Απάντηση π. Παύλου "Εδιώχθηκα, διότι ετόλμησα να ξεσκεπάσω την αίρεση του Οικουμενισμού"
- Δημιουργηθηκε στις Σάββατο, 11 Δεκεμβρίου 2010
-
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr 22:48
-
Δύο επιστολές προς το Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων «Romfea.gr» απέστειλε σήμερα ο π. Παύλος Δημητρακόπουλος, γνωστός για την αντιπαράθεση που είχε με την Ιερά Μητρόπολη Βεροίας και τον Μητροπολίτη Παντελεήμονα.
Στην πρώτη επιστολή ο π. Παύλος απαντά στο ψήφισμα των ιερού κλήρου της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, που αφορά την απομάκρυνσή του από την Μητρόπολη.
Η επιστολή έχει ως εξής:
Όπως ανέφερα σε προηγούμενο άρθρο μου με τίτλο «Έτοιμοι προς απολογίαν παντί τω αιτούντι»(Α΄Πετρ.3,15), το θέμα του διωγμού μου, (για μένα τουλάχιστον), από την Μητρόπολη Βεροίας έχει πλέον λήξει.
Επειδή όμως η εν λόγω Μητρόπολις επανέρχεται στο ίδιο θέμα, με ψήφισμα αυτή την φορά, κληρικών της, είμαι και εγώ υποχρεωμένος να επανέλθω (και θα επανέρχομαι όσες φορές χρειαστεί), με νέες απαντήσεις, σε όσα ψευδή και συκοφαντικά προσάπτουν εναντίον μου, ακολου-θώντας και πάλιν την παραπάνω προτροπή του αποστόλου «Έτοιμοι προς απολο-γίαν…»
Κατ’ αρχήν εύλογα γεννάται το ερώτημα: Πώς συμβαίνει η μεγάλη πλειοψηφία των κληρικών Βεροίας να εμφανίζεται με ένα συκοφαντικό ψήφισμα (όπως θα αποδειχθεί στη συνέχεια), συσπειρωμένη γύρω από τον Δεσπότη τους.
Η απάντηση δεν είναι δύσκολο να δοθεί: 1) Δεν είναι άγνωστο το φαινόμενο, στην ιστορία της Εκκλησίας μας, να συγκροτούνται συνάξεις και σύνοδοι κληρικών, οι οποίες δεν εξέφραζαν πάντοτε την αλήθειαν της Εκκλησίας, ούτε πάντοτε απεφάσιζαν ορθώς και δικαίως για διάφορα εκκλησιαστικά ζητήματα.
Αναφέρω μερικά παραδείγματα: Η πλειοψηφία των μελών του Ιουδαϊκού Συνεδρίου κατεδίκασε τον Χριστό σε θάνατο. Η πλειοψηφία των επισκόπων της Συνόδου της Δρυός (403) κατεδίκασε τον άγιο Χρυσόστομο σε εξορία. Η πλειοψηφία των επισκόπων της ψευδοσυνόδου της Φεράρας –Φλωρεντίας (1439) υπέγραψε την ένωση με τους Παπικούς κ.λ.π.
Τέτοιες «συναγωγές πονηρευομένων» επισημαίνονται και από την αγία Γραφή, όπως φαίνε-ται από τον τίτλο του άρθρου.
2) Το εκκλησιαστικό καθεστώς στην Ελλάδα είναι έτσι διαμορφωμένο, ώστε στις Μητροπόλεις να κυριαρχεί η εξουσιαστική αυθεντία του Δεσπότου, οι δε ιερείς βρίσκονται κάτω από την απόλυτη εξάρτησή του. (Εν παρενθέσει αναφέρω ότι στην αρχαία Εκκλησία λειτουργούσε το συνοδικό σύστημα διοικήσεως στις Μητροπόλεις, όπως τούτο φαίνεται από πολλές μαρτυρίες από την αγία Γραφή, το Ιερό Πηδάλιο και την Παράδοση. [Βλέπε: π. Αντωνίου Πινακούλα «Η συνοδικότητα εντός της επισκοπής στην Εκκλησία της Ελλάδος σήμερα» στο περιοδ. «Θεολογία», τομ. 80, τευχ. 2, σελ. 151. π. Δημητρίου Μπαθρέλλου «Η συ-νοδικότητα στα όρια της επισκοπής» στο ίδιο περιοδικό και τόμο σελ. 173. Αρχ. Γεωργίου Καψάνη, «Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνας», Εκδόσεις Άθως, Πειραιεύς 1976, σελ. 114-115, 127-128]. Μακάρι κάποτε η Εκκλησία να επα-νέλθη σ’ αυτό το υγιές σύστημα διοικήσεως).
Δεν υπάρχει ούτε ένα άρθρο του Κα-ταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίο να προστατεύει τον παπά από τις αυθαιρεσίες των Δεσποτάδων.
