Περγάμου Ιωάννης "Η Ορθοδοξία δεν θα δυνηθή να επιβιώση, εάν παραμείνη εν απομονώσει"
- Δημιουργηθηκε στις Πέμπτη, 24 Φεβρουαρίου 2011
-
Γράφτηκε από τον/την Γενεύη, Αιμίλιος Πολυγένης 06:00
-
«Η Ορθόδοξος Εκκλησία οφείλη όντως να παρακολουθήση τας συγχρόνους εξελίξεις και να μη κλεισθή εις τον εαυτόν της, δεν δύναται να πράξη τούτο χωρίς να λαμβάνη υπ’όψιν της τας βασικάς αρχάς της εκκλησιολογίας και την μακράν παράδοσιν αυτής», αναφέρει μεταξύ άλλων στην εισήγησή του κατά την έναρξη των εργασιών της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής, ο Σεβ. Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης.
Επίσης, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μητροπολίτης Περγάμου κάνει λόγο για ενίσχυση του συνοδικού συστήματος, πριν την σύγκληση της Μεγάλης και Αγίας Συνόδου.
Συγκεκριμένα αναφέρει: «Επείγεται να ενισχύση το συνοδικόν αυτής σύστημα, δια να μη παραμένη κατατεμαχισμένη εις μεμονωμένας τοπικάς Εκκλησίας, καθ’ ον χρόνον ο κόσμος συρρικνούται ταχύτατα και τα συμβαίνοντα εις την μίαν άκρην της υφηλίου επηρεάζουν αυτοστιγμεί σχεδόν κάθε γωνίαν της γης. Η Ορθοδοξία δεν θα δυνηθή να επιβιώση, εάν παραμείνη εν απομονώσει η εν κατατμήσει εις αυτάρκεις τοπικάς ενότητας. Αποτελεί υψίστην ευθύνην όλων των εμπεπιστευμένων την ηγεσίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως προωθήσουν την ενότητα αυτής παντί σθένει και άνευ χρονοτριβής».
Η εισήγηση του Μητροπολίτη Περγάμου έχει ως εξής:
Σεβάσμιοι και αγαπητοί εν Κυρίω αδελφοί, οι εκπροσωπούντες τας αγιωτάτας Ορθοδόξους Εκκλησίας εν τη Επιτροπή ταύτη,
Η χάρις του εν Τριάδι Θεού ημών αξιώνει και πάλιν ημάς να συνέλθωμεν επί το αυτό, ίνα συνεχίσωμεν το ανατεθέν τη ημετέρα Επιτροπή έργον της προπαρασκευής των θεμάτων, τα οποία θα απασχολήσουν την μέλλουσαν να συνέλθη, συν Θεώ, Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον της Αγιωτάτης Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας.
Εκ μέρους της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κυρίου κυρίου Βαρθολομαίου χαιρετίζομεν εν πολλή αγάπη και τιμή ένα έκαστον εξ υμών, υποδεχόμενοι υμάς εις τον οίκον τούτον του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως φιλοξενουμένους αυτού, και παρακαλούμεν, όπως μεταφέρητε εις τους σεπτούς Προκαθημένους των ων εκπροσωπείτε Εκκλησιών τας ευγνώμονας ευχαριστίας ημών δια την πρόφρονα ανταπόκρισιν αυτών εις την πρόσκλησιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου δια την πραγματοποίησιν της παρούσης συναντήσεως.
Ευχόμεθα, όπως η διαμονή υμών ενταύθα είναι κατά πάντα ικανοποιητική, η δε συνεργασία ημών αγαστή και καρποφόρος προς εκπλήρωσιν της ανατεθείσης ημίν ευθύνης εις δόξαν του Παναγάθου Θεού και προαγωγήν της ενότητος της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας.
Ως είναι ήδη γνωστόν, οι Προκαθήμενοι των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, συνελθόντες εν Φαναρίω κατά μήνα Οκτώβριον του έτους 2008, απεδέχθησαν την πρότασιν της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, όπως επισπευσθή η προετοιμασία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της αγιωτάτης ημών Εκκλησίας δια της άνευ χρονοτριβής ενεργοποιήσεως των αρμοδίων διορθοδόξων οργάνων.
Ούτω, τον Ιούνιον του έτους 2009 συνήλθεν ενταύθα η Δ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις, ήτις και επελήφθη, θεία χάριτι, επιτυχώς του ακανθώδους θέματος της Ορθοδόξου Διασποράς δι’ αποφάσεων, αι οποίαι, γενόμεναι δεκταί πανορθοδόξως μεθ’ ικανοποιήσεως, ετέθησαν ήδη εις εφαρμογήν εν τη Ορθοδόξω Διασπορά.
