Η αλήθεια της Ελένης Βιτάλη
- Δημιουργηθηκε στις Πέμπτη, 09 Απριλίου 2015
-
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr - 16.23
-
«Αν έχεις περάσει από την κόλαση, είναι πιθανό να φτάσεις και στην αγιοσύνη» δηλώνει στην μηνιαία θρησκευτική εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια» και στον Γιώργο Μυλωνά, η Ελένη Βιτάλη, σε μια συνέντευξη- ενδοσκόπηση, απ’ την οποία ανασύρει τους αγγέλους αλλά και τους δαίμονες με τους οποίους παλεύει. Χειμαρρώδης, διεισδυτική και με χιούμορ, σε παρασύρει σε περίεργες ιστορίες αβίαστα, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να εντυπωσιάσει. Η Ελένη Βιτάλη είναι όπως ακριβώς η φωνή της: ζεστή, γεμάτη, όμορφη, με ένα ξεχωριστό γρέζι. Λίγο προτού τελειώσει τις κοινές εμφανίσεις της με τους Γιώργο Νταλάρα και Γλυκερία, δείχνει εντυπωσιακά ήρεμη και αισιόδοξη για το μέλλον του τόπου. Ισως γιατί, όπως λέει, «έμαθα τη ζωή, δεν μου χαρίστηκε, τσαλακώθηκα, έπεσα και ξανασηκώθηκα».
Ολο λέει να γράψει ένα βιβλίο, αλλά δεν το ξεκινά...
Μοναχοπαίδι απ’ τα Πατήσια, μεγάλωσε σε οικογένεια μουσικών. Λέει ότι η έμπνευση είναι σαν μια βοήθεια από τον χώρο του αοράτου κι ότι εμείς οι Ελληνες φωνάζουμε όλοι μαζί για να μην μπορέσει να ακουστεί η ψυχή μας.
Δώδεκα ετών ξεκίνησε να τραγουδάει στα πανηγύρια. Η πρώτη της δισκογραφική εμφάνιση ήταν στο πλευρό της Σωτηρίας Μπέλλου.
Σε πρόσφατη συνέντευξή σας διαβάζω ότι «με την πρέσα που φάγαμε, ο κόσμος θα γίνει καλύτερος». Πιστεύετε ότι θα βγάλει και καλύτερα τραγούδια;
Εχω την εντύπωση ότι οι καιροί διαμορφώνουν τους καλλιτέχνες. Η δική μας εποχή είναι ανασφαλής και οι άνθρωποι έχουν ανάγκη για επικοινωνία.
Ερχεται πολύς κόσμος στην παράσταση και, αντί να μου μιλήσουν για το πρόγραμμα ή για τις εντυπώσεις τους, καθένας καταθέτει κάτι προσωπικό… τον πόνο του, την αγωνία του.
Και το οξύμωρο είναι ότι ακόμη και στα μαγαζιά, όπου όλοι βγαίνουν με την παρέα τους, βλέπεις ότι οι περισσότεροι είναι ανάπηροι: Ενώ κρατάνε με τις ώρες το κινητό, αδυνατούνε ν’ απλώσουν το χέρι στον διπλανό τους για να μιλήσουν για τα απλά, καθημερινά, για τον σταυρό που κουβαλά ο καθένας.
Είμαι υπέρ της τεχνολογίας και μακριά από εμένα τέτοιοι αφορισμοί. Από την άλλη, όμως, δεν ξέρω κατά πόσον ο άνθρωπος είναι σε θέση να το διαχειριστεί προς όφελός του. Εδώ τίθεται δηλαδή και ένα θέμα ελευθερίας.
Εξηγήστε το μου λίγο αυτό, πώς εννοείτε εσείς την ελευθερία;
Εχουμε πόλεμο. Και δεν εννοώ τον οικονομικό πόλεμο, που όλοι βιώνουμε. Οι γονείς μου πέρασαν κατοχή, πείνα, δυσκολίες, αλλά ο δικός μας πόλεμος, στην εποχή που τα έχουμε όλα, είναι ύπουλος, χωρίς αίμα, αλλά με βαθιά τραύματα και επίπονο θάνατο.
Είναι ένας πόλεμος ψυχών. Τι εννοώ με αυτό: Οι ψυχές φεύγουν όταν το αποφασίσει ο Θεός.
