Μήνυμα Πάπα Βενέδικτου 16ου για την Μ. Τεσσαρακοστή - (Ελληνικά)
- Δημιουργηθηκε στις Δευτέρα, 07 Μαρτίου 2011
-
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr 01:31
-
Ολόκληρο το μήνυμα έχει ως εξής - Μετάφραση από τα ιταλικά π. Λέων Μ. Κισκίνης / (ιερομόναχος βενεδικτίνος)
ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
ΒΕΝΕΔΙΚΤΟΥ ΙΣΤ’
ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ 2011
«Ενταφιαστήκατε μαζί με τον Χριστό κατά το Βάπτισμα,
αλλά και αναστηθήκατε μαζί του» (Κολ 2,12)
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές!
H Τεσσαρακοστή, η οποία μας οδηγεί στον εορτασμό του Αγίου Πάσχα, είναι για την Εκκλησία μία πολυτιμότατη και σημαντικότατη λειτουργική περίοδος, για την οποία είμαι ευτυχής να απευθύνω έναν ιδιαίτερο λόγο, ώστε να βιωθεί με τον κατάλληλο ζήλο. Ενώ προσβλέπει στην καθοριστική συνάντηση με τον Νυμφίο της κατά το αιώνιο Πάσχα, η εκκλησιακή Κοινότητα, προσκαρτερώντας στην προσευχή και στην ενεργό αγάπη, εντατικοποιεί την πορεία του πνευματικού καθαρμού της, για να μπορέσει να αντλήσει αφθονότερα από το απολυτρωτικό Μυστήριο τη νέα ζωή την οποία προσφέρει ο Χριστός, ο Κύριος (πρβλ. Α’ Προοίμιο της Τεσσαρακοστής).
1. Η ίδια αυτή ζωή μάς μεταδόθηκε ήδη την ημέρα του Βαπτίσματός μας, όταν, «έχοντας συμμετάσχει στον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού», άρχισε για μας «η χαρούμενη και ανυψωτική πορεία ως μαθητών του Κυρίου» (Ομιλία κατά την Εορτή της Βάπτισης του Κυρίου, 10 Ιανουαρίου 2010).
Ο απόστολος Παύλος, στις Επιστολές του, εξακολουθεί να επιμένει στην ιδιαίτερη κοινωνία που έχουμε με τον Υιό του Θεού, και η οποία επιτελείται σε αυτό το λουτρό.
Το γεγονός πως, στις περισσότερες των περιπτώσεων, το Βάπτισμα το λαμβάνει κανείς όταν ακόμη είναι βρέφος, καθιστά εμφανές πως πρόκειται για μία δωρεά του Θεού: κανείς δεν αξιώνεται την αιώνια ζωή με τις δικές του δυνάμεις. Το έλεος του Θεού, που εξαλείφει την αμαρτία και επιτρέπει στον άνθρωπο να βιώσει στην ύπαρξή του «το ίδιο φρόνημα που είχε και ο Ιησούς Χριστός» (Φιλ 2,5), χορηγείται στον άνθρωπο δωρεάν.
Ο Απόστολος των εθνών, στην Προς Φιλιππησίους Επιστολή, εκφράζει το νόημα της μεταμόρφωσης, η οποία συντελείται με τη συμμετοχή στον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού, δεικνύοντας τον σκοπό της: «να γνωρίσω τον Χριστό και τη δύναμη της ανάστασής του, και να μετάσχω στα παθήματά του ακολουθώντας τον στον θάνατο, με την ελπίδα να λάβω μέρος στην ανάσταση των νεκρών» (Φιλ 3,10-11).
Το Βάπτισμα, συνεπώς, δεν είναι μία ιεροτελεστία του παρελθόντος, αλλά η συνάντηση με τον Χριστό που διαπλάθει όλη την ύπαρξη του βαπτισμένου, του δίνει τη θεία ζωή και τον καλεί σε μία ειλικρινή μεταστροφή, η οποία ξεκινά και υποστηρίζεται από τη θεία Χάρη, και τον οδηγεί σε εκείνη την ωριμότητα, μέτρο της οποίας είναι ο Χριστός.
