Το ύστατο χαίρε στον αληθινό Φαναριώτη Ιεράρχη - (Φώτο)
- Δημιουργηθηκε στις Τρίτη, 25 Οκτωβρίου 2011
-
Γράφτηκε από τον/την εκ της μητροπόλεως 14.11
-
Η Ομογένεια της Αυστρίας και της Ουγγαρίας πενθεί τον απορφανισμό του πολυφιλήτου πνευματικού της πατρός Ποιμένος και Ιεράρχου, του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αυστρίας και Εξάρχου Ουγγαρίας και Μεσευρώπης κυρού Μιχαήλ.
Το σκήνωμα του Μητροπολίτου παρέμεινε στον Ιερό Καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδος καθ’ όλη τη διάρκεια της νύκτας και το προσκύνησε πλήθος πιστών από την Αυστρία, την Ουγγαρία, την Ελλάδα, αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη.
Πλήθος Αυστριακών, Ρωμαιοκαθολικών και Προτεσταντών, προσήλθε και αποχαιρέτισε τον Ελληνορθόδοξο Μητροπολίτη Αυστρίας κυρό Μιχαήλ, τον χαρισματικό Ιεράρχη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τον φωτισμένο κληρικό που συνδύαζε την εξωστρέφεια του Γένους των Ελλήνων και ιδιαιτέρως αυτών της Αυστροουγγαρίας, και την προσήλωση στην ορθόδοξη παράδοση και στο πνεύμα του Φαναρίου.
Το πρωί τελέσθηκε Θεία Λειτουργία από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ισπανίας κ. Πολύκαρπο.
Την ΑΘ.Π. εκπροσώπησε στην Εξόδιο Ακολουθία ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γέρων Δέρκων κ. Απόστολος.
Παρέστη ο Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Αυστρίας Δρ. Χάιντς Φίσσερ.
Της Εξοδίου Ακολουθίας προέστη ο Πατριαρχικός Επίτροπος, Μητροπολίτης Ρόδου κ. Κύριλλος, έλαβον δε μέρος οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Βελγίου κ. Παντελεήμων, Κασσανδρείας κ. Νικόδημος, Γερμανίας και Κεντρικής Ευρώπης κ. Σεραφείμ (Πατριαρχείο Ρουμανίας), Ισπανίας κ. Πολύκαρπος, Προύσης κ. Ελπιδοφόρος, και οι Θεοφιλέστοι Επίσκοποι Έγρας κ. Πορφύριος (Πατριαρχείο Σερβίας), Αριανζού κ. Βαρθολομαίος και Αβύδου κ. Κύριλλος.
Το πένθος της Εκκλησίας εκράτησαν οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Γαλλίας κ. Εμμανουήλ και Σασίμων κ. Γεννάδιος.
Παρέστησαν οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Τριπόλεως κ. Θεοφύλακτος (Πατριαρχείο Αλεξανδρείας), Γλυφάδας κ. Παύλος (Εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Ελλάδος), Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Προκόπιος, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αρίστης κ. Βασίλειος, ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου στην Κωνσταντινούπολη Ἀρχιμανδρίτης Νεκτάριος, οι Καθηγούμενοι των Ιερών Αθωνικών Μονών Διονυσίου Ἀρχιμανδρίτης Πέτρος, Παντοκράτορος Αρχιμανδρίτης Γαβριήλ και Ξενοφώντος Ἀρχιμανδρίτης Αλέξιος, καθώς και πολλοί κληρικοί εξ Ελλάδος.
Παρέστησαν επίσης εκπρόσωποι της Αυστριακής, Ουγγρικής και Ελληνικής Κυβερνήσεως, κληρικοί όλων των Δογμάτων στην Αυστρία.
Το Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης εκπροσώπησε η Kαθηγήτρια κα Δήμητρα Κούκουρα.
Στην Εξόδιο Ακολουθία ομίλησαν ο εκπρόσωπος τοῦ Οικουμενικού Πατριάρχου Σεβασμιώτατος Γέροντας Μητροπολίτης Δέρκων κ. Απόστολος, ο Εξοχώτατος Πρέσβης της Ελλάδος κ. Παναγιώτης Ζωγράφος, ως εκπρόσωπος της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ο Kαθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Graz κ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης, Άρχων Μέγας Πρωτονοτάριος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας ως εκπρόσωπος του πληρώματος της Μητροπόλεως Αυστρίας, ο Πρόεδρος της Κοινότητος τῆς Αγίας Τριάδος Δρ. Άρης Ενεισλίδης, ο Αντιπρόεδρος της Κοινότητος του Αγίου Γεωργίου κ. Χριστόφορος Λάκης, ο Εφημέριος των Ιερών Ναών κ. Ιωάννης Νικολίτσης ως εκπρόσωπος τοῦ Ιερού Κλήρου της Μητροπόλεως, ο Δρ. Nikolae Dura, Πρόεδρος του Οικουμενικού Συμβουλίου των Εκκλησιών της Αυστρίας, ο Σεβασμιώτατος Ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος Βιέννης Καρδινάλιος Christoph Schönborn, ενώ τον Επικήδειο εκφώνησε ο Πατριαρχικός Επίτροπος, Μητροπολίτης Ρόδου κ. Κύριλλος.
