τρομοκρατία – Ιερός πόλεμος για μια φωτογραφία».
Σήμερα λάβαμε το παρακάτω κείμενο από Μοναχό Σεραφείμ Αγιοταφίτη (Αρχισυντάκτη του περιοδικού Νέα Σιών), ο οποίος απαντά στο άρθρο της Μοναχής Ιερουσαλήμ.
Το κείμενο του Σεραφείμ Αγιοταφίτη έχει ως εξής:
Το Γεροντικόν γράφει περί του Αββά Αγάθωνος, ότι όταν κάποιοι αδελφοί θέλησαν να δοκιμάσουν την ταπεινοφροσύνη του, τον κατηγόρησαν κατά πρόσωπον για διάφορες αμαρτίες: «εσύ είσαι ο Αγάθων; Ακούμε για σένα ότι είσαι πόρνος και υπερήφανος. Κι αυτός είπε, ναί. Είσαι φλύαρος και καταλάλος! Κι αυτός είπε· εγώ είμαι».
Ο άγιος Γέρων δέχθηκε όλες τις ασύστατες κατηγορίες αδιστάκτως· όταν όμως τον κατηγόρησαν για αίρεση, δεν δέχθηκε την κατηγορία και, ερωτώμενος γιατί, είπε: «τα πρώτα τα αποδίδω στον εαυτό μου, διότι [τούτο] είναι όφελος στην ψυχή μου· όμως [η αποδοχή της κατηγορίας] “ο αιρετικός” είναι χωρισμός από τον Θεό και δεν θέλω να χωρισθώ από τον Θεό»· αλλά τώρα, κάποιοι νέοι Μοναχοί και Μοναχές, πνευματικοί αδελφοί της οσιολογιωτάτης Μοναχής Ιερουσαλήμ, πνευματικής θυγατρός του γνωστού Αρχιμανδρίτου π. Διονυσίου (Καλαμπόκα), δεν αρκούνται απλώς στην ομολογία της Ορθοδοξίας και καταδίκη της αιρέσεως έναντι πιστών τους οποίους εσκανδάλισαν, αλλά τους οδηγούν στα πολιτικά δικαστήρια, δήθεν δικαίως. Κατά τα λόγια της Μοναχής Ιερουσαλήμ οι κατήγοροι της Αδελφότητός των «επιλέγουν μόνοι τους τον δρόμο της αποκατάστα-σης της τάξεως, της νομιμότητος και της Αληθείας, που είναι και πρέπει να είναι η Ελληνική Δικαιοσύνη».
Όχι, Αδελφή, ευλόγησον· ούτε μόνοι τους το επιλέγουν, ούτε πρέπει να είναι η Ελληνική Δικαιοσύνη, αλλά πρέπει να είναι κατά τους ι. Κανόνας η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη (λ.χ. βλ. θ΄ Κανόνα της Δ΄ Οικ. Συν., ριε΄ της εν Καρθαγένη), με σχετική αναφορά στον οικείο Μητροπολίτη, του χώρου όπου ανήκουν οι δήθεν «πταίσαντες». Αλλά η Αδελφότητά σας οδηγεί στα πολιτικά δικαστήρια λαϊκούς αδελφούς σας που δικαιολογημένα σκανδαλίσθηκαν, και τον π. Θεόδωρο Ζήση που τους υποστήριξε, κατά περιφρόνηση της εντολής του Αποστόλου Παύλου περί αποφυγής της κοσμικής δικαιοσύνης (Α΄ Κορ. 6, 6).
Και λόγω της θιγομένης υπολήψεώς σας, χωρίς να κρίνετε τα πράγματα θεολογικώς και αγιοπατερικώς, κατ’ αντίθεση προς τη δεσποτική εντολή «ευλογείν τους καταρωμένους ημάς» (πολύ περισσότερο τους μη καταρωμένους, αλλ’ απλώς κατηγορούντας), τους «στολίζετε», χωρίς να τους γνωρίζετε προσωπικώς, με χαρακτηρισμούς όπως: «ξενοφοβικοί, αντιχρίστων απόψεων, ψευδόμενοι, υποκριτές, απροκάλυπτοι και απίστευτης αγριότητος φασίστες και ρατσιστές, αυτόκλητοι και απρόσκλητοι «σωτήρες», (δήθεν) «καθαροί», (δήθεν) «γνήσιοι», (δήθεν) «τηρητές της παραδόσεως», επηρμένοι, «ιερο-εξεταστές», σκιαμάχοι, συκοφάντες, πνευματικοί τρομοκράτες» κ.α. Πλούτος «ευλογιών» υπέρ των κατηγορούντων! Μήπως και εσείς (αντιστρέφω τα λόγια σας) θα έπρεπε «βάσει στοιχειωδών κανόνων καλής συμπεριφοράς και ανθρωπιάς να αποκτήσετε ιδίαν γνώμην» για τον π. Θεόδωρο, πριν αποδώσετε τους παραπάνω χαρακτηρισμούς;
Πληροφορήθηκα την προ μηνός επικριτική έμμεση αναφορά της οσιολ. Μοναχής Ιερουσαλήμ εναντίον του προσώπου του κατά σάρκα πατρός μου, αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση, σε άρθρο της στο Διαδίκτυο, στο οποίο εμπλέκεται και η αναξιότητά μου.