Ένας ιδιαίτερος δεσμός συνδέει το Βάπτισμα με την Τεσσαρακοστή, που αποτελεί έναν ευνοϊκό καιρό κατά τον οποίο μπορούμε να λάβουμε πείρα της Χάρης που σώζει.
Οι Πατέρες της Β’ Βατικανής Συνόδου προσκάλεσαν όλους τους Ποιμένες της Εκκλησίας να χρησιμοποιήσουν «αφθονότερα τα βαπτισματικά στοιχεία που είναι χαρακτηριστικά της λειτουργίας της Τεσσαρακοστής» (Διάταξη Sacrosanctum Concilium, 109). Πράγματι, η Εκκλησία ανέκαθεν συνδυάζει την Αγρυπνία της Ανάστασης με την τέλεση του Βαπτίσματος: σε αυτό το ιερό Μυστήριο επιτελείται εκείνο το μεγάλο μυστήριο κατά το οποίο ο άνθρωπος πεθαίνει ως προς την αμαρτία, γίνεται κοινωνός της νέας ζωής εν τω Αναστημένω Χριστώ και λαμβάνει το ίδιο το Πνεύμα του Θεού που ανέστησε τον Ιησού από τους νεκρούς (βλ. Ρωμ 8,11).
Αυτή η δωρεά πρέπει συνεχώς να ανακαινίζεται, και η Τεσσαρακοστή μάς προσφέρει μία πορεία ανάλογη με εκείνη της κατηχητικής περιόδου, η οποία για τους χριστιανούς της αρχαίας Εκκλησίας, όπως και για τους σημερινούς κατηχούμενους, είναι σχολείο αναντικατάστατο πίστης και χριστιανικής ζωής: αυτοί βιώνουν αληθινά το Βάπτισμα ως μία πράξη καθοριστική όλης της ύπαρξής τους.
2. Για να διανύσουμε με σοβαρότητα την πορεία προς το Πάσχα και να προετοιμαστούμε να τελέσουμε την Ανάσταση του Κυρίου – την ιλαρότερη και λαμπρότερη εορτή ολόκληρου του λειτουργικού Έτους – τι πιο κατάλληλο υπάρχει από το να αφεθούμε και να οδηγηθούμε από τον Λόγο του Θεού;
Γι’ αυτό η Εκκλησία, στις ευαγγελικές περικοπές των Κυριακών της Τεσσαρακοστής, μας οδηγεί σε μία ιδαιτέρως έντονη συνάντηση με τον Κύριο, κανόντάς μας να διατρέξουμε τους σταθμούς της πορείας της χριστιανικής μύησης: για τους κατηχούμενους, με την προοπτική να λάβουν το ιερό Μυστήριο της αναγέννησης· για όσους είναι ήδη βαπτισμένοι, ενόψει της επιτέλεσης νέων και αποφασιστικών βημάτων ώστε να ακολουθήσουν πιστά τον Χριστό και να προσφέρουν πληρέστερα τον εαυτό τους σε Αυτόν.
Η Α’ Κυριακή της τεσσαρακονθήμερης πορείας προβάλλει την ανθρώπινη κατάστασή μας επάνω σε αυτή τη γη. Ο νικηφόρος αγώνας κατά των πειρασμών, που δίνει την έναρξη στην αποστολή του Ιησού, είναι μία πρόσκληση να λάβουμε επίγνωση της ευθραυστότητάς μας, έτσι ώστε να δεχτούμε τη Χάρη που ελευθερώνει από την αμαρτία και διαχέει νέα δύναμη εν Χριστώ, ο οποίος είναι η οδός, η αλήθεια και η ζωή (βλ. Διάταξη της Χριστιανικής Μύησης των Ενηλίκων, αρ. 25).