Εν συνεχεία τον Δεκέμβριον του αυτού έτους 2009 συνήλθεν ενταύθα η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου προς προπαρασκευήν των υπολειπομένων θεμάτων της Συνόδου, ήτοι του Αυτοκεφάλου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού, του Αυτονόμου και του τρόπου ανακηρύξεως τούτου, και τέλος της τάξεως των ιερών Διπτύχων, τα οποία ακολουθεί και εφαρμόζει η Εκκλησία ημών.
Εκ των θεμάτων τούτων η Προπαρασκευαστική Επιτροπή ωλοκλήρωσε το έργον της, ως προς το θέμα του Αυτονόμου, ησχολήθη δε και με το θέμα του Αυτοκεφάλου από του σημείου, εις το οποίον είχεν αφήσει αυτό η προηγούμενη συνάντησις της Επιτροπής εν έτει 1993, καταλήξασα εις συμφωνίαν, ήτις απετυπώθη εις τα υπογραφέντα πρακτικά ως ακολούθως:
«Η Επιτροπή εμελέτησεν, εν πρώτοις, το περιεχόμενον της παραγράφου 3 γ’ του υπό της προηγουμένης, εν έτει 1993 συνελθούσης, Συνελεύσεως αυτής εγκριθέντος κειμένου περί του Αυτοκεφάλου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού.
Η παράγραφος αύτη παρεπέμφθη εις την παρούσαν Επιτροπήν προς πληρεστέραν επεξεργασίαν και αναζήτησιν της επ’ αυτής ενιαίας θέσεως των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Επί του θέματος αυτού η Επιτροπή ενέκρινε το κάτωθι κείμενον:
3 γ) Εκφράζων την συγκατάθεσιν της Εκκλησίας - μητρός και την πανορθόδοξον συναίνεσιν ο Οικουμενικός Πατριάρχης ανακηρύσσει επισήμως το αυτοκέφαλον της αιτησαμένης Εκκλησίας δια της εκδόσεως του Τόμου της Αυτοκεφαλίας.
Ο Τόμος ούτος υπογράφεται υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου, συμμαρτυρούντων εν αυτώ δια της υπογραφής αυτών των Μακαριωτάτων Προκαθημένων των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, προς τούτο προσκαλουμένων υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου»[1].
Εκ τούτων καταφαίνεται ότι το προκείμενον ημίν έργον ως προς το θέμα του Αυτοκεφάλου συνίσταται εις την εξέτασιν δύο και μόνον κατ’ ουσίαν ζητημάτων.
Τούτο μεν του περιεχομένου του Τόμου, δι’ ου θα ανακηρύσσεται το Αυτοκέφαλον Εκκλησίας τινός, τούτο δε του τρόπου της υπογραφής αυτού.
Περί του τελευταίου τούτου σημείου εγένετο μακρά συζήτησις και εγένοντο διάφοροι προτάσεις κατά την προηγουμένην συνάντησιν της Επιτροπής ημών, αι οποίαι θα ήτο άσκοπον και επιζημίως χρονοβόρον να επαναληφθούν και κατά την παρούσαν συνάντησιν.
Διο και προτείνεται, όπως περιορισθή η συζήτησις εις την μη τυχούσαν τότε γενικής αποδοχής πρότασιν της αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου περί του τρόπου υπογραφής του Τόμου Αυτοκεφαλίας, δια της υποβολής εναλλακτικών τυχόν προτάσεων εκ μέρους κυρίως των διαφωνούντων προς την εν λόγω πρότασιν.
Δοθέντος ότι ο χρόνος ημών τυγχάνει περιορισμένος και είναι ανάγκη όπως προχωρήσωμεν και εις την εξέτασιν του θέματος των Διπτύχων προτείνομεν, όπως αφιερώσωμεν εις το θέμα τούτο, του τρόπου δηλονότι υπογραφής του Τόμου, την πρώτην ημέραν των κυρίως εργασιών ημών, την δε δευτέραν εις το ζήτημα του περιεχομένου του Τόμου Αυτοκεφαλίας, ώστε να δοθή χρόνος και δια την εξέτασιν του θέματος των Διπτύχων.
Εάν η πρότασις αύτη τυγχάνη της εγκρίσεως υμών, τότε θα επιτραπή εις την έδραν να μεριμνήση δια την αυστηράν τήρησιν του χρονοδιαγράμματος τούτου, ζητούσα την κατανόησιν και συνεργασίαν ενός εκάστου εξ ημών.