Έτσι ο Δεσπότης έχει την δυνατότητα για οποιαδήποτε αιτία και με οποιαδήποτε εύλογη πρόφαση να διώξει έναν κληρικό και ξαφνικά αυτός να βρεθεί στους δρόμους με το απολυτήριο στο χέρι, κουβαλώντας ενδεχομένως μια ολόκληρη οικογένεια από πίσω του και ψάχνοντας να βρεί μια άλ-λη Μητρόπολη για να εγκατασταθεί.
Το αρρωστημένο αυτό εκκλησιαστικό κάθεστώς επιδρά ψυχολογικά και διαμορφώνει την νοοτροπία και την συμπεριφορά του παπά κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να αναγκάζεται πάντοτε να ταυτίζεται με την γραμμή που χαράσσει ο Δεσπόπης του, έστω και αν σε πολλές περιπτώσεις κατά βάθος διαφωνεί.
Πώς να τολμήσει ο καϋμένος ο παπάς να διαμαρτυριθεί για την ένοχη απαγόρευση κάθε αντιαιρετικού αγώνος κατά του Οικουμενισμού, την οποία επέ-βαλε ο «άγιος» Βεροίας, τρομοκρατώντας τον μάλιστα με την φράση «ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα», όταν ξέρει, ότι αν τολμήσει κάτι τέτοιο, τον περιμένει διωγ-μός, όπως εδιώχθηκα και εγώ;
3) Υπάρχουν κληρικοί, που έχουν ιδιαίτερους, προσωπικούς λόγους να «τα έχουν καλά» με τον Δεσπόπη τους και δίδουν προτεραι-ότητα σε άλλες επιδιώξεις και σκοπιμότητες και όχι στην διαφύλαξη της πίστεως ως υπέρτατο καθήκον. Έτσι άλλοι περιμένουν να προωθηθούν σε επισκοπικά αξιώματα, άλλοι να πάρουν οφίκια, σταυρούς και καλές μεταθέσεις σε ναούς με πολλούς γάμους και βαφτίσια. Άλλοι δεν ενδιαφέρονται καν για θέματα αιρέσεων.
Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι να πέφτει ο μισθός στην τσέπη τους κάθε μήνα και τίποτα περισσότερο. Τέλος ορισμένοι από αυτούς έχουν ήδη διαποτιστεί, συνειδητά η ασυνείδητα, από την αίρεση του Οικουμενισμού.
Επομένως με βάση όλα τα ανωτέρω ας μην καυχάται ο «άγιος» Βεροίας, ότι έχει τους παπάδες με το μέρος του. Το ευχάριστο είναι, ότι από όλους αυτούς είχαμε δύο επαινετές εξαιρέσεις: α) Του αρχ. Θεοφίλου Λεμοντζή, υπευθύνου της αντιαιρετικής δράσεως της Μητροπόλεως, ο οποίος ολίγον πρό της αναχωρήσεώς μου, την ημέρα των ονομαστηρίων μου, μου τηλεφώνησε, αφ’ ενός για να μου ευχηθεί και αφ’ ετέρου να εκφράσει, την συμπαράστασή του στον άδικο διωγμό μου.
β) Του π. Συμεών Πρωτοψάλτου, ο οποίος στάθηκε στο πλευρό μου μέχρι τέλους θερμός συμπαραστάτης και συναγωνιστής. Πέραν αυτών και άλλα πρόσωπα, πληροφορηθέντα τον άδικο διωγμό μου, εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους προς τον «άγιο» Βεροίας.
Αναφέρω μερικούς: 1) Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ. Σεραφείμ, ο οποίος, άμα τη αναλήψει των καθηκόντων μου στην νέα Μητρόπολη, με προέτρεψε να ομιλώ ελεύθερα κατά του Οικουμενισμού, αποδοκιμάζοντας έτσι έμμεσα την αντίθετη στάση του «αγίου» Βεροίας.
2) Του πρωτ. π. Θεόδωρου Ζήση, ομοτίμου καθηγητού της Θεο-λογικής Σχολής του Α.Π.Θ, ο οποίος όχι μόνον κατηγορηματικά αποδοκιμάζει τον «άγιο» Βεροίας, αλλά εκφράζει την πεποίθηση, ότι η Μητρόπολή του κατάντησε οικουμενιστικό κέντρο.
3) Της «Φιλοορθοδόξου Ενώσεως Κοσμάς Φλαμιάτος», η οποία με χαρά θέλησε να φιλοξενήση στο περιοδικό της το άρθρο μου: «Ειπέ τη Εκκλησία», μόλις δε επληροφορήθηκε το περί ου ο λόγος συκοφαντικό ψήφισμα, δημοσίευσε άρθρο στην ιστοσελίδα «Ακτίνες» με τίτλο «Ένα ακραιφνές κείμενο οικουμενιστικού μιθριδατισμού».