Σχολιάζω τα λεχθέντα, επειδή αφ’ ενός μεν η μομφή είναι επί θέματος Ορθοδόξου Πίστεως (υποδοχή του Πάπα), αφ’ ετέρου δε ο π. Θεόδωρος ήδη έχει υποστεί τα τελευταία έτη αδίκως πολλές επιθέσεις από διαφόρους κύκλους, λιβελλογράφους του πρώην Πατριάρχου κ. Ειρηναίου, εξ αιτίας κάποιας βοηθείας του προς το τότε δοκιμαζόμενο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, μετά την έναρξιν της νέας Πατριαρχίας της Α. Θ. Μ. του σεπτού Πατρός ημών και Πατριάρχου κ.κ. Θεοφίλου του Γ΄.
1. Σκάνδαλο από τα εγκάρδια χαμόγελα με τον αιρεσιάρχη Πάπα
Αξίζει μια ματιά στην ουσία των γραφομένων της Μοναχής Ιερουσαλήμ, προτού περάσω στα αναφερόμενα περί «Ιεροσολυμιτών, ανάμεσα στους οποίους και ο μοναχός κατά σάρκα υιος» του π. Θεοδώρου· η ουσία των γραφομένων έγκειται στην αξία του μεγάλου κοινωνικού γεγονότος, της γνωστής εκδηλώσεως, κατά την οποίαν ελήφθη η φωτογραφία του Πανοσιολ. Αρχιμ. π. Διονυσίου και της Οσιολ. Ηγουμένης Διοδώρας με τον Ποντίφηκα· εκδηλώσεως εναντίον του ναζισμού και προς προβολήν «του ηθικού αναστήματος μιας γυναίκας, της φιλοσόφου Μοναχής Edith Stein», η οποία ανήκει «στο μαρτυρολόγιο και ηρωολόγιο της πολιτισμένης ελεύθερης ανθρωπότητας».
Ουδεμία αντίρρησις! Αλλ’ επειδή πρέπει να είμαστε δίκαιοι προς όλα τα έθνη, υπενθυμίζουμε στη Μοναχή Ιερουσαλήμ, ότι υπάρχουν και γενοκτονίες για τις οποίες το Βατικανό εσιώπησε, και άλλες των οποίων ήταν κι ο αυτουργός, όπως αυτής των Σέρβων κατά τον Β΄ Π.Π. και εκ δευτέρου στα 1991-1994· της σφαγής των Σέρβων της Σλοβενίας, Κροατίας, Βοσνίας και Κράινα από τα αγαπημένα του Βατικανού ναζιστικά τάγματα των Κροατών Ούστασι του ναζί Προέδρου Άντε Πάβελιτς.
Τα Τάγματα Ustashi «εξεκάθηραν» με εντολή του Πάπα Πίου 12ου, 800,000 (οκτακόσιες χιλιάδες) Σέρβων και χιλιάδες Εβραίων και Αθιγγάνων στα γνωστά στρατόπεδα συγκεντρώσεως Γιασένοβατς, κ.λπ. παρά τω ποταμώ Σάββα, το 1940-1943. Οι αξιωματικοί των Ούστασι μάλιστα φυγαδεύθηκαν μετά τον πόλεμο από το Βατικανό στη Λατινική Αμερική, με την ανοχή των Συμμάχων, χαριζομένων στον Παπισμό.
Ποιο είναι το επιστέγασμα; Ο προηγούμενος Πάπας, Ιωάννης Παύλος Β΄, ανεκήρυξε στην Κροατία, λίγο προ της ελεύσεώς του στην Ελλάδα το Μάιο του 2001, ως «άγιο» τον ινστρούχτορα των σφαγών αυτών, παπικό Αρχιεπίσκοπο του Ζάγκρεμπ Αλόιζιγιε Στέπινατς, λόγω του κατ’ οίκον περιορισμού του από τις γιουγκοσλαβικές αρχές μετά τον πόλεμο («Αλόιζιγιε ο ... Έγκλειστος»).
Η επίγνωση των θεσμικών ευθυνών και της αμετανοησίας του Βατικανού για τα εγκλήματα αυτά, θα αρκούσε για να παγώσει το χαμόγελο στα πρόσωπα του Γέροντος και της Γεροντίσσης σας, Αδελφή Ιερουσαλήμ, όταν έσφιγγαν τα χέρια του θεσμού του Πάπα (διότι ένα γεγονός δημόσιο, λαμβάνει θεσμικό και όχι προσωπικό χαρακτήρα, ιδιαίτερα από πρόσωπα ενδεδυμένα το ράσο).
