Το Ρέθυμνο υποδέχθηκε τον Οικουμενικό Πατριάρχη

rethm

Με αισθήματα ιδιαίτερης χαράς και βαθύτατου σεβασμού η Ιερά Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου υποδέχθηκε σήμερα Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012 και περί ώρα 19:30 την Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητα τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο στην έδρα της στο Ρέθυμνο.

Η πόλη των γραμμάτων, του πνεύματος και των τεχνών, ζει ακόμα μία λαμπρή σελίδα στην ιστορία της, υποδεχόμενη τη Σεπτή Κορυφή της Ορθοδοξίας, η οποία ανταποκρινόμενη ευγενικά στην πρόσκληση των Εκκλησιαστικών, Πολιτικών και Αυτοδιοικητικών Θεσμών του Ρεθύμνου, πραγματοποιεί διήμερη επίσημη Πατριαρχική Επίσκεψη.

Υψίστη η ευλογία και η τιμή για τον τόπο μας.

Ανάλογη και η υποδοχή που επιφυλάχθηκε στον Υψηλό Επισκέπτη.  

Η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης με επικεφαλής τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Ειρηναίο, ο ιερός κλήρος της Μητροπόλεως μας με επικεφαλής τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιο, οι τοπικές Αρχές και χιλιάδες πιστών, υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό την Σεπτή Κορυφή της Ορθοδοξίας, που έφτασε στις 19:30 στην Πλατεία Αγνώστου Στρατιώτη.

Τον Παναγιώτατο συνοδεύουν στην επίσκεψη του οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Προύσης κ. Ελπιδοφόρος, Αυστρίας κ. Αρσένιος, ο Μέγας Αρχιμανδρίτης κ. Αθηναγόρας, ο Μέγας Εκκλησιάρχης κ. Βενιαμίν, ο Γραμματέας των Πατριαρχείων κ. Τσικάκης και ο κ. Νικόλαος Μαγγίνας.

Η Υποδοχή του Πατριάρχη έγινε με τις τιμές Αρχηγού Κράτους από άγημα του Ελληνικού Στρατού, την μπάντα της Δημοτικής Φιλαρμονικής, μέλη των τοπικών παραδοσιακών συλλόγων και τους προσκόπους.

Έκδηλος ο ενθουσιασμός και ως είθισται στην Κρήτη, η υποδοχή εμπλουτίστηκε με παραδοσιακούς σκοπούς και χορούς από τους εκπροσώπους των Μουσικοχορευτικών Συλλόγων του Ρεθύμνου ως ένδειξη της αγάπης του λαού της τοπικής μας Εκκλησίας προς τον Αρχιεπίσκοπο της Νέας Ρώμης και Οικουμενικό Πατριάρχη.

Θερμό καλωσόρισμα στον Υψηλό Επισκέπτη απηύθυνε ο Δήμαρχος Ρεθύμνου κ. Γεώργιος Μαρινάκης, ο οποίος εξέφρασε τα συναισθήματα χαράς και ευγνωμοσύνης του λαού της πόλης.

Αντιστοίχως θερμή υπήρξε και η Αντιφώνησης της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου και εν συνεχεία σχηματίστηκε η πομπή προς τον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Εισοδίων της Θεοτόκου.

Προπορευόμενης της Δημοτικής Φιλαρμονικής που παιάνιζε χαρμόσυνα εμβατήρια, ακολουθούσαν ένστολοι Κρητικοί και Κρητικοπούλες, Σαμαρείτες και Πρόσκοποι, τα λάβαρα, οι Σταυροί και τα Εξαπτέρυγα των ενοριών, οι μοναχές, οι Ιερείς, και οι Ηγούμενοι των Ιερών Μονών. Ακολουθούσε η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, η Πατριαρχική Ακολουθία, οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες, η εκπρόσωπος της Κυβέρνησης της Ελλάδας Εξοχ. Υπουργός Τουρισμού κ. Όλγα Κεφαλογιάννη, οι Αρχές της Κρήτης και οι πιστοί.

Η πομπή δια της οδού Αρκαδίου έφτασε στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Εισοδίων της Θεοτόκου, όπου πραγματοποιήθηκε πανηγυρική Πατριαρχική Δοξολογία, στην οποία προεξήρχε η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος.

Μετά την Δοξολογία, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιος καλωσόρισε με λόγους ευγνωμοσύνης και υιικής αφοσίωσης τον Πνευματικό Πατέρα για την υψίστη τιμή που επεφύλαξε στην τοπική μας Εκκλησία.

Στην ομιλία του ο Σεβασμιότατος είπε τα εξής:

«Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Ἡ ἱστορική καί μεγαλώνυμος Ἱερά Μητρόπολις Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου τῆς κατά Κρήτην Ἐκκλησίας, ἐκλεκτῆς καί ἀφοσιωμένης θυγατρός τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, μετ’ αἰσθημάτων μεγίστης χαρᾶς, ἀπείρου συγκινήσεως, ἄκρας εὐλαβείας καί βαθείας τιμῆς ὑποδέχεται τήν Ὑμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα καί τήν Τιμίαν Συνοδείαν Αὐτῆς.