Στην Εξόδιο Ακολουθία παρέστησαν η οικογένεια και οι οικείοι του εκλιπόντος Ιεράρχου και σύσσωμη σχεδὸν η Ομογένεια, η οποία κατέκλυσε τον Ιερό Καθεδρικό Ναό και τους προ αυτού χώρους.
Στη συνέχεια το σκήνωμα του Μητροπολίτου μετεφέρθη στο Κεντρικό Κοιμητήριο της Βιέννης, στην είσοδο του οποίου το υποδέχθηκε η Ομογένεια και κατόπιν εν πομπή οδηγήθηκε στον τάφο. Τον ενταφιασμό τέλεσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γέρων Δέρκων κ. Απόστολος.
ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΝ ΑΥΣΤΡΙΑΣ ΚΥΡΟΝ ΜΙΧΑΗΛ
ΥΠΟ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΡΟΔΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ
«Ἐν ἀναβάσει θυσιαστηρίου ἁγίου ἐδόξασε περιβολήν ἀγιάσματος... ὡς ἥλιος ἐκλάμπων ἐπί Ναόν Ὑψίστου» (Σειρ, ν΄, 11,7)
Ἀγαπητοί Ἀδελφοί,
Ἐπιτρέψατέ μοι τήν ἀναφερθεῖσαν εἰς τήν ἀρχήν τοῦ λόγου ρῆσιν τοῦ σοφοῦ Σειραχίδου νά προσαρμόσω ἐπικαίρως εἰς τό πρόσωπον τοῦ κατά τάς ἀπογευματινάς ὥρας τῆς 18ης τρέχοντος μηνός ἀναχωρήσαντος τῆς παρούσης ἐπικήρου ζωῆς καί πρός τὴν αἰωνίαν καί ἀληθινήν ἐκδημήσαντος Μητροπολίτου Αὐστρίας καί Ἐξάρχου Οὑγγαρίας καί Μεσευρώπης κυροῦ Μιχαήλ. Διότι ὁ ἀείμνηστος πλέον Ἱεράρχης τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὁ ἐπί τεσσαρακονταετίαν στύλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αὐστρίας, ὁ ἐπί εἰκοσαετίαν καλός καί χρηστός ποιμήν τῆς ἐν Μεσευρώπη μερίδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὁ θεματοφύλαξ καί ἐμπνευσμένος ἐκπρόσωπος τῆς ἐνταῦθα καί ἐν Οὑγγαρίᾳ ὁμογενείας, ὄντως, «ἐν ἀναβάσει θυσιαστηρίου ἁγίου ἐδόξασε περιβολήν ἁγιάσματος.... ἐκλάμπων ἐν ταῖς ἡμέραις ἡμῶν, ὡς ἥλιος ἐπί Ναόν Ὑψίστου» εὐαγγελικῶς ζήσας, θεαρέστως ἀρχιερατεύσας, χριστομιμήτως ποιμάνας, καί καταναλώσας ἑαυτόν ἐν αὐταπαρνήσει τελείᾳ καὶ ἀφοσιώσει ἀνυποκρίτῳ ὑπέρ τῆς δόξης τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ καί εἰς τήν διακονίαν τῆς Ἐκκλησίας Του.
«Πιστός ἄχρι θανάτου» κατά τόν λόγον τοῦ οὐρανοβάμονος Ἀποστόλου Παύλου, ἐξῆλθεν προώρως ὡς ἄλλος Ἀβραάμ «τοῦ οἴκου καί τῆς συγγενείας του», τῆς ἐκλεκτῆς του ποίμνης δηλονότι, διά νά λάβῃ ἐκ χειρός τοῦ ζωῆς καί θανάτου ἔχοντος τήν ἐξουσίαν «τόν στέφανον τῆς ζωῆς», «ὅν ἡτοίμασε Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν».
Ὁ Μητροπολίτης Αὐστρίας κυρός Μιχαήλ ἐγεννήθη τήν 22αν Νοεμβρίου 1946 εἰς τάς Ἀθήνας ἐκ γονέων εὐσεβῶν, τοῦ Θεοδώρου Στάικου καί τῆς Ἀργυροῦς Δημάκη. Τό εὐσεβές καί παραδοσιακόν περιβάλλον, ἐντός τοῦ ὁποίου ἀνετράφη, καί ἡ ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων ἀναστροφή του εἰς τάς «αὐλάς τοῦ Κυρίου», πλησίον εὐλαβῶν Ἱερέων, ἤναψαν ἐν τῇῇ καρδίᾳ αὐτοῦ παιδιόθεν τήν φλόγα τῆς πρός τόν Θεόν ἀφιερώσεως καί ἀπετέλεσαν τάς σταθεράς βάσεις τῆς μελλοντικῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ σταδιοδρομίας καί θεοφιλοῦς διακονίας του.
