Βέροια: ‘Ιερός πόλεμος’ μεταξύ Κληρικού και του Μητροπολίτη
- Δημιουργηθηκε στις Πέμπτη, 25 Νοεμβρίου 2010
-
Γράφτηκε από τον/την VeriaNet / 16:12
-
Μια "ιερή" αντιλογία, μέσω του διαδικτύου, προέκυψε τις τελευταίες εβδομάδες μεταξύ του προσφάτως αποπεμφθέντος από τη Μητρόπολη Βεροίας Αρχιμανδρίτη Παύλου Δημητρακόπουλου και της "Συνάξεως κληρικών της Μητροπόλεως Βεροίας" (όπως υπογράφει σε κείμενο που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της Μητρόπολης της Βέροιας).
Από τη μία πλευρά, ο ιερωμένος Παύλος Δημητρακόπουλος, γνωστός σε πολλούς στη Βέροια από την παραμονή του στο Μοναστήρι της Μουτσιάλη (όχθες Αλιάκμονα) και τα κηρύγματά του στη Βέροια, κατηγορεί τον Μητροπολίτη Παντελεήμονα για "οικουμενισμό", δηλαδή για αιρετικό που πιστεύει πως οι Χριστιανικές Θρησκείες πρέπει να ενωθούν και εν πάσει περιπτώσει να συνομιλούν και να συμπροσεύχονται.
Από την άλλη οι ιερείς της Μητρόπολης Βέροιας και κατ΄ επέκταση ο ίδιος ο Μητροπολίτης Παντελεήμων, κατηγορούν τον Αρχιμανδρίτη Παύλο για "σκανδαλισμό των πιστών", αναχρονιστικές απόψεις, εμμονές κ.α.
Τα δύο κείμενα, κατά χρονολογική σειρά.
Επιστολή Αρχιμ. Παύλου Δημητρακόπουλου
«Ειπέ τη Εκκλησία» (Ματθ.18,17)
Γιατί εδιώχθηκα από την Ι. Μητρόπολη Βεροίας.
Εθεώρησα αναγκαίο να δημοσιεύσω το παρόν άρθρο, το οποίο αναφέρεται στη σύντομη ομιλία μου προς την ιερατική σύναξη των κληρικών της Ιεράς Μητρόπολεως Βεροίας με θέμα την αίρεση του Οικουμενισμού, 1) διότι ερμηνεύει την αιτία για την οποία εδιώχθηκα από την εν λόγω Μητρόπολη και ενημερώνει τα πνευματικά μου τέκνα και τους φίλους της Ι. Μονής Μεταμορφώσεως Μουτσιάλης για το γεγονός της διώξεώς μου, 2) δίνω την ευκαιρία να την αναγνώσουν όσοι εκ των κληρικών το επιθυμούν, αφού κατά την παραπάνω σύναξη κάποιοι Πατέρες και εν τέλει ο ίδιος ο Μητροπολίτης Βεροίας με διέκοψαν και δεν μου επέτρεψαν να την ολοκληρώσω, και 3) διότι η ομιλία αυτή αποτέλεσε το τελευταίο βήμα, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας «ειπέ τη Εκκλησία» (Ματθ.18,17), μιάς μακροχρόνιας προσπάθειας πλέον των τριών ετών, με υπομνήματα, επιστολές, απολογίες και κατ’ ιδίαν συζητήσεις, να επισημάνω στον άγιο Βεροίας τον κίνδυνο της αιρέσεως του Οικουμενισμού και να τον πείσω να πράξει το καθήκον του, να αναλάβει δηλαδή αντιαιρετικό αγώνα, πλην ματαίως, διότι όπως αποδείχθηκε και όπως θα φανεί στη συνέχεια, όχι μόνο δεν επείσθηκε, αλλά έπραξε το ακριβώς αντίθετο.
Η προσπάθειά μου ξεκίνησε τον Μάϊο του 2007, με την σύνταξη εκτενούς υπο-μνήματος περί Οικουμενισμού, το οποίο υπέγραψαν δύο ακόμη εκ των κληρικών της Μητρόπολεώς μας. Στο υπόμνημα εκφράζουμε στον Σεβασμιώτατο τους προβληματισμούς και την αγωνία μας για την καλπάζουσα εξάπλωση της αιρέσεως, παραθέτουμε ορισμένες αιρετικές θεωρίες που αναπτύχθηκαν μέσα στους κόλπους του Οικουμενισμού και εν τέλει τον παρακαλούμε να πράξη το αυτονόητο, δηλαδή να αναλάβει αντιαιρετικόν αγώνα. Ο Σεβασμιώτατος δεν ετόλμησε να ανατρέψει ή να αμφισβητήσει κάτι από όσα του γράψαμε, ούτε όμως επείσθηκε να πράξει το καθήκον του.
Το Σεπτέμβριο του 2009 του ζήτησα να μου επιτρέψει να ομιλήσω περί Οικουμενισμού σε ιερατική σύναξη κληρικών. Αρνήθηκε κατηγορηματικά και επιμόνως. Γιατί άραγε; Δεν υπάρχει ελευθερία λόγου μέσα στην Εκκλησία; Αν αυτά που θα έλεγα θεωρούσε λανθασμένα, θα μπορούσε μετά την ομιλία μου να με διορθώσει με κατάλληλες μαρτυρίες από την αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας ενώπιον όλων των πατέρων της Μητροπόλεως.