Ήδη, επισημάνατε το ότι ο παπισμός «έχει πολλούς λόγους να ντρέπεται για την απραξία και την αμηχανία του απέναντι στο συντελούμενο τότε έγκλημα κατά των Εβραίων και τη σιωπή του Πάπα Πίου ΧΙΙ απέναντι στον Χίτλερ».
Κι όμως, τα χεράκια του Πάπα Βενεδίκτου 16ου, που οι Γέροντές σας έσφιξαν με χαμόγελο εγκάρδιο (διότι μια φωτογραφία λέγει 1000 λέξεις), αν δεν ήταν οι δίκαιες διαμαρτυρίες των εδώ δικών μας, Ισραηλινών, παραγόντων, θα είχαν ήδη υπογράψει και την αγιοποίηση του ως άνω φρικτού Πάπα Πίου του ΧΙΙ (καθώς λένε οι ισραηλινές εφημερίδες).
Δεν το γνωρίζετε; Εσείς αγνοείτε η δεν πονείτε, πλήν του θλιβερού Εβραϊκού Ολοκαυτώματος και για τα κρυφά και αποσιωπώμενα δεινοπαθήματα των αδελφών Σέρβων Ορθοδόξων; Η μήπως δεν είμαστε όλοι μέλη του Σώματος του Χριστού, καθ΄ ό «είτε πάσχει εν μέλος συμπάσχουν πάντα τα μέλη;» (Α΄ Κορ. 12, 26). Αυτό είναι το σπουδαίο κοινωνικό γεγονός και η χειραψία με τους τιμώντας τους γενοκτόνους Πίον 12ον και Στέπινατς !
Αυτή είναι, Αδελφή Ιερουσαλήμ, «μια απλή κοινωνική καλλιτεχνική εκδήλωση» με έναν αρχηγό αιρέσεως; Αγνοείτε ότι το Βατικανό έχει κηρύξει αμεταμέλητο πόλεμο για την εξαφάνιση η απορρόφηση της Ορθοδοξίας; Αγνοείτε, ότι η Ουνία καταπιέζει η καταπίνει ορθοδόξους πληθυσμούς σε σλαβικές και αραβικές χώρες;
Ο Μέγας Αθανάσιος, ο οποίος βέβαια δεν μυήθηκε σε ακτιβιστικούς, και κοινωνικο-πολιτικώς δρώντας μοναχικούς κύκλους, να πως βλέπει τη σχέση με τους αιρετικούς (και όχι μόνο τη λειτουργική): «Όταν κάποιοι δούν εσάς τους εν Χριστώ πιστούς να συναντιέστε και να επικοινωνείτε με εκείνους [τους αιρετικούς], οπωσδήποτε, υπονοώντας ότι κάτι τέτοιο είναι αδιάφορο, θα πέσουν στο βόρβορο της ασέβειας. Για να μην γίνει αυτό, να θελήσετε αγαπητοί αυτούς που φανερά έχουν φρόνημα ασεβές να τους αποστρέφεστε ... και περισσότερο πρέπει να αποφεύγουμε την κοινωνία με εκείνους που το φρόνημά τους αποστρεφόμαστε ... Έτσι διατελώντας, θα διατηρήσετε καθαρή την πίστη και εκείνοι [σ.σ. όσοι συμπροσεύχονται η επικοινωνούν με τους αιρετικούς] βλέποντάς σας θα ωφεληθούν, φοβούμενοι μήπως νομιστούν σαν ασεβείς και ομόφρονες με εκείνους» (PG 26, 1188).
Αυτή είναι και η δική σας πρακτική, υπό τον Αρχιμανδρίτη κ. Διονύσιο, Αδελφή Ιερουσαλήμ; Ποια από τις δύο αντίθετες πρακτικές εσείς νομίζετε ως «πιστή τήρηση των ιερών Κανόνων και της Μοναχικής Πολιτείας», καθώς λέγετεα; Διότι ο Γέροντάς σας, Αρχιμανδρίτης π. Διονύσιος απεκόπη από την Αγιοταφιτική Αδελφότητα, μεταξύ άλλων και επειδή στην Ι. Μονή Τιμίου Σταυρού «εν αγνοία της προϊσταμένης Εκκλησιαστικής αυτού Αρχής ... συνεκάλει συνάξεις ετεροδόξων» σύμφωνα με τα Πρακτικά της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, 22ας Μαρτίου 1996.
Αυτό εννοεί η Μοναχή Ιερουσαλήμ όταν λέγει ότι: «ομολογούμε Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν του Χριστού Εκκλησίαν, με όλα τα δόγματα και τις θρησκευτικές και μοναχικές παραδόσεις της»; Ποία είναι αυτή η ορθοδοξία η οποία βλέπει την πασιχαρή χειραψία με τον Πάπα σαν μια από τις «ιστορικές στιγμές της πορείας και ζωής της αδελφότητος», κατά το κείμενο της ίδιας της Μονής Αγίου Γεωργίου «Καραϊσκάκη»; Προσέξτε: δεν γράφει η Ιερά Μονή «στιγμές της ιστορικής πορείας», αλλά «ιστορικές στιγμές της πορείας». Λοιπόν, μη διαφημίζετε τη δήθεν συνεχή Ορθοδοξία των Συνοδιών σας.