Συμπληρώσας τόν κύκλον τῶν ἐγκυκλίων μαθημάτων εἰς τήν πόλιν τῆς Παλλάδος, καί δή εἰς τήν Λεόντιον Σχολήν, ἀνεχώρησε τό ἔτος 1964 πρός τήν Βιέννην, ὅπου καί ἐγκατεστάθη πλέον μονίμως μετά τῶν οἰκείων του, προσληφθείς τό ἀμέσως ἑπόμενον ἔτος εἰς τήν ὑπηρεσίαν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αὐστρίας, ὡς γραμματεύς τοῦ τότε Μητροπολίτου Χρυσοστόμου Τσίτερ, ὁ ὁποῖος εἰς τό πρόσωπον τοῦ νεαροῦ γραμματέως του εὗρε τόν πιστόν συμπαραστάτην καί ἀκάματον βοηθόν μέχρι τέλους τοῦ βίου καί ἐπί εἰκοσιπενταετίαν περίπου.
Εἰς τήν ὑπηρεσίαν τῆς Μητροπόλεως Αὐστρίας, ὡς γραμματεύς τοῦ Μητροπολίτου καί ἀρχισυντάκτης τῆς περιοδικῆς ἐκδόσεως «Στάχυς» παρέμεινε ἐπί δώδεκα συναπτά ἔτη. Τήν 21ην Νοεμβρίου 1977 ἐχειροτονήθη Διάκονος καί τήν ἑπομένην Πρεσβύτερος, προχειρισθείς αὐθημερόν εἰς Ἀρχιμανδρίτην, ὑπό τοῦ Γέροντος αὐτοῦ Μητροπολίτου Χρυσοστόμου, ὀνομασθείς ἀμέσως Πρωτοσύγγελος αὐτοῦ καί διορισθείς Προϊστάμενος τῶν ἱστορικῶν Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὡς καί Διευθυντής τῆς Ἑλληνικῆς Ἐθνικῆς Σχολῆς Βιέννης. Τόν Ὀκτώβριον τοῦ ἔτους 1979 εἰσήχθη εἰς τήν Θεολογικήν Σχολήν τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ἐξ ἧς ἀπεφοίτησε τό ἔτος 1983. Ἀκολούθως παρηκολούθησε μαθήματα Γερμανικῆς Φιλολογίας, Φιλοσοφίας καί Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου εἰς τό Πανεπιστήμιον τῆς Βιέννης.
Ἡ ὑποδειγματική ἱερατική διακονία του καί ἡ ἀποτελεσματική κατά πάντα ἀνταπόκρισίς του εἰς τά ἀνατεθέντα αὐτῷ ὑπό τῆς Ἐκκλησίας ὑψηλά διοικητικά καί ἄλλα καθήκοντα ὡδήγησαν τόν Μητροπολίτην Χρυσόστομον εἰς τήν ἀπόφασιν νά προτείνῃ τήν εἰς Ἐπίσκοπον ἐκλογήν του. Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία ἀμείβουσα τήν εὔορκον καί ἐπαινετήν διακονίαν του καί τό ἀδαμάντινον τοῦ χαρακτῆρος του, τῇ εἰσηγήσει τοῦ ἀοιδίμου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Δημητρίου, ἐξέλεξεν αὐτόν Ἐπίσκοπον ὑπό τόν ψιλόν τίτλον Χριστουπόλεως, ὡς Βοηθῷ παρά τῷ Μητροπολίτῃ Αὐστρίας, τήν 5ην Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 1985.
Ἐπίσκοπος ἐχειροτονήθη ἐν τῷ Καθεδρικῷ ἱερῷ Ναῷ τῆς Ἁγίας Τριάδος τήν 12ην Ἰανουαρίου τοῦ ἑπομένου ἔτους, μετά δέ παρέλευσιν ἑξαετίας, τήν 5ην Ὀκτωβρίου 1991 ἐξελέγη, προτάσει τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, Μητροπολίτης Αὐστρίας, είς διαδοχήν τοῦ οἰκειοθελῶς καί ἀβιάστως παραιτηθέντος Γέροντός του Μητροπολίτου Χρυσοστόμου, ἐνθρονισθείς ἐν τῶ περικλύτῳ καί ἱστορικῶ τούτῳ Ναῶ τήν 15ην Δεκεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους.
Ἀναλαβών τούς οἴακας τῆς ἐμπιστευθείσης αὐτῷ Ἐπαρχίας καί τήν διαποίμανσιν τοῦ πληρώματος αὐτῆς ἐπεδόθη μετά ζήλου ἐπί τό ἔργον, ἔχων πολύτιμον σύμβουλον τήν ἐπί εἰκοσιτετρατίαν ἀποκτηθεῖσαν ἐμπειρίαν ἐν τῆ ἐνασχολήσει περί τῶν πραγμάτων αὐτῆς. «Ἐπιλείψει με ὁ χρόνος διηγούμενον» ὅσα ἀπό τῆς ἡμέρας ἐκείνης μέχρι τῆς πρός Κύριον ἀναχωρήσεώς του εἰργάσατο καί ἐκατόρθωσεν.
