Ομιλία Μητροπολίτη Μαρωνείας σε εκδήλωση των Κ.ΑΠ.Π.Η. Κομοτηνής

omilia-maronias-3

Τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 19ης Μαρτίου 2015, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μαρωνείας καί Κομοτηνῆς κ. Παντελεήμων εὐγενῶς προσκληθείς ὑπό τῆς διοικήσεως τῶν Α΄ καί Β΄ Κ.ΑΠ.Π.Η. τοῦ Δήμου Κομοτηνῆς μετέσχε τῶν ἐκδηλώσεων τῆς Ἐθνικῆς Ἐπετείου τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821.

Κατ΄ αὐτήν ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων ἀνέπτυξε εἰσήγησιν μέ θέμα:

«ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΓΕΝΟΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟ 1821»

Κατωτέρω παρατίθεται τό κείμενο τῆς ὀμιλίας τοῦ Σεβασμιωτάτου, ὡς ἑξῆς:

Η σημερινή εορτή είναι διπλή, θρησκευτική και εθνική. Τόσο στην θρησκευτική, όσο και στην εθνική της διάσταση, είναι εορτή της ελευθερίας και της αισιοδοξίας, πνευματικώς μεν διότι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου έφερε στους ανθρώπους το αίσιο μήνυμα της απελευθερώσεως από την αρχαία κατάρα και της σωτηρίας από τις συνέπειες της αρχέγονης παρακοής στο θέλημα του Θεού, εθνικώς δε διότι η έναρξη της επαναστάσεως του 1821 προοιώνιζε την ευτυχή έκβαση του αγώνα και την ίδρυση του πρώτου ελεύθερου ελληνικού κράτους. Γι’ αυτό μάλιστα οι αγωνιστές του ’21 διάλεξαν την ημέρα αυτή ως συμβολική έναρξη της επανάστασης, διότι στις καρδιές των υποδούλων Ελλήνων η εορτή του Ευαγγελισμού είχε άρρηκτα συνδεθεί με την απελευθέρωση από τα δεσμά και την αισιόδοξη αντιμετώπιση των επερχομένων.

Η επανάσταση του 1821 αποτέλεσε όχι μόνο την ουσιαστική έναρξη του νεοελληνικού ελεύθερου πολιτικού μας βίου, αλλά και το βασικό και κομβικό σημείο για την συστηματική και ανεμπόδιστη έκφραση της ταυτότητάς μας, εθνικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής. Κι αυτό επειδή μετά την επανάσταση, ήδη σε εκείνο το πρώτο και μικρό ελληνικό κράτος που προήλθε από αυτήν, μετά από τετρακόσια χρόνια απεχθούς σκλαβιάς, το Γένος ήταν πλέον ελεύθερο να εκφραστεί και να δημιουργήσει αυτοδιοικούμενο, οι Έλληνες μπορούσαν πλέον ελεύθερα να λατρεύουν τον Τριαδικό Θεό, να ασκούν τα πατροπαράδοτα ελληνορθόδοξα έθιμά τους και να καλλιεργούν τα ελληνικά γράμματα, χωρίς τον φόβο, την επιβουλή και την αμφίθυμη συχνά βαναυσότητα του Οθωμανού δυνάστη.

Ωστόσο, πέρα από τα επιμέρους πολεμικά, διπλωματικά και ιστορικά γεγονότα, υπάρχουν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά του αγώνα του 1821 που αξίζει να μελετηθούν και να τονιστούν περισσότερο, και μάλιστα στην παρούσα κρίσιμη για τον τόπο μας συγκυρία, δίνοντας μια εικόνα στην οποία βεβαίως εγγράφεται όλες οι επιμέρους περιπτώσεις. Έτσι, θα πρέπει να τονιστεί η γενικότερη σχέση της Ορθοδοξίας και της Ορθόδοξης Εκκλησίας με την επανάσταση, δεδομένου ότι πάντοτε υπήρξαν, αλλά και τα τελευταία χρόνια μεμονωμένα ακούγονται, φωνές οι οποίες όχι μόνο αμφισβητούν την ενεργό συμμετοχή της Εκκλησίας στον αγώνα, αλλά και υποστηρίζουν ότι ο κλήρος υπήρξε αρνητικός και αντίθετος απέναντι στην επανάσταση του 1821.