Είναι ένα δυναμικό κάλεσμα που μας υπενθυμίζει πως η χριστιανική πίστη, ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιησού και σε ενότητα με Αυτόν, συνεπάγεται την πάλη «με τους κυρίαρχους του σκοτεινού τούτου κόσμου» (Εφ 6,12), μέσα στον οποίον ο διάβολος είναι επί το έργον και δεν κουράζεται, ούτε σήμερα, να πειράζει τον άνθρωπο που θέλει να πλησιάσει στον Κύριο.
Ο Χριστός εξέρχεται νικηφόρος από αυτή την πάλη, για να ανοίξει και την καρδιά μας στην ελπίδα και να μας οδηγήσει στο να νικήσουμε του δελεασμούς του πονηρού.
Το Ευαγγέλιο της Μεταμόρφωσης του Κυρίου θέτει μπροστά στα μάτια μας τη δόξα του Χριστού, που προετοιμάζει την ανάσταση και αναγγέλλει τη θέωση του ανθρώπου. Η χριστιανική κοινότητα συνειδητοποιεί πως οδηγείται, όπως οι απόστολοι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης, «κατ’ ιδίαν, επάνω σε ένα όρος υψηλό» (Μτ 17,1), για να δεχτεί εκ νέου εν Χριστώ, ως υιοί εν τω Υιώ, τη δωρεά της Χάρης του Θεού: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, αυτός είναι ο εκλεκτός μου. Αυτόν να ακούτε» (στ. 5).
Πρόκειται για την πρόσκληση να πάρουν τις αποστάσεις από τον θόρυβο της καθημερινής ζωής για να καταδυθούν στην παρουσία του Θεού: Αυτός θέλει να μας μεταδίδει, κάθε ημέρα, έναν Λόγο, ο οποίος διεισδύει στα βάθη του πνεύματός μας, εκεί όπου διακρίνει το καλό από το κακό (βλ. Εβρ 4,12) και ενισχύει τη θέληση να ακολουθήσουμε τον Κύριο.
Το αίτημα του Ιησού στη Σαμαρείτισσα: «Δώσε μου να πιω» (Ιω 4,7), το οποίο προτείνεται στη λειτουργία της Γ’ Κυριακής, εκφράζει το πάθος του Θεού για κάθε άνθρωπο και θέλει να υποκινήσει μέσα στην καρδιά μας την επιθυμία της δωρεάς εκείνου του νερού που «αναβλύζει δίνοντας αιώνια ζωή» (στ. 14): πρόκειται για τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, που κάνει τους χριστιανούς «αληθινούς προσκυνητές» ικανούς να προσευχηθούν στον Πατέρα «πνευματικά και αληθινά» (στ. 23).
Μόνο αυτό το νερό μπορεί να σβήσει τη δίψα μας για το αγαθό, για την αλήθεια και για την ωραιότητα! Μόνο αυτό το νερό, που μας δίνεται από τον Υιό, μπορεί να ποτίσει τις ερήμους της ανήσυχης και ανικανοποίητης ψυχής, διότι «η καρδιά δεν ησυχάζει όσο δεν αναπαύεται μέσα στον Θεό», σύμφωνα με τα πασίγνωστα λόγια του αγίου Αυγουστίνου (Εξομολογήσεις Ι,1).
Η «Κυριακή του εκ γενετής τυφλού» παρουσιάζει τον Χριστό ως φως του κόσμου. Το Ευαγγέλιο επερωτά τον καθέναν από εμάς: «Εσύ, πιστεύεις στον Υιό του Θεού;». «Πιστεύω, Κύριε!» (Ιω 9,35.38), διαβεβαιώνει με χαρά ο εκ γενετής τυφλός, γινόμενος έτσι φωνή του κάθε πιστού.