4) Του κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη, καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, ο οποίος αποδοκίμασε την συμπροσευχή του «αγίου» Βεροίας με τους καρδιναλίους του Πάπα στις 30 Νοεμβρίου 2009 στο Φανάρι, εξέφρασε δε την ελπίδα να λειτουργήσει ο διωγμός μου ως φρένο σε άλλα περαι-τέρω ολισθήματά του. κ.α.
Έρχομαι στα επί μέρους σημεία του ψηφίσματος: 1) Γράφετε, αγαπητοί αδελφοί και πατέρες, περί αποχωρήσεώς μου από την Μητρόπολη. Γνωρίζετε όμως πολύ καλά ότι δεν αποχώρησα, αλλά εδιώχθηκα από τον Δεσπότη σας, σύμφωνα με όσα εκείνος διεκήρυξε ενώπιον σας στη σύναξη του Μαΐου 2010: «Ο π. Παύλος δεν έχει θέση στη Μητρόπολη διότι είναι ένα ξένο σώμα».
Εδιώχθηκα, διότι ετόλμησα να ξεσκεπάσω την αίρεση του Οικουμενισμού και την άρνηση του «αγίου Βεροίας» να αναλάβει, ή έστω να επιτρέψει, αντιαιρετικό αγώνα κατ’ αυτού. Την άρνησή του αυτή διετύπωσε επίσημα σε προηγούμενη ιερατική Σύναξη (Ιανουάριος 2010): «Σας απαγορεύω οποιοδήποτε λόγο ή ενέργεια υπέρ ή κατά του Οικουμενισμού». Την φράση αυτή επανέλαβε δύο φορές.
Και συμπλήρωσε με νόημα: «Μην ξεχνάτε ότι η Μητρόπολή μας ανήκει στο κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Κατόπιν προσέθεσε: «Ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα». Ωστόσο ουδέτερη στάση απέναντι στην αίρεση δεν χωράει, διότι όπως μας βεβαιώνει ο Κύριος: «Ο μη ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστί» (Ματθ.12,30).
Ουδείς Πατήρ της Εκκλησίας ετήρησε ποτέ ουδέτερη στάση, αλλά όλοι τους αγωνίστηκαν εναντίον των αιρέσεων. Επομένως η μη ανά-ληψη αντιαιρετικού αγώνος σημαίνει συμπόρευση με την αίρεση. 2) Γράφετε επίσης ότι δεν διαπιστώσατε κάποια οικουμενιστική δραστηριότητα στη Μητρόπολη. Ωστόσο αυτό δεν αληθεύει διότι: α) το δηλητήριο της αιρέσεως εισχωρεί ευχερέ-στατα και διαβρώνει τις ψυχές του λογικού ποιμνίου σας μέσω των ΜΜΕ, του διαδικτύου, βιβλίων, περιοδικών, κ.λ.π. Πέραν τούτου η ευθύνη του επισκόπου σας σε σχέση με την αίρεση δεν περιορίζεται μόνον στην επαρχία του.
Οι άγιοι Πατέρες δεν ενδιαφέρονταν μόνο για την επαρχία τους, ούτε επαναπαύονταν με την σκέψη, ότι «αφού στην επαρχία μου δεν δρά η αίρεση, δεν κινδυνεύει το ποίμνιό μου και άρα έχω πράξει το καθήκον μου». Μπορεί στην δική τους επαρχία να μην δρούσε, δρούσε όμως σε άλλες και αυτό τους έκανε να πονούν και να πάσχουν, σύμφωνα με τον λόγο του Παύλου «Είτε πάσχει εν μέλος συμπάσχει πάντα τα μέλη» (Α΄Κορ. 12,26).
Αν ενδιαφέρονταν μόνον για την επαρχία τους, ποτέ δεν θα συγκροτούσαν Οικουμενικές και τοπικές Συνόδους, ώστε να καταπολεμήσουν την αίρεση σε παν-ορθόδοξο επίπεδο.
Πώς εξηγείται το ενδιαφέρον του Δεσπότη σας σε άλλους τομείς δραστηριότητος, όπως φερ’ ειπείν, στην Εξωτερική Ιεραποστολή, που φθάνει πολύ πέραν των ορίων της επαρχίας του, μέχρι τις χώρες της Αφρικής, ενώ εις ό,τι αφορά την εν λόγω αίρεση καμώνεται ότι δεν ευθύνεται πέραν των ορίων της επαρχίας του;
Πέραν αυτών, σε τι έβλαψε η κυκλοφορία του αντιαιρετικού φυλλαδίου «Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού», που είχε, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον προληπτικό χαρακτήρα, ώστε να προλάβη την επέκταση αυτής της πνευματικής επιδημίας στην επαρχία σας; Και γιατί ο Δεσπότης σας απαγόρευσε αυτή την αντιαιρετική δραστηριότητα με την παραπάνω μνημονευθείσα φράση του; Δεν είναι λοιπόν η απαγόρευση αυτή μια ενέργεια υπέρ του Οικουμενισμού και συμπορεύσεως μ’ αυτόν;
β) Επανηλειμμένως ζήτησα από τον Δεσπότη σας να πάρει μια ξεκάθαρη θέση απέναντι στην αίρεση αυτή και να διακηρύξει υπεύθυνα και επίσημα αν ο Οικουμενισμός είναι αίρεση ή όχι, να ενημερώσει δε το ποίμνιό του σχετικά με αυτήν, έστω και σε προληπτικό επίπεδο.