Το να θέλει όμως να μου φράξει το στόμα, μαρτυρεί ένοχη προσπάθεια συγκαλύψεως της αιρέσεως, έλλειψη έγκυρου θεολογικού λόγου, ατμόσφαιρα δεσποτισμού και ποικίλλες σκοπιμότητες που δεν εξυπηρετούν την αλήθεια της πίστεως. Μία τέτοια στάση όχι μόνο δεν τον τιμά καθόλου, αλλά ρίχνει πάρα πολύ χαμηλά την προσωπικότητά του.
Σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις και συζητήσεις περί του εν λόγω θέματος, που είχα κατά καιρούς μαζί του, του έθεσα το απλό ερώτημα: «Είναι ο Οικουμενισμός αίρεση ή όχι;». Ουδέποτε μέχρι τώρα μου έδωσε ξεκάθαρη απάντηση. Πως εξηγείται ένας επίσκοπος με τόση πληθωρική δραστηριότητα να μην έχει αποκρυσταλώσει μία γνώμη πάνω σ’ ένα τόσο καίριο και ζωτικής σημασίας θέμα, όπως είναι η αίρεση του Οικουμενισμού; Πως εξηγείται να μην θέλει να πάρει θέση πάνω σ’ ένα θέμα, το οποίο τον τελευταίο καιρό βρίσκεται στην εκκλησιαστική επικαιρότητα και λόγω των Διαχριστιανικών Διαλόγων αλλά και λόγω της ευρείας κυκλοφορίας ανά την Ελλάδα και όλο τον Ορθόδοξο κόσμο του γνωστού φυλλαδίου «Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού»;
Ο πιστός λαός του Θεού της επαρχίας του περιμένει να πληροφορηθεί την επίσημη θέση του οικείου ποιμένος, καθ’ όσον μάλιστα ακούει ποικίλλες αντικρουόμενες γνώμες και απόψεις και προβληματίζεται. Ήδη το παραπάνω κείμενο έχουν υπογράψει περισσότεροι από 25000 πρόσωπα, εκ των οποίων 8 αρχιερείς, 70 ηγούμενοι ιερών Μονών, περίπου 1000 κληρικοί, μοναχοί και μοναχές από την Ελλάδα και το Εξωτερικό, γέροντες ασκητές από το Άγιον Όρος, καθηγητές Θεολογικών Σχολών, ακαδημαϊκοί διδάσκαλοι, πρόεδροι συλλόγων και σωματείων, εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων και πολλοί άλλοι, ενώ ο αριθμός συνεχώς ανεβαίνει.
Το να θέλει να προ-σπεράσει την νέα διαμορφωθείσα κατάσταση και να κλείσει το θέμα σαν να μην υφίσταται, είναι σαν να κλείνει τα μάτια μπροστά στην πραγματικότητα. Σχετικά με το παραπάνω ερώτημα ούτε εγώ προσωπικά, ούτε όσοι υπογράψαμε το κείμενο «Ομολογία Πίστεως», έχουμε την παραμικρή αμφιβολία. Αν ο Σεβασμιώτατος πιστεύει ότι ο Οικουμενισμός δεν είναι αίρεση ας το διακηρύξει ευθέως και ας μας το αποδείξει με μαρτυρίες από την αγία Γραφή, τους αγίους Πατέρες, και τους κανόνες της Εκκλησίας.
Ας μας αποδείξει ότι οι θεωρίες «των κλάδων», «του δογματικού μινιμαλισμού», «της περιεκτικότητος», «της βαπτισματικής ενότητος», «των αδελφών Εκκλησιών», «των δύο πνευμόνων», και άλλες, που αναπτύχθηκαν μέσα στους κόλπους του Οικουμενισμού, δεν είναι αιρετικές, αλλά σύμφωνες με την δογματική διδασκαλία και την παράδοση της Εκκλησίας μας και ας δημοσιεύσει τις πεποιθήσεις του αυτές στις εκκλησιαστικές εφημερίδες και μαζικά μέσα ενημερώσεως.
Πως εξηγείται ο Σεβασμιώτατος να μην θέλει να απαντήσει στο παραπάνω ερώτημα καθ’ όν χρόνον άγιοι γέροντες και οσιακές μορφές των ημερών μας διέκριναν και επεσήμαναν την πλάνη του Οικουμενισμού και την καταπολέμησαν έργω και λόγω; Θα περιοριστώ να αναφέρω τρείς μόνο περιπτώσεις:
α) την μαρτυρία του Γέροντος Παϊσίου του αγιορείτου, μεγάλου χαρισματούχου γέροντος, του οποίου η αγιότης μαρτυρείται από όλους πανορθοδόξως. Ο γέροντας αυτός, φωτισμένος από την Χάρη του αγίου Πνεύματος, που είχε πλούσια μέσα του, διέκρινε την ολέθρια αυτή αίρεση και την καταπολέμησε με όλες του τις δυνάμεις. Έφθασε μάλιστα στο σημείο, μαζί με όλο σχεδόν το Άγιον Όρος να διακόψει για ένα διάστημα το μνημόσυνο του Πατριάρχου Αθηναγόρα, σαν μια φωνή διαμαρτυρίας για τα επικίνδυνα ανοίγματά του προς τους Ρωμαιοκαθολικούς.[1]
Σε άλλες περιπτώσεις, σε συνάξεις μοναζουσών έλεγε: «Οικουμενισμός και Κοινή Αγορά, ένα κράτος μεγάλο, μια θρησκεία στα μέτρα τους. Αυτά είναι σχέδια διαβόλων»[2]. «Μου έκανε εντύπωση αυτό που μου είπε ένας επίσκοπος από το Πατριαρχείο. Του είχα πεί: «Μα τι κατάσταση είναι αυτή; Από τη μιά ο Οικουμενισμός, από την άλλη ο Σιωνισμός, ο Σατανισμός!...Σε λίγο θα προσκυνούμε τον διάβολο με τα δύο κέρατα αντί για τον δικέφαλο αετό».[3]
Η τελευταία μαρτυρία εμφανίζει τον γέροντα να διαμαρτύρεται σε κάποιον πατριαρχικό επίσκοπο, κατά της αιρέσεως του Οικουμενισμού και να παρουσιάζει τον Οικουμενισμό και τον Σιωνισμό ως τα δύο κέρατα του διαβόλου.