Οταν, όμως, κάνεις αρνητικές σκέψεις για τον διπλανό σου, έρχεσαι απέναντί του, τότε ζεις την κόλαση εδώ. Εχεις χάσει τον εαυτό σου, την ανθρωπιά σου.
Παλιότερα, θυμάμαι, ήταν και διαφορετικοί οι ρυθμοί της ζωής κι αυτό βοηθούσε στην καθημερινότητα. Το ότι η οικογένεια μαζευόταν γύρω από το τραπέζι και είχες το αίσθημα ότι ανήκεις κάπου, ότι υπήρχε το καφενείο της πλατείας και έβλεπες γνώριμα πρόσωπα, μοιραζόσουν πράγματα, όλα αυτά σου έδιναν κουράγιο, κρατούσαν την ανθρωπιά σου.
Τώρα είσαι εσύ απέναντι στην οθόνη σου. Μπορεί να βλέπεις τα πάντα. Το ερώτημα είναι τα ζεις;
Σ’ αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, πώς σώζεις την ανθρωπιά σου;
Το βίωμά μου είναι αυτό που σας λέω. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη για επικοινωνία και, αν μπορώ να μεταδώσω με τη φωνή μου κάτι που θα μιλήσει στον άλλον, τότε αυτό είναι κέρδος για εμένα.
Η μια πλευρά της πολιτικής μάς λέει «σκεφτείτε, συμμαζευτείτε», και η άλλη «αντιδράστε». Ποια επιλέγετε;
Ο λαϊκισμός των προηγούμενων χρόνων έφερε έναν οχαδερφισμό.
Το παράδειγμα μάλιστα του ανδρός που του άρεσε μια κοπέλα και την επέβαλε ως πρώτη κυρία στη χώρα είναι χαρακτηριστικό, γιατί έβλεπες μια κοινωνία να επαινεί και μάλιστα να καμαρώνει…
Κι εγώ υπήρξα κουλοχέρα, γιατί τον ψήφισα δύο φορές.
Τώρα, όμως, νομίζω ότι τα πράγματα δεν είναι απλώς σε κομβικό σημείο, αλλά είναι μια μεγάλη ευκαιρία ν’ αλλάξει η χώρα.
Πρέπει να πάρουμε το τρενάκι μας και να χαράξουμε πορεία γι’ άλλες πολιτείες, όπως λέει κι ο Σπανουδάκης. Είμαι πολύ αισιόδοξη... Δεν το λέω για μένα, αλλά για τα παιδιά μας. Στ’ αλήθεια, δεν πάει άλλο.
Οπως κι ο Σπανουδάκης, πιστεύετε στο θαύμα…
Ναι, πριν περίπου από 30 χρόνια, όταν κάναμε το «Κύριε των Δυνάμεων», κι αυτός και η γυναίκα του μου εξομολογήθηκαν κάτι αληθινά θαυματουργικό.
Με αυτά τα ζητήματα έχω κι εγώ μια σχέση άμεση, και μάλιστα από παιδί.
Πιστεύω στον άνθρωπο, γιατί πιστεύω στον Θεό. Μ’ ενδιαφέρει να βλέπω την καλή πλευρά αυτού που είναι δίπλα μου, όσο μπορώ και όσο η κρίση μου με βοηθά να το κάνω.
Επειδή δεν είμαι άγγελος, θέλω να μπαίνω στην πλευρά του άλλου και να βλέπω από τη δική του μεριά. Μερικές φορές το ξεχνάω αλλά, όταν το καταφέρνω, μου δίνει ένα αίσθημα χαράς.
Οταν βγαίνεις από τη διαδικασία της κριτικής, μαλακώνει η ψυχή σου και νιώθεις μια πληρότητα.
Υπερβαίνεις έτσι τον εαυτό σου και γίνεσαι καλύτερος. Δεν είναι, λοιπόν, αυτό ένα θαύμα;
«Θυμάμαι τη μάνα τη Μεγάλη
Πέμπτη, που μου έδινε ξίδι
να πιω, όπως και ο Χριστός!»
Νιώθετε έτσι από παιδί ή μεγαλύτερη;
Οχι, έχω χάσει πολύ χρόνο παρατηρώντας τα λάθη των άλλων. Τρωγόμουν με δαύτα πολλά χρόνια και τώρα που μεγαλώνω βλέπω τα πράγματα πιο καθαρά και προσπαθώ να τα εφαρμόσω. Αυτό που πλήρωσα εγώ είναι αυτό που πληρώνουμε πολλοί μέσα στον χώρο που είμαι.