Το θαύμα της θεραπείας είναι το σημείο πως ο Χριστός, μαζί με την όραση, θέλει να ανοίξει το εσωτερικό μας βλέμμα, ώστε η πίστη μας να γίνει όλο και βαθύτερη, και σε Αυτόν να μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε τον μοναδικό Σωτήρα μας. Αυτός φωτίζει όλα τα σκότη της ζωής και οδηγεί τον άνθρωπο να ζήσει ως «υιός του φωτός».
Όταν την Ε’ Κυριακή μάς αναγγέλλεται η ευαγγελική περικοπή της ανάστασης του Λαζάρου, βρισκόμαστε μπροστά στο έσχατο μυστήριο της ύπαρξής μας: «Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή […] Το πιστεύεις αυτό;» (Ιω 11,25-26). Για τη χριστιανική κοινότητα είναι η στιγμή να εναποθέσει, όπως η Μάρθα, με ειλικρίνεια όλη την ελπίδα στον Ιησού της Ναζαρέτ: «Ναι, Κύριε, εγώ έχω πιστέψει ότι εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, που περιμέναμε να έρθει στον κόσμο» (στ. 27).
Η κοινωνία με τον Χριστό σε αυτή τη ζωή μάς προετοιμάζει να υπερβούμε το σύνορο του θανάτου, για να ζήσουμε ατελείωτα μαζί Του. Η πίστη στην ανάσταση των νεκρών και η ελπίδα της αιώνιας ζωής ανοίγουν το βλέμμα μας στο έσχατο νόημα της ύπαρξής μας: ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο για την ανάσταση και τη ζωή, και αυτή η αλήθεια δίνει την αυθεντική και καθοριστική διάσταση στην ιστορία των ανθρώπων, στην προσωπική τους ύπαρξη και στην κοινωνική ζωή τους, στον πολιτισμό, στην πολιτική, στην οικονομία. Όταν δεν λάμπει το φως της πίστης, τότε ολόκληρο το σύμπαν καταλήγει εγκλωβισμένο μέσα σε έναν τάφο χωρίς μέλλον, χωρίς ελπίδα.
Η πορεία της Τεσσαρακοστής βρίσκει την ολοκλήρωσή της στο Πασχαλινό Τριήμερο, ιδιαιτέρως στη Μεγάλη Αγρυπνία κατά την Αγία Νύχτα: ανανεώνοντας τις υποσχέσεις του Βαπτίσματος, επαναβεβαιώνουμε πως ο Χριστός είναι ο Κύριος της ζωής μας, εκείνης της ζωής που ο Θεός μάς χορήγησε όταν αναγεννηθήκαμε «από νερό και από Άγιο Πνεύμα», και διαβεβαιώνουμε τη σταθερή δέσμευσή μας να ανταποκριθούμε στην ενεργό δράση της Χάρης, έτσι ώστε να είμαστε αληθινοί μαθητές Του.
3. Η κατάδυσή μας στον θάνατο και στην ανάσταση του Χριστού διαμέσου του ιερού Μυστηρίου του Βαπτίσματος, μας ωθεί κάθε ημέρα να ελευθερώσουμε την καρδιά μας από το βάρος των υλικών αγαθών, από έναν εγωιστικό δεσμό με τη «γη», που μας εξαθλιώνουν και μας εμποδίζουν να είμαστε διαθέσιμοι και ανοιχτοί προς τον Θεό και προς τον συνάνθρωπο.
Στο πρόσωπο του Χριστού, ο Θεός αποκαλύφθηκε ως Αγάπη (βλ. Α’Ιω 4,7-10). Ο Σταυρός του Χριστού, ο «λόγος του Σταυρού» φανερώνει τη σωστική δύναμη του Θεού (βλ. Α’Κορ 1,18), που δίνεται για να ανυψώσει τον άνθρωπο και να του φέρει τη σωτηρία: πρόκειται για την αγάπη στην πιο ριζοσπαστική μορφή της (βλ. Εγκύκλιος Deus caritas est, 12).