β) την μαρτυρία του εσχάτως ανακηρυχθέντος αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, καθηγητού της Δογματικής στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου: «Ο Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα διά τους ψευδοχριστιανούς, διά τας ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων των ευρωπαϊκών ουμανισμών με επί κεφαλής τον Παπισμόν. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινόν ευαγγελικόν όνομά των είναι η παναίρεσις»[4].
γ) Την μαρτυρία του οσίου γέροντος και μεγάλου Ρώσου αγιορείτου ασκητού, ιδρυτού της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου του Έσσεξ Αγγλίας, αρχ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, την οποία διασώζει ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος στο βιβλίο του «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ»: «Ως Ορθόδοξος εμπειρικός θεολόγος δεν μπορεί να δεχθεί τον περιορισμό της Ορθοδόξου Εκκλησίας και την θεωρία του Οικουμενισμού, τον οποίο θεωρεί «ως μία από τις πιο επικίνδυνες αιρέσεις. Η προσπάθεια μερικών να δημιουργήσουν μιά ‘παγκόσμια και αποστολική εκκλησία’ είναι μια πλανεμένη προσπάθεια».[5]
Στα πλαίσια των κατ’ ιδίαν συζητήσεων, που είχα με τον Σεβασμιώτατο, διετύπωσε τις παρακάτω απόψεις ή ερωτήματα: 1) «Προς το παρόν δεν μπορούμε να πάρουμε θέση απέναντι στον Οικουμενισμό, αλλά οφείλουμε, ακολουθώντας την διοικούσα Εκκλησία, να περιμένουμε την επίσημη θέση και συνοδική της απόφαση σχετικά με το εν λόγω θέμα».
Οι άγιοι Πατέρες μας δεν περίμεναν την επίσημη συνοδική καταδίκη της αιρέσεως, για να πάρουν θέση και να αρχίσουν τον αντιαιρετικό τους αγώνα, αλλά άρχιζαν τον αγώνα αμέσως μετά την εμφάνισή της. Και ακριβώς οι ιδικοί τους αγώνες έφερναν τελικά σαν αποτέλεσμα την σύγκληση συνόδου και την συνοδική καταδίκη της αιρέσεως. Μια ματιά στην εκκλησιαστική μας ιστορία μαρτυρεί, ότι πάντοτε προηγείτο ο αντιαιρετικός αγώνας και επακολουθούσε η σύνοδος, ποτέ δεν γινόταν το αντίθετο.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον οποίο ιδιαίτερα ετίμησε η τοπική Εκκλησία της Βέροιας πέρυσι με την ευκαιρία των 650 χρόνων από την κοίμησή του. Ο αντιαιρετικός του αγώνας αρχίζει περί το 1334.Τότε ήταν ένας απλός ιερομόναχος, ούτε καν επίσκοπος.
Όταν πληροφορήθηκε από μοναχικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης τις αιρετικές διδασκαλίες του Βαρλαάμ, εθεώρησε χρέος του να εγκαταλείψει το ερημητήριο και να κατέβει στον αγώνα. Μετά από επτά χρόνια αγώνων, το 1341, συγκροτήθηκε η πρώτη Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία πανηγυρικά τον εδικαίωσε. Αλοίμονο αν ο άγιος περίμενε να προηγηθεί σύνοδος και μετά να αρχίσει τον αγώνα. Τώρα θα ήμασταν Ουνίτες και όχι Ορθόδοξοι.
2) «Με άκουσες ποτέ να διδάσκω κάτι αιρετικό;». Όχι δεν τον άκουσα, αλλά δεν αρκεί αυτό, το χρέος του δεν φτάνει μέχρις εδώ. Οι άγιοι Πατέρες μας δεν περιορίζονταν μόνον να μη διδάξουν κάποια αιρετική διδασκαλία, (αν το έκαναν αυτό θα ήταν αιρετικοί, δεν θα ήταν άγιοι), αλλά επί πλέον θεωρούσαν χρέος τους να καταπολεμήσουν τις αιρέσεις. Χάριν αυτού του αγώνος έγραφαν αντιαιρετικά συγγράμματα, συγκροτούσαν συνόδους, όπου αναθεμάτιζαν τους αιρετικούς, υπέφεραν εξορίες, διωγμούς, καθαιρέσεις, μαρτύρια και αυτόν ακόμη τον θάνατον.
Τους αντι-αιρετικούς τους λόγους απηύθυναν προς όλο το λαό, γιατί έκριναν ότι όλοι έπρεπε να πληροφορηθούν γύρω από την αίρεση, ακόμη και οι πλέον αγράμματοι, που δεν εγνώριζαν θεολογική ορολογία.