Ἀναδιοργάνωσε τάς ἐν Αὐστρίᾳ Ἐνορίας καί ἵδρυσε νέας. Συνέταξε τόν Καταστατικόν Χάρτην τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ὅστις ἐνεκρίθη ὑπό τῆς Αὐστριακῆς κυβερνήσεως. Ἐπέτυχε τήν ἀναβίωσιν τῆς παρουσίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐν Οὑγγαρίᾳ καί τήν νομικήν ἀναγνώρισιν τῆς Ἐξαρχίας ὑπὸ τῆς Οὑγγρικῆς πολιτείας.
Διοργάνωσε τά γραφεῖα τῆς Ἐξαρχίας ἐν Βουδαπέστῃ, ἀνήγειρε περικαλλέστατον ναόν καί πνευματικόν κέντρον ἐν Μπελογιάννῃ, ἐβάπτισε τούς ἐν αὐτῶ Ἕλληνας καί ἐμερίμνησε διά τάς πνευματικάς καί ὑλικάς ἀνάγκας των.
Ἡ ἀναβίωσις τῆς Ὁρθοδοξίας ἐν Οὑγγαρίᾳ ὑπῆρξε τό μέγα κατόρθωμά του, ἡ δέ ἐνσωμάτωσις εἰς τό ἐκκλησιαστικόν σῶμα πολλῶν ἐκ τῶν ἐν τῶ σκότει τῆς ἀθείας τό πρίν εὑρισκομένων ἀποτελεῖ τόν στέφανον τῆς ποιμαντικῆς φροντίδος του. Μέριμνα διηνεκής ὑπῆρξεν ἡ προσπάθεια του διά τήν ἐπαναφοράν τοῦ ἐν Βουδαπέστῃ ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου εἰς τὴν ἡμετέραν δικαιοδοσίαν.
Ταῦτα δέ πάντα μετά κόπων καί πόνων πολλῶν καί πολλάκις ἐν μέσῳ κινδύνων, ἐν οἷς οὐδέποτε ἐπτοήθη.
Παραλλήλως τῶν στενῶν ποιμαντικῶν καθηκόντων του προώθησε τάς διορθοδόξους σχέσεις μετά τῶν ἄλλων ἐν Αὐστρίᾳ Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί ἀνταποκρινόμενος εἰς τήν διορθόδοξον ἀπόφασιν συνεκρότησε τήν ἐν τῇ Χώρᾳ Διάσκεψιν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων, διά νά ἔχωσι πᾶσαι αἱ Ἐκκλησίαι δυναμικώτεραν ποιμαντικήν ἰσχύν καί δυναμικήν κοινήν μαρτυρίαν.
Ἐμφορούμενος δέ ὑπό γνησίου οἰκουμενικοῦ πνεύματος εὑρέθη πρωτοπόρος εἰς τήν καλλιέργειαν ἀγαθῶν σχέσεων μετά τῶν λοιπῶν Χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν, ἰδιατέρως δέ τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, προβάλλων τόν πλοῦτον τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας καί πνευματικότητος καί καλλιεργῶν μετ᾿ αὐτῶν σχέσεις ἀγάπης, εἰρήνης καί καταλλαγῆς.
Συνειργάσθη μετ᾿ αὐτῶν εἰς τὸ Οἰκουμενικόν Συμβούλιον, τοῦ ὁποίου ἐπὶ δύο θητείας ὑπῆρξε πρόεδρος.
Διεδραμάτισε σημαντικόν ρόλον διά τήν ἀρίστην διεκπεραίωσιν τῆς Β΄ ἐν Γκράτς Εὐρωπαϊκῆς Συνελεύσεως τόν Ἰούνιο τοῦ 1997, διετέλεσε δέ μέλος εἰς πλεῖστας ὅσας οἰκουμενικὰς Ἐπιτροπάς τοῦ Συμβουλίου Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν καί ἑτέρων οἰκουμενικῶν Ὀργανισμῶν, ὡς τοῦ Διαλόγου μετά τῆς Εὐαγγελικῆς Ἐκκλησίας τῆς Γερμανίας καί τῆς Παλαιοκαθολικῆς τοιαύτης.
Ὁ Μητροπολίτης Αὐστρίας Μιχαήλ καθ΄ ὅλο τό διάστημα τῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀναστροφῆς του ἐπέδειξε ἑαυτόν ἄνδρα αὐθεντικοῦ καί ἀκεραίου ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος, διαπνεόμενος ἀπό γνησίαν πρός τόν Θεόν πίστιν, ἀγάπην πρός τήν Ἐκκλησίαν καί στοργήν πρός τόν ἄνθρωπον. Ὡς κεφαλαιῶδες χαρακτηριστικόν τῆς προσωπικότητός του ὡς Ἱεράρχου τοῦ Θρόνου εἶναι ἀναμφιβόλως ἡ αὐθόρμητος καί ἀπέραντος, ἄνευ ὅρων καὶ ὁρίων, ἀφοσίωσις του εἰς τὸν Θεσμόν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί ἡ υἱκή ἀγάπη του πρός τόν σεπτόν τῆς Ὀρθοδοξίας Προκαθήμενον.