Δοξάζομεν τόν Τρισάγιον Θεόν καί εὐχαριστοῦμεν τήν Μεγάλην Παναγίαν, τήν «Κεράν τοῦ Ρεθέμνους», δι’ ὅσα μᾶς χαρίζει κατά τήν φωταυγῆ ταύτην ἑσπέραν. Διά τήν εὐλογητήν παρουσίαν τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν. Διά τήν πρώτην, μετά τήν τῆς Ἰνδίκτου ἑορτήν, ἔξοδον Αὐτῆς ἐκ τοῦ ἀειφεγγοῦς Φαναρίου καί τήν διά μίαν εἰσέτι φοράν φωτοπάροχον εἴσοδον εἰς τούς καρδιακούς χώρους τῶν, τήν Ἐκκλησίαν τῶν Ρεθυμνίων ἀποτελούντων, πνευματικῶν τέκνων Αὐτῆς. Ἡ παρουσία τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος σήμερον ἐνταῦθα, σηματοδοτεῖ τήν ζωήν αὐτοῦ τοῦ τόπου, ἤ κάλλιον εἰπεῖν νοηματοδοτεῖ αὐτήν καί θά παραμείνῃ εἰς τήν ἱστορίαν ὡς μοναδικόν γεγονός.

Ἔρχεσθε εἰς τά ἴδια, Παναγιώτατε. Ἡ αὐλή ταύτη τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς παροικούσης ἐν Ρεθύμνῳ καί Αὐλοποτάμῳ, ἀποτελεῖ ἐπέκτασιν τῆς τοῦ Πανσέπτου Πατριαρχικοῦ Ναοῦ αὐλῆς. Οὕτω αἰσθανόμεθα ἡμεῖς ἐδῶ καθημερινῶς. Διά τοῦτο καί χαιρόμεθα καί πανηγυρίζομεν καί «σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴτιον» αὐτήν τήν εὐλογημένην στιγμήν, ἥν ἐχαρίσατο ἡμῖν ἡ ἄπειρος ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Παναγάθου Μεγάλου Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν. Διότι, μετ’ εὐφροσύνης καί ἀγαλλιάσεως, καθορῶμεν τόν Πατέρα ἡμῶν συναυλιζόμενον, συγχαίροντα, συμπάσχοντα, συγχωροῦντα, νουθετοῦντα, διδάσκοντα, θωπεύοντα, μακροθυμοῦντα, εὐλογοῦντα καί ἁγιάζοντα ἡμᾶς, τά πιστά τέκνα αὐτοῦ.

Ἡ κατά θείαν εὐδοκίαν ἐπίσκεψις τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, τῆς κεφαλῆς τοῦ Γένους τῶν Ὀρθοδόξων, ἀποτελεῖ περίτρανον δεῖγμα τῆς πρός ἡμᾶς ἀγάπης τοῦ γνησίου πνευματικοῦ Πατρός καί ποδηγέτου ἡμῶν, οὗ ἡ ἐπισύστασις ἡ μέριμνα πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἀποτελεῖ δέ ἔτι περισσότερον ἔκφρασιν τῆς στοργῆς τῆς Μητρός Ἐκκλησίας πρός τά ἐνταῦθα τέκνα Αὐτῆς.

Καί ἔρχεται εἰς μίαν χρονικήν στιγμήν, καθ’ ἥν, ἴσως περισσότερον ἀπό ποτέ ἄλλοτε, ἔχομεν ἀνάγκην τῆς παρουσίας τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, μεθ’ ὅσων Αὕτη κομίζει· τήν πνευματικήν χαράν, τήν χάριν, τήν εὐλογίαν, τήν κοινωνίαν, τήν αἰσιοδοξίαν, τήν ἐλπίδα, τήν εἰρήνην, ἅτινα ὁ Σεπτός παρακλητικός καί οἰκοδομητικός Πατριαρχικός λόγος μᾶς χαρίζει ἀφειδῶς, ἀπό τάς πρώτας στιγμάς τῆς ἐνταῦθα ἐλεύσεως Αὐτῆς.

Δικαίως, λοιπόν, χαίρει καί ἀγάλλεται, ἐπί τῇ ἱστορικῇ καί εὐλογημένῃ ταύτῃ ἐπισκέψει, ἐπί τῇ ὑψίστῃ τιμῇ καί εὐλογίᾳ, ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον ἡ Ἐκκλησιαστική ἡμῶν Παροικία. Δικαίως πανηγυρίζουσι πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ, ἀπό τῆς κορυφῆς τοῦ Ψηλορείτου ἕως τῶν αἰγιαλῶν αὐτῆς. Δικαίως σκιρτῶσιν αἱ ἱστορικαί μοναί καί οἱ ἐν αὐταῖς τήν ἀτραπόν τοῦ μοναχικοῦ βίου πορευόμενοι, αἱ Ἐνορίαι καί τό πλήρωμα αὐτῶν, οἱ πνευματικοί καί πολιτιστικοί φορεῖς, μέ πρῶτον τό ἑδρεῦον ἐνταῦθα Πανεπιστήμιον Κρήτης, οὗτινος ἀπό εἰκοσαετίας ἐπίτιμος διδάκτωρ ὑπάρχετε. Δικαίως ἄδει ἆσμα τερπόν ἅπας ὁ Ἱερός Κλῆρος καί συνάδουσιν οἱ ἄρχοντες καί ὁ εὐσεβής ἡμῶν λαός.