3)«Αφού στην επαρχία μου δεν δρά πλέον η αίρεση, δεν κινδυνεύει το ποίμνιό μου και άρα έχω πράξει το καθήκον μου». Οι άγιοι Πατέρες και ιδιαίτερα όσοι εξ’ αυτών ήταν επίσκοποι, δεν ενδιαφέρονταν μόνον για την επαρχία τους, αλλά για όλη την ανά την Οικουμένην Ορθοδοξία. Μπορεί στη δική τους επαρχία να μην δρούσε η αίρεση, δρούσε όμως σε άλλες και αυτό τους έκανε να πονούν και να πάσχουν, σύμφωνα με τον λόγο του απ. Παύλου: «και είτε πάσχει εν μέλος συμπάσχει πάντα τα μέλη»(Α΄Κορ.-12,26). Αν ενδιαφέρονταν μόνο για την επαρχία τους ποτέ δεν θα συγκροτούσαν τοπικές ή Οικουμενικές Συνόδους, ώστε να καταπολεμήσουν την αίρεση σε παν-ορθόδοξο επίπεδο.Εκτός αυτού είναι πέρα για πέρα βέβαιο, ότι το δηλητήριο της αιρέσεως μεταδίδεται ευχερέστατα στις ψυχές του λογικού του ποιμνίου μέσα από τα μαζικά μέσα ενημερώσεως.
4) «Όλοι αυτοί που υπέγραψαν (το κείμενο «Ομολογία Πίστεως») να κυτάξουν την σωτηρία της ψυχής των, να φροντίσουν τα ποιμαντικά τους καθήκοντα και να μην ασχολούνται με τον Οικουμενισμό». Ασφαλώς κατ’ ουδένα λόγο θα πρέπει να παραμελήσουμε τα ποιμαντικά μας καθήκοντα και την πνευματική καλλιέργεια της ψυχής μας και των ψυχών του λογικού μας ποιμνίου.
Το χρέος μας όμως και η αποστολή μας ως ποιμένων δεν εξαντλείται μόνον σ’ αυτά, αλλ’ οπωσδήποτε πέραν αυτών και στην εκπλήρωση της αποστολικής εντολής, την οποία απηύθυνε ο απ. Παύλος προς τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας της Εφέσου και δι’ αυτών προς όλους εμάς: «Προσέχετε ουν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω εν ώ υμάς το Πνεύμα το άγιον έθετο επισκόπους ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος. Εγώ γαρ οίδα τούτο, ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου» (Πραξ. 20,28-30). Με τους λόγους αυτούς ο απόστολος επισημαίνει τον κίνδυνο από τους ψευδοδιδασκάλους και αιρετικούς, τους οποίους ονομάζει «λύκους βαρείς» και εφιστά την άγρυπνη προσοχή επ’ αυτών, διότι προβλέπει, ότι μετά την αναχώρησή του θα εισέλθουν στη μάνδρα της Εκκλησίας «μη φειδόμενοι του ποιμνίου…λαλούντες διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών».Τους προτρέπει να γίνουν «καλοί ποιμένες» και όχι «μισθωτοί».
«Ο ποιμήν ο καλός», σύμφωνα με την γνωστή παραβολή του Κυρίου, «την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων», κάνει δηλαδή το παν για να σώσει τα λογικά πρόβατα από τον λύκο της αιρέσεως, ενώ αντίθετα «ο μισθωτός…θεωρεί τον λύκον ερχόμενον και αφίησι τα πρόβατα και φεύγει και ο λύκος αρπάζει αυτά και σκορπίζει τα πρόβατα» Από τα παρά πάνω κείμενα συνάγεται, ότι δεν έχει δικαίωμα ο Σεβασμιώτατος να αδιαφορήσει απέναντι στον κίνδυνο της αιρέσεως του Οικουμενισμού. Είναι επίσης άξιον προσοχής το γεγονός, ότι ο απ. Παύλος δεν απηύθυνε τους λόγους αυτούς μόνον προς τον τοπικόν επίσκοπον της Εφέσου, αλλά προς όλους τους πρεσβυτέρους της τοπικής αυτής Εκκλησίας.
Αυτό σημαίνει ότι όλους τους καθιστά υπεύθυνους και όχι μόνο τον επίσκοπο. Το συμπέρασμα είναι ότι την ευθύνη για την διαφύλαξη της πίστεως δεν την έχει μόνον ο επίσκοπος, αλλά και όλο το πρεσβυτέριο. Εάν δε λάβουμε υπ’ όψη μας και την εύστοχη παρατήρηση του αρχ. Γεωργίου Καψάνη ηγουμένου της Ιεράς Μονής Γρηγορίου στο περισπούδαστο έργο του «Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνας»: «Όσον αφορά δε εις την διοίκησιν και την διδασκαλίαν η συμμετοχή του λαού είναι θεμελιώδης, εφ’ όσον ούτος, χαρισματούχος ων και διδακτός Θεού, αποτελεί μετά του κλήρου την αγρυπνούσαν συνείδησιν της Εκκλησίας, ήτις μαρτυρεί (κρίνει, διακρίνει, εγκρίνει και αποδέχεται ή κατακρίνει και απορρίπτει) την διδασκαλίαν και τας πράξεις της Ιεραρχίας, ως απεφάνθησαν και οι Πατριάρχαι της Ανατολής εν τη εγκυκλίω αυτών της 6ης Μαϊου 1848: «ο φύλαξ της Ορθοδοξίας, το σώμα της Εκκλησίας τ.ε. ο λαός αυτός εστίν»,[6] τότε φθάνουμε στο συμπέρασμα, ότι εξ’ ίσου μεγάλη ευθύνη για την διαφύλαξη της πίστεως έχει και αυτός ούτος ο λαός του Θεού.