Κι όμως, όπως καθαρά φαίνεται από τις πηγές της εποχής και το συντριπτικά μεγαλύτερο και σπουδαιότερο μέρος της σχετικής βιβλιογραφίας, πλήθος κληρικών όλων των βαθμών του ιερού κλήρου αγωνίστηκαν με λόγο και έργο, και πολλοί θυσίασαν τη ζωή τους στο βωμό της ελευθερίας. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε και όσους βασανίστηκαν και πέθαναν μαρτυρικά τα χρόνια της τουρκοκρατίας για να δώσουν το παράδειγμα της υπέρ πίστεως και πατρίδος θυσίας στου υπόδουλο ποίμνιό τους, όσους δηλαδή τιμώνται σήμερα από την Εκκλησία μας ως ιερομάρτυρες, ως κληρικοί νεομάρτυρες, τότε η εικόνα που σχηματίζεται μπροστά στα μάτια μας είναι αυτή της πλήρους και καθολικής συμμετοχής του ορθόδοξου κλήρου στην αντίσταση και στην επανάσταση. Οι υπάρχουσες ιστορικές πηγές είναι αψευδείς μάρτυρες, το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να τις προσεγγίσουμε με διάθεση ανακάλυψης της αλήθειας, χωρίς ιδεολογικούς φανατισμούς και πωρώσεις συνειδησιακές.

Στην πραγματικότητα, κληρικοί υπήρξαν, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, οι δάσκαλοι και οι φωτιστές του υπόδουλου Γένους, έστω και αν η ιερατική ιδιότητά τους συχνά αποσιωπάται από τμήμα της τρέχουσας βιβλιογραφίας. Το δε παράδειγμα του ιερομάρτυρος αγίου Κοσμά του Αιτωλού, τα τριακόσια χρόνια από το μαρτύριο του οποίου τιμούμε εφέτος, είναι απολύτως ενδεικτικό αυτής της πραγματικότητας, αλλά και του σπουδαίου και μοναδικού ρόλου της Εκκλησίας τόσο στην στερέωση του Γένους στην πίστη και στην ταυτότητά του, όσο και στην αποτροπή των εξισλαμισμών, που στερούσαν τη Ρωμηοσύνη από σημαντικό μέρος του άνθους της. Θυμίζω πρόχειρα εδώ, για να φανεί πόσο ανυπόστατες είναι οι απόψεις ότι η εθνική συνείδησή μας δημιουργήθηκε μετά την επανάσταση του 1821, όπως ελάχιστοι ιστορικοί ισχυρίζονται, ότι σε όλη την περίοδο της τουρκοκρατίας για όσους εξισλαμίζονταν χρησιμοποιούσαν το ρήμα «τουρκεύω», πράγμα που δείχνει πόσο άρρηκτα δεμένη ήταν η εθνική με την θρησκευτική και την πολιτισμική υπόσταση του Γένους μας.

Η σχέση της Εκκλησίας με την επανάσταση του 1821 είναι μακρά και δοκιμασμένη. Εδράζεται στο γεγονός της συμμετοχής του κλήρου, μαζί με τις υπόλοιπες πνευματικές, οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις του Γένους, στην προετοιμασία, στην έκρηξη και στη διεξαγωγή του αγώνα. Πηγάζει δε από την αμφισβήτηση που κατά καιρούς διατυπώνεται πάνω στο ζήτημα αυτό, από πλευράς λογίων στρατευμένων, που αποζητούν παντί σθένει την αποκοπή μας από τις ρίζες την παράδοση και το παρελθόν μας.

Η σχετική συζήτηση και παρεπόμενη τούτης αντιπαράθεση είναι μεγάλη, και οπωσδήποτε ούτε θα την συνοψίσουμε, ούτε θα την επαναλάβουμε απόψε. Αν την αναφέρουμε, είναι γιατί πιστεύουμε ότι πίσω της κρύβεται μια παλιά ευρύτερη αντιπαράθεση μεταξύ του ημετέρου και του οθνείου, μεταξύ του παραδοσιακού και του ισοπεδωτικά νεωτερικού. Αντιπαράθεση που επιδρά βαθύτατα στις ρίζες αλλά και στην ουσία της υπόστασης και της ιδιοπροσωπίας του Νέου Ελληνισμού, τουλάχιστον όπως οι σύγχρονοί μας Έλληνες την βιώνουν και την αντιλαμβάνονται.