Να είστε βέβαιη, Αδελφή, ότι οι «φανατικοί» που κατηγόρησαν επί φιλο-λατινισμώ την Συνοδία σας, δεν θα αντιδρούσαν - από φιλανθρωπία - σε μια πλαστή βεβαίωση χριστιανικής βαπτίσεως Εβραίων, προς διάσωσή τους από τους ναζί, όπως γράφετε.
Θα αντιδρούσαν όμως, όπως και κάνουν, σε οποιαδήποτε προσπάθεια συγκρητιστικής, εξισωτικής συν-παραθέσεως των λεγομένων «μονοθεϊστικών» θρησκειών και ισοπεδώσεως των δογματικών διαφορών. Διότι το θείον Πρόσωπον του Χριστού - δια του Σώματός Του, της Εκκλησίας - είναι η μόνη προσαγωγή προς τον Πατέρα (Ιω. 14,6), και διότι τα ορθά δόγματα είναι απαραίτητη προϋπόθεση σωτηρίας· οι Άγιοι «κατέλαβον το ύψος της [ουρανίου] Βασιλείας δια δογμάτων» (Τετάρτη εσπέρας του πλ.β’ ήχου).
2. Μοναχισμός «πολυπτυχιούχος»Ο μακαριστός άγιος Γέροντας Παΐσιος ομιλούσε περί «πολυβιταμινούχων» συναξαριστικών Βίων των Αγίων· τώρα, υπό την επίδραση μιας έξωθεν εισηγμένης, ευρύτερης λατινίζουσας αντιλήψεως περί Μοναχισμού, οι «πολυβιταμινούχοι» Βίοι των Αγίων αντικαταστάθηκαν από το ιδανικό της «πολυπτυχιούχου» εκπαιδεύσεως.
Βάσει τούτου του ιδανικού διαμορφώθηκε πρωτύτερα, στο Μεσαίωνα, το πρόγραμμα του θωμιστικού και σχολαστικού Μοναχισμού της Δύσεως, από το οποίο προήλθαν και τα σημερινά Πανεπιστήμια. Είναι μήπως και ένα δείγμα νοησιαρχικής, λατινικής αντιλήψεως περί Μοναχισμού η συνεχής αναφορά της Μοναχής Ιερουσαλήμ στα πτυχία και τους τίτλους της Συνοδίας τους;
Ιδιαίτερα η παράγραφος η αναφερόμενη στην οσιολ. Ηγουμένη Δωροθέα παραθέτει απνευστί, σε 15 σειρές κειμένου, όλους τους τίτλους, ευγενείς δεσμούς αίματος, προγονικά κατορθώματα, επιστημονικές γνωριμίες κ.α. της Ηγουμένης.
Η Μοναχή Ιερουσαλήμ επαινεί πολύ, με κοσμικούς επαίνους, τις Συνοδίες του π. Διονυσίου. Η Αγία Γραφή, όμως, λέγει «εγκωμιαζέτω σε ο πέλας και μη το σόν στόμα, αλλότριος και μη τα σά χείλη» (Παρ. 27,2).
Ο άγιος Αββάς Δωρόθεος, ακόμη, μας τονίζει, ότι ο Μοναχός πρέπει να ξεπεράσει πρώτα πρώτα μια κοσμική αίσθηση υπερηφανείας για τη Μονή του, όταν δηλ. αυτή οφείλεται ιδίως σε κοσμικά και όχι πνευματικά κριτήρια.
Λέγει: «όταν ουν βλέπομεν εαυτούς κενοδοξούντας εν τούτοις η ότι το μοναστήριον ημών μείζον η ευπορώτερον η ότι έχομεν πολλούς αδελφούς, οφείλομεν ειδέναι ότι ακμήν εσμεν εν τη κοσμική υπερηφανία» (Διδασκαλία Β (32), PG 88, 1645). Θα ήταν περισσότερο πειστική η Αδελφή Ιερουσαλήμ, εάν προσκόμιζε κείμενα των ιδίων σεβαστών Γερόντων π. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου και π. Πλακίδα Deseille υπέρ της του π. Διονυσίου Ορθοδοξίας και μοναχικής ακριβείας, παρά τώρα που επικαλείται μια απλή παρελθοντική συμπαρουσία του Γέροντός της με αυτούς.
Όλο το κείμενο της οσιολ. Μοναχής Ιερουσαλήμ αποτελεί μια, επ’ ευκαιρία της πολεμικής κατά του π. Θεοδώρου, αυτο-διαφήμιση των Αδελφοτήτων των υπό τον Αρχιμ. π. Διονύσιο και του έργου που επιτελούν. Αρμόζει όμως να υπενθυμίσουμε μερικά περί των μη διορθωθέντων σφαλμάτων της Συνοδίας αυτής, διότι εάν «ελέγχωμεν τους σοφούς, αγαπήσουσιν ημάς» (πρβλ. Παρ. 9, 8).