Πρό πάντων δέ τούτων, δικαίως ἀγάλλεται ἡ ἐκ τῆς Πόλεως προπέμψασα τήν Ὑμετέραν Παναγιότητα Παναγία ἡ Παμμακάριστος, ἡ ἐνταῦθα ὡς Κερά, Χαρακιανή καί Ἀντιφωνήτρια Μυριοκεφαλίτισσα τιμωμένη, καί συναγάλλονται οἱ τῶν Ρεθυμνίων Ἁγίων χοροί, τά τῆς Ἐκκλησίας ταύτης εὐγενῆ βλαστήματα, ἅτινα μετά τοῦ Πρωτεπισκόπου τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν Ἁγίου Ἀποστόλου Τίτου, θά τιμῶνται πλέον ἀπό κοινοῦ εἰς τό ἱερόν παρεκκλήσιον τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Οἴκου, τό ὁποῖον, κεκοσμημένον μέ τάς ἱεράς μορφάς αὐτῶν, ἀγαθυνομένη θά εὐλογήσῃ ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης μετ’ ὀλίγον.

Πάντες ἡμεῖς, μετ’ αἰσθημάτων ἀϊδίου εὐγνωμοσύνης, ἀποδίδομεν πάντοτε, ἰδιαιτέρως ὅμως σήμερον, εἰς τό Σεπτόν Πρόσωπον Ὑμῶν τόν βαθύτατον σεβασμόν καί τήν ἀκλόνητον ἀγάπην ἡμῶν πρός τήν πάντοτε ἐν δοκιμασίαις, ἐν ταλαιπωρίαις ποικίλαις, ἐν μάστιξιν, ἐν πληγαῖς καί ἐπί τοῦ Σταυροῦ καθηλωμένην, τήν καθημαγμένην καί καθηγιασμένην Ἁγιωτάτην Μητέρα Ἐκκλησίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως, εἰς ἥν τό ἱερόν προνόμιον ἔχομεν νά ἀνήκωμεν, ἀναγνωρίζοντες τάς θυσίας καί τά μαρτύρια Αὐτῆς διά νά διακονῆται εὐεργετικῶς τό Γένος τῶν ὅπου γῆς Ὀρθοδόξων.

Πολλάκις, Παναγιώτατε, ἀναθεωροῦμεν τούς κόπους, τούς πόνους, τάς ἀγωνίας, τά μαρτύρια, τάς θυσίας, τά προσευχητικά δάκρυα, τούς ἱδρῶτας τῆς πολυευθύνου ταύτης μερίμνης Ὑμῶν καί θαυμάζομεν τήν τεθησαυρισμένην ἐν τῇ καρδίᾳ Αὐτῆς πείραν τοῦ Γολγοθᾶ ἀλλά καί ἐκείνην τῆς Ἀναστάσεως. Καί ἀγωνιῶμεν καί γονυκλινῶς προσευχόμεθα καί παρακαλοῦμεν καί καθικετεύομεν τόν Θεόν ὑπέρ Αὐτῆς.

Ταύτην τήν ἔννοιαν προσδίδομεν καί εἰς τήν μνημόνευσιν ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστίᾳ τοῦ τιμίου Ὀνόματος τοῦ Πατριάρχου ἡμῶν καί οὕτω βιοῦμεν τήν μετά τῆς Μητρός Ἐκκλησίας ἑνότητα τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μητροπόλεως.

Τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, τῆς ἐχούσης μεγίστην ἐκκλησιαστικήν, πνευματικήν καί πολιτισμικήν παράδοσιν, πατρῴαν κληρονομίαν καί προσφοράν, ἥτις εἶναι διάσπαρτος ἀπό τόπους θυσιῶν καί ἐχαρίσατο εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί εἰς τήν κοινωνίαν ἀνθρώπους, διακριθέντας εἰς τά Γράμματα καί τάς τέχνας, εἰς τήν φιλογένειαν καί τήν ἀνιδιοτελῆ προσφοράν πρός πάντα ἀδελφόν ἐμπερίστατον.

Τινές ἐξ’ αὐτῶν ἐτιμήθησαν ὑπό τῆς Μητρός Ἐκκλησίας καί ἔλαβον θέσιν μεταξύ τῶν Τιμίων Μελῶν τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας Αὐτῆς, ὡς ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας Στυλιανός, εἴτε μεταξύ τῶν Ἀρχόντων Ὀφφικιάλων Αὐτῆς, ὡς ὁ Ἄρχων Διδάσκαλος τοῦ Γένους Ἀκαδημαϊκός Παντελῆς Πρεβελάκης, καί πρό αὐτοῦ ὁ Καθηγητής Γεώργιος Κουρμούλης, πρῶτος πρόεδρος τῆς Διοικούσης τό Πανεπιστήμιον Κρήτης Ἐπιτροπῆς.