Και τούτο, διότι η εν λόγω αίρεση καλπάζει και έχει λάβει τρομακτικές διαστάσεις, πράγμα που επιμαρτυρεί, πέραν των άλλων, η ευρύτατη κυκλοφορία του παρά πάνω μνημονευθέντος φυλλαδίου και το πλήθος των υπογραφών (25000), που έχουν συγκεντρωθεί. Γιατί ο Δεσπότης σας όχι μόνο δεν έκανε τίποτε από αυτά, αλλά απεναντίας προσπάθησε να προσπεράση το θέμα σαν να μην υφίσταται, κλείνοντας τα μάτια και δραπετεύοντας από την σκληρή πραγματικότητα; Δεν είναι αυτό μια οικουμενιστική ενέργεια συμπορεύσεως με την αίρεση;
γ) Γιατί ο Δεσπότης σας παρέβη εν γνώσει του τους ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας, που απαγορεύουν τις συμπροσευχές, με την συμμετοχή του στο συλλείτουργο της 30ης Νοεμβρίου 2009, στο Φανάρι, παρόντων Καρδιναλίων του Πάπα; Δεν είναι και αυτό μια οικουμενιστική ενέργεια συμπορεύσεως με την αίρεση;
δ) Γιατί ο Δεσπότης σας δεν μου επέτρεψε να ομιλήσω σε ιερατική Σύναξη με θέμα τον Οικουμενισμό, οπότε θα είχαμε την ευκαιρία μέσω του διαλόγου, να εκφράσουμε ελεύθερα τις σκέψεις μας και να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα;
Σε τι θα έβλαπτε η ομιλία αυτή; Τι είχε να φοβηθεί; Αν αυτά που θα έλεγα ήταν λάθος θα μπορούσε να με ανατρέψη με μαρτυρίες από την αγία Γραφή και τους Πατέρες. Δεν είναι λοιπόν και αυτή η ενέργειά του μιά ενέργεια υπέρ του Οικουμενισμού και συμπορεύσεως μ’ αυτόν;
ε) Στο Συνέδριο προς τιμήν των μελών της οικογενείας του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τον Δεκέμβριο του 2009, ένας εκ των εισηγητών, ο επίσκοπος πρώην Ερζεγοβίνης Αθανάσιος Γιέβτιτς, επεχείρησε στη εισήγησή του να παρουσιάσει τον άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς ως υπέρμαχο ενός άλλου Οικουμενισμού, με ορθόδοξο ένδυμα, ενώ είναι γνωστόν, ότι ο άγιος τον χαρακτηρίζει ως «Παναίρεση».
Γιατί ο Δεσπότης σας δεν διαμαρτυρήθηκε για την διαστρέβλωση αυτή; Δεν είναι και αυτή η στάση του μια ενέργεια υπέρ του Οικουμενισμού; Πως λοιπόν, ω αγαπητοί αδελφοί και πατέρες, τα έξυπνα και γυμνασμένα μάτια σας, που συλλαμβάνουν αμέσως κάθε αιρετική προπαγάνδα και την εξουδετερώνουν κεραυνοβόλα, δεν μπόρεσαν να διακρίνουν τις παρά πάνω οικουμενιστικές ενέργειες;
Πώς συνέβη η φοβερή παναίρεση του Οικουμενισμού να μείνη έξω από το οπτικό σας πεδίο; Τι έπαθαν τα μάτια σας και αλοιθωρίζουν απέναντι σ’ αυτήν; Νομίζετε, ότι ο λαός είναι κουτός, ότι τρώει χόρτο; Αν έτσι νομίζετε κάνετε μεγάλο λάθος.
3) Γιατί ψεύδεστε, αγαπητοί αδελφοί και πατέρες, ότι δήθεν είχα την απαίτηση να εγκαταλείψετε «κάθε άλλο ποιμαντικό έργο πρός χάριν ενός μονομερούς αντιαι-ρετικού αγώνος»; Από πού βγάζετε το συμπέρασμα αυτό;
Στην απολογία μου, την οποία έστειλα στον Δεσπότη σας στις 11 Φεβρουαρίου 2010 (σελ. 5), γράφω τα ακριβώς αντίθετα: «Ασφαλώς κατ’ ουδένα λόγον θα πρέπει να παραμελήσουμε τα ποιμαντικά μας καθήκοντα και την πνευματική καλλιεργεια της ψυχής μας και των ψυχών του λογικού μας ποιμνίου».
