Τέσσερα χρόνια στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ο Θεόφιλος

&quoImageΤο Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009, συμπληρώνονται 4 χρόνια διακονίας του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου

στον Πατριαρχικό Θρόνο της Σιωνίτιδος Εκκλησίας.

 

Παρακάτω δημοσιεύουμε κείμενο για τα τέσσερα χρόνια του Πατριάρχη Θεοφίλου:

 

Δημιουργία, Συνέπεια, Ανανέωση, Αξιοπιστία

 

Το τετράπτυχο της τετράχρονης Διακονίας του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Μακαριωτάτου κ. Θεοφίλου στον θρόνο της Σιωνίτιδος Εκκλησίας, «Υπό την σκέπη των Θεοφόρων Πατέρων και του Αγίου Πνεύματος το Πατριαρχείο θα ανασυρθεί από το πέλαγος της φθοράς και της απάτης», ήταν τα πρώτα λόγια του Μακαριωτάτου Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου κατά τον ενθρονιστήριο λόγο του στην δοκιμαζόμενη εκείνη την εποχή Σιωνίτιδα Εκκλησία.

 

Τέσσερα χρόνια συμπληρώθηκαν από την 21η Νοεμβρίου 2005, ημέρα ενθρονίσεως του 141ου Πατριάρχου Ιεροσολύμων του Μακαριωτάτου κ. Θεόφιλου στον ιστορικό Ναό της Αναστάσεως σηματοδοτώντας για τη Σιωνίτιδα Εκκλησία μια εποχή υπέρβασης των εντάσεων του πρόσφατου παρελθόντος.

 

Δημιουργία, ανανέωση, συνέπεια και αξιοπιστία υπήρξε το τετράπτυχο της τετράχρονης επιτυχούς διακονίας του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου Γ΄, απώτερος σκοπός της οποίας παραμένει η θωράκιση του παλαιφάτου αυτού θεσμού έναντι κάθε λογής αρνητικών εξωγενών πολιτικο-οικονομικών παραγόντων.

 

Η ειρήνη, η ενότητα και η πρόοδος της Αγιοταφικής Αδελφότητας αποτέλεσαν και συνεχίζουν να αποτελούν για τον Μακαριώτατο κύριο μέλημα, όπως είχε τονίσει ήδη από τον ενθρονιστήριο λόγο του, όπου επισήμανε ότι: «η Σιωνίτιδα Εκκλησία διήλθε δια πυρός και ύδατος μία περίοδο που συντάραξε την Αγία Εκκλησία και το Χριστεπώνυμο πλήρωμα».

 

Πιστός στις δεσμεύσεις του ενθρονιστήριου λόγου του, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος για την αλλαγή στον τρόπο πηδαλουχίας της Σιωνίτιδος Εκκλησίας δεν άργησε να ενσαρκώσει το όραμα της σφυρηλάτησης της ενότητας και της ομόνοιας της Αγιοταφικής Αδελφότητος.

 

Ο μακαριώτατος Πατριάρχης κ. Θεόφιλος

 

Η Α. Θ. Μακαριότης γεννήθηκε στους Γαργαλιάνους το 1952. Το 1964 εγκαθίσταται στα Ιεροσόλυμα και εγγράφεται στην Πατριαρχική Σχολή από την οποία αποφοίτησε το 1970.  Το ίδιο έτος χειροτονήθηκε διάκονος  στον Φρικτό Γολγοθά και το 1975 Πρεσβύτερος, με Συνοδική απόφαση εγγράφεται στην Θεολογική Σχολή Αθηνών. Το 1978  του απονεμήθηκε το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη.

 

Με την ολοκλήρωση των σπουδών του επιστρέφει στην Αγία Πόλη και διορίζεται Γραμματέας στην Αρχιγραμματεία του Πατριαρχείου και Καθηγητής της Πατριαρχικής Σχολής.  Το 1981 απεστάλη στο Πανεπιστήμιο του Durham Αγγλίας για μεταπτυχιακές σπουδές της οποίες ολοκλήρωσε επιτυχώς και μετά την επιστροφή του διορίσθηκε Γραμματέας της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου  και αντιπρόσωπος του Πατριαρχείου στο ΠΣΕ (1986). Στο διάστημα 1991-1996 υπηρέτησε ως ηγούμενος στην Κανά. Το 1997 υπηρετεί ως μέλος της Επιτροπής Δικαστηρίων και απεστάλη στο Qatar. Το 2000 διορίσθηκε μέλος της Ιεράς Συνόδου, ενώ το 2003 διορίζεται υπεύθυνος στο Qatar.  Της 14-2-2005 χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου, ενώ της 22 Αυγ. Του ίδιου έτους εξελέγει παμψηφεί και με ομόφωνη γνώμη από την Ιερά Σύνοδο Πατριάρχης του Παλαιφάτου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.