Από πολλές απόψεις, η συζήτηση αυτή βρίσκεται στην καρδιά της δεινής κρίσης που βιώνουμε σήμερα ως κοινωνία, και η οποία, όπως πολλές φορές έχουμε πει, είναι πρωτίστως πνευματική, πολιτισμική και ηθική, και δευτερευόντως οικονομική. Οι ρίζες της βρίσκονται στην αποκήρυξη της παράδοσης και στην διασάλευση της καθημερινής μας πνευματικής τάξης, που εκδηλώθηκαν με την διάλυση του κοινωνικού ιστού, την καταβαράθρωση κάθε κοινωνικής ιεραρχίας, την ταύτιση της ελευθερίας για την ασυδοσία και της δημοκρατίας για την ανεμπόδιστη ικανοποίηση ταπεινών και εφάμαρτων ενστίκτων. Με δυο λόγια στην θηριοποίηση της κοινωνίας μας, που χωρίς ηθικούς φραγμούς παραδόθηκε αμαχητί στους ξένους νεοαποικιοκράτες.

Όλο αυτό το σκηνικό συνδέεται με την επανάσταση του 1821, δεδομένου ότι εκεί βρίσκονται οι ρίζες των τάσεων που επικράτησαν στο Νέο Ελληνικό Κράτος. Επιπροσθέτως, οι αναγνώσεις της ιστορίας μπορούν και πρέπει να είναι διδακτικές, δεδομένου ότι τα πάθη και οι κάθε είδους νοοτροπίες και αντιλήψεις έχουν την τάση συχνά να επαναλαμβάνονται, έστω και υπό νέο κάλυμα, ακόμη και μέσα σε διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες. Η θεμελίωση τότε του ελληνικού κράτους έξω από τα όρια της ελληνικής παράδοσης οδήγησε σταθερά στις προηγούμενες επτά, αλλά και στην παρούσα όγδοη οικονομική πρώχευση.

Η εκκλησία λοιπόν συνδέεται άμεσα με το 1821, την προετοιμασία και την διεξαγωγή της επανάστασης. Κι αυτό το έχει θεμελιώσει και με επιστημονικές πρωτοβουλίες. Το 1971, για παράδειγμα, συμμετέχοντας στον εορτασμό της εθνικής εκατονπεντηκονταετηρίδος, και με πρόταση της «Συνοδικής Επιτροπής επί της Θείας Λατρείας και της εκκλησιαστικής τέχνης», η Εκκλησία εξέδωσε σειρά ολόκληρων μελετών και σχολιασμένων κειμένων λογίων του Γένους, υπό τον γενικό τίτλο «Εκκλησιαστικαί Εκδόσεις Εθνικής Εκατονπεντηκονταετηρίδος».

Τα βιβλία αυτά, κλασικά στη βιβλιογραφία μας μέχρι σήμερα, ανέδειξαν μορφές και γεγονότα, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διδασκάλων του Γένους, που προετοίμασαν την επανάσταση, ήταν κληρικοί, κάτι που σκοπίμως ή ασκόπως αποσιωπάται σήμερα και στα σχολικά εγχειρίδια της ιστορίας.

Είναι απολύτως χαρακτηριστικά όσα έγραφε στον κοινό πρόλογο των βιβλίων αυτών ο Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης κυρός Διονύσιος ο Ψαριανός, λόγιος και μουσικοτραφής ιεράρχης, με κύρος και παρρησία στην εποχή του:

«Είναι γεγονός, και πρέπει να το ομολογήσωμεν, ότι ο πολύς λαός αγνοεί την Ιστορίαν του Έθνους, μάλιστα δε το σπουδαίον πρόσωπον το οποίον διεδραμάτισεν η Εκκλησία διά του ιερού κλήρου εις την διάσωσιν όχι μόνον της ορθοδόξου πίστεως, αλλά και της εθνικής γλώσσης, και εις την προετοιμασίαν της Ελληνικής επαναστάσεως, εις την οποίαν ενεργώς συμμετέσχε με πολλάς και μεγάλας θυσίας. Η Ελληνική επανάστασις είχε το ατύχημα διά το Έθνος να συμπέση με τας αρχάς του παρελθόντος αιώνος και μετά την Γαλλικήν επανάστασιν, εις τους χρόνους δηλαδή του διαφωτισμού και της αρνήσεως, αι ιδέαι των οποίων δυσμενώς επέδρασαν επί του αναγεννωμένου Ελληνικού Έθνους. Την επομένην της μεγάλης επαναστάσεως η Εκκλησία ως θεσμός και ο ιερός κλήρος ως πνευματικός οδηγός του ελληνικού λαού, όχι μόνον ηγνοήθησαν, αλλά και θετικώς απεκλείσθησαν από την ζωήν του Έθνους.