Ούτε ποτέ ισχυρίστηκα ότι ο ανταιρετικός αγώνας πρέπει να είναι μονομερής. Σας ερωτώ: Προτού να συντάξετε το συκοφαντικό ψήφισμά σας, ζητήσατε από τον Δεσπότη σας, να σας δώσει όλη την μεταξύ εμού και αυτού διαμοιφθείσα αλληλογραφία, ώστε να την μελετήσετε και να έχετε μια σαφή γνώση των θέσεών μου πάνω στο εν λόγω θέμα; Πολύ αμφιβάλω.
Γιατί λοιπόν ενεργήσατε με τόση προχειρότητα και επιπολαιότητα; Δεν καταλα-βαίνετε, ότι έτσι πέφτετε στο βαρύτατο αμάρτημα της συκοφαντίας, για το οποίο θα δώσετε λόγο στον Θεό; Από πού επίσης συμπεραίνετε, ότι δήθεν είχα την αξίωση να κατευθύνω το ποιμαντικό έργο μιάς ολόκληρης Μητρόπολης «επιβάλλοντας στον οικείο ιεράρχη τις απόψεις μου και αγνοώντας τις πραγματικές ανάγκες του ποιμ-νίου»;
Ποτέ δεν διανοήθηκα κάτι τέτοιο. Όλα όσα έγραψα, ένα σκοπό είχαν: Να επισημάνουν την εν λόγω αίρεση και την ανάγκη αντιαιρετικού αγώνος. Δεν έθιξα καθόλου άλλους τομείς ποιμαντικής διακονίας, ούτε ζήτησα να επιβάλω προσωπικές μου απόψεις. Απεναντίας όσα έγραψα τα εθεμελίωσα πάνω σε μαρτυρίες από την αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες.
Το γεγονός ότι ο Δεσπότης σας δεν ετόλμησε να ανατρέψει τίποτε απ’ όσα έγραψα, αποδεικνύει, ότι δεν είναι δικές μου απόψεις, αλλά η ίδια η διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Γιατί διαστρέφετε, αγαπητοί αδελφοί και πατέρες, τα λόγια του Χριστού περί του γνησίου και του μισθωτού ποιμένος;
Ποιός είναι λοιπόν ο γνήσιος ποιμένας; Αυτός, που κουκουλώνει την αίρεση, ή αυτός, που την ξεσκεπάζει; Αυτός που συμπορεύεται μαζί της, ή αυτός που την κατάπολεμεί;
Έρχομαι στην 2η παράγραφο. Γράφετε, ότι ήμουν ασεβής και αχάριστος προς τον επίσκοπό μου. Έπρεπε λοιπόν να κουκουλώσω και εγώ την αίρεση, για να κερδήσω την ευαρέσκεια, τον σεβασμό και την εκτίμισή του, ώστε να φαίνομαι ευγνώμων προς αυτόν; Δεν διαβάσατε ποτέ τι λέγει ο απόστολος Παύλος: «ει γαρ έτι ανθρώποις ήρεσκον, Χριστού δούλος ουκ αν ήμην»; Ούτε επίσης τον λόγο του αγίου Χρυσοστόμου: «εί που την ευσέβειαν παραβλαπτομένην ίδοις, μη προτίμα την ομόνοιαν της αληθείας, αλλ’ ίστασο γενναίως έως θανάτου…την αλήθειαν μηδαμού προδιδούς»;
Γιατί ψεύδεστε, ότι έπαιρνα μισθούς από την Μητρόπολη χωρίς να παράγω έργο; Όλα όσα έργα έγιναν στην ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Μουτσιάλης, ύψους πάνω από 300.000 €, τι μαρτυρούν; (Για περισσότερες λεπτομέριες βλέπε προηγούμενο άρθρο μου με τίτλο «Έτοιμοι προς απολογίαν παντί τω αιτούντι», σελ.4).
Κάνετε επίσης λόγο για περεξηγήσεις, εντάσεις και συγκρούσεις με άλλους κληρικούς. Δεν αναφέρετε όμως ούτε μία συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά μιλάτε γενικά και αόριστα. Κατ’ αρχήν παραδέχομαι, ότι έχω ελλείψεις και σφάλματα, ότι σε ορισμένες περιπτώσεις παρουσίασα αποκλίνουσα συμπεριφορά με εκδηλώσεις του παλαιού ανθρώπου, διότι ούτε απαθής είμαι, ούτε άγιος. Αγωνίζομαι όμως με την Χάρη του Θεού να μετανοώ.