Ἡ ἐνταῦθα μάλιστα ἕδρα τῆς Μητροπόλεως, ἡ ἀρχοντοπολιτεία τοῦ Ρεθύμνου, κατονομάζεται καί εἶναι ἀδιαμφισβητήτως Τόπος τῶν Γραμμάτων ἀλλά καί Τόπος εὐγενῶν καί εὐσεβῶν ἀνθρώπων.

Ἕνα ριζίτικο τραγούδι ὁμιλεῖ εἰς τήν καρδίαν παντός ἐπισκέπτου τοῦ τόπου διά τῶν ἑξῆς «Καλότυχος, καλόμοιρος στήν Κρήτη αν’ε μπροβάλεις κι ἄν εἶναι γιά τό Ρέθεμνος δυό βολές καλομοίρης» καί τόν καλεῖ «Γνώρα νά δώκεις στή στραθιά μ’ ὅσους συναπαντήξεις ἄντρες πού’χουνε φρόνεση, ντρέτους καί μπεσαλήδες, γυναῖκες καλοπίταγες, μέ σέβας κι ἀξιωσύνη».

Ὁ Τόπος αὐτός ὑπῆρξεν ἀνέκαθεν κοιτίς τοῦ Πολιτισμοῦ, τῆς Παραδόσεως καί τῆς Ἱστορίας. Ἀποτελεῖ πάντοτε ἐφαλτήριον πνευματικῶν ἀναζητήσεων, διαλόγου μετά συνέσεως καί γονίμου προβληματισμοῦ. Καθ’ ὅλην τή διάρκειαν τῆς ἱστορικῆς πορείας αὐτοῦ μαρτυρεῖται ὡς σημεῖον καί φορεύς ἑνότητος, ὡς τόπος διαλλαγῆς καί καταλλαγῆς, ὡς πόλις «συνδεδεμένη ἀνέκαθεν μέ τήν ἀρχοντιάν τῆς σεμνότητος καί τῆς ἀγάπης τῶν γραμμάτων», ὅπως λίαν εὐστόχως καί τιμητικῶς ἔχει ἐπισημάνει ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης πρό εἰκοσαετίας ὅλης καί ὅπερ «χρυσοῖς γράμμασιν» ἐχαράχθη ἔκτοτε εἰς τάς καρδίας τῶν Ρεθυμνίων.

Τοῦτον τόν πολιτισμόν καί τήν παράδοσιν, τήν διά τῶν αἰώνων ἱστορίαν τῆς Μητροπόλεως, τά μνημεῖα, τήν ἁγιολογοῦσαν ἐκπροσώπησιν καί τήν ἐν γένει παρουσίαν αὐτῆς, ἐπιθυμοῦμεν, ἔτι περισσότερον, νά προβάλωμεν διά συγχρόνων ἐποπτικῶν μέσων εἰς τούς ἐκ πάσης γῆς ἐπισκέπτας τοῦ Τόπου ἡμῶν, ἰδίᾳ δέ εἰς τούς μαθητάς καί φοιτητάς πάσης ἐκπαιδευτικῆς βαθμίδος καί διά τοῦ Κέντρου Ὀρθοδόξου Πολιτισμοῦ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μητροπόλεως, τήν αἴθουσαν τοῦ ὁποίου, ἥτις θά φέρει ἀπό τοῦδε τό θεοτίμητον ὄνομα τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, θά ἐγκαινιάσητε εἰς τό παρακείμενον Μητροπολιτικόν Μέγαρον.

Εἰς τόν χῶρον ἐκεῖνον, ἀπό τοῦ προσεχοῦς Ὀκτωβρίου, διά τήν κάλυψιν ποιμαντικῶν ἀναγκῶν θά ἐνταχθῆ καί ἡ λειτουργία Ὀρθοδόξου Κατηχητικῆς Σχολῆς, διά τήν γνωριμίαν μέ τήν διδασκαλίαν, τήν ἱστορίαν καί τήν πνευματικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, διά τήν κατήχησιν καί τήν προετοιμασίαν ἐνηλίκων, οἵτινες ἐπιθυμοῦν νά λάβουν τό Ἅγιον Βάπτισμα καί νά γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί ὅσων ἐπιθυμοῦν νά ἐμβαθύνουν εἰς τά τῆς πίστεως καί νά γνωρίσουν τήν πνευματικήν κληρονομίαν τῶν πατέρων ἡμῶν.

Εἰς τήν σχολήν ταύτην, τῆς ὁποίας ἡ λειτουργία θά λάβει τήν μορφήν δύο κατ’ ἔτος τετραμηνιαίων σεμιναρίων, θά διδάσκουν διακεκριμμένοι ἄνθρωποι τοῦ τόπου, κληρικοί καί Πανεπιστημιακοί διδάσκαλοι. Παρακαλοῦμεν θερμῶς ὅπως ἐπευλογήσητε τήν σποράν τοῦ Λόγου καί τήν διακονίαν τοῦ ποιμνίου ἡμῶν, ἥτις διά τῶν ἐκτεθέντων ἤδη θά πραγματοποιῆται εἰς τήν αἴθουσαν «Πατριάρχης Βαρθολομαῖος» τοῦ Κέντρου Ὀρθοδόξου Πολιτισμοῦ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μητροπόλεως.