 

Κύριο Έργο

 

Ως πηδαλιούχος του Πρεσβυγενούς Πατριαρχείου ανέλαβε άμεσα ενεργό δράση μεριμνώντας επιτυχώς για τα κατωτέρω:

 

* Αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας του Πατριαρχείου μετά από μία περίοδο έντονων τριβών, αμφισβητήσεων και νομικών παρατυπιών που αφορούσαν την παραχώρηση αποκλειστικών δικαιωμάτων σε εταιρείες για την εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας του Πατριαρχείου,

 

* Αναβάθμιση της συμμετοχής της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων στα διορθόδοξα και τα διομολογιακά δρώμενα με τη συμμετοχή του α) στη Διηυρυμένη Σύνοδο για τη διαδοχή του Θρόνου της Εκκλησίας της Κύπρου στο Σαμπεζύ Ελβετίας τον Μάιο του 2006, β) στην Ειρηνική Επίσκεψη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κων/πόλεως, γ) στο ΠΣΕ και στο Συμβούλιο Εκκλησιών Μ. Ανατολή, δ) της εργασίες του Council of Religious Institutions of the Holy Land   το 2007 στην Ουάσιγκτον για την προώθηση της ειρηνευτικής διαδικασίας στην Αγία Γη, ε) ως προσκεκλημένος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τον Σεπτέμβριο του 2008 της Βρυξέλλες και ζ) στη Σύνοδο Προκαθημένων της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.

 

* Πλούσιο ανακαινιστικό έργο

 

Ο Μακαριώτατος Πατριάρχης κ. Θεόφιλος από τις πρώτες μέρες της πηδαλουχίας του στην Σιωνίτιδα Εκκλησία ανέπτυξε έντονο ανακαινιστικό έργο χρηματοδοτούμενο από πόρους του ίδιου του Πατριαρχείου. Στα πλαίσια αυτά εντάσσονται η κατωτέρω ανακαινίσεις:

 

Ανακαίνιση των Ι. Ναών και Ηγουμενείων Αγ. Γεωργίου Σάλτης, του ι. ναού της Ι. Μ. Βασιλείου, του ηγουμενείου εν Φχες, του ι. ναού Αγ. Γεωργίου στο Κάρακ, του ι. ναού Αγ. Γεωργίου στο Τουλκάρεμ, του Καθολικού της Ι. Μ. Ποιμένων, του ι. Ναού της Ι. Μ. Αρχαγγέλων, δύο παρεκκλησίων στην Ι. Λαύρα του Αγ. Σάββα, της Ι. Μ. Αβραάμ του Παρεκκλησίου στη Μαδηβά, του ι. ναού της Ι. Μ. Αγ. Νικολάου.

Ανακαινίσεις βοηθητικών χώρων και εκπαιδευτικών κτηρίων, Αποπεράτωση Αίθουσας του Αρχείου Ι. Μ. Αβραάμ, κατασκευή κλιβάνου του Αρτοποιείου του Κεντρικού Μοναστηριού, αποπεράτωση της παλαιάς αίθουσας και των γραφείων του Ηγουμενείου στο Φχες, αποπεράτωση της εν Ζάρκα Σχολής και εγκαίνια αυτής, εργασίες υδροδοτήσεως και δενδροφυτεύσεως στην Ι. Μ. Ποιμένων Ανέγερση Μηπαιγωγείου στο Αμμάν, επέκταση της Σχολής Αγ. Γεωργίου στη Ραμάλα, ανακαίνιση και αναδιοργάνωση του τμήματος χειρογράφων της Πατριαρχικής βιβλιοθήκης, εργασίες μονώσεως και ενισχύσεως της χιλιετούς τοιχοποιίας της Ι. Μ. Παναγίας Σεϊδανάγιας κ.ά.

 

* ίδρυση της Μ. Κ. Ο. Ρωμηοσύνη

σκοποί της οποίας είναι: η στήριξη και διάδοση της μακραίωνης παράδοσης του Αγιοταφικού μοναχισμού και των μνημείων του, η ενίσχυση του πολυμερούς έργου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, η ίδρυση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, η ανάδειξη του πολιτιστικού πλούτου του παλαίφατου θεσμού, η οργάνωση διεθνών συνεδρίων, αλλά και η υλοποίηση κοινωφελών έργων τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

 

Χάρη στη δραστηριότητα της Μ. Κ. Ο. «Ρωμηοσύνη» έχουν δρομολογηθεί η σύσταση Γηροκομείου και η  κατασκευή ξενώνα στην Ιερουσαλήμ, η διεξαγωγή Διεθνούς Συνεδρίου με θέμα «Οι Έλληνες ζητούν να δουν τον Χριστό», η σύσταση Πρότυπου Πατριαρχικού Σχολείου Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Αθήνα και η Στελέχωση της Πατριαρχικής Σχολής με μαθητές και διδακτικό προσωπικό.