3. Η εν Ιεροσολύμοις ανάμειξη των Μοναχών του π.Διονυσίου
Έναντι της νέας ευέλπιδος και ευκλεούς Πατριαρχίας του κ.κ. Θεοφίλου Γ΄ το θέρος του 2005, ορθώθηκε ο (ετερόκλητης συστάσεως) μηχανισμός περί τον έκπτωτο Πατριάρχη κ. Ειρηναίο. Ένα χαρακτηριστικό της δράσης του: η στήριξη του κ. Ειρηναίου εντός και εκτός Ισραήλ ενηργείτο κυρίως από τον παλαιόθεν κοινωνικώς εδραιωμένο εν τη Αγία Γη οικουμενιστή ήδη τότε (ως προείπαμε) π. Διονύσιο Καλαμπόκα (και τους περί αυτόν), ο οποίος προοριζόταν από τον κ. Ειρηναίο για εκκλησιαστική ανύψωση και επισκοποποίηση· ο έκπτωτος Πατριάρχης απεγνωσμένως αναζητούσε το 2005 Κληρικούς και δη Επισκόπους για να συγκροτήσει «αντι-Σύνοδο» (τούτο βάσει εσωτερικών πληροφοριών των Αγιοταφιτών).
Ήταν όμως τόσο αρνητική η από του 1990 ε. εικόνα της «ομάδος» Καλαμπόκα στους Αγιοταφίτες, ως «κράτους εν κράτει», ώστε ήρκεσε η άφιξη στην Αγία Πόλη και η συμπαράταξη του Αρχιμανδρίτου κ. Διονυσίου με τον κ. Ειρηναίο, ώστε να εγκαταλείψουν τον τελευταίο και οι εναπομείναντες Αγιοταφίτες υποστηρικτές του.
Ταυτόχρονα με τη δραστηριότητα των κινουμένων σε εκκλησιαστικούς κύκλους πρώην ιερομονάχων του π. Διονυσίου, καθηρημένων για σχίσμα, ο κ. Ειρηναίος, εμφανιζόταν και εμφανίζεται στους παραδοσιακούς πιστούς και τους παλαιοημερολογίτες Ελλάδος και Κύπρου ως θύμα των οικουμενιστών, διαδίδοντας ότι εκθρονίσθηκε επειδή δεν συμβάδιζε με αυτούς και τους λατινόφρονες (χαρακτηριστικό θύμα αυτής της προπαγάνδας, πρώην Σαββαΐτης Κύπριος Μοναχός, νυν ζηλωτής, και οι περί αυτόν).
Έχοντας επίγνωση της σημασίας της παρουσίας της ρωμαίϊκης Ορθοδοξίας στους Αγίους Τόπους, οι Αγιοταφίτες αγωνίζονται σθεναρώς κατά της αρπακτικότητας των ετεροδόξων στα Πανάγια Προσκυνήματα.
Οι περί τον Αρχιμανδρίτη κ. Διονύσιο, όμως, με γνώμονα το προσωπικό και στενό συμφέρον, ταλαιπώρησαν την Εκκλησία Ιεροσολύμων, ιερουργούντες σχισματικώς, υπό την προστασία όχι του Θεού, αλλά της Αστυνομίας. Χάρη στις μεθοδεύσεις των περί τον έκπτωτον κ. Ειρηναίον κληρικών του π. Διονυσίου, παρετάθη επιζημίως ένα προσωρινό μικρό σχίσμα, το Πατριαρχείο ταλαιπωρήθηκε σε μακρούς δικαστικούς αγώνες, προξενήθηκε σκανδαλισμός από τις αντεγκλήσεις κ.α. πολλά.
Οι ακόλουθοι του Αρχιμανδρίτου κ. Διονυσίου κληρικοί, υποστήριζαν τον έκπτωτο Πατριάρχη τον ίδιο καιρό που εκείνος (μόνο για λόγους εκδικήσεως) απεπειράτο να εκχωρήσει δικαιώματα των Προσκυνημάτων σε Εταιρεία, τις παραμονές της αναγνωρίσεως του κ. Θεοφίλου από το Κράτος του Ισραήλ· ακόμη, συνόδευαν τον κ. Ειρηναίο σε προσπάθειες εκποιήσεως πατριαρχικών κτημάτων και ακινήτων (μετά την εκθρόνισή του) και προσπάθησαν πλαγίως να διαλύσουν την Ιερά Μονήν Αγ. Αποστόλων Τιβεριάδος· καταγγελθέντες δε γι’ αυτό από τον Μακαριώτατο κ. Θεόφιλο στα Μ.Μ.Ε., Τον εμήνυσαν στα Ελληνικά Δικαστήρια (είναι, φαίνεται, ίδιον του «Τυπικού» της Μονής ... ). Φυσικά, ο Μακαριώτατος κ.κ. Θεόφιλος δικαιώθηκε.