Παναγιώτατε,

Ἡ παροῦσα ἑσπέρα παρέχει τήν καλήν εὐκαιρίαν νά ἐπισημάνωμεν τούς ἀκαταλύτους δεσμούς τῆς Μητρός Ἐκκλησίας μετά τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μητροπόλεως.

Ἐν πρώτοις, πανευλαβῶς ἀναφέρομεν τόν, ἐκ τῶν ἐξ αὐτῆς ἀναδειχθέντων Ἁγίων, Ἀθανάσιον τόν Πατελᾶρον, τόν ἐκ τῶν προκατόχων τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος. Εἴμεθα ἐσαεί εὐγνώμονες διά τήν εὐμενῆ ἀποδοχήν τοῦ ταπεινοῦ ἡμῶν αἰτήματος ὅπως ἀποστέλληται Ἐκπρόσωπος τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος καί σχετικόν Σεπτόν Πατριαρχικόν Μήνυμα κατά τήν Πανήγυριν τῆς μνήμης αὐτοῦ εἰς τήν γενέτειραν αὐτοῦ, τήν Ἀξόν Μυλοποτάμου.

Ἐκφράζομεν παντί τρόπῳ καί σθένει τήν εὐγνωμοσύνην ἡμῶν πάλιν καί πολλάκις εἰς τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν διά τήν Ἁγιοκατάταξιν τῶν Ἁγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, ἥτις ἐγένετο τό ἔτος 1978, ἐπί Πατριαρχίας τοῦ μακαριστοῦ προκατόχου τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος Πατριάρχου Δημητρίου καί ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου Τίτου.

Ὡσαύτως, εὐχαριστοῦμεν καί διά τήν πρόσφατον ἁγιοκατάταξιν τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Γερασίμου, Ἐπισκόπου Ρεθύμνης καί πάντων τῶν σύν αὐτῷ Ἐπισκόπων καί λοιπῶν Ἁγίων Νεομαρτύρων, ἥτις ἐγένετο ὑπό τῆς Ὑμετέρας Σεπτῆς Κορυφῆς καί τῆς περί Αὐτήν Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, τῇ παρακλήσει τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης.

Μέγας ὡσαύτως δεσμός, ὅστις συνδέει ἡμᾶς μετά τῆς Μητρός Ἐκκλησίας εἶναι ἡ εὐλογία τῆς, διά τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, προσφορᾶς, διά τήν παρασκευήν τοῦ Ἁγίου Μύρου, τοῦ εὐώδους λαβδάνου, τό ὁποῖον ἀποκλειστικῶς καί ἐμπόνως παράγεται εἰς τήν ἡμετέραν Ἐπαρχίαν.

Μεγίστη ἡ τιμή δι’ ἡμᾶς καί τόν τρισευλογημένον ὑπό τοῦ Θεοῦ Τόπον τῆς παροικίας ἡμῶν. Εὐχαριστοῦμεν μάλιστα ἅπαξ ἔτι δι’ ὅσα ἐζήσαμεν, κατά τήν παρελθοῦσαν Μεγάλην Πέμπτην, πλησίον Ὑμῶν κατά τόν καθαγιασμόν τοῦ Ἁγίου Μύρου.

Παναγιώτατε, καλῶς γνωρίζομεν καί εὐλαβῶς καταθέτομεν εἰς Ὑμᾶς, ὅτι ὁ λαός ἡμῶν διατηρεῖ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ζωηράς τάς ἀναμνήσεις ἐκ τῶν ἐνταῦθα ἀλησμονήτων ἐπισκέψεων Ὑμῶν, κατά τε τό ἔτος 1992, ἐπί τοῦ μακαριστοῦ προκατόχου τῆς ταπεινότητός μου Μητροπολίτου Θεοδώρου, ὡς καί κατά τό ἔτος 2002, ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἀνθίμου.

Αἱ Πατριαρχικαί ταῦται ἐπισκέψεις πανθομολογουμένως ἐνεδυνάμωσαν ποιμένας καί ποίμνιον. Προσεπιδηλοῦμεν ὅτι πολλοί ἐκ τῶν ἐνταῦθα, μετά δέους ἐνθυμοῦνται εἰσέτι καί τήν, κατά τό ἔτος 1963, ἔλευσιν τοῦ μεγάλου Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, οὗτινος τεσσαράκοντα ἔτη ἀπό τῆς εἰς Κύριον ἐκδημίας συνεπληρώθησαν ἐφέτος. Εἴη ἡ μνήμη Ἐκείνου ὡς καί τῶν ἀοιδίμων ἀρχιερέων, τῶν ἀρχιερατευσάντων ἐνταῦθα, ἄληστος καί ἀγήρως.