Μέσα από τις παραδοσιακές πρακτικές της νηστείας, της ελεημοσύνης και της προσευχής, που εκφράζουν τη θέληση για μεταστροφή, η Τεσσαρακοστή μάς διαπαιδαγωγεί κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να βιώνουμε όλο και πιο ριζοσπαστικά την αγάπη για τον Χριστό.
Η νηστεία, η οποία μπορεί να έχει διάφορες αιτιολογήσεις, αποκτά για τον χριστιανό ένα νόημα βαθιά θρησκευτικό: κάνοντας φτωχότερο το τραπέζι μας, μαθαίνουμε να υπερνικούμε τον εγωισμό για να ζήσουμε στη λογική της δωρεάς και της αγάπης· υπομένοντας τη στέρηση κάποιου πράγματος – και όχι μόνο του περιττού – μαθαίνουμε να αποσπούμε το βλέμμα από το «εγώ» μας, για να ανακαλύψουμε Κάποιον που βρίσκεται δίπλα μας και να αναγνωρίσουμε τον Θεό στα πρόσωπα των αδελφών μας.
Για τον χριστιανό η νηστεία δεν έχει τίποτα το ευσεβιστικό, αλλά ανοίγει περισσότερο στον Θεό και στις ανάγκες των ανθρώπων, και συμβάλλει ώστε η αγάπη για τον Θεό να είναι και αγάπη για τον πλησίον (βλ. Μκ 12,31).
Στην πορεία μας βρισκόμαστε επίσης μπροστά στον πειρασμό να κατέχουμε, της απληστίας για το χρήμα, που αποτελεί πρόσκομμα στο να έχει ο Θεός το πρωτείο στη ζωή μας.
Η ακόρεστη επιθυμία κατοχής υλικών αγαθών προκαλεί βία, κατάχρηση εξουσίας και θάνατο· γι’ αυτό η Εκκλησία, ιδιαιτέρως κατά την περίοδο της Τεσσαρακοστής, υπενθυμίζει και ανακαλεί στην πρακτική της ελεημοσύνης, στην ικανότητα, δηλαδή, της διαμοίρασης.
Η ειδωλολατρεία των αγαθών, αντιθέτως, όχι μόνο απομακρύνει από τον άλλον, αλλά απογυμνώνει τον άνθρωπο, τον κάνει δυστυχισμένο, τον εξαπατά, τον ξεγελά χωρίς να πραγματοποιεί αυτό που υπόσχεται, διότι τοποθετεί τα υλικά πράγματα στη θέση του Θεού, ο οποίος είναι η μοναδική πηγή της ζωής.
Πώς να κατανοήσει κανείς την πατρική καλοσύνη του Θεού, αν η καρδιά είναι γεμάτη από φιλαυτία και από ατομικιστικά σχέδια, με τα οποία αυταπατάται πιστεύοντας πως θα του διασφαλίσουν το μέλλον;
Ο πειρασμός είναι να σκεφτόμαστε όπως ο πλούσιος της παραβολής: «Ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά, που αρκούν για πολλά χρόνια…». Γνωρίζουμε την κρίση του Κυρίου: «Ανόητε, αυτή τη νύχτα θα παραδώσεις τη ζωή σου…» (Λκ 12, 19-20).
Η πρακτική της ελεημοσύνης είναι μία υπενθύμιση του πρωτείου του Θεού και της προσοχής προς τον συνάνθρωπο, για να ανακαλύψουμε τον καλό Πατέρα μας και να λάβουμε το έλεός του.
Καθ’ όλη την περίοδο της Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία μάς προσφέρει με μεγάλη αφθονία τον Λόγο του Θεού. Μελετώντας με επιμέλεια και ενστερνιζόμενοι τον θείο Λόγο για να τον βιώσουμε καθημερινά, διδασκόμαστε μία πολύτιμη και αναντικατάστατη μορφή προσευχής, διότι η προσεκτική ακρόαση του Θεού, ο οποίος συνεχίζει να μιλά στην καρδιά μας, τροφοδοτεί την πορεία πίστης που ξεκινήσαμε την ημέρα του Βαπτίσματος.