Συνηθίζουμε μέσα στον πολύ κόσμο, στα παλαμάκια και τα χειροκροτήματα, καβαλάμε το καλάμι και μετά πάμε σπίτι μας και μας φαίνεται η καθημερινότητα πολύ μίζερη, και δεν μπορούμε να διακρίνουμε το μεγαλείο στα απλά πράγματα.
Ενα μικρό θαύμα για εμένα ήταν πέρυσι, όταν πήγαμε στους Αγίους Τόπους με τον γιο μου, τη νύφη μου και τον εγγονό μου τον Οδυσσέα. Προσκυνήσαμε στον Αγιο Τάφο και η εμπειρία ήταν μοναδική για όλους μας.
Πώς λοιπόν φτάσατε σ’ αυτήν την ταπείνωση, με τον τρόπο που την περιγράφετε;
Ο Χριστός είναι κοντά στην ταπείνωση. Και πιστεύω απόλυτα, με την κυριολεξία του όρου, στον Χριστό.
Νομίζω όμως ότι γι’ αυτά τα πράγματα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, να μιλάμε με συστολή και να μην προσπαθούμε να κάνουμε προσηλυτισμό.
Αυτό είναι κάτι που απεχθάνομαι και το αποστρέφομαι, όταν νιώθω γύρω μου ότι το κάνουν.
Στην Εκκλησία υπάρχει κάτι που σας ενοχλεί;
Μερίδα του κλήρου κάνει απαράδεκτα πράγματα και διώχνει τον κόσμο από την Εκκλησία. Δεν μπορεί ο παπάς πάνω απ’ τον τάφο, σε μια τόσο ανθρώπινη, προσωπική στιγμή, να διαβάζει γρήγορα, χωρίς νόημα, για να πάρει τα λεφτά και να φύγει.
Βέβαια, και οι παπάδες μας έχουν αδυναμίες και πρέπει να είμαστε επιεικείς μαζί τους, γιατί το ράσο γεννά παθογένειες που δεν τις καταλαβαίνει εύκολα ο κόσμος.
Συχνά αποδίδουμε θεϊκές ιδιότητες στον παπά κι αυτό είναι λάθος, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι άνθρωπος.
Προσωπικά γνωρίζω σπουδαίους ιερείς, που βοηθάνε πολύ κόσμο αυτές τις δύσκολες ώρες, όχι μόνο πνευματικά αλλά και στις καθημερινές μέριμνες.
Πώς θυμάστε το Πάσχα ως παιδί;
Μεγάλωσα στα Πατήσια κι έχω συνδέσει τις μέρες αυτές με την εκκλησία του Αγίου Λουκά. Θυμάμαι τη μάνα τη Μεγάλη Πέμπτη, που μου έδινε ξίδι να πιω, όπως ο Χριστός. Φορούσα τα καλά μου παπουτσάκια και πηγαίναμε στις ακολουθίες.
Ετσι ένιωθε ότι έπρεπε να κάνει σύμφωνα με την παράδοση περισσότερο.
Ο πατέρας μου, αντίθετα, που δεν πήγαινε τακτικά στην Εκκλησία, με τον τρόπο του ήταν περισσότερο χριστιανός. Πίστευε στον Χριστό, αλλά στις απόψεις του ήταν κομμουνιστής.
Συνήθιζε να λέει «δεν υπάρχει άλλος κομμουνιστής από τον Χριστό»! Μ’ έστελνε μάλιστα να του πάρω «Ριζοσπάστη» και «Απογευματινή» και του έλεγα «να πας να πάρεις μόνος σου το ένα» (γέλια)!
Το σόι μου ήταν τελείως τρελό, γι’ αυτό ίσως και έβγαλε μεγάλους μουσικούς.
Εσείς μεγαλώσατε κοντά στους μεγάλους του ελληνικού τραγουδιού.
Το σπίτι μου ήταν μεγάλο σχολείο. Παίρνανε σαντούρια, κιθάρες, βιολιά και γίνονταν αξέχαστες βραδιές. Ο Μπιθικώτσης ήταν κάθε μέρα με τον πατέρα μου.