Αυτή είναι η χριστιανική ιεραποστολή και το εκκλησιαστικό φρόνημα των Συνοδιών του π. Διονυσίου, οι οποίες ερχόμενες αεροπορικώς στο Πατριαρχείο μας προσπαθούσαν να φτιάξουν «προγεφύρωμα» στα Ιεροσόλυμα ;
Αυτή είναι η - κατά τη Μοναχή Ιερουσαλήμ - «πιστή τήρηση των ιερών Κανόνων και της Μοναχικής Πολιτείας» από «πολυπληθείς μοναστικές αδελφότητες με μοναχούς και μοναχές πολυπτυχιούχους» ;
Αυτή η τακτική ωδήγησε στο να «λειτουργούν» εντός Ναών οι σχισματικοί «ιερείς» του κ. Ειρηναίου (και του π. Διονυσίου), αλλά απ΄ έξω, στην αυλή, να εκκλησιάζονται υπό τα βλοσυρά βλέμματα των πάνοπλων Μ.Α.Τ., ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων και ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στα Ιεροσόλυμα με τους Αγιοταφίτες (Φεβρουάριος 2006 και 2007).
Και μετά ταύτα η Αδελφή Ιερουσαλήμ απευθύνει και το «ουαί υμίν υποκριταί» στους κατηγόρους της Συνοδίας της ! Λίγη αυτοκριτική, Αδελφή Ιερουσαλήμ, δεν βλάπτει!
Ούτε και μια αίτηση ειλικρινούς συγγνώμης προς μια Τοπική Πρεσβυγενή Εκκλησία, ένα παλαίφατο Πατριαρχείο, έστω κι αν αυτά τα γεγονότα είναι του παρελθόντος (και βέβαια, όχι χάρη στους Αδελφούς σας) ! Κι όμως, συνεπεία της παρεκκλησιαστικής σας θέσεως στο θέμα των Ιεροσολύμων, κάνετε λόγο στο άρθρο σας γενικώς και αορίστως περί «διπλόχειρων χαιρετισμών [του Πάπα] με Αγιοταφίτες [δηλ. με τον Πατριάρχην, εξ ου και η σχετική φωτογραφία]», ειδικώς για να μην αποδώσετε φραστικώς στον Μακαριώτατο κ.κ. Θεόφιλο Γ΄ την εκκλησιαστικώς και συνοδικώς δεδομένην Αυτώ ιδιότητα του Πατριάρχου των Ιεροσολύμων.
4. Επιλεκτική η κριτική του π. Θεοδώρου ;
Η οσιολ. Μοναχή Ιερουσαλήμ, προσπαθεί ακόμη επιδεξίως να δείξει ότι ο «αντι-λατινισμός» του «υποκριτού» (κατά την Αδ. Ιερουσαλήμ) π. Θεοδώρου Ζήση είναι επιλεκτικός, δηλ. εναντίον μόνον του Γέροντός της, Αρχιμ. κ. Διονυσίου, και όχι εναντίον της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος και κάποιων Προκαθημένων: « .... δεν σχολίασε καθόλου ο συκοφάντης μας, ούτε και τους χαμογελαστούς διπλόχειρους χαιρετισμούς του Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ´ με Ιεροσολυμίτες, ανάμεσα στους οποίους και ο μοναχός κατά σάρκα υιος του;».Διευκρίνησις για όποιον δεν προσέξει το τελευταίο κόμμα στην παραπάνω φράση: ούτε ήμουν, ούτε και θα ήμουν ποτέ παρών στην έλευση του Πάπα και στις χειραψίες (έχω άλλωστε αποχωρήσει από τη Διοίκηση και τα Ιεροσόλυμα λόγω υπερκόπωσης το χειμώνα του 2008, πολύ προ της ελεύσεως του Πάπα).
Αλλά η αναφορά της Μοναχής Ιερουσαλήμ αποσκοπεί στο να δείξει είτε ότι οι Ιεροσολυμίτες (κι ο γιός του π. Θεοδώρου) είναι περισσότερο μετριοπαθείς από τον π. Θεόδωρο έναντι του παπισμού, είτε ότι ο π. Θεόδωρος «εφείσθη», ένεκα φόβου, των Προκαθημένων κάποιων Εκκλησιών και της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος, μη σχολιάζοντας τις επίσημες συναντήσεις με τον Πάπα.
Φυσικά, καλό θα ήταν η Αδελφή Ιερουσαλήμ προτού λάβει την πέννα για να γράψει, να ενημερωθεί λίγο για τα πρόσωπα με τα οποία θα ασχοληθεί.
Ο π. Θεόδωρος, ως γνωστόν, χάρη σε σχολιασμούς τέτοιων και παρεμφερών γεγονότων έμεινεν επί αρκετούς μήνες (2005) αργός από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Ελλάδος κυρό Χριστόδουλο, απεπέμφθη δε και προ ολίγων ετών από το κλίμα του Οικουμενικού Θρόνου. Ας διαβάσει σχετικά δημοσιεύματα η Αδελφή Ιερουσαλήμ και θα δεί.