Ἠγωνίσθη μετά πάθους, ὅσον ὀλίγοι, ὑπέρ τῶν δικαίων τῆς Μητρός Ἐκκλησίας καί ὑπῆρξε ὑπήκοος εἰς τά κελεύσματα αὐτῆς. Τό Φανάριον ὑπῆρξεν ὁ μέγας ἔρως τῆς καρδίας του καί ἡ διακονία του ὡς ἀληθοῦς φαναριώτου Ἀρχιερέως θυσιαστική, ἐρχόμενος πάντοτε συγκυρηναῖος τοῦ σταυροῦ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καί ἀφοσιωμένος ἐργάτης τῶν ἱερῶν ἰδεωδῶν καί ὁραματισμῶν τοῦ Γένους καί τοῦ Θρόνου.
Ὡς χαρακτήρ διεκρίθη διά τήν εὐπροσηγορίαν καί τήν ἀμεσότητα τῆς ἐπικοινωνίας, τήν εἰλικρίνειαν, τήν εὐγένειαν, τήν γνησιότητα καί τήν παρρησίαν, τήν ἀκεραιότητα καί τόν πλοῦτον τῶν συναισθημάτων, τήν εὐαισθησίαν καί τόν αὐθορμητισμόν. Ἀνήρ συγχωρήσεως δέν ἠρνήθη τήν βοήθειαν καί πρός τούς ἀδικήσαντας αὐτόν. Ἄν καί μέγας τό δέμας καί ἐπιβλητικός τῷ παραστήματι ἐκέκτητο καρδίαν ἀκάκου παιδίου. Καρδίαν διηνεκῶς ἀγαπῶσαν καί έκχέουσαν πρός πάντας σπλάγχνα συμπαθείας καί οἰκτιρμῶν.
Ὑπῆρξεν Ἀρχιερεύς λόγιος καί σοφός, Ἱεράρχης φιλομόναχος, ἀπαράμιλλος λειτουργός τοῦ θυσιαστηρίου, πεπνυμένος ρήτωρ, φίλεργος ἐπιστήμων, ἐραστὴς τῆς πατρῴας βυζαντινῆς μελῳδίας, τηρητής τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως, μεγαλοπρεπής κατά πάντα.
Ὁ Θεός τόν εύλόγησε καί τόν ἐπροίκισε δι᾿ ἐξαιρετικῶν προσόντων, ἐξέχεε δέ ἐπ᾿ αὐτόν πλουσίαν τήν εὐλογίαν Του, διό πάντοτε καί πανταχοῦ ἐπεβλήθη ὡς ἐξαιρετική φυσιογνωμία, ἀνώτερος ὡς ἄνθρωπος, ἀνώτερος ὡς εὐαγγελικός ἀνήρ, ἀνώτερος ὡς Χριστιανός, ἀνώτερος ὡς Ἱεράρχης.
Τά φυσικά του προσόντα, τό ἦθος, ὁ χαρακτήρ του, ἡ ἐκκλησιαστική ἐν γένει διακονία του, τόν κατηξίωσαν εἰς τήν συνείδησιν τοῦ ποιμνίου του, τό ὁποῖο τόν ἠγάπησε σφοδρῶς. Τὸν κατηξίωσαν στήν συνείδησιν τῶν ἐκπροσώπων τῶν ἄλλων χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν, οἱ ὁποῖοι πάντοτε ἐσεβάσθησαν αὐτόν. Τόν κατηξίωσαν εἰς τάς πολιτειακάς ἀρχάς τῆς Μητρός πατρίδος καί τῶν χωρῶν Αὐστρίας καί Οὑγγαρίας, αἱ ὁποῖαι ἀπέδωσαν εἰς αὐτόν τάς ἀνωτέρας διακρίσεις των.
Δι᾿ αὐτῶν ὁ Αὐστρίας Μιχαήλ ὄντως ἐλάμπρυνε τήν ἀρχιερωσύνην του εἰς τό κέντρον τῆς Εὐρώπης καί κατέστησεν τήν Ὀρθοδοξίαν σεβαστήν καί αἰδέσιμον τοῖς πᾶσι.
Ἀλλ΄ ἤδη ὁ χαρισματικός Ἱεράρχης, «τῆ ἐπαράτῳ νόσῳ καμφθείς», προώρως κατέπαυσε καί μετεκλήθη ὑπό τοῦ Κυρίου εἰς τήν ἐπουράνιον Ἱερουσαλήμ. Ἐβάστασεν εὐαγγελικῶς ἐπὶ ἕν ὁλόκληρον ἔτος τόν σταυρόν τῆς ἐπωδύνου ἀσθενείας του. Ἐδόξασε τόν Θεόν δι᾿ ὅσα ἐδωρήσατο αὐτῶ ἐν τῶ παρόντι βίῳ ἐν αἰσθήμασι πλήρους εὐγνωμοσύνης.
Εἶχε βαθεῖαν τήν πεποίθησιν ὅτι ἐξεπληροῦτο δι᾿ αὐτόν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπαναλάμβανε συχνάκις τήν φωνήν τοῦ δικαίου καί πολυάθλου Ἰώβ: «Εἰ τά ἀγαθά ἐδεξάμεθα ἐκ χειρός Κυρίου τὰ κακά οὐχ ὑποίσομεν; Ὡς τῶ Κυρίῳ ἔδοξεν οὕτω καί ἐγένετο. Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον».