Σας ερωτώ όμως: Εσείς είστε απαθείς και άγιοι; Αφού λοιπόν και εσείς έχετε παρόμοια αμαρτήματα, τι σας ωφελεί να ερευνάτε με μεγεθυντικό φακό τα σφάλματά μου, προφανώς για να με διαπομπεύσετε; Μ’ αυτόν τον τρόπο νομίζετε, ότι θα υπερασπίσετε το αφεντικό σας;
Πάντως εγώ δεν πρόκειται να μιμηθώ το παράδειγμά σας και να παρουσιάσω συγκεκριμένες περιπτώσεις αποκλίνουσας συμπεριφοράς του Δεσπότου σας, γιατί τότε θα πέσω, όπως πέσατε εσείς, στο αμάρτημα της κατακρίσεως.
Γιατί ψεύδεστε, ότι δήθεν διετύπωσα «μεσαιωνικές απειλές για καταδίκη στην αιώνια κόλαση και την απώλεια του ουρανίου στεφάνου σ’ αυτούς που δεν συμφωνούσαν με τις απόψεις μου», ή ότι «μετά από κάθε ομιλία κατέβαζα τον ομιλητή και χρησιμοποιούσα το βήμα για να διατυπώσω τις γνωστές απόψεις μου»;
Γιατί δεν αναφέρετε έστω μία συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά μιλάτε γενικά και αόριστα; Λίγο ντροπή, λίγο φόβο Θεού δεν έχε-τε μέσα σας, για όλη αυτή την λάσπη, που ρίχνετε κατά πάνω μου; Πως θα πάτε αύριο να λειτουργήσετε στο άγιο θυσιαστήριο έχοντας κατεγνωσμένη την συνεί-δηση;
Τι να πώ επίσης για όσα ψευδή γράφετε στην 3η παράγραφο; Τούτο μόνον θα πώ, ότι ευτυχώς ο Θεός με εφώτισε να φροντίσω να ηχογραφηθεί σε κασσέτα η εν λόγω σύναξη, ή οποία σας διαψεύδει πέρα για πέρα. Τα διαδραματισθέντα ηχογραφήθηκαν κατά μέγα μέρος από τον π. Συμεών Πρωτοψάλτου.
Το υπόλοιπο δεν ηχογραφήθηκε, επειδή κάποιος κληρικός σταμάτησε την ηχογράφηση, χωρίς αυτός να το καταλάβει, προφανώς για να μην βγούνε στη δημοσιότητα τα αίσχη των συναδέλφων του.
Πρίν να κλείσω θα ήθελα, απευθυνόμενος προς όλους σας να πώ τα εξής: Κατ’ αρχήν σας συγχωρώ με την καρδιά μου, για όση λάσπη ρίξατε και για όσες συκοφαντίες επινοήσατε εναντίον μου.
Κατανοώ την αγωνιώδη προσπάθειά σας να σκεπάσετε την ενοχή και να περισώσετε το κύρος του αφεντικού σας. Σας ευχαριστώ, γιατί μου προξενήσατε περισσότερο μισθό σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας «μακάριοι εστέ όταν ονειδήσωσιν υμάς…». Λυπάμαι όμως, διότι αμαρ-τάνετε βαρύτατα και θα είστε αναπολόγητοι εν ημέρα κρίσεως, αν δεν μετανοήσετε. Με τέτοιου είδους ενέργειες δεν πρόκειται να πείσετε κανέναν.
Το καλύτερο που έχετε να κάνετε, αν θέλετε να επανορθώσετε το ατυχές αυτό ψήφισμα, είναι να γράψετε ένα δεύτερο ψήφισμα, στο οποίο θα διακηρύσσετε την παναίρεση του Οικουμενισμού, θα αποδοκιμάζετε την ένοχη συγκάλυψη της αιρέσεως και τις παράνομες συμπροσευχές του Δεσπότη σας καθώς και τον άδικο διωγμό, που άσκησε εναντίον μου.
Τέλος θα τον παρακαλείτε να παραιτηθεί από τα επισκοπικά του καθήκοντα. Αν εφαρμόζονταν σήμερα οι ιεροί Κανόνες, ο επίσκοπός σας θα έπρεπε να ήταν καθηρημένος.
Ας πάει σε κάποιο Μοναστήρι ή ασκητήριο να κλαύσει αυτές τις αμαρτίες του και τον βαρύτατο σκανδαλισμό, που προκάλεσε σε πλήθος ψυχών, αν θέλει να βρεί έλεος εν ημέρα κρίσεως.
Αν πράγματι έχει λίγη ταπείνωση μέσα του, αυτό πρέπει να κάνει. Και όπως έλεγα σε προηγούμενο άρθρο μου, ό,τι σπείρει κανείς αυτό και θα θερίσει.