Οι εχθροί του Έθνους και του Χριστιανισμού εδυσφήμησαν την Εκκλησίαν και εσυκοφάντησαν τον ιερόν κλήρον, πολλοί δε και εκ των διανοουμένων της εκατονπεντηκονταετίας, προκατειλημμένοι και αυτοί κατά της Εκκλησίας και ποτισμένοι με το πνεύμα της αρνήσεως, έφθειραν όχι ολίγον το αίσθημα του ορθοδόξου Ελληνικού λαού, τον οποίον εζήτησαν να αποκόψουν από την παράδοσίν του και από την πατρώαν ευσέβειαν. Χαρακτηριστικώς περί ενός εξ αυτών εγράφη το εξής: “Ένας λαός, που μόλις έβγαινε από μια επανάσταση (μισός αιώνας είχε περάσει), που επιχείρησε με θρησκευτικό σύνθημα και την Εκκλησία του επί κεφαλής, σωστό ραχοκόκκαλο του εθνικού σώματος, από κάθε άλλο είχε ανάγκη παρά από τους σαρκασμούς και τις ειρωνείες του Ροΐδη κατά της θρησκείας και της Εκκλησίας”».

Σε συνέχεια εκείνης της προσπάθειας σήμερα, η «Ειδική Συνοδική Επιτροπή Πολιτιστικής Ταυτότητος», με πρόεδρο τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιο, πρότεινε στην Ιερά Σύνοδο, και έγινε αποδεκτό, τη διοργάνωση σειράς δέκα ετησίων συνεδρίων επιστημονικών, διεθνών, εκ των οποίων το πρώτο διοργανώθηκε το 2012 και το δεύτερο θα διοργανωθεί –Θεού θέλοντος– το 2021, με την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση, τα οποία υλοπιούνται από επιτροπή ειδική, με πρόεδρο τον καθηγητή και ακαδημαϊκό κ. Κων. Σβολόπουλο, και των οποίων τα πρακτικά εκδίδονται σε σειρά τόμων. Ο πρώτος τόμος, με τις εισηγήσεις του συνεδρίου του 2012, παρουσιάστηκε επισήμως στην Αθήνα (στις 17 Μαρτίου 2014) με ιδιαίτερη επιτυχία και ευμενή σχόλια από την επιστημονική κοινότητα. Ήδη δε έχει κυκλοφορηθεί ογκώδης δεύτερος τόμος και εκτυπώνεται ο τρίτος, ενώ στη διαδικασία της διοργάνωσης βρίσκεται και το τέταρτο συμπόσιο της σειράς, που συν Θεώ θα λάβει χώρα το Νοέμβριο του 2015. Και η προσπάθεια συνεχίζεται.

Ας δούμε χαρακτηριστικά τα συμπεράσματα των επιστημονικών αυτών μελετών, όπως αποτυπώνονται από την «Ειδική Συνοδική Επιτροπή Πολιτιστικής Ταυτότητος» της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε ειδική ανακοίνωσή της για το θέμα : «Ο Γάλλος Πρόξενος Πουκεβίλ, ο οποίος έζησε τα γεγονότα της Ελληνικής Επαναστάσεως, γράφει ότι 100 Πατριάρχες και Επίσκοποι θανατώθηκαν κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας και του Αγώνος. 80 κινήματα έκαναν οι Έλληνες πριν από το 1821 και στα περισσότερα πρωτοστατούσαν Επίσκοποι. Θυμίζω ότι από το 1680 έως το 1700 η Ανατολική Στερεά ήταν ελεύθερη μετά από την εξέγερση δύο Επισκόπων, του Θηβών Ιεροθέου και του Σαλώνων Φιλοθέου.

Το 1821 βάφεται με το αίμα του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ και του Πατριάρχη Κυρίλλου Στ΄, του από Ανδριανουπόλεως. Εκτός από τον Επίσκοπο της Πάτρας Γερμανό που ευλόγησε το λάβαρο στην Αγία Λαύρα (17 Μαρτίου 1821) και στην Πάτρα (25 Μαρτίου 1821), ο Σαλώνων Ησαΐας κηρύσσει την Επανάσταση στη Φωκίδα και θυσιάζεται στην Αλαμάνα. Στην Πάτμο έρχεται γι’ αυτόν τον σκοπό ο Πάτμιος Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος Παγκώστας και υψώνει και αυτός λάβαρο επαναστατικό. Από τότε δεν ξαναγύρισε στον θρόνο του.