Προετοίμασεν ἑαυτὸν μέ μοναχικήν συνείδησιν διά τήν ἔξοδόν του. Ἀνεχώρησεν ἀξιοπρεπῶς καί ὁσιακῶς πρός ἐκεῖνον, ὅν ἐκ πρώτης ἡλικίας ἠγάπησεν, ἵνα καταπαύσῃ ἐν τῷ φωτί τοῦ προσώπου τῆς δόξης Αὐτοῦ.
Ἀοίδιμε Μητροπολίτα Μιχαήλ!
Κατά τήν ἱεράν ταύτην ὥραν τοῦ ἐξοδιαστικοῦ σου ἱστάμενοι εὐλαβῶς ἐνώπιον τοῦ σεπτοῦ σκηνώματός σου ἀποδίδομέν σοι τό ὕστατον χαῖρε καί ἀπονέμομέν σοι τόν τελευταῖον ἀσπασμόν. Ἀπορφανίζεις ἡμᾶς προώρως, ἐνῶ ἠδύνασο νά εὑρίσκεσαι ἐπὶ μακρόν είσέτι μεθ᾿ ἡμῶν. Οὔτως ἠθέλησεν ὁ Θεός! ὅν καὶ εὐχαριστοῦμεν ὅτι ἀνέδειξέ σε ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ Ἱεράρχην τιμίον καί ποιμένα πανάριστον.
«Τελειωθείς ἐν ὀλίγω» παρέστησας τετελειωμένην τήν διακονίαν σου. Τό ὄνομά σου θά περιφέρεται μετ᾿ εὐγνωμοσύνης καί εὐχαριστίας ἐν τοῖς χείλεσιν ἡμῶν καί τό μνημόσυνον σου θά παραμένει αἰώνιον. Θα φυλάξωμεν ὡς παρακαταθήκην τὴν μνήμην τῆς ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας ἀφοσιώσεως σου.
Σύ δέ τοῦ οὐρανίου πλέον θυσιαστηρίου λειτουργός καί τῆς σκηνῆς τῆς ἐπουρανίου κληρονόμος εὔχου ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας, ἀνάφερε δεήσεις ὑπέρ τοῦ ποιμνίου σου καί μνημόνευε τῶν τέκνων σου, τῶν μετ᾿ ὀδύνης σήμερον θρηνούντων τήν στέρησίν σου.
Αἰωνία σου ἡ μνήμη, τετιμημένε καί ἀοίδιμε Ἱεράρχα. Αἰωνία σου ἡ μνήμη.
ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΝ ΑΥΣΤΡΙΑΣ ΚΥΡΟΝ ΜΙΧΑΗΛ
ΥΠΟ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ
ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΔΕΡΚΩΝ
κ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ως βροντή απαισία ηκούσθη εις τας αυλάς της Μητρός Εκκλησίας η είδησις της αφ’ημών αναχωρήσεως του μακαριστού Μητροπολίτου Αυστρίας κυρού Μιχαήλ διά την αιωνιότητα.
Τόσον ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης και πνευματικός πάντων ημών Πατήρ κ.κ Βαρθολομαίος, όσον και πάντα τα μέλη της σεπτής Ιεραρχίας του Θρόνου, εν συνοχή καρδίας και λύπη βαθυτάτη ηκούσαμεν το άγγελμα της εκδημίας του πολυφιλήτου Αδελφού και εκλαύσαμε και μετά δακρύων απηυθύναμε θερμάς προσευχάς και δεήσεις προς τον Κύριον της Ζωής και της Αναστάσεως Ιησούν Χριστόν να αναπαύση μετά των Αγίων τον καλόν εργάτην του Αμπελώνος Του, τον φιλόστοργον ποιμένα της ποίμνης Του, τον πιστόν και φρόνιμον οικονόμον της Χάριτος, τον άξιον μυστηριάρχην των Μυστηρίων Του, τον διακεκριμμένον Ιεράρχην της Εκκλησίας Του, τον ακάματον σκαπανέα της αρετής, της αγάπης και του χριστιανικού ανθρωπισμού τον δόκιμον μύστην της Θεολογίας, τον άριστον υπηρέτην του πνεύματος .
Ο εν Κυρίω κοιμηθείς Μητροπολίτης Μιχαήλ, πέραν της εν Αυστρία και Ουγγαρία λαμπράς και αγλαοκάρπου ποιμαντορικής μαρτυρίας και ευδοκιμήσεως του, υπήρξεν Ιεράρχης με υψηλόν αίσθημα αφωσιώσεως εις τον Οικουμενικόν Πατριαρχικόν Θρόνον της Κωνσταντινουπόλεως και εις τα Ιερά ιδεώδη τα οποία ούτος ενσαρκώνει.
Ήτο αληθινός Φαναριώτης Ιεράρχης. Δεν έβλεπε μόνον το δέντρον του, δηλαδή την Επαρχίαν του, αλλά και το μέγα δάσος, τον πνευματικόν δρυμόν, τον οποίον συνιστά το Οικουμενικόν Πατριαρχείον.