Σεβάσμιοι και αγαπητοί αδελφοί,
Η Ορθόδοξος Εκκλησία πορευομένη προς την αποφασθείσαν να συγκλιθή Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον αυτής επιθυμεί να ανταποκριθή εις τας ανάγκας των καιρών, αι οποίαι και επιβάλλουν στενοτέραν και τακτικοτέραν επικοινωνίαν των κατά τόπους Εκκλησιών.
Δια τούτο και επείγεται να ενισχύση το συνοδικόν αυτής σύστημα, δια να μη παραμένη κατατεμαχισμένη εις μεμονωμένας τοπικάς Εκκλησίας, καθ’ ον χρόνον ο κόσμος συρρικνούται ταχύτατα και τα συμβαίνοντα εις την μίαν άκρην της υφηλίου επηρεάζουν αυτοστιγμεί σχεδόν κάθε γωνίαν της γης.
Η Ορθοδοξία δεν θα δυνηθή να επιβιώση, εάν παραμείνη εν απομονώσει η εν κατατμήσει εις αυτάρκεις τοπικάς ενότητας.
Αποτελεί υψίστην ευθύνην όλων των εμπεπιστευμένων την ηγεσίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως προωθήσουν την ενότητα αυτής παντί σθένει και άνευ χρονοτριβής. Διο και η σύγκλησις της από πέντε περίπου δεκαετιών (!) αποφασισθείσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου επείγει. Ας έχωμεν τούτο κατά νουν και ημείς κατά τας εργασίας της Επιτροπής ημών.
Αλλ’ εάν η Ορθόδοξος Εκκλησία οφείλη όντως να παρακολουθήση τας συγχρόνους εξελίξεις και να μη κλεισθή εις τον εαυτόν της, δεν δύναται να πράξη τούτο χωρίς να λαμβάνη υπ’όψιν της τας βασικάς αρχάς της εκκλησιολογίας και την μακράν παάδοσιν αυτής.
Ιδιαιτέρως ισχύει τούτο προκειμένου περί θεμάτων οία τα απασχολούντα την Επιτροπήν ημών, τα οποία άπτονται της εκκλησιολογίας και της κανονικής διαρθρώσεως της Εκκλησίας. Και ως προς μεν την εκκλησιολογίαν, είναι σαφές ότι το κρίσιμον ερώτημα, το οποίον υπόκειται εις τα προς συζήτησιν θέματα είναι εκείνο της σχέσεως μεταξύ της τοπικής Εκκλησίας και της κατά την οικουμένην μιας Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Επ’ αυτού η Ορθόδοξος εκκλησιολογία αποφεύγει και αποκλείει τόσον τον τοπικισμόν του Προτεσταντισμού, όσον και τον συγκεντρωτισμόν του Ρωμαιοκαθολικισμού.
Ατυχώς, το Αυτοκέφαλον τείνει να οδηγήση την Ορθόδοξον Εκκλησίαν προς την προτεσταντικήν κατεύθυνσιν του τοπικισμού, και δια τούτο απαιτείται ιδιαιτέρα προσοχή εις τον χειρισμόν του.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία διαθέτει ως ασφαλή οδηγόν αυτής εν προκειμένω τον 34ον ιερόν κανόνα των αγίων Αποστόλων, τον κυρωθέντα υπό της αγίας Πενθέκτης οικουμενικής Συνόδου, όστις και διασφαλίζει πλήρως την ισορροπίαν μεταξύ της πληρότητος και της καθολικότητος εκάστης τοπικής Εκκλησίας και της ενότητος και κοινωνίας αυτής μετά των λοιπών Εκκλησιών.
Εμπνεόμενος υπό της ευχαριστιακής εμπειρίας της Εκκλησίας, κατά την οποίαν ο Κύριος μελίζεται, αλλά δεν διαιρείται, ο κανών ούτος προστατεύει την Εκκλησίαν τόσον από τον τοπικισμόν του Προτεσταντισμού, όσον και από τον συγκεντρωτισμόν του Ρωμαιοκαθολικισμού. Έστω, όθεν, ούτος οδηγός και εις τας εργασίας ημών.
Ειδικώς ως προς το προς εξέτασιν κατά την παρούσαν συνάντησιν ημών θέμα, του περιεχομένου δηλονότι και του τρόπου υπογραφής του Τόμου της ανακηρύξεως Εκκλησίας τινός ως αυτοκεφάλου, η παράδοσις της Εκκλησίας ημών δύναται να αποτελέση και πάλιν οδηγόν εις τας αποφάσεις ημών, δοθέντος ότι και κατά το παρελθόν η Εκκλησία ημών ευρέθη προ παρομοίων καταστάσεων.