 

ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΥΠΟΥ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ κ. ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΗΣ ΣΙΩΝΙΤΙΔΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 

Η τετράχρονη διακονία του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου στο θρόνο της Σιωνίτιδος Εκκλησίας κατά την κρίσιμη ώρα της μετεξέλιξης, των σιωπηρών κραυγών καί της κραυγαλέας σιωπής κατέστη η οστική δύναμη εξόδου στο αδιέξοδο που είχε δημιουργηθεί.

 

Κατά την τετράχρονη πατριαρχική του διακονία ο κ. Θεόφιλος μέσω του δημιουργικού του έργου ανασυγκρότησε και αναγέννησε το Παλαίφατο Πατριαρχείον Ιεροσολύμων.

 

Ως θρησκευτικός πνευματικός ηγέτης, εκφραστής της πατερικής, ασκητικής και μυστικής κληρονομιάς της Σιωνίτιδος Εκκλησίας ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος απεδείχθει ο εγγυητής της παρουσίας των χριστιανών στην περιοχή της Μέσης Ανατολής καθώς επίσης και ο εκφραστής της χριστιανικής φωνής των Ιεροσολύμων. Στις νέες ιστορικές απαιτήσεις των καιρών χωρίς να προδίδει το παρελθόν με τις ριζικές τομές του άνοιξε νέους δρόμους προς το μέλλον.

 

Η διαφύλαξη, ανασυγκρότηση και συντήρηση των Ιερών Πανάγιων προσκυνημάτων τα οποία αποτελούν τα αδιάψευστα τεκμήρια της πίστεως μας αλλά και το πνευματικό κεφάλαιο μας στη Μέση Ανατολή καθώς επίσης η ανέγερση νέων Ιερών Ναών, Σχολείων για την προαγωγή του Εκπαιδευτικού Έργου του Πατριαρχείου υπήρξαν από τις πρώτες προτεραιότητες στην Ποιμαντική Αυτού Μέριμνα.

 

Μέσω των ενεργειών του συνέβαλε αποφασιστικά έτσι ώστε να επιτευχθεί η συνύπαρξη και ο αλληλοσεβασμός μεταξύ των διάφορων θρησκευτικών κοινοτήτων και να θεμελιωθούν άριστες σχέσεις τόσο με όλους τους θρησκευτικούς παράγοντες των χριστιανικών ομολογιών όσο και με τις διοικήσεις των πολιτικών κρατικών αρχών που υπάρχουν στην περιοχή.

 

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

 

Η ακινητη περιουσια του Πατριαρχείου στην υπηρεσια του πνευματικόυ και φιλανθρωπικόυ του εργου

 

Το Πατριαρχείο  Ιεροσολύμων είναι ο φυσικός και πνευματικός κληρονόμος μιας πολύτιμης και ανεκτίμητης  πνευματικής αλλά και φυσικής κληρονομιάς.

 

Με την άφιξη των Αράβων μουσουλμάνων το 638 το πολιτικο-θρησκευτικό σκηνικό αλλάζει, διότι ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων αναδεικνύεται ταυτοχρόνως ο πνευματικός και ο εθνικός Ηγέτης, δηλαδή, αναδεικνύεται ο Εθνάρχης. Αποχωρούν οι Βυζαντινοί, ο Αυτοκράτωρ Ηράκλειος και όλη αυτή η κληρονομιά, πνευματική και φυσική, υπεισέρχεται στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.

 

Όταν αναφερόμαστε σε φυσική κληρονομιά,  εννοούμε τους μεγαλοπρεπείς ναούς, τους Κωνσταντίνειους ναούς, τους ευκτήριους οίκους, τα μοναστήρια, τα οποία έχτισαν και ανέδειξαν οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι τον 7ο αιώνα, αλλά και μέχρι την εποχή των Σταυροφόρων και ακόμα μεταγενέστερα.

 

Κατά αυτό τον τρόπο, το Πατριαρχείο απέκτησε μια μεγάλη φυσική κληρονομιά και περιουσία η  οποία επαυξήθηκε και συνεπώς αυτή η φυσική κληρονομιά  του Πατριαρχείου είναι ιερή κληρονομιά που καθίσταται αρωγός για την πνευματική ιεραποστολή και την καθαρά φιλανθρωπική παρουσία του Πατριαρχείου.