Τέλος, ἐπιτρέψατε μοι προσωπικῶς ὅπως εὐχαριστήσω ἅπαξ ἔτι τήν Ὑμετέραν φιλόστοργον Παναγιότητα διά τήν μεγίστην εὐλογίαν, ἥν ἔλαβον λίαν προσφάτως ἐκ τῆς Μητρός Ἐκκλησίας. Ἀποφοιτήσας, μόλις πρό ἑξαμήνου, ἐκ τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου καί μαθητεύσας παρά τούς πόδας Ὑμῶν, ἀπέλαβον τά χεύματα ἀπείρων δωρεῶν, ὁ ἔσχατος ἐγώ τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου.

Οὐδ’ ἐπί στιγμήν ἀφίημι ἐμαυτόν νά γίνῃ ἐπιλήσμων τῆς πατρικῆς ἀγάπης καί φιλοστοργίας, ἥτις ἐπισφραγίζεται ἐν τῇ ὥρᾳ ταύτῃ, ἀλλά καί τῆς συναντιλήψεως καί τοῦ πνευματικοῦ ἐπιστηριγμοῦ ὑπό τοῦ Πατρός καί Πατριάρχου μου κατά τάς εὐλογημένας ἀπαρχάς τῆς ἐνταῦθα ταπεινῆς διακονίας μου. Οὐδόλως λησμονῶ, ὡσαύτως τήν φιλαδελφίαν τῶν συνδιακονούντων μετά τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος τό Μυστήριον τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, ἐκλεκτῶν ἀδελφῶν, πρός οὕς μετά πολλῆς ἀγάπης στρέφω τόν νοῦν πάντοτε.

Πανευλαβῶς ἀναφέρομεν Ὑμῖν, Παναγιώτατε, ὅτι εἴμεθα εὐγνώμονες ἐπί τῇ πολυειδῶς καί πολυτρόπως ἐκδηλουμένῃ πολυτίμῳ πατρικῇ στοργῇ καί ἐμπιστοσύνῃ Ὑμῶν. Διακονοῦμεν λαόν εὐσεβέστατον καί εὐγενέστατον, ἀγαπῶντα τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν, καί ἐν ἀγαστῇ συνεργασίᾳ μετά τῶν ἀρχόντων τοῦ τόπου, προσπαθοῦμεν νά δώσωμεν τῆς πίστεως ἡμῶν τήν μαρτυρίαν εἰς τούς δυσχειμέρους τούτους καιρούς.      

Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Εἰς μίαν ἐμπνευσμένην ὁμιλίαν τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος ἐτονίσθη ἡ μεγάλη ἀλήθεια ὅτι «Τό Φανάριον εἶναι πάντοτε ἀνημμένον καί τηλαυγίζει ζωηρόν καί ζωοπάροχον φῶς Χριστοῦ, τό φῶς τῆς Ὀρθοδόξου ἀληθείας, εἰς τούς ἐγγύς καί τούς μακράν. Καί διά τήν ἐπάρκειαν τοῦ ἐλαίου τῆς λυχνίας του» ἐζητήθη τοῦτο μόνον ὑφ’ Ὑμῶν, «ὅπως συνοδεύουν (τήν Ὑμετέραν Παναγιότητα) ἐκτενεῖς, καθαραί καί ἐγκάρδιοι αἱ προσευχαί τῶν τέκνων του».

Αὐτό, ἔστε βέβαιος, ὅτι ἀδιαλείπτως τελεῖται εἰς τήν Τοπικήν Ἐκκλησίαν ἡμῶν. Αἱ προσευχαί τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ρεθυμνίων ἐκ τε τῶν Ἱερῶν Θυσιαστηρίων, ὡς καί ἐκ τῶν ταμιείων αὐτῶν ἀναπέμπονται «ἐν ἑσπέρᾳ καί πρωΐ καί μεσημβρίᾳ καί ἐν παντί καιρῷ» ὑπέρ τῆς θεοδμήτου Μητρός πάντων ἡμῶν Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας καί ὑπέρ τῆς ἀδιαπτώτου ὑγείας καί θείας ἐνδυναμώσεως τῆς Ὑμετέρας Σεπτῆς Κορυφῆς, πρός συνέχισιν ὅσων ὑπέρ τῆς δόξης τοῦ Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ καί τῆς εὐκλείας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου λυσιτελῶς ἐργάζεται.

Εὐγνώμονες διά τήν θεόσδοτον εὐλογίαν τῆς Ἐπισκέψεως τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, τήν Ὁποίαν ἱερογραφοῦμεν ὡς σταθμόν εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν ἱστορίαν τοῦ τόπου τούτου, καταθέτομεν ἅπαξ ἔτι τήν υἱικήν ἀγάπην, τόν βαθύτατον σεβασμόν καί τήν διηνεκῆ ἀφοσίωσιν ἡμῶν εἰς τό Πρόσωπον Αὐτῆς καί εἰς τόν θεοδόξαστον Θρόνον τῆς Μητρός ἡμῶν Ἐκκλησίας, ὡς ἐλάχιστον ἀντιμίσθιον ἀνθ’ ὧν τόσον δαψιλῶς παρά Αὐτῆς ἀγαθῶν ἀπολαμβάνομεν. Παρακαλοῦμεν ταπεινῶς ὅπως εὐλογήσητε τούς Ἄρχοντας καί τόν λαόν ἡμῶν καί ὅπως ἐπιστηρίξητε ἅπαντας ἡμᾶς, τούς δοκιμαζομένους πολυμερῶς ἐκ τῆς ἐπισυμβάσης πνευματικῆς πρωτίστως κρίσεως.