Οι περισσότεροι Επίσκοποι της Πελοποννήσου κλείσθηκαν στη φυλακή του πασά της Τριπολιτσάς από τις αρχές Μαρτίου 1821 και μόνον τρεις βρέθηκαν ζωντανοί όταν μπήκαν οι Έλληνες μετά από 6,5 μήνες. Αυτή τη θυσία των κληρικών ας μην την λησμονούμε. Στην Κύπρο ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρία. Οι Τούρκοι το πληροφορήθηκαν και στις 9 Ιουλίου 1821 έγινε η μεγάλη σφαγή στη Λευκωσία. Θανατώθηκε ο Κυπριανός και όλοι οι Επίσκοποι και οι Αρχιμανδρίτες του νησιού μαζί με τους προκρίτους.

Πολλοί άλλοι Επίσκοποι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον Αγώνα όπως ο Έλους Άνθιμος, ο Βρεσθένης Θεοδώρητος, ο Ανδρούσης Ιωσήφ, ο Ταλαντίου Νεόφυτος. Και στη μεγαλειώδη Έξοδο του Μεσολογγίου ο Επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ, βοηθός του Μητροπολίτη Άρτης Πορφυρίου, θυσιάζεται ανατινάζοντας τον Ανεμόμυλο. Αλλά και στην ηθική και πνευματική προετοιμασία του 1821 ο ρόλος της Εκκλησίας και του Ράσου είναι μαχητικός και πανθομολογούμενος.

Το ελληνορθόδοξο φρόνημα και η εθνική ταυτότητα διαφυλάχθηκαν με τη βοήθεια της Παιδείας, η οποία ήταν κατ’ εξοχήν έργο του ορθοδόξου κλήρου. Σε κρυφά και φανερά σχολεία, αναλόγως των συνθηκών που επικρατούσαν, τα ελληνόπουλα μάθαιναν από τους ιερείς την Πίστη τους, την γλώσσα τους και εγαλουχούντο με τον πόθο για Ελευθερία. Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, από τη γέννηση του οποίου συμπληρώνονται τριακόσια χρόνια, ήταν ιερομόναχος, ίδρυσε διακόσια σχολεία και κήρυξε σε εκατοντάδες πόλεις και χωριά την ελπίδα για το «ποθούμενον», την απελευθέρωση.

Οι Νεομάρτυρες, οι πρώτοι αντιστασιακοί της δουλείας, αρνήθηκαν να τουρκέψουν και δεν φοβήθηκαν τον δήμιο. Την πνευματική τους υποστήριξη και ενθάρρυνση είχαν αναλάβει οι κληρικοί που τους εξομολογούσαν, οι λεγόμενοι «αλείπται». Ορισμένοι διαδίδουν ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο «αφόρισε τον Ρήγα Φεραίο». Τούτο είναι ανακριβές. Η αλήθεια είναι ότι μετά από τις απειλές και τις φορτικές πιέσεις του Σουλτάνου ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ απέστειλε επιστολή στον Μητροπολίτη Σμύρνης Άνθιμο, με την οποία εκφράζει σοβαρές επιφυλάξεις για το κείμενο του Ρήγα που είχε τίτλο «Νέα Πολιτική Διοίκησις», χωρίς να απαξιώνεται η προσωπικότητα του Εθνομάρτυρος.

Είναι εύκολο να ξαναγράφει κάποιος την Ιστορία κατά το δοκούν. Όμως Ιστορία είναι η μελέτη των πηγών. Οι προσωπικές ερμηνείες και παρερμηνείες καταδεικνύουν φανατισμό, εθελοτυφλία και άγνοια των πηγών. Όσοι έζησαν τα γεγονότα, Έλληνες και ξένοι, αγωνιστές και λόγιοι, παραδέχονται ότι χωρίς τον ορθόδοξο κλήρο οι Έλληνες δεν θα είχαν ελευθερωθεί. Διαβάστε τον Νικόλαο Κασομούλη, τον Φωτάκο Χρυσανθόπουλο, τον Ιωάννη Μακρυγιάννη και τόσους άλλους αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων. Ακούστε τι λέει ο λαός μας μέσω του δημοτικού τραγουδιού».