Ο πνευματικός νόμος λειτουργεί με μαθηματική ακρίβεια και δεν κάνει εξαιρέσεις σε κανέναν, ούτε σε επισκόπους. Οι ιεροί Κανόνες, τους οποίους κατεπάτησε, θα γίνουν κανόνια, που θα τον εκδικηθούν μια μέρα. Αν δεν μετανοήσει, όλα αυτά θα τα βρεί μπροστά του, την ώρα που θα βγαίνει η ψυχή του από το σώμα του και θα περνάει τα τελώνια. Και εκείνη την ώρα δεν χωρούν δεσποτιλίκια, ούτε σατραπισμοί, αλλά θα τρέμει σαν το φύλο.
Για μιά ακόμη φορά επαναλαμβάνω, ότι δεν έχω καμιά διάθεση να φιλονικήσω περαιτέρω μαζί σας, γιατί αυτό δεν ωφελεί σε τίποτα. Τον λόγο τώρα τον έχει ο Θεός. Ας κλείσουμε λοιπόν το θέμα και ας περιμένουμε, να δούμε στη συνέχεια, ποιόν θα δικαιώσει ο Θεός: Εμένα ή τον Δεσπότη σας.
Σας ασπάζομαι όλους έναν έναν με την σειρά, μετά της εν Χριστώ αγάπης. Ειρηνεύετε αδελφοί και προσεύχεσθε. Η Χάρις του Θεού μαζί σας.
Η δεύτερη επιστολή είναι απάντηση στον Γενικό Αρχιερατικό Καμπανίας Αρχιμ. Θεόφιλο Λεμοντζή, ο οποίος απέστειλε στην «Romfea.gr» με τίτλο «ο Μητροπολίτης δέχεται άδικη επίθεση».
Η επιστολή έχει ως εξής:
Πάλιν και πολλάκις «έτοιμοι…αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι».
Απαντήσεις στην επιστολή του αρχ. Θεοφίλου Λεμοντζή.
Πανοσιολογιώτατε π. Θεόφιλε, ευλογείτε, η Χάρις του Θεού να είναι μαζί σου.
Ανέγνωσα την επιστολή σου, μέσω διαδικτύου, με την οποίαν επιζητείς να αποκαταστήσεις δήθεν την αλήθεια στο σχόλιό μου, όπου αναφέρομαι στο πρό-σωπό σου σε προηγούμενο άρθρο μου.
Παράλληλα παραθέτεις μία προσωπική σου κατάθεση σχετικά με τον Μητροπολίτη Βεροίας, και με βάση τα παραπάνω, βγάζεις αμέσως το συμπέρασμα, πολύ πρόχειρα βέβαια και επιπόλαια, όπως θα φανεί στη συνέχεια, ότι ο Δεσπότης σου «δέχεται άδικη επίθεση».
Κατ’ αρχήν, αγαπητέ αδελφέ, νομίζω, ότι δεν αποδίδεις επακριβώς την αλήθεια ως προς το περιεχόμενο της τηλεφωνικής επικοινωνίας μας. Βέβαια δεν υπάρχει τρόπος να αποδείξω αντικειμενικά, τι ακριβώς ελέχθη κατ’ αυτήν, αφού ούτε εγώ ούτε εσύ είχαμε την δυνατότητα να την ηχογραφήσουμε, ούτε άλλα πρόσωπα ήταν δυνατόν να την ακούσουν.
Εκείνο όμως, το οποίο έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένο στη μνήμη μου και μπορώ να βεβαιώσω με πάσαν ειλικρίνεια ενώπιον του Θεού, είναι ένα επαινετικό σχόλιό σου, το οποίο βέβαια ουδέποτε επίστευσα, ότι αρμόζει στο πρόσωπό μου, το αναφέρω όμως για την αποκατάσταση της αλήθειας και μόνον: Αφού εξέφρασα την χαρά μου, διότι με αξίωσε ο Θεός να διωχθώ για την αλήθεια της πίστεως, απήντησες: «Τι να κάνουμε αδελφέ μου, εμείς δεν μπορούμε να σε φθάσουμε».
Με τον έπαινο αυτό αναγνωρίζεις, ότι όσα είπα στην ιερατική Σύναξη του Μαΐου 2010, ήταν μία πράξη ομολογίας πίστεως και καταγγελίας της αιρέσεως, που είχε σαν συνέπεια έναν άδικο διωγμό, ότι η πράξη αυτή είναι μεν επιθυμητή και από σένα, αλλά υπερβαίνει τα πνευματικά σου μέτρα, αφού όπως είπες, δεν μπορείς να με φθάσεις.
Πως τώρα αγαπητέ αδελφέ, ο έπαινος αυτός συμβιβάζεται με τα αποδοκιμαστικά σχόλια, τα οποία αναφέρεις στην επιστολή σου και με τα οποία προσπαθείς ουσιαστικά να δικαιώσεις τον Δεσπότη σου; Πως είναι δυνατόν από τη μία πλευρά να με ελέγχεις, «ότι δεν έπρεπε να φθάσω σε οριακές καταστάσεις» και από την άλλη να με επαινείς με την παρά πάνω φράση σου; Με το τηλεφώνημά σου ή εδικαίωσες εμένα, ή τον Δεσπότη σου.