Επομένως δεν είναι ορθόν ο Σεβασμιώτατος να αποφασίζει για θέματα πίστεως, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν του «την αγρυπνούσαν συνείδησιν της Εκκλησίας», τον κλήρο και τον πιστό λαό. Ούτε είναι ορθό να φιμώνει ή να εκβιάζει με απειλές και τιμωρίες ή και με διωγμό ακόμη από την Μητρόπολη αυτή την «αγρυπνούσα συνείδηση», διότι τότε την καταπνίγει, αλλά οφείλει να την αφήσει να εκφραστεί ελεύθερα και αβίαστα. Εάν δεν το κάνει αυτό θα είναι υπεύθυνος ενώπιον του Θεού εν ημέρα κρίσεως.
Πέραν τούτου ο ίδιος ο απ. Παύλος καταπολέμησε τους ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτες, τους οπαδούς της περιτομής και τους αιρετικούς του γνωστικισμού της εποχής του, τους οποίους αποκαλύπτει στους Κορινθίους: «οι γαρ τοιούτοι ψευδαπόστολοι, εργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού» (Β΄Κορ. 11,13), ενώ παράλληλα μας προτρέπει: «μιμηταί μου γίνεσθε»(Α Κορ.4,16). Η μίμηση αυτή, στην οποία μας καλεί ο απόστολος δεν αφορά μόνον τον ιεραποστολικό ή φιλανθρωπικό τομέα της δράσεώς του, αλλ’ οπωσδήποτε και τους αντιαιρετικούς του αγώνες.
Στην ιερατική σύναξη του παρελθόντος Ιανουαρίου (2010) μας έδωσε την ρητή εντολή: «Σας απαγορεύω οποιοδήποτε λόγο ή ενέργεια υπέρ ή κατά του Οικουμενισμού. Μην ξεχνάτε ότι η Μητρόπολή μας ανήκει στο κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου».Ωστόσο ουδέτερη στάση απέναντι στην αίρεση δεν χωράει, διότι όπως μας βεβαιώνει ο Κύριος, «Ο μη ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστί και ο μη συνάγων μετ’ εμού σκορπίζει» (Ματθ.12,30).
Επομένως ο Σεβασμιώτατος ή θα πάει με την αλήθεια του ευαγγελίου ή θα πάει με την αίρεση. Δεν υπάρχει κάτι ενδιάμεσο μεταξύ αληθείας και ψεύδους, ούτε μεταξύ φωτός και σκότους. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς χαρακτηρίζει την σιωπή απέναντι στην αίρεση τρίτο είδος αθεΐας. Πέραν τούτου ουδείς Πατήρ της Εκκλησίας τήρησε ποτέ ουδέτερη στάση, αλλά όλοι τους αγωνίστηκαν εναντίον των αιρέσεων.
Αλοίμονο αν ο φόβος του Πατριαρχείου, ή η σπουδή να μην έρθει σε σύγκρουση με το Πατριαρχείο, τον απομακρύνει από το καθήκον να εφαρμόσει τις εντολές του ευαγγελίου και να βαδίσει πάνω στα χνάρια των αγίων Πατέρων μας.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνει: «ει που την ευσέβειαν παραβλαπτομένην ίδοις μη προτίμα την ομόνοιαν της αληθείας, αλλ’ ίστασο γενναίως έως θανάτου…την αλήθειαν μηδαμού προδιδούς»[7]. Eξ’ άλλου και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στο ίδιο κλίμα έδρασε. Δεν φοβήθηκε όμως ούτε τον Πατριάρχη Κων-σταντινουπόλεως Καλέκα, ούτε τον Βαρλαάμ, ούτε υπολόγισε αν θα τον φυλακίσουν, ή υβρίσουν, ή συκοφαντήσουν, αλλά όλα αυτά τα υπέμεινε ευχαρίστως, για την αγάπη του Χριστού και την αλήθεια της Ορθοδοξίας. Ποίο το όφελος που ετίμησε τον άγιο Γρηγόριο πέρυσι (2009), με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 650 ετών από την κοίμησή του, με γιορτές και πανηγύρια, με συνέδρια και αρχιερατικά συλλείτουργα, καθ’ όν χρόνον δεν θέλει να τον μιμηθεί, αλλά κουκουλώνει την αίρεση αντί να την καταπολεμήσει;
Τι τον οφελούν οι γιορτές και τα πανηγύρια, που διοργανώνει κάθε χρόνο προς τιμήν του απ. Παύλου (Παύλεια), καθ’ όν χρόνον δεν τον εμπνέει η προτροπή του: «μιμηταί μου γίνεσθε», ώστε να τον μιμηθεί στους αντιαιρετικούς του αγώνες; Τι απολογία θα δώσει εν ημέρα κρίσεως; Αν ο Σεβασμιώτατος, κουκουλώνοντας την αίρεση από φόβο και δειλία προς το Πατριαρχείο, θέλει να πάει στην κόλαση είναι δικαίωμά του. Εγώ δεν πρόκειται να τον ακολουθήσω. Συμβιβασμούς με την αίρεση δεν δέχομαι. Ας γνωρίζει ότι δεν θα παύσω να καταπολεμώ μέχρι τελευταίας μου αναπνοής την αίρεση του Οικουμενισμού.