Ο Βαγγέλης Περπινιάδης, επίσης. Ο πατέρας μου έδινε τραγούδια στον Καζαντζίδη, στον Γαβαλά, στην Μπέλλου αλλά, πέρ’ απ’ αυτό, ήτανε μεγάλος μουσικός ο ίδιος και ήταν ο πρώτος μου δάσκαλος στη μουσική και, βέβαια, στη ζωή.
Ο πατέρας μου με συμβούλευε πάντα: Μη μασάς. Τα έλεγε και μάγκικα, ήταν ωραίος. Μου έμαθε το τσαγανό, όχι τον τσαμπουκά, να είμαι ατίθαση και δυνατή.
Για να φτάσει κάποιος σε μεγάλες ερμηνείες πρέπει πρώτα να πονέσει;
Οχι, σε καμιά περίπτωση. Είναι μια άποψη την οποία σέβομαι και μπορεί, πράγματι, να συμβεί. Αλλά υπάρχουν τόσα παραδείγματα ερμηνευτών που είχαν μια καλή ή φυσιολογική ζωή από το ξεκίνημά τους.
Ο Καζαντζίδης, για παράδειγμα, δεν μεγάλωσε σε λούμπεν καταστάσεις ούτε κι ο Μπιθικώτσης έζησε άσχημα βιώματα.
Ο Γιώργος ο Νταλάρας δεν πέρασε διά πυρός και σιδήρου, ενώ η Χαρούλα Αλεξίου μεγάλωσε σε μια τακτοποιημένη οικογένεια και από την αρχή ήταν μεγάλη τραγουδίστρια.
Η Γλυκερία, τέλος, με την οποία είμαστε κοντά από 20 χρονών παιδιά, είχε μια θαυμάσια οικογένεια και μάλιστα ο πατέρας της ήταν ψάλτης.
Αλλά οι άνθρωποι έχουμε τη συνήθεια, προκειμένου να ερμηνεύουμε το σπουδαίο, ν’ αποδίδουμε με σχετική ευκολία γλυκερές ή δραματικές ταμπέλες, όπως «να, αυτός ο άνθρωπος ο τσαλακωμένος»!
Οχι, η Εντίθ Πιαφ δεν είναι το πρότυπο και, πολύ περισσότερο, δεν είναι ο κανόνας. Δεν χρειάζεται όλα να τα μεγαλοποιούμε.
Τα νέα παιδιά στρέφονται στην τηλεόραση για να προχωρήσουν, με συγκεκριμένο ρεπερτόριο. Πώς βλέπετε το μέλλον του λαϊκού τραγουδιού;
Αγαπώ τη Μελίνα (εννοεί την Ασλανίδου) και πιστεύω ότι κάνει καλή δουλειά.
Προσωπικά, όμως, αυτή η έκθεση με τρομάζει και δεν ξέρω αν είναι πάντα επωφελής για τα παιδιά.
Σίγουρα υπάρχει μια καλή μαγιά καλλιτεχνών που προχωρά καλά, όπως για παράδειγμα ο Χαρούλης κι ο Μάλαμας, αλλά και η Ζουγανέλη με την Αρετή Κετιμέ.
Οι ύμνοι του Πάσχα
Το ντεμπούτο της ως τραγουδίστρια ήταν σε πανηγύρι, στο χωριό Εξαμίλια Κορίνθου. «Ανεβαίνω στο πάλκο με τους μουσικούς και παίζουμε. Το πάλκο είναι στημένο σε μια πλατφόρμα, έχει ρόδες από κάτω και πάνω κιλίμια.
Είχανε δέσει, όμως, τον γάιδαρο με την πλατφόρμα. Ξεκινά η κόρνα στ' αυτιά του γαϊδάρου, φεύγει σαν σίφουνας αυτός, και εμείς πού βρεθήκαμε; Μας πήρε το ρέμα» θυμάται γελώντας.
Είναι φίλοι και συνεργάτες σε πολλά με τον Τάκη Σούκα και ετοιμάζουν την κυκλοφορία νέου δίσκου.
Η Ελένη Βιτάλη έχει αποδώσει μοναδικά ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδας, ενώ στο πλούσιο ρεπερτόριό της έχει ερμηνεύσει βυζαντινούς ύμνους σε μεταγραφή του Σταμάτη Σπανουδάκη.
- Εμφανίσεις: 78284