Έζη και ενήργει πάντοτε ως υγιές και αναπόστατον μέλος του σώματος της Ιεραρχίας του Θρόνου, με διαρκή αναφοράν εις το πανσέβαστον πρόσωπον του πρώτου, του Οικουμενικού Πατριάρχου μας, αλλά και της περί εκείνον Αγίας και Ιεράς ημών Συνόδου, της οποίας πρό διετίας διετέλεσε μέλος, αρίστας καταλιπών εντυπώσεις και αναμνήσεις διά την πολλήν σύνεσιν οξύνοιαν αλλά και υποδειγματικήν υπευθυνότητα και εντιμότητα δια των οποίων αντεμετώπιζε τα εκάστοτε υπό διαπραγμάτευσιν θέματα.
Η μακρά εκκλησιαστική πείρα του, η θεολογική και θύραθεν σοφία του, η γλωσσομάθειά του, ο εύστροφος νούς του, ο διορατικός οφθαλμός του, το ομιλιτικόν του χάρισμα, η διαλεκτική δεξιότης του, η εις τας διεκκλησιαστικάς σχέσεις πολυχρόνιος και ευδόκιμος υπηρεσία του καί, προ πάντος, η βαθεία και ειλικρινής αγάπη του διά τον μαρτυρικόν Θρόνον της Κωνσταντινουπόλεως, τον κατέστησαν πολύτιμον συνδιοικητήν της Εκκλησίας και ανέπαυε πλήρως όχι μόνον τον Παναγιώτατον Πατριάρχην μας, του οποίου και έχαιρε της απολύτου εμπιστοσύνης, αλλά και τους λοιπούς Συνοδικούς Αρχιερείς και όλην την Ιεραρχίαν.
Διά τον Αυστρίας Μιχαήλ ήτο αδιανόητον να μη έχη πάντοτε την ψυχήν και την καρδίαν μίαν μετά του Πατριάρχου του και των συνεπισκόπων του, να μη ευρίσκεται εις διάκοπον κοινωνίαν αγάπης μετ’ αυτών . Ήτο πάντοτε έτοιμος, ως καλός στρατιώτης, να υπερασπισθεί με σθένος τα τίμια συμφέροντα της Μητρός Εκκλησίας να ανακουφίση το βάρος του Σταυρού που φέρει επι τον ώμων Της, να σπογγίση με την φιλοτιμίαν και αφωσίωσιν και αγάπην του τον ιδρώτα απο το πρόσωπον του Πατριάρχου μας, όταν, <<ωσεί θρόμβοι αίματος>> έσταζεν εις ώρας δυσκόλους και πολυμόχθους, να σπεύση με χαράν εις οιανδήτινα εκκλησιαστικήν αποστολήν θα απεστέλλετο, όσον κοπιαστική και δύσκολος και αν ήτο και πάντοτε την έφερεν αισίως εις πέρας. Υπήρξεν όντως στύλος μέγας και θεμέλιος αρραγής της Εκκλησίας των ημερών μας και λίθος τίμιος εις την μαρτυρικήν μίτραν του Οικουμενικού Θρόνου.
Τούτων πάντων ένεκεν και η αναχώρησις αυτού και μετάθεσις από του επιγείου εις το ουράνιον θυσιαστήριον και απο τας τάξεις της στρατευομένης εις εκείνας της θριαμβευούσης Εκκλησίας μας καθιστά πτωχοτέρους και το κενόν το οποίον καταλείπει όπισθεν του είναι δυσαναπλήρωτον. Αλλ’ <<ως τω Κυρίω εδόξεν, ούτω και εγένετο. Είη το όνομα του Κυρίου ευλογημένον>>.
Αδελφοί συνπεθούντες,
Η Αυτού Θειοτάτη Παναγιότης, ο Οικουμενικός ημών Πατριάρχης και Πατήρ, μου έδωκε την λίαν τιμητικήν εντολήν και ευλογίαν να έλθω ενταύθα και να εκπροσωπήσω, τόσον την Παναγιότητα του όσον και τον κατ’ αυτόν άγιον Αποστολικόν και Οικουμενικόν της Κωνσταντινουπόλεως Θρόνον εις την εξόδιον ακολουθίαν του σεβαστού και πολυφιλήτου Αδελφού μου Μιχαήλ, να του αποδώσω τον τελευταίον επί γης ασπασμόν και να διερμηνεύσω τας θερμάς και ολοκαρδίους συλλυπητηρίους του ευχάς και την φιλόστοργον συμπάθειαν της Μητρός Εκκλησίας, τόσον προς τον ιερόν κλήρον και τον ευσεβή λαόν της Μητροπόλεως, οίτινες εστερήθησαν τοιούτου φιλοστόργου πατρός και καλού ποιμένος και διδασκάλου, όσον και προς τους κατά σάρκα οικείους του, την προσφιλή αυταδέλφην του και την οικογένειαν αυτής.