 

Ένα μεγάλο μέρος της παλαιάς πόλεως της Ιερουσαλήμ, και μάλιστα σημεία πολιτικής στρατηγικής σημασίας, αποτελούν περιουσία του Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων και το Πατριαρχείο ενεργεί και συνεχίζει την ιεραποστολή κατά τρόπο καθαρά φιλανθρωπικό, καθώς παραχωρούνται και ενοικιάζονται έναντι πενιχρού αντιτίμου καταστήματα, άνευ διακρίσεως, σε χριστιανούς, μουσουλμάνους και άλλους και τα εισοδήματα του Πατριαρχείου είναι πενιχρότατα  και συμβολικά.

 

Τα δε προσκυνήματα και μοναστήρια αποτελούν βεβαίως μέρος της περιουσίας, τα οποία όμως λόγω του ιερού χαρακτήρα τους και της μεγάλης πολιτικής και στρατηγικής σημασίας των είναι μη εκμεταλλεύσιμα περιουσιακά στοιχεία. Μεγάλο μέρος των περιουσιακών στοιχείων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων επενδύεται στον τομέα της παιδείας αλλά και της Κοινωνικής Πρόνοιας.

 

Συνεπώς, τα προσκυνήματα και διάφορες γαίες αποτελούν τμήμα της υπάρξεως του Πατριαρχείου. Το καλοκαίρι του 2005 εν μέσω λαϊκισμού ακούστηκαν διάφορα περί παραχωρήσεως εκτάσεων γης και ακινήτων σε Ισραηλινούς από τα ελληνικά ΜΜΕ που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, όπως παραδέχθηκαν στην μεγάλη πλειοψηφία τους μετά το πέρας της κρίσης. Το Πατριαρχείο βεβαιότατα έχει περιουσία που αποτελείται από τα προσκυνήματα και από γαίες  που παραχωρήθηκαν στο Πατριαρχείο στο πέρας των αιώνων, αλλά σε καμία περίπτωση το Πατριαρχείο δεν μεταβλήθηκε σε οργανισμό επενδύσεων και εμπορικών αναπτύξεων και χρηματικών συναλλαγών.

 

Η αποστολή του Πατριαρχείου είναι καθαρώς πνευματική και φιλανθρωπική, γι αυτό και αναγνωρίζεται ως φιλανθρωπικό ίδρυμα από τις πολιτειακές αρχές.

 

Μεγάλο τμήμα της παλαιάς πόλεως, συμπεριλαμβανομένων σημείων πολιτικής και στρατηγικής σημασίας, αποτελούν περιουσία του Πατριαρχείο, η οποία χρησιμοποιείται για καθαρώς ανθρωπιστικούς λόγους.

 

Οποιαδήποτε διαφορετική χρήση των γαιών αυτών  αυτομάτως θα άλλαζε το φιλανθρωπικό χαρακτήρα του σε πολιτικο-κοινωνικό.

 

Η υποθεση ενοικιάσης γαιών στην περιοχή Ταπλιότ και οι κίνδυνοι από τη σύμβαση του πρώην Πατριάρχη Ειρηναίου με την εταιρεία «Μπάρα»

 

Αντίθετα από όσα γράφτηκαν πρόσφατα από ελληνικά ΜΜΕ σχετικά την πώληση έκτασης 43 στρεμμάτων στην περιοχή Ταπλιότ, ο Πατριάρχης Θεόφιλος από την ημέρα της εκλογής του ανέθεσε σε νομικούς συμβούλους την πλήρη καταγραφή όλων των γαιών του Πατριαρχείου και την ακριβή εξακρίβωση των θέσεών τους, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο απαλλοτρίωσης γαιών από το κράτος του Ισραήλ.

 

Επιπρόσθετα, ένα δεύτερο σημαντικό ζήτημα είναι το γεγονός ότι ο προηγούμενος Πατριάρχης Ειρηναίος όχι μόνο μίσθωσε την έκταση σε δύο διαφορετικούς συμβαλλόμενους αλλά και ότι παραχώρησε στην εταιρεία «Μπάρα», ιδιοκτησίας ακροδεξιού εξτρεμιστή  Ιρέ Ζιλοβανσίς το δικαίωμα διαχείρισης όλων των ακινήτων του Πατριαρχείου.

 

Να σημειωθεί ότι ο πρώην Πατριάρχης Ειρηναίος, μολονότι γνώριζε ότι αποχαρακτηρισμός έκτασης βάση του Ισραηλινού νόμου σημαίνει απαλλοτρίωση από τον Δήμο στον οποίο ανήκει.

 

Ο Πατριάρχης Θεόφιλος και η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου απέτρεψαν την απαλλοτρίωση της έκτασης δια της υποβολής σχεδίου ολοκληρωμένων έργων με παράλληλη ένσταση για το χωροταξικό σχέδιο του δήμου.