Ἐκ τοῦ λαοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου ἄνθρωπός τις μόνον εἰς τήν θέαν τοῦ προσώπου τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος εἰς παλαιοτέραν ἐπίσκεψιν Αὐτῆς ἀνεφώνησεν ἔνδακρυς, μετά δέους καί χαρᾶς, ἐκείνην τήν μαντινάδαν:

«Ποιός εἶναι αὐτός πού μέ πατεῖ ἐρώτηξε ν-τό χῶμα,

γιατί μιά τέθοια πατουχιά δέν ἤκουσα ἀκόμα.»

Σήμερον ἕτερός τις, ἐκ προσώπου πάντων τῶν ἐνταῦθα, διερμηνεύων ὡς ἄριστα τά αἰσθήματα ἡμῶν, προσθέτει:

«Τό Ρέθυμνο εἶναι μικρό, μα’χει καρδιά μεγάλη,

πού ἄνοιξε διάπλατα μέσα της νά Σᾶς βάλει.

Τῆς Οἰκουμένης εἶστε Ἐσεῖς ὁ φάρος κι ἡ Ἀξία

κι ὁ Καπετάνιος ὁ σεμνός, γιά τήν Ὀρθοδοξία.

Ἡ Οἰκουμένη βρίσκεται σέ σύγχυση καί τρόμο,

ἄν Σᾶς ἀκούσει, σίγουρα θά βρεῖ τόν ἴσιο δρόμο.»

Παναγιώτατε,

Ὡς πενιχρόν ἀντιδώρημα εἰς τό μέγα δῶρον τῆς Ἐπισκέψεως Ὑμῶν εἰς τήν Ἱεράν ταύτην ἐπαρχίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, καί εἰς ἀνάμνησιν αὐτῆς, δεχθῆτε παρακαλῶ ἀπό μέρους τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ταῦτα τά ἐλάχιστα, ἐκ τῆς εὐγόνου, ὅμως, γῆς καί ἐκ τῶν ταπεινῶν χειρῶν ἡμῶν προερχόμενα. Ὀλίγον λάβδανον, ἐκ τῆς ἐνορίας Σισσῶν, μέ τήν ταπεινήν παράκλησιν ὅπως διαφυλάξητε τοῦτο εἰς τό Πατριαρχικόν Μυροφυλάκειον, διά νά τό χρησιμοποιήσητε, σύν Θεῷ, εἰς τήν ἑπομένην τοῦ ἁγίου Μύρου παρασκευήν, τήν τετάρτην τῆς φωτεινῆς Πατριαρχίας Ὑμῶν. Δεχθῆτε ὡσαύτως καί μίαν ὑφαντήν Στολήν, ποιηθεῖσαν εἰς μίαν ἱστορικήν γυναικείαν Μονήν τῆς Ἐπαρχίας ἡμῶν, τήν τῆς Ἁγίας Εἰρήνης, παρά χειρῶν μοναχικῶν, αἱ ὁποῖαι, ἀποκλειστικῶς καί μόνον ὑψοῦνται ἱκέτιδες εἰς τόν οὐρανόν καί ἀόκνως ἐργάζονται διά τήν δόξαν τοῦ Παναγίου Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. Τό σχέδιον τῆς Ἀρχιερατικῆς ταύτης στολῆς ἐβασίσθη εἰς τοιχογραφίαν τῆς περιωνύμου Μονῆς τῆς Χώρας.

Καλῶς ἤλθατε! Εἴησαν τά ἔτη τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος πολλά, πάμφωτα καί θεοδόξαστα!»

Ακολούθησε η Αντιφώνηση της η Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, που ευλόγησε το λαό της Μητροπόλεως μας και της Κρήτης και εξέφρασε τη συμπαράσταση του στις δοκιμασίες του Ελληνικού λαού και της χώρας.

Μετά το πέρας της Πατριαρχικής Δοξολογίας η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος πραγματοποίησε τα εγκαίνια της αίθουσας του Κέντρου Ορθοδόξου Πολιτισμού της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, η οποία στο εξής θα φέρει το όνομα Του.

Ο χώρος αυτός βρίσκεται στο ισόγειο του Μητροπολιτικού Μεγάρου στην παλιά πόλη και στο εξής θα φιλοξενεί σημαντικές δραστηριότητες της τοπικής Εκκλησίας και του νεοϊδρυθέντος Κέντρου, με στόχο την ανάδειξη της ιστορίας της Μητροπόλεως μας και της Εκκλησίας της Κρήτης αλλά και την προβολή του Ορθόδοξου Πολιτισμού.

Μετά την τελετή των εγκαινίων ο Παναγιώτατος ανήλθε στο Μητροπολιτικό Μέγαρο, στην είσοδο του οποίου τον ανέμεναν τα παιδιά του Κέντρου Νέων του Δήμου Ρεθύμνου, που τον υποδέχθηκαν, εκ μέρους της νεολαίας, με παραδοσιακά τραγούδια.