Η προσευχή μάς επιτρέπει επίσης να αποκτήσουμε μία νέα αντίληψη του χρόνου: χωρίς την προοπτική της αιωνιότητας και της υπερβατικότητας, πράγματι, ο χρόνος συνοδεύει απλά τα βήματά μας προς έναν ορίζοντα που δεν έχει μέλλον.
Στην προσευχή βρίσκουμε, αντιθέτως, χρόνο για τον Θεό, για να γνωρίσουμε πως «τα λόγια του δεν θα παρέλθουν» (βλ. Μκ 13,31), για να εισέλθουμε σε εκείνη την ενδόμυχη κοινωνία μαζί Του την οποία «κανείς δεν θα μπορέσει να μας αφαιρέσει» (βλ. Ιω 16,22) και που ανοίγει τον ορίζοντά μας στην ελπίδα που δεν διαψεύδει, στην αιώνια ζωή.
Συνοψίζοντας, η τεσσαρακονθήμερη πορεία, κατά την οποία προσκαλούμαστε να εστιάσουμε το βλέμμα μας στο Μυστήριο του Σταυρού, συνίσταται στο να συνακολουθήσουμε τον Χριστό στον θάνατο (βλ. Φιλ 3,10), για να κάνουμε πράξη μία βαθιά μεταστροφή της ζωής μας: να αφήσουμε τον εαυτό μας να μεταμορφωθεί από την ενεργό δύναμη του Αγίου Πνεύματος, όπως ο άγιος Παύλος στην οδό προς τη Δαμασκό· να προσανατολίσουμε με αποφασιστικότητα την ύπαρξή μας σύμφωνα με το θέλημα του Θεού· να ελευθερωθούμε από τον εγωισμό μας, υπερνικώντας το ένστικτο κυριαρχίας στους άλλους και ανοίγοντας τον εαυτό μας στην αγάπη του Χριστού.
Η περίοδος της Τεσσαρακοστής είναι ένας ευνοϊκός καιρός για να αναγνωρίσουμε την αδυναμία μας, για να δεχτούμε την ανακαινιστική Χάρη του ιερού Μυστηρίου της Μετάνοιας αναθεωρώντας ειλικρινά τη ζωή μας, και για να βαδίσουμε προς τον Χριστό δίχως αμφιταλαντεύσεις.
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, μέσα από την προσωπική συνάντηση με τον Λυτρωτή μας και διαμέσου της νηστείας, της ελεημοσύνης και της προσευχής, η πορεία μεταστροφής προς το Πάσχα μάς οδηγεί να ανακαλύψουμε το Βάπτισμά μας.
Κατ’ αυτή την Τεσσαρακοστή ας ανανεώσουμε την πρόθεση να υποδεχτούμε τη Χάρη που ο Θεός μάς πρόσφερε εκείνη τη στιγμή, ώστε αυτή να φωτίζει και να κατευθύνει όλες τις πράξεις μας.
Ό,τι το ιερό Μυστήριο σημαίνει και πραγματοποιεί, καλούμαστε να το βιώνουμε καθημερινά, ακολουθώντας τον Χριστό με θάρρος και με πίστη.
Σε αυτή την πορεία μας, εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας στην Αειπάρθενο Μαρία, η οποία πίστεψε στον Λόγο του Θεού και τον γέννησε με σάρκα, έτσι ώστε να καταδυθούμε όπως Αυτή στον θάνατο και στην ανάσταση του Υιού της Ιησού και να έχουμε τη ζωή την αιώνια.
Εκ του Αποστολικού Οίκου, 4 Νοεμβρίου 2010
Βενέδικτος ΙΣΤ’, Πάπας- Εμφανίσεις: 68754