 

Ταυτόχρονα κατήγγειλε στο Κεντρικό Δικαστήριο ως μη ισχύουσα την σύμβαση μεταξύ του πρώην Πατριάρχη Ειρηναίου με την Εταιρεία «Μποράν» και απέκρουσε όλες τις διεκδικήσεις της τελευταίας επί της περιουσίας του Πατριαρχείου.

 

Με ημερομηνία 28-7-2009 εκδόθηκε η απόφαση του Πατριάρχη, στην οποία επιβεβαιώθηκε η απόφαση της προσωρινής απαγόρευσης κατά της εταιρείας «Μπάρα», σχετικά με τα ακίνητα που προσπάθησε να ελέγξει, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης στην υπόθεση.

 

Παιδεία- Φιλανθρωπικό έργο

 

Στον τομέα της Παιδείας το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων έχει επενδύσει ιδιαιτέρως, καθώς συντηρεί με ιδίους πόρους σχολεία, τόσο στο Ισραήλ, όσο στην Παλαιστινιακή Αυτονομία και  στην Ιορδανία. Μέσω της Παιδείας το Πατριαρχείο επιχειρεί να συμβάλλει στην συνύπαρξη των ποικίλων θρησκευτικών κοινοτήτων, αλλά και στην εκτόνωση του θρησκευτικού φανατισμού, λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι οι χριστιανοί είναι μειονότητα στον χώρο της Αγίας Γης και στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.

 

Ως εκ τούτου, τα χριστιανικά σχολεία και τα σχολεία του Πατριαρχείου ιδιαιτέρως, φιλοξενούν και μαθητές, οι οποίοι δεν είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί αλλά εταίρων θρησκευμάτων.

 

Υπολογίζεται ότι από τους 8.500 χιλιάδες μαθητών που σπουδάζουν σε Πατριαρχικά Σχολεία το 42% των μαθητών είναι μουσουλμάνοι, οι οποίοι όμως αποδέχονται τα παιδαγωγικά μηνύματα των σχολικών ιδρυμάτων.

 

Τουτοιοτρόπως, επιτυγχάνεται η αλληλογνωριμία, αφ' ενός μεν των προσώπων και αφετέρου των θρησκευτικών πεποιθήσεων και συμβόλων ενός εκάστου. Και αυτό βέβαια αναγνωρίζεται από όλους, δεδομένου ότι το Πατριαρχείο έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τον αραβικό, ισλαμικό κόσμο, λειτουργώντας ως γέφυρα μεταξύ Δύσεως και Ανατολής.

 

Αυτός ο ρόλος του Πατριαρχείου αναγνωρίζεται και από τον ισλαμικό, αραβικό κόσμο ο οποίος δείχνει ιδιαίτερο σεβασμό προς τους μοναχούς και τον εκάστοτε Πατριάρχη. Κι αυτό γιατί η αποστολή του Πατριαρχείου, δια μέσου των αιώνων, είναι καθαρά θρησκευτική και πνευματική. Δεν εξυπηρετεί, ούτε προάγει αλλότρια συμφέροντα, είτε αυτά είναι οικονομικά είτε  πολιτικά  η στρατιωτικά ή οτιδήποτε.

 

Μεταξύ του πλήθους των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων τα οποία τελούν υπό την πνευματική εποπτεία του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων χρήζουν ειδικής αναφοράς, η Πατριαρχική Σχολή της Σιών, η οποία ιδρύθηκε το 1911, είναι  αναγνωρισμένη από το ελληνικό Υπουργείο Παιδείας και αποτελεί το κύριο φυτώριο της Αδελφότητας από το οποίο προέρχονται τα μελλοντικά μέλη αυτής, και η Πατριαρχική Σχολή του Αγ. Δημητρίου για μαθητές προερχόμενους από την Αραβο-Ορθόδοξη κοινότητα.

 

Ιστορικό παράρτημα καθιερωση των  ιερών προσκυνημάτων και ιδρυση  ιερών ναών

Ένα χρόνο μετά τη σύγκλιση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας  (325) κατέφθασε στην Ιερουσαλήμ η μητέρα του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου αγία Ελένη.

 

Ο ερχομός της σήμανε νέα εποχή για την ιστορία της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων και απετέλεσε την αφετηρία για την περίοδο ακμής της. Με την προτροπή και βοήθεια της Αγ. Ελένης διενεργήθηκαν στην αγία Πόλη ανασκαφές οι οποίες έφεραν στο φως τον Πανάγιο Τάφο, τον βράχο του Γολγοθά και τον Τίμιο Σταυρό. Όλα αυτά τα καθαγιασμένα μέρη συμπεριλήφθηκαν στην μεγαλοπρεπή Βασιλική της Αναστάσεως, η οποία κτίσθηκε στον ίδιο χώρο.