Πληροφορηθήκαμε από αυτόπτες μάρτυρες, αλλά είδαμε και σε σχετικές φωτογραφίες, ότι πέρυσι τον Νοέμβριο του 2009, συμμετείχε στο Φανάρι στη θρονική εορτή του Πατριαρχείου στο εορταστικό συλλείτουργο, και, παρόντων των Καρδιναλίων του Πάπα, συμπροσευχήθηκε με τους αιρετικούς.Αυτό αποτελεί σοβαρώτατο ολίσθημα και προξενεί μεγάλη θλίψη και οδύνη στις ψυχές μας.Δεν γνωρίζει ο Σεβασμιώτατος, ότι απαγορεύονται οι συμπροσευχές από τους ιερούς κανόνες επί ποινή καθαιρέσεως; Ασφαλώς και γνωρίζει.
Ή μήπως έπαυσαν να ισχύουν; Και βέβαια ισχύουν. Επειδή λοιπόν τους καταπατούν κάποιοι άλλοι αρχιερείς πρέπει να τους καταπατήσει και αυτός; Δεν με ενδιαφέρει εδώ να κρίνω τους πατριαρχικούς, διότι δεν είμαι αρμόδιος προς τούτο. Αυτό θα το κάνουν άλλα πρόσωπα, των οποίων ο λόγος έχει κύρος και βαρύτητα μεγαλύτερη από μένα, όπου και όταν χρειάζεται. Έχω όμως καθήκον να ελέγξω και εκφράσω δημοσίως την έντονη διαμαρτυρία και αποδοκιμασία μου προς τον Μητροπολίτη Βεροίας, διότι με την πράξη του αυτή προκαλεί σκάνδαλο στο ποίμνιό του και γίνεται κακό παράδειγμα προς μίμηση.
Δεν θα κρίνω τα όσα τραγικά συνέβησαν κατά την τελευταία ιερατική Σύναξη του Μαΐου, όπου ζήτησα να λάβω τον λόγο. Και μόνο το ότι δεν ανέχθηκαν να με ακούσουν μέχρι τέλους και δεν μου επέτρεψαν να ολοκληρώσω την ομιλία μου, αυτό λέγει πολλά και ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του.
Ούτε θα κρίνω τις ύβρεις και τις βιαιοπραγίες ορισμένων πατέρων κατά την διάρκεια αυτής της Συνάξεως, όπου ως «ταύροι πίονες» έπεσαν κατά πάνω μου, επειδή τόλμησα να ξεσκεπάσω την αίρεση του Οικουμενισμού και την ένοχη συγκάλυψή της από τον Σεβασμιώτατο.Ένας εξ’ αυτών με άρπαξε από πίσω με το χέρι του και με κάθισε διά της βίας πάνω στο κάθισμα, ενώ ένας άλλος άρπαξε με τα χέρια του το κεφάλι μου και το τράνταζε πέρα δώθε.
Ούτε θα κρίνω τις ύβρεις του Σεβασμιωτάτου προς το πρόσωπό μου: «Πήγαινε να πάρης τα χάπια σου», «είσαι αιρετικός», «είσαι φανατικός», η πρώτη δημοσίως, οι δύο τελευταίες από τηλεφώνου. Ούτε επίσης το γεγονός ότι δεν μου επέτρεψε να ανέβω στο βήμα και να απαντήσω στις κατηγορίες, που διετύπωσε εναντίον μου ενώπιον όλων των πατέρων. Η κρίση ανήκει στον δικαιοκρίτη Θεό. Είναι σύνηθες φαινόμενο, όταν ξεσκεπάζεται η πλάνη, να κατάφεύγει σε τέτοιου είδους μεθοδεύσεις για να κρύψει τη γύμνια και το αίσχος της.
Εγώ τους συγχωρώ όλους από καρδίας και εξακολουθώ να τους αγαπώ, διότι προξένησαν μεγάλο πνευματικό κέρδος στην ψυχή μου. Δεν θα σχολιάσω επίσης την απόφαση του Σεβασμιωτάτου ότι «δεν έχω θέση μέσα στη Μητρόπολη και ότι είμαι ένα ξένο σώμα μέσα σ’ αυτήν». Ποιός είναι ξένο σώμα θα το κρίνει ο Θεός. Τούτο μόνο θα πώ κλείνοντας, ότι χαίρομαι, διότι με αξίωσε ο Θεός να υβρισθώ και να διωχθώ για την αγάπη του Χριστού και την αλήθεια της πίστεως, σύμφωνα με τον λόγον του «μακάριοι εστέ όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού. Χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς» (Ματθ. 5,11-12).
[1] Βλ. Ιερομ. Ισαάκ, «Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου», Άγιον Όρος 2004, σελ. 690-691
[2] «Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι», τομ. Β΄ , Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1999, σελ. 176
[3] «Γέροντος Παϊσίου…», ε.α. σελ. 230-232
[4] Αρχ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Η Ορθόδοξος Εκκλησία και ο Οικουμενισμός, Εκδ. Ιεράς Μονής Αρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο- Σερβία 1974, σελ. 224
[5] Μητρ. Ναυπάκτου και αγίου Βλασίου Ιεροθέου, Οιδα άνθρωπον εν Χριστώ, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Έκδοση Γ΄, 2008
[6] Αρχ. Γεωργίου Καψάνη, «Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνας», Πειραιεύς 1976, σελ. 110-112
[7] PG 60, 611
-Αρχ. Παύλος Δημητρακόπουλος , Πειραιάς 22 Σεπτεμβρίου 2010
Επιστολή "Συνάξεως των Κληρικών Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας"
Ψήφισμα των Κληρικών της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας
ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜ. ΠΑΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΒΕΡΟΙΑΣ, ΝΑΟΥΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΜΠΑΝΙΑΣ
Ψήφισμα της Συνάξεως των κληρικών της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως.