5. Σύγκριση ανομοίων πραγμάτων
Στα γραφόμενά της η Μοναχή συγκρίνει δύο ανόμοια πράγματα: (1) την τυπική και επίσημη, από πολιτικούς λόγους επιβεβλημένη ποντιφηκική εν Ιεροσολύμοις επίσκεψη, και την ευγενή μεν, αλλά και μετρημένη υποδοχή του Πάπα από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλο, ως επισκέπτου των Αγίων Τόπων, με την (2) (αντιθέτως) αυτόβουλη, εγκάρδια, δήθεν κατά δικαίωμα γενόμενη, διαφημιζόμενη σε ημερολόγια και υπερασπιζόμενη στα δικαστήρια από τον Αρχιμ. κ. Διονύσιο και τα πνευματικά του τέκνα πασιχαρή συνάντησή του με τον αιρεσιάρχη.
Επειδή οι Άγιοι Πατέρες μας έχουν επισημάνει, ότι οι πράξεις των ανθρώπων, καλές η κακές, κρίνονται κυρίως κατά την πρόθεσή τους, είναι φανερό, ότι ουδεμία σύγκριση χωρεί μεταξύ των δύο παραπάνω γεγονότων.
Κυρίως η ιδιοσυστασία του Θρόνου του Αδελφοθέου, όχι μόνον ως Εκκλησίας, αλλά και ως ρωμαίϊκης (Rum) Εθναρχίας, η οποία έχει επιπροσθέτως και πολιτικό ρόλο στην Αγία Γη, ακόμη οι πολιτικές συνθήκες, η κατά της Πατριαρχίας επιβουλή καραδοκούντων συκοφαντών, το μετριοπαθές οικουμενι-(στι)κό πνεύμα που έχει γενικώς καλλιεργηθή στα Ιεροσόλυμα (όπως και πανταχού) τις τελευταίες δεκαετίες, όλα αυτά κάνουν περισσότερο κατανοητή την τυπική και ευγενή υποδοχή κάποιου επισήμου πολιτικού ετεροδόξου προσώπου, όπως είναι ο αρχηγός του Κράτους του Βατικανού από το Πατριαρχείο μας.
Και παρά ταύτα η υποδοχή του Πάπα από τον Μακαριώτατο κ.κ. Θεόφιλο ήταν πολύ προσεκτική, εν συγκρίσει προς εκείνες κάποιων άλλων Προκαθημένων.
Από την σύγκριση αυτή δεν διαφαίνεται η διαφορετική γνώμη του π. Διονυσίου και της Συνοδίας του, ο οποίος ως Γέρων Ιερομόναχος εξ Αγιορειτών, Αρχηγός Μάνδρας, δρών σε ένα - αντιθέτως προς την κοσμοπολίτικη Αγία Πόλη - παραδοσιακό και ως επί το πλείστον ορθόδοξο περιβάλλον, αυτό της Ελλάδος, θα έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικώτερος, καθώς μάλιστα δεν υπόκειται σε περίπλοκες πολιτικο-εκλησιαστικές συνθήκες τύπου Ιεροσολύμων;
Κατά τον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη «είναι έργο Μοναχού το να μην ανέχεται να καινοτομείται καθόλου το Ευαγγέλιον, ώστε να μη δώσει παράδειγμα αιρέσεως και αιρετικής κοινωνίας στους λαϊκούς και έτσι δώσει λόγο για την απώλειά τους».
Ποία η σχέση της Συνοδίας αυτής με την οφειλόμενη λοιπόν στους Μοναχούς ομολογία της Ορθοδοξίας, καθώς ο μεν Άγιος Εφραίμ ο Σύρος διαπιστώνει «αλλίμονο στους αιρετικούς και σε όσους συγκαταβαίνουν σ’ αυτούς», ενώ η Συνοδία του προειρημένου Αρχιμανδρίτη δημοσιεύει τη φωτογραφία της συναντήσεως με τον αιρεσιάρχη, ως «ιστορικής στιγμής» (= ιστορικού γεγονότος) για την Αδελφότητά τους, παρά τον αναμενόμενο σκανδαλισμό των πιστών;
Λοιπόν, απέχει παρασάγκας το ένα γεγονός από το άλλο, κατά συνέπεια διαφορετική αρμόζει να είναι και η περί εκατέρου κρίση και κριτική.
Δυστυχώς, ο π. Διονύσιος και η Ηγουμένη Δωροθέα δεν υπολόγισαν τι σημαίνει το «μη τιθέναι πρόσκομμα τω αδελφώ η σκάνδαλον» (Ρωμ. 14, 13). Θα μπορούσαν εξ αρχής να έχουν απαλείψει την επίμαχη φωτογραφία από το ημερολόγιο της Μονής τους η να δώσουν εξηγήσεις και όχι δικαστικές εγκλήσεις, αφού μάλιστα (καθώς διαφαίνεται) δεν θεωρούν το γεγονός της συναντήσεως αυτής εκκλησιαστικό.