Δεν μπορούν να γίνουν και τα δύο. Αυτό λέγει η κοινή λογική. Εκτός και αν υποκρινόσουν ή με ειρωνευόσουν, οπότε αμάρτησες βαρύτερα, πράγμα που δεν θέλω να το πιστεύσω.
Έρχομαι στην κατάθεσή σου για τον Μητροπολίτη Βεροίας. Δεν γνωρίζω το περιστατικό με τον αρχιεπίσκοπο Θυατείρων κ. Αθηναγόρα.
Εάν αυτό αληθεύει, τότε ο Δεσπότης σου είναι αξιέπαινος. Ωστόσο, αγαπητέ αδελφέ, δεν έχει σημασία το τι έλεγε, ή τι έπραττε πριν 35 χρόνια ως απλός ιερέας, αλλά το τι λέγει και τι πράττει σήμερα ως επίσκοπος. Και τούτο, διότι ίδιον της ανθρωπίνης φύσεως είναι το τρεπτόν και μεταβαλλόμενον.
Το ότι δηλαδή ο άνθρωπος πολλές φορές παρα-σύρεται και συμβιβάζεται με ένοχους συμβιβασμούς, πιεζόμενος από συνθήκες και περιστάσεις, από πρόσωπα και γεγονότα.
Όταν μάλιστα συμβαίνει να είναι και επίσκοπος, με ποίμνιο πολλών χιλιάδων ψυχών, το πράγμα παίρνει άλλες διαστά-σεις, πολύ μεγαλύτερες. Στην περίπτωση αυτή σχοινοβατεί κυριολεκτικά πάνω σε τεντωμένο σχοινί, διότι γίνεται περίβλεπτος από όλους και ο κίνδυνος του σκανδαλισμού ψυχών είναι μέγας.
Όταν πάλι συμβαίνει να κατηγορείται για θέματα πίστεως, για θέματα αιρέσεων, τότε το πράγμα παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις. Στην περίπτωση αυτή δεν έχει δικαίωμα να χαράσσει δικές του γραμμές, αλλά είναι υποχρεωμένος να βαδίσει πάνω στις εντολές του ευαγγελίου, στα χνάρια των αγίων Πατέρων και στους ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας.
Έχει χρέος να υπερασπιστεί την ακεραιότητα της Ορθοδόξου πίστεως ως υπέρτατο καθήκον. Να επισημάνει και να καταπολεμήσει την αίρεση και όχι να την σκεπάζει, ή, ακό-μη χειρότερα, να απαγορεύει κάθε προσπάθεια αντιαιρετικού αγώνος, έστω και αν χρειαστεί να θυσιάσει τον αρχιερατικό του θρόνο, ή και την ίδια του την ζωή.
Λέγεις, ότι ο Δεσπότης σου έκαμε υπακοή στον πνευματικό του και στον πρώην Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα. Σύμφωνοι. Πού είναι λοιπόν τώρα η υπακοή του στους ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας, που απαγορεύουν τις συ-μπροσευχές με αιρετικούς;
Γιατί κατεπάτησε τους εν λόγω ιερούς Κανόνες στο συλλείτουργο της 30ης Νοεμβρίου 2009 στο Φανάρι, προκαλώντας έτσι τεράστιο σκάνδαλο; Πού είναι η υπακοή του στις φρικτές υποσχέσεις, που έδωσε κατά την ώρα της χειροτονίας του, ότι θα φυλάξει την Ορθόδοξη πίστη ως κόρην οφθαλμού; Αυτά και ως προς την κατάθεσή σου.
Όσο για το «σίριαλ επιστολών», που αναφέρεις, έχω να πω τα εξής: Δεν καταξιώνεσαι στη συνείδηση του πιστού λαού του Θεού, ούτε πρόκειται να πείσεις κανέναν, απορρίπτοντας αυτές μ’ έναν απαξιωτικό χαρακτηρισμό.
Εάν όσα γράφω σ’ αυτές είναι λάθος, απόδειξέ το, αφού μάλιστα είσαι ο καθ’ ύλην αρμόδιος, ο ειδήμων, επί θεμάτων αιρέσεων. Εάν όμως είναι ορθά, γιατί τις απορρίπτεις; Κατανοώ την δύσκολη θέση, στην οποία βρίσκεσαι.
Εάν δικαιώσεις εμένα, μοιραία θα βρεθείς αντιμέτωπος με τον Δεσπότη σου. Οπότε διακινδυνεύεις όχι μόνον την εκκλησιαστική σου σταδιοδρομία, αλλά και το ενδεχόμενο να βρεθείς ξαφνικά με το απολυτήριο στο χέρι.
Σε ασπάζομαι μετά της εν Χριστώ αγάπης.
Αρχ. Παύλος.
- Εμφανίσεις: 82099