Βέροια, 29 Οκτωβρίου 2010
Εσχάτως, πληροφορηθήκαμε ότι έχει αναρτηθεί σε πολλές ιστοσελίδες του Διαδυκτίου ένα κείμενο που παρουσιάζει αναληθή γεγονότα και το υπογράφει ένας πρώην κληρικός της Μητροπόλεώς μας, ο Αρχιμανδρίτης Παύλος Δημητρακόπουλος. Επειδή, το εν λόγω άρθρο και περισσότερο η κίνηση του π. Παύλου μας λύπησε ιδιαιτέρως, γι’ αυτό με το παρόν κείμενο θα θέλαμε να αποκαταστήσουμε την αλήθεια και να πληροφορήσουμε κάθε ενδιαφερόμενο σχετικά με το ποιμαντικό έργο που επιτελείται στη Μητρόπολή μας και με τα όσα λυπηρά διημοίφθησαν στην Ιερατική Σύναξη του Μαΐου κατά την οποία ο π. Παύλος αποχώρησε από την δύναμη της Μητροπόλεως Βεροίας.
1. Η Ιερά Μητρόπολή μας έχει να επιδείξει ένα πλούσιο πνευματικό, ποιμαντικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό και πολιτισμικό έργο το οποίο εμπνέεται από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας κ.κ. Παντελεήμονα και διακονείται από όλους εμάς. Χάριτι Θεού στην Ιερά Μητρόπολή μας δεν δραστηριοποιούνται έντονα αιρετικές μειονότητες, παρόλ’ αυτά το αντιαιρετικό γραφείο και όλοι οι θεολόγοι κληρικοί καταβάλλουν φιλότιμες προσπάθειες να καταπολεμήσουν τα κατά καιρούς αναφυόμενα δείγματα αιρετικής προπαγάνδας και να ενημερώσουν έγκυρα και έγκαιρα το ποίμνιο για τις κακοδοξίες των ποικιλονύμων αιρέσεων.
Σχετικά με το θρυλούμενο θέμα του Οικουμενισμού εμείς σαν κληρικοί ουδέποτε διαπιστώσαμε στη Μητρόπολή μας κάποια οικουμενιστική κίνηση η συγκρητιστική συμπροσευχή. Απεναντίας το σύνολο κλίμα που επικρατεί είναι ιδιαίτερα παραδοσιακό (πατερικές ομιλίες, στενές επαφές με το Άγιον Όρος - ομιλίες αγιορειτών πατέρων, πρωτοβουλίες για την τέλεση αγρυπνιών και προσκυνημάτων, άνθηση του επιχώριου μοναχισμού κ.α.).
Η κατηγορία του π. Παύλου είναι κατ’ ουσίαν ότι ο Επίσκοπός μας δεν αναλάμβανε την πρωτοβουλία για αντιοικουμενιστικό αγώνα μέσα στα όρια της Μητρόπολης. Όλοι μας και πολύ περισσότερο ο ποιμενάρχης μας συμμεριζόμαστε την αγωνία του π. Παύλου για την διαφύλαξη της Ορθοδοξίας από κάθε αιρετική διδασκαλία και πρακτική αλλά δεν μπορούμε να δεχθούμε τον παράλογο φανατισμό του και την επιμονή του να εγκαταλείψουμε κάθε άλλο ποιμαντικό έργο προς χάριν ενός μονομερούς αντιαιρετικού αγώνα, τη στιγμή μάλιστα που το ποίμνιο μας δεν αντιμετωπίζει τέτοιου είδους προβλήματα.
Είναι τουλάχιστον αντιδεοντολογικό να πιστεύει ένας κληρικός ότι μπορεί να κατευθύνει το ποιμαντικό έργο μιας ολοκληρης Μητρόπολης, επιβάλλοντας στον οικείο ιεράρχη τις απόψεις του και αγνοώντας τις πραγματικές ανάγκες του ποιμνίου.
Κάθε κληρικός στην ενορία του και πολύ περισσότερο ο Επίσκοπος στην επαρχία του είναι υπέυθυνος για το έργο που επιτελεί αφού σαν γνήσιος ποιμένας γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τις ανάγκες του ποιμνίου. Άλλωστε ο Κύριος μας είπε ξεκάθαρα ότι ο ποιμήν ο καλός γινώσκει τα πρόβατα και γινώσκεται υπό των προβάτων, «ο μισθωτός δε, και ουκ ων ποιμήν... αφίησι τα πρόβατα και φεύγει...ότι μισθωτός εστι και ου μέλλει αυτώ περί των προβάτων» όπως έκανε και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο π. Παύλος.
2. Δυστυχώς, η διακονία του εν λόγω κληρικού στη Μητρόπολή μας αποδείχθηκε προβληματική.