 

Η περιοχή αυτή, κατά τον χρόνο των Παθών του Χριστού, βρισκόταν εκτός των τειχών της πόλεως. Η ένταξή της εντός της πόλεως επετεύχθη αργότερα με την προσθήκη του τρίτου τείχους από τον Ηρώδη Αγρίππα. Παράλληλα ανεγέρθηκαν δυο ακόμη ναοί, στο υπερώον της Σιών: η Εκκλησία των Αποστόλων, και η Βασιλική στο σπήλαιον της Γεννήσεως του Χριστού στην Βηθλεέμ. Επίσης, ναοί ιδρύθηκαν στο όρος των Ελαιών, στον τόπο της Αναλήψεως του Κυρίου, στην Βηθανία και αλλού πέριξ της Ιερουσαλήμ.

 

Το ζήτημα των Προσκυνημάτων ανά τους  αιώνες

 

Ολόκληρη η ιστορία του Πατριαρχείου χαρακτηρίζεται από τους συνεχείς αγώνες και ηρωικές προσπάθειες της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος για την διαφύλαξη και διάσωση των ιερών προσκυνημάτων και την διατήρηση της ελληνικής ταυτότητος και της ορθοδόξου παραδόσεως του Πατριαρχείου. Αυτό συμβαίνει, διότι τα ιερά προσκυνήματα υπήρξαν πεδίο ατέρμονης διαμάχης μεταξύ των Ορθοδόξων Χριστιανών και των κατά καιρούς αλλοδόξων κατακτητών, αλλά και  των Χριστιανών άλλων Ομολογιών.

 

Τον 7ον αιώνα  ο πορθητής των Ιεροσολύµων Χαλίφης Οµάρ, με ειδικό διάταγµα, αναγνώριζε στον Πατριάρχην Άγιον Σωφρόνιο, την ιδιότητα εθνάρχη του «βασιλικού έθνους» (δηλ. των Ρωµηών) και πνευµατικού ηγέτη πάντων των Χριστιανών της Παλαιστίνης, ακόµη και των ετεροδόξων, ως επίσης και πρεσβεία τιµής µεταξύ πάντων των Χριστιανών αρχηγών, του προσέφερε δε εγγυήσεις ευνοίας, ασφαλείας. Όµως, οι διάδοχοί του υπήρξαν σκληρότατοι και επιχείρησαν να πλήξουν την χριστιανική κοινότητα δια συντόνων προσπαθειών εξισλαµισµού και αφελληνισµού της.

 

Κατά την διάρκεια των Σταυροφοριών η επιβολή της λατινικής εκκλησίας επί του Ορθοδόξου κλήρου υπήρξε βίαιη, τα Πάνσεπτα Προσκυνήµατα παρεχωρήθησαν στον λατινικό κλήρο, ενώ οι Αγιοταφίτες διατήρησαν το δικαίωµα να διαχειρίζονται τον  Ναό της Ευρέσεως του Τιµίου Σταυρού και να λειτουργούν στην ελληνική στον Πανάγιο Τάφο και στη Βηθλεέµ· επίσης διατήρησαν  πολλές Μονές εκτός Ιεροσολύµων, εντός δε της Αγίας Πόλεως το µετόχι της Λαύρας του Αγίου Σάββα και την Μονή της Μεγάλης Παναγίας.

 

Οι Σταυροφόροι, θέλοντας να προσεταιρισθούν τους Αρµενίους και Ιακωβίτες, τους παρεχώρησαν Ναούς και Μονές.Κατά τον 14ον αιώνα διαμορφώνονται τα ακόλουθα ιδιοκτησιακά δικαιώματα: στους Έλληνες ανήκε το Καθολικό, στους Λατίνους ο Κίων της Φραγγελώσεως και ο τόπος της εμφανίσεως του Κυρίου στην Μαρία την Μαγδαληνή, στους Αρμενίους το παρεκκλήσιο του Αδάμ και τα Κατηχούμενα, στους Ίβηρες ο Γολγοθάς, η φυλακή του Χριστού και ο Ναός της Ευρέσεως του Τιμίου Σταυρού, στους Νεστοριανούς το θυσιαστήριο έξωθεν του Ναού, στους Συροϊακωβίτες το παρεκκλήσιο οπίσω του Παναγίου Τάφου, στους Αρειανούς ο έναντι τόπος και στους Χαμπεσίους ο τόπος εκ δεξιών του Ιερού Κουβουκλίου.  Τέλη του 15ου αιώνος οι Λατίνοι κατέλαβαν απέσπασαν από τους Ίβηρες το ένα εκ των δυο μερών του Γολγοθά, ενώ το 1517 ο Οθωμανός Σουλτάνος Σελήμ Α , ο οποίος κατέλαβε την Παλαιστίνη, την Συρία και την Αίγυπτο από τους Μαμελούκους αναγνώρισε επισήμως την πλήρη κυριαρχία των Ορθοδόξων στον Ναό της Αναστάσεως.