Εάν ανατρέξωμεν εις τα διασωθέντα κείμενα συντάξεως και υπογραφής των σχετικών Τόμων, θα δυνηθώμεν να καταλήξωμεν εις συμφωνίαν, η οποία και τας συγχρόνους ανάγκας της Εκκλησίας θα ικανοποιήση, και πιστούς θα καταστήση ημάς εις την εκκλησιαστικήν ημών παράδοσιν.
Αναφορικώς προς το θέμα των Διπτύχων, η παρούσα διαφοροποίησις των Ορθοδόξων Εκκλησιών ως προς την τάξιν της μνημονεύσεως αυτών αποτελεί δυσάρεστον κατάστασιν, τόσον διότι εμφανίζει ημάς διηρημένους κατά την ιερωτέραν στιγμήν της εκκλησιαστικής ημών ζωής, ήτοι εν τη Θεία Ευχαριστία, όσον και διότι δημιουργεί εν τη πράξει δυσχερείας θιγούσας την φιλοτιμίαν ωρισμένων Εκκλησιών.
Είναι δε δια τούτο ανάγκη να χωρήσωμεν εις την επίλυσιν και του θέματος αυτού, καθ’ ο, άλλωστε, έχομεν χρέος εκ της ανατεθείσης ημίν εντολής, λαμβάνοντες υπ’ όψιν τα κριτήρια, τα οποία ίσχυσαν και επ’ αυτού κατά την μακραίωνα παράδοσιν της Εκκλησίας.
Σεβάσμιοι και αγαπητοί αδελφοί,
Η παρούσα συνάντησις της Επιτροπής ημών είναι κρίσιμος. Από ημάς εδώ εξαρτάται, εάν θα χωρήση η Εκκλησία ημών προς την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον αυτής η θα διακηρύξη την αδυναμίαν αυτής να πράξη τούτο, απογοητεύουσα το πλήρωμα αυτής και καθισταμένη περίγελως έναντι των εκτός.
Το γεγονός ότι αι αποφάσεις ημών λαμβάνονται, κατά τον ισχύοντα Κανονισμόν, εν ομοφωνία καθιστά εκάστην εκ των αντιπροσωπειών ημών υπεύθυνον δια την πορείαν, την οποίαν θα λάβουν τα πράγματα εις το μέλλον ως προς την σύγκλησιν της Συνόδου.
Διο και απευθύνομεν ταπεινώς έκκλησιν προς τα μέλη της Επιτροπής να μην εμμείνουν εις τυχόν αρνητικάς τοποθετήσεις των εις περιπτώσεις, κατά τας οποίας διαμορφούται ομοφωνία εν τη πλειονότητι των αντιπροσωπειών.
Τυπικώς μεν, ως εκ του ισχύοντος Κανονισμού, θα είχον ασφαλώς το δικαίωμα τούτο. Ηθικώς όμως θα ήθελον αναλάβει πελωρίαν ευθύνην έναντι της ιστορίας δ’ οιανδήποτε ατυχή κατάληξιν των εργασιών μας.
Τας σκέψεις αυτάς υποβάλλοντες, ταπεινώς εις την αγάπην Σας εναποθέτομεν τας εργασίας της Επιτροπής ημών εις την πνοήν του Παρακλήτου, επικαλούμενοι την χάριν Αυτού, ίνα «εν αγάπη ερριζωμένοι και τεθεμελιωμένοι» (Εφ. 3, 17) «εν ενί στόματι και μία καρδία» διακηρύξωμεν τοις πάσι, τοις εγγύς και τοις μακράν, την σύμπνοιαν ημών εν πάσιν εις δόξαν του ονόματος του εν Τριάδι Θεού ημών.
«Τω δε δυναμένω υπέρ πάντα ποιήσαι υπερεκπερισσού ων αιτούμεθα η νοούμεν κατά την δύναμιν την ενεργουμένην εν ημίν, αυτώ η δόξα εν τη Εκκλησία εν Χριστώ Ιησού εις πάσας τας γενεάς του αιώνος των αιώνων· αμήν» (Εφ. 3,20-21).
_________________________________
* ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ: Το περιεχόμενον του Τόμου Αυτοκεφαλίας και ο τρόπος καταχωρίσεως των υπογραφών των Προκαθημένων των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών παρεπέμφθησαν προς επεξεργασίαν και αναζήτησιν ενιαίας επ’ αυτών θέσεως των Εκκλησιών εις την επομένην Διορθόδοξον Προπαρασκευαστικήν Επιτροπήν.
- Εμφανίσεις: 94907