Πρώτον, επέδειξε χαρακτηριστική αχαριστία και έλλειψη σεβασμού προς τον Επίσκοπο, γεγονός που μαρτυρείται άλλωστε και από το άηθες κείμενό του. Ο Σεβασμιώτατος εξαρχής τον περιέβαλλε με ιδιαίτερη πατρική αγάπη επιτρέποντάς του να σπουδάσει επί διετία στο εξωτερικό και να διακονήσει ακόμη δύο έτη σε άλλες επαρχίες καταβάλλοντάς του, χωρίς να παράγει έργο στην επαρχία μας, τους μισθούς του. Αντ’ αυτών ο π. Παύλος επέδειξε αγνώμονα και απρεπέστατη στάση προς τον Ποιμενάρχη του.
Δεύτερον, η διακονία του ως ιεροκήρυκος και οι υπόλοιπες δραστηριότητες που ανέλαβε (Σχολή Γονέων, Ακαδημαϊκοί Διάλογοι κ.α.) δημιούργησαν έντονα προβλήματα τόσο σ’ εμάς, τους συνεφημερίους του κληρικούς, όσο και στο ποίμνιο. Οι επισκέψεις του στους Ναούς συνοδεύονταν συνήθως από κάποια ταραχή η παρεξήγηση.
Συχνά, με αδιάκριτο τρόπο και πάνω απ’ όλα άκαιρα παρατηρούσε τους εφημερίους των Ναών για θέματα που δεν άπτονταν της κηρυκτικής του διακονίας, με αποτέλεσμα να ανταλάσσονται λόγοι πικροί και να δημιουργούνται, χωρίς λόγο, εντάσεις.
Κάτι παρόμοιο συνέβαινε και με τους πιστούς. Παρατηρήσεις, εμμονές σε επουσιώδεις λεπτομέρειες, μεσαιωνικές απειλές για την καταδίκη στην αιώνια κόλαση και την απώλεια του ουρανίου στεφάνου σ’ αυτούς που δεν συμφωνούσαν με τις απόψεις του και η κατάχρηση του Βήματος της Μητροπόλεως για την εκφορά προσωπικών του απόψεων είχαν σαν αποτέλεσμα να γίνεται συχνά η Μητρόπολή δέκτης παραπόνων από πολλούς πιστούς που σκανδαλίστηκαν από την ανάρμοστη σε ιερέα στάση του καθώς και από τους προσκεκλημένους καθηγητές στις σειρές διαλέξεων που είχε αναλάβει, αφού με μετά από κάθε ομιλία κατέβαζε τον ομιλητή και χρησιμοποιούσε το Βήμα για να διατυπώσει τις γνωστές απόψεις του.
3. Τέλος, σχετικά με την Σύναξη που διεκτραγωδεί στο κείμενό του ο π. Παύλος, εμείς σαν μάρτυρες των γεγονότων μπορούμε να πιστοποιήσουμε ότι τα πράγματα δεν έγιναν όπως τα περιγράφει.
Μετά την καθιερωμένη εισήγηση της Συνάξεως ο π.Παύλος κατέλαβε γι ?κόμη μία φορά το βήμα. Όλοι μας αγανακτήσαμε και ζητήσαμε επίμονα από τον Σεβασμιώτατο να τον κατεβάσει. Προς έκπληξή μας όμως ο Μητροπολίτης του παραχώρησε το λόγο, προτρέποντας μας να τον ακούσουμε.
Σκοπός του ήταν να καταγγείλει τον Επίσκοπο για παράλειψη καθήκοντος (για το γεγονός δηλαδή ότι ο επίσκοπος δεν έκανε αυτά που του υποδείκνυε ο π.Παύλος). Φυσικό επακόλουθο ήταν να ξεσηκωθεί όλο το σώμα των κληρικών και να τον αποδοκιμάσει φωνάζοντάς του να καθίσει κάτω. Η απάντηση του ήταν : «Είστε όλοι φανατικοί!».
Τα όσα κωμικοτραγικά αναφέρει για κάποιους ιερείς που δήθεν άσκησαν πάνω του σωματική βία ήταν οι μετριοπαθείς προσπάθειες κάποιων πατέρων να τον καθησυχάσουν γιατί είχε εκτραπεί από την ευπρεπή συμπεριφορά. Το χειρότερο όμως από όλα είναι ότι βρισκόμενος εν εξάλλω καταστάσει εκστόμισε λόγια ιδιαιτέρως προσβλητικά και ανόσια για τον Επίσκοπο.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να του υποδειχθεί ότι πλέον, μετά από την έντονη αποδοκιμασία όλων των παρόντων κληρικών, αποτελεί ένα ξένο σώμα στην επαρχία μας. Την ίδια μέρα υπέβαλε παραίτηση στην Μητρόπολη Βεροίας και αίτηση για εγγραφή σε άλλη Μητρόπολη που έγινε αυθημερόν δεκτή, γεγονός που μας προβλημάτισε ιδιαίτερα για το κατά πόσο είχε μεθοδεύσει τα πράγματα προς αυτήν την κατεύθυνση, άσχετα που στο κείμενό του υποστηρίζει ότι εκδιώχθηκε από την Μητρόπολή μας.
Εμείς, σαν αδελφοί του συμπρεσβύτεροι πονούμε για ο,τι έγινε, αλλά θεωρούμε και υποχρέωσή μας με αυτό το κείμενο να καταθέσουμε την προσωπική μας έμπειρία για έναν πνευματικά ασθενή αδελφό μας που μετά τα όσα άτοπα δημιούργησε στην τοπική μας Εκκλησία θέλησε με αντιχριστιανικό τρόπο να διασύρει μέσω του Διαδυκτίου τη Μητρόπολη και όλους εμάς.
Η Σύναξις των Κληρικών
της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας
- Εμφανίσεις: 75937