Οι στόχοι των προσπαθειών αυτών, όπως άλλωστε και της σημερινής μας ομιλίας, περιγράφονται άριστα –ίσως και κάπως προφητικά– από τον μακαριστό Μητροπολίτη Κοζάνης Διονύσιο, στον οποίο θα δώσουμε και πάλι το λόγο:

«Δεν αποσκοπείται η μονομερής έξαρσις της Εκκλησίας και η υποτίμησις των λοιπών ηθικών, πνευματικών και υλικών δυνάμεων του Έθνους διά των οποίων προητοιμάσθη και ήχθη εις πέρας το μέγα εγχείρημα, αλλ’ ακριβώς να δειχθή ότι κέντρον και συνισταμέθη του εθνικού βίου πήρξε πάντοτε η Εκκλησία, όχι ως μία εξουσία επί του λαού και οργάνωσις, αλλ’ ως εσωτερική πνοή και δύναμις, ζωοποιούσα το εθνικόν σώμα, ενούσα τα μέλη αυτού διά της κοινής πίστεως και συντονίζουσα τας ενεργείας του. Ορθόδοξος Εκκλησία είναι ο λαός του Κυρίου.

Είναι δε αυτή ακριβώς η ιστορική νεοελληνική πραγματικότης, ήτις αγνοείται κατ’ επηρεασμόν ξένων ιδεολογικών σχημάτων της νεωτέρας εποχής. αλλ’ ο εθνικός βίος των Ελλήνων και η Ελληνική επανάστασις δεν είναι έκφρασις ιδεολογίας τινός, αλλά η συνέχεια και διατήρησις της παραδόσεως της φυλής, η οποία παράδοσις είναι αδιάσπαστος, ενιαία και κοινή, παράδοσις εθνική και θρησκευτική».

Περισσότερο παρά ποτέ, στους κρίσιμους και οριακούς καιρούς μας, η ακριβής, έγκυρη και επιστημονικά ελεγμένη ιστορική γνώση αποτελεί όχι πολυτέλεια, αλλά ανάγκη, συνιστά τροφή πνευματική που οδηγεί σε αυτογνωσία, πατριδογνωσία και εθνική αυτοσυνειδησία. Την γνώση αυτή θέλει να αναδείξει η τοπική μας Εκκλησία, αναδεικνύοντας όσα μας ενώνουν, και όσα αν τα γνωρίζουμε μπορούν να μας κάνουν υπερήφανους και αισιόδοξους, αυξάνοντας τον πατριωτισμό και την αγάπη μας για την Ορθόδοξη Εκκλησία και την πατρίδα μας, για τις παραδόσεις και την παράδοσή μας.

Εύχομαι ο Κύριος να σας διατηρεί εν υγεία, ειρήνη και αγάπη, ώστε να συναντιόμαστε στις κατά καιρούς πνευματικές και επιστημονικές εκδηλώσεις, και όλοι μαζί να ξεπεράσουμε ενωμένοι την δύσκολη συγκυρία από την οποία η πατρίδα και η κοινωνία μας δοκιμάζονται. Η υπέρβαση αυτή δεν θα γίνει, αν η κοινωνία μας δεν στηριχθεί στις δυνάμεις που επί αιώνες την τροφοδοτούσαν και την ζωοποιούσαν, και οι δυνάμεις αυτές έχουν να κάνουν με την εθνική, πολιτιστική και θρησκευτική μας ταυτότητα, με την ιδιοπροσωπία της φυλής και του Γένους μας. Αν υπό το πρίσμα αυτό δούμε και την υπόθεση του ρόλου που η Εκκλησία έπαιξε στην επανάσταση του 1821, με όλες τις εξαιρέσεις που μπορεί να υπήρξαν και οι οποίες δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να επιβεβαιώνουν τον κανόνα, τότε θα ανακαλύψουμε μια ακόμη πηγή από την οποία μπορούμε να αντλήσουμε κρυστάλλινα νάματα για να ξεδιψάσουμε την σημερινή μας πνευματική και πολιτισμική δίψα. Αλλά μπορούμε ακόμη να ανακαλύψουμε και μια κρηπίδα σταθερή, όπου στηριγμένοι θα δούμε με σιγουριά το παρόν και με αισιοδοξία το μέλλον, όπως ακριβώς έκαναν και οι πρόγονοί μας εκείνο τον Μάρτιο του 1821, τον αίσιο και σωτήριο, πνευματικά και εθνικά.

omilia-maronias-2

omilia-maronias-4

Εμφανίσεις: 17393
Γίνετε ενεργά η πηγή του Romfea.gr! Στείλτε ειδήσεις και φωτογραφίες που πιστεύετε πως ενδιαφέρουν τους αναγνώστες στο [email protected]
FOLLOW ROMFEA:
top
Has no content to show!