Ακολούθησε δεξίωση στην μεγάλη αίθουσα του Μητροπολιτικού Μεγάρου, όπου η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος δέχθηκε τα σεβάσματα των Αρχών, του Ιερού Κλήρου και του ευσεβούς λαού.

Εν συνεχεία ο Παναγιώτατος, η ακολουθία του και όλοι οι συμμετέχοντες στην υποδοχή Του, μετέβησαν στο επί του λόφου του Τιμίου Σταυρού Επισκοπείο της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, όπου πραγματοποιήθηκαν τα Θυρανοίξια του Παρεκκλησίου του Αγίου Αποστόλου Τίτου και πάντων των Ρεθυμνίων Αγίων. Στην αυλή του Επισκοπείου ο Παναγιώτατος φύτευσε μια ελιά σε ανάμνηση της ιστορικής παρουσίας Του στο Ρέθυμνο.

Το πρόγραμμα της πρώτης ημέρας της επισκέψεως της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου ολοκληρώθηκε με παράθεση επισήμου δείπνου προς τιμήν Του από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιο στο Ξενοδοχείο Creta Palace.

Στην προσφώνηση του κατά το επίσημο Δείπνο προς τιμήν του Πατριάρχη, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Ευγένιος είπε τα εξής:

«Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Θεοῦ, μᾶς χαρίζει τάς τελευταίας ὥρας τούς εὐχύμους καρπούς τῆς ἀναστροφῆς μετά τοῦ Τιμίου Προσώπου τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος.

Ἐκ τῆς ὄψεως καί μόνον τούτου, αἱ καρδίαι ἡμῶν ἐπληρώθησαν εὐφροσύνης καί ἀγαλλιάσεως. Παρεκαθήσαμεν ἅπαντες εἰς τήν τράπεζαν τῆς Πατριαρχικῆς καρδίας Ὑμῶν. Ἐνεπλήσθημεν τοῦ ἐλέους τῆς στοργῆς Ὑμῶν. Ἐχορτάσθημεν ἐκ τῶν λόγων τῆς πατρικῆς ἀγάπης Ὑμῶν. Αἰσθανόμεθα ἤδη πεπληρωμένοι, ἐκ τῆς τά ἴσα φερούσης τοῦ Πατριάρχου Ἀβραάμ ξενίας.

Τό δώρημα τοῦτο αἰσθανόμεθα ὡς ἄνωθεν κατερχόμενον, ἐκ τοῦ Πατρός καί Πατριάρχου ἡμῶν. Ἀπεκδεχόμεθα τοῦτο εὐγνωμόνως.

Τό παρατιθέμενον ἐνταῦθα δεῖπνον μᾶλλον ὡς ἀντίδωρον, προσφέρεται εἰς τιμήν τοῦ Πανσεβάστου Προσώπου Ὑμῶν καί παρακαλοῦμεν, δεχθῆτε τοῦτο ὡς ἐλαχίστην ἀναψυχήν διά τούς κόπους εἰς τούς ὁποίους ὑπεβλήθητε πλησίον ἡμῶν ἕως τῆς ὥρας ταύτης.

Παρακαλῶ πολύ, ὅπως εὐλογήσητε πάντας τούς συνδαιτυμόνας, ἰδιαιτέρως τό πρόσωπον τοῦ προσφιλεστάτου κ. Νικολάου Δασκαλαντωνάκη, τήν κ. Μάρι καί τήν οἰκογένειαν αὐτῆς, τούς καλούς οἰκοδεσπότας. Ὡσαύτως, παρακαλῶ εὐλογήσατε τά γεννήματα καί τούς καρπούς τῆς γῆς, τούς τιμίους κόπους τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι σέβονται καί ἀναγνωρίζουν τήν ἱερότητα τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, τήν ὁποίαν ἐπί πολλάς σειράς ἐτῶν, ἡ Παναγιότης Σας διαπρυσίως κηρύσσει εἰς λαούς καί Ὀργανισμούς καί ἀγωνιωδῶς καλεῖ τούτους εἰς ἐγρήγορσιν διά τήν διαφύλαξιν αὐτῆς.

Εὐχαριστῶν ἅπαξ ἔτι διά τήν πατρικήν ἀγάπην καί στοργήν τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, ἐγείρω τό κύπελλον, εὐχόμενος υἱικῶς ὑπέρ τῆς ὑγείας καί τῆς ἐκ Θεοῦ ἐνισχύσεως Αὐτῆς.

Εἴθε, δι’ εὐχῶν τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος, ὡς εὑρισκόμεθα συνευφραινόμενοι κατά τήν ὥραν ταύτην μετ’ Αὐτῆς, οὕτως, νά ἀναδειχθῶμεν ἅπαντες συνδαιτυμόνες καί εἰς τό δεῖπνον τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.»

Εμφανίσεις: 79573
Γίνετε ενεργά η πηγή του Romfea.gr! Στείλτε ειδήσεις και φωτογραφίες που πιστεύετε πως ενδιαφέρουν τους αναγνώστες στο [email protected]
FOLLOW ROMFEA:
top
Has no content to show!