 

Η περίοδος που ακολουθεί χαρακτηρίζεται από τις προσπάθειες των Λατίνων κυρίως και των Αρμενίων, βασιζόμενων στη Ευρωπαϊκή διπλωματία αλλά και στην πρόσβασή τους στην Υψηλή Πύλη, να ανατρέψουν το ευνοϊκό καθεστώς για την Ορθόδοξη Εκκλησία των αγίων Τόπων αναφορικά με τα ιερά προσκυνήματα.

 

Η ένδοξη πατριαρχία του Δοσιθέου Β΄(1669-1707) αποτέλεσε κυματοθραύστη κατά των συντονισμένων των ετεροδόξων οι οποίοι με σύντονες διπλωματικές ενέργειες των μεγάλων δυνάμεων της εποχής (Αυστρία, Γαλλία, Πολωνία και Βενετία) παρ’ ολίγο να εκδιώξουν την Αγιοταφική Αδελφότητα από τα Πάνσεπτα Προσκυνήματα σε όφελος των Λατίνων.

 

Από τα τέλη του 18ου αι. με τη Συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή 1774 η συνθηκολόγηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη Ρωσική προβλέπει βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης του βίου των Χριστιανών υπηκόων.

 

Η ανασύσταση του Λατινικού Πατριαρχείου το 1847 μετά από πίεση των Δυτικών δυνάμεων αποτέλεσε ένα ακόμη μέσο πίεσης για την ορθόδοξη κοινότητα, η οποία όμως απολάμβανε την προστασία της Ρωσικής αυτοκρατορίας, η ανάμειξη της οποίας δεν ήταν ανιδιοτελής, όπως απέδειξε το κλίμα τεχνητής αντιπαράθεσης  της Ρωσικής αποστολής (επικεφαλής της οποίας ήταν ο αρχιμανδρίτης Π. Ουσπένσκυ)  με την Αγιοταφική Αδελφότητα.

 

Εντούτοις, η διπλωματική αντιπαράθεση Γαλλίας-Ρωσίας στη Μ. Ανατολή κατέληξε στη επιβολή της τελευταίας με διάταγμα (1852) το οποίο καθόρισε οριστικά μέχρι τις ημέρες μας τα δικαιώματα Πατριαρχείου επί των Προσκυνημάτων, καθώς επικυρώθηκε μεταγενέστερα τόσο από την Κοινωνία των Εθνών όσο και από τον Ο. Η. Ε (1947-1950).

 

Διοικητικό Καθεστώς του Πατριαρχείου

 

Η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος της Χαλκηδόνας (451) ανύψωσε την Εκκλησία των Ιεροσολύμων σε Πατριαρχείο την ενέταξε σ’ ένα από τα πέντε μέγιστα εκκλησιαστικά κέντρα του χριστιανικού κόσμου, αναγνωρίζοντας την έτσι ως την πρώτη Εκκλησία, την οποίαν ίδρυσε ο Χριστός και διακόνησαν οι ίδιοι οι απόστολοι.

 

Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων από τους αποστολικούς χρόνους έως τις μέρες μας αποτελεί τον αδιάλειπτο και σταθερό θεματοφύλακα της Ορθοδόξου Εκκλησιαστικής παραδόσεως στον πάντοτε ευαίσθητο γαιοπολιτικό χώρο της Μ. Ανατολής, πάντοτε σε συνδυασμό με τον βαθαίωνο ελληνικό χαρακτήρα του.

 

Ήδη από τον 4ο αιώνα  εξέχουσα θέση στη Σιωνίτιδα Εκκλησία κατείχαν οι Έλληνες και η ελληνική γλώσσα, όπως μαρτυρεί το «Οδοιπορικό της Αιθερίας».

 

Ο μακραίωνος ελληνικός χαρακτήρας της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων καταφαίνεται και από το γεγονός ότι από τα πρώτα χρόνια υπάρξεώς της οι ιερές ακολουθίες στα Πανάγια προσκυνήματα τελούνταν αποκλειστικά στην ελληνική γλώσσα και όχι στην λατινική ή πολύ περισσότερο την εβραϊκή.

 

Για πρώτη φορά το Πατριαρχείο στη μακραίωνη ιστορία του τελεί υπό τρεις πολιτειακές δικαιοδοσίες και εξουσίες (Ισραήλ, Ιορδανία, παλαιστινιακή Αρχή), τα συμφέροντα των οποίων είναι εκ διαμέτρου αντίθετα. Έτσι βρέθηκε στο επίκεντρο όχι απλά τοπικών πολιτικών διενέξεων, αλλά διεθνών που αφορούν την Παγκόσμια Κοινότητα.