ΕπίλογοςΟ Παπισμός είναι αίρεση, κατά την αλάνθαστη απόφανση της Εκκλησίας και τη διαχρονική συνείδησή Της, εκφρασμένη από πλήθος Αγίων, Οικουμενικών (8ης και 9ης) και Τοπικών Συνόδων, από το Συνοδικό της Ορθοδοξίας (9ος – 14ος αι.), το οποίο εν τω προσώπω Βαρλαάμ και Ακινδύνου κατακρίνει τον λατινικό θωμισμό και σχολαστικισμό, από εγκυκλίους των Πατριαρχείων της Ανατολής στον 19ο αιώνα (1848 και 1895), από τους εσχάτως αναγνωρισθέντες Αγίους θεολόγους Νικόλαο Αχρίδος (Βελιμίροβιτς) και Ιουστίνο της Μονής του Τσέλιε (Πόποβιτς) και από πλήθος ιερών ορθοδόξων φωνών διαχρονικώς.
Ο λατινισμός αποδέχεται τη θέαση της θείας ουσίας σύμφωνα με την αρχαία αίρεση του ευνομιανισμού του 4ου αιώνος, τον οποίον κατεδίκασε η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος (βλ. σχετικώς και τα έργα του π. Ιω. Ρωμανίδη), ακόμη δε εμπίπτει εις τα αναθέματα των Οικουμενικών Συνόδων, περί όσων αλλοιώνουν το Σύμβολο Νικαίας-Κωσταντινουπόλεως (προσθήκη “Filioque” στο «Πιστεύω»).
Το ότι ο παπισμός είναι αίρεση, αποτελεί αυτό που στην Εκκλησία επιστεύθη «πάντοτε, πανταχού και υπό πάντων», “quod semper, quod ubique, quod ab omnibus creditum est”, άνευ ουδεμιάς εξαιρέσεως μεταξύ των Αγίων Πατέρων· συνεπώς, στους εκπροσώπους του αιρετικού Παπισμού αρμόζει θεσμική αντιμετώπιση τέτοια που προβλέπεται από τους ιερούς Κανόνες.
Η Μοναχή Ιερουσαλήμ, της οποίας το κείμενο γέμει από τον εσφαλμένο περί λατινισμού όρο «Καθολική Εκκλησία», τι πιστεύει περί της αιρέσεως του Παπισμού;
Αδελφή «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η λιθοβολούσα και αποκτείνουσα» (Λουκ. 13, 34) δια των γραφομένων τους αγωνιζομένους κατά του οικουμενισμού, επιλέξατε την οδό όχι της Εκκλησίας, αλλά των δικαστηρίων, τα οποία παρ’ όλη την καλή τους πρόθεση, δεν μπορούν να κρίνουν εκκλησιαστικώς τα εκκλησιαστικά γεγονότα· το σκεπτικό σας («δεν έπρεπε να διανοούνται να αμφισβητούν δημόσια μια δικαστική απόφαση») δεν είναι εκκλησιαστικό.
Ο Κανών ΣΤ΄ της Β΄ Οικ. Συνόδου όσους χριστιανούς καταφεύγουν σε δικαστήρια πολιτικά περιφρονώντας την Εκκλησια-στική Δικαιοσύνη τους χαρακτηρίζει ως υβριστές των Κανόνων και καταστροφείς της εκκλησιαστικής ευταξίας, και γι΄ αυτό κάνει απρόσδεκτη την προσφυγή τους: «Ει δε τις καταφρονήσας των κατά τα προδηλωθέντα δεδογμένων, τολμήσειεν, η βασιλικάς ενοχλείν ακοάς, η κοσμικών αρχόντων δικαστήρια, η οικουμενικήν Σύνοδον ταράσσειν, πάντας ατιμάσας τους της διοικήσεως Επισκόπους, τον τοιούτον το παράπαν εις κατηγορίαν μη είναι δεκτόν, ως καθυβρίσαντα τους Κανόνας και την εκκλησιαστικήν λυμηνάμενον ευταξίαν».
Και λοιπόν, εσείς επιλέξατε τον κοσμικό δρόμο και όχι τον πνευματικό· «Καίσαρα επικέκλησαι, επί Καίσαρα πορεύση» (Πράξ. 25, 12)· ήταν ο Καίσαρ τον οποίον χρησιμοποίησαν οι Αδελφοί σας εδώ, στο Ισραήλ, για να επιβληθούν, και εκείνος όμως ήταν που τελικώς τους απέκλεισε ευεργετικώς και δικαίως από το Κεντρικό μας Μοναστήρι. Είναι προτιμότερο, Αδελφή, να υπακούουμε στους θεσμούς της Εκκλησίας μας, «σπουδάζοντες τηρείν την ενότητα του πνεύματος εν τω συνδέσμω της ειρήνης». (Εφ. 4, 3).
Διαβάστε το σχετικό άρθρο της Μοναχής Ιερουσαλήμ: Φασισμός, ρατσισμός και "πνευματική" τρομοκρατία - Ιερός πόλεμος για μια φωτογραφία
- Εμφανίσεις: 84580