Το όνομα του μακαριστού Αδελφού θα ευρίσκεται πάντοτε εις τας προσευχάς, τόσον του Παναγιωτάτου όσον και ημών των συνεπισκόπων του, οι οποίοι τον εξετιμήσαμε πολύ και τον ηγαπήσαμε βαθύτατα. Προσευχηθήτε, παρακαλούμεν, και σείς, όχι μόνον διά την ανάπαυσιν της θεοδιψούς και πολυαρέτου ψυχής τουμεταστάντος αξιοθέου πνευματικού σας πατρός, αλλά και δια την από του Αγίου Πνεύματος ανάδειξιν αξίου διαδόχου του, ο οποίος να τιμήση επαξίως την μνήμην του και να συνεχίσει με φόβον Θεού και συνέπειαν το άγιον έργον του.
Αδελφέ Μιχαήλ,
Εδούλευσες ευόρκως εις το Ευαγγέλιον. Ελάμπρυνες την αρχιερωσύνην σου με αγάπην και αφοσίωσιν εις την Εκκλησίαν με στοργήν πολλήν και συνεχείς καμάτους διά το ποίμνιον σου και τον άνθρωπον γενικώτερον.
Εκήρυξες πειστικότατα τον Χριστόν και την Ανάστασιν. Εκαλλιέργησες τα ιερά γράμματα και εθεράπευσες την επιστήμην.
Προήγαγες τας καλάς σχέσεις μετά των εν Αυστρία και Ουγγαρίαν αδελφών συγχριστιανών.Ανέπαυσες πλήρως την καρδίας του Πατριάρχου μας και πάντων των <<νούν Χριστού>>εχόντων.
Εδόξασες το όνομα του Ιεράρχου του Οικουμενικού Πατριαρχείου.<<Εύ δούλε αγαθέ και πιστέ,είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου.>> .
Του αοιδίμου Μητροπολίτου Αυστρίας Μιχαήλ, αιωνία και αγία και πάμφωτος η μνήμη.
Επικηδείος Μητροπολίτη Γλυφάδας Παύλου
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος και ο Μακαριώτατος Πρόεδρος Αυτής, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Κύριος Ιερώνυμος, εκπροσωπούμενοι υπ εμού του ελαχίστου Συνοδικού Μητροπολίτου, την της Εκκλησίας της Ελλάδος φωνήν κομίζοντες εν Βιέννη κατά την ιερωτάτην ταύτην στιγμήν της εξοδίου ακολουθίας του μακαριστού προκαθημένου της εν Αυστρία και Ουγγαρία παροικούσης Εκκλησίας κυρού Μιχαήλ κλίνομεν γόνυ συμπαθείας και καταθέτομεν τον σεβασμό και τα συλλυπητήρια ημών, προς τον Χριστεπώνυμον Ορθόδοξον πλήρωμα της ενδόξου ταύτης Ιεράς Μητροπόλεως.
Η εξ επιγείων αναχώρησις του εκλεκτού και αρχοντικού Ιεράρχου, δάκρυα πληρούσα τους οφθαλμούς και θλίψη τας καρδίας των ανα την Ιερά ταύτην του Οικουμενικού Θρόνου Επαρχίαν, προξενεί εις το ορθόδοξο ποίμνιον κενόν αγάπης, συμπαραστάσεως,αφοσιώσεως ευγενείας και καλωσύνης, χαρίσματα, άτινα εστόλιζαν την ψυχή και το ανάστημα του κεχαριτωμένου Ποιμενάρχου.
Η καθ’ Ελλάδα Εκκλησία στερουμένη της ευλογημένης τακτικής παρουσίας και συμπροσευχής Αυτού, αισθάνεται πρωχοτέρα δια την σιγήν του μελωδικού Λειτουργού του την τάξιν απαρασαλεύτως τηρούντος Κληρικού, του μεστού Θεολογίας Ιεροκήρυκος, του ευπροσηγόρου των της Εκκλησίας πραγμάτων συνοδίτου, του φιλαδέλφως συμπάσχοντος Επισκόπου του πάντοτε μετ’ ευπρεπείας, μηδείαμα καρδίας πρσφέροντος Ανθρώπου του Θεού.
Η Θριαμβεύουσα των Αγγέλων και των Αγίων Εκκλησία, υποδεχομένη την μακαρίαν Αυτού ψυχήν, βέβαιον θεωρούμεν, ότι προετοιμάζει εις την του επουρανίου Θυσιαστηρίου λειτουργίαν, θέσιν τιμητικήν και αξιόζηλον,δια τον φιλάνθρωπον και φιλόθεον, τίμιον και ακάματον, εργάτην του Ευαγγελίου.
Την εξ ύψους παρηγορίαν εις άπαντα τον Ιερόν Κλήρον και τον φιλόχριστον λαόν της Θεοσώστου ταύτης Ιεράς Μητρόπεως επικαλούμενοι, προσευχόμεθα δια την ανάπαυσιν της ψυχής του μεγαλοπρεπούς Ιεράρχου και την κατάταξιν αυτού μετά των Αγίων και των Δικαίων, τους οποίους ο προκείμενος μακάριος Ανήρ, πάντοτε μετά του προσήκοντος εκκλησιαστικού ήθους ετίμα, και λειτουργίας αναιμάκτους και ειρηνικάς προσέφερε.
Η μνήμη Αυτού είη αιωνία.
Καλήν Ανάστασιν.
+ Ο Γλυφάδας Παύλος
- Εμφανίσεις: 69652