 

Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο ιορδανικός νόμος του 1958 που διέπει το νομικό και διοικητικό καθεστώς του παλαιφάτου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων αναγνωρίζει κατ’ απόλυτο τρόπο τον ελληνορθόδοξο χαρακτήρα του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.

 

Αναγνωρίζεται ως  ο μόνος θεσμός, το μόνο θρησκευτικό ίδρυμα, εντόπιο και γηγενές της περιοχής το οποίο σεβάστηκαν όλοι οι κατακτητές που πέρασαν από την αγία Πόλη.

 

Ιερά Προσκυνήματα υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων: Σήμερα η θέση του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων είναι απολύτως κυριαρχική, τόσο στον Ναό της Αναστάσεως και τον Πανάγιο Τάφο, όσο και στα λοιπά ιερά προσκυνήματα της Παλαιστίνης. Στην πνευματική, διοικητική και ποιμαντική δικαιοδοσία του ανήκουν ο Ναός της Αναστάσεως, ο Γολγοθάς, ο Πανάγιος Τάφος και τα παρεκκλήσια του Αδάμ, του Ακανθίνου Στεφάνου, του εκατοντάρχου Λογγίνου, των Κλαπών και της Φυλακής του Χριστού. Επίσης, ανήκουν στο Πατριαρχείο μέρος του Πραιτωρίου, ο Τάφος της Παναγίας στην Γεθσημανή, η εκκλησία της «Μικράς Γαλιλαίας» στο Όρος των Ελαιών, ο τόπος λιθοβολισμού του Πρωτομάρτυρος Αγίου Στεφάνου και ο οίκος της Θεοτόκου.

 

Στο Ορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων επίσης ανήκουν ο Ναός της Γεννήσεως του Χριστού στην Βηθλεέμ, το Σπήλαιο των Ποιμένων, το Φρέαρ του Ιακώβ στη Νεάπολη, ο Ναός του Ευαγγελισμού στην Πηγή της Θεοτόκου της Ναζαρέτ, το Προσκύνημα του εν Κανά θαύματος της Γαλιλαίας, ο Ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Όρος Θαβώρ, ο Ναός των Αγίων Αποστόλων στην Καπερναούμ, η Μονή της Τιβεριάδος και ο Ναός του προφήτου Ελισσαίου στην Ιεριχώ, όπου και η συκομορέα του Ζακχαίου. Επίσης στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ανήκουν οι παλαίφατες ιερές Μονές της Λαύρας του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου, του Αγίου Γεωργίου Χοζεβίτου, του Σαρανταρίου Όρους, της Βηθανίας, του αββά Γερασίμου του Ιορδανίτου, του αββά Θεοδοσίου, του Τιμίου Σταυρού και του Αγίου Συμεών του Θεοδόχου, η λεγομένη «Καταμόνας».

 

Ο μη εθνικοσ χαρακτηρασ των προσκυνηματων Θα πρέπει να σημειωθεί  ότι το μέγιστο μέρος των προσκυνημάτων μπορεί να είναι σε ορθόδοξα χέρια αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τα Προσκυνήματα έχουν εθνικιστικό ή ομολογιακό χαρακτήρα, αλλά έχουν χαρακτήρα οικουμενικό και είναι προσιτά σε όλους.

 

Αποστολή του Πατριαρχείου και της Αγιοταφικής Αδελφότητας είναι η διαφύλαξή τους ως χώρων αγιασμού, ευλογίας και χάριτος και η προσφορά αυτή γίνεται σεβαστοί τόσο από χριστιανούς άλλων Ομολογιών όσο και από την μουσουλμανική κοινότητα.

 

Χάρη στην Αγιοταφική Αδελφότητα οι χώροι προσκυνημάτων δεν παρέμειναν απλοί αρχαιολογικοί χώροι ή τουριστικοί αλλά διατηρούνται ως χώροι προσκυνηματικοί και λειτουργικοί.

 

Μοναχισμός

 

Οι πολλαπλές λατρευτικές υποχρεώσεις, οι ποικίλες τελετές και οι κάθε είδους ιερές ακολουθίες υπαγόρευσαν την συγκρότηση μοναχικού τάγματος για την ιερατική διακονία, κυρίως στον Ναό της Αναστάσεως.

 

Έτσι προήλθε η Αγιοταφιτική Αδελφότης, η οποία αποτελούσε ιδιαίτερο μοναχικό τάγμα, αφοσιωμένο στην διηνεκή ιερά διακονία και στην αδιάλειπτη προσευχή. Από το έργο το οποίο επιτελούσαν οι μοναχοί αυτοί, οι οποίοι έψαλλαν  νυχθημερόν στις ιερές ακολουθίες στον Ναό της Αναστάσεως, έλαβαν και την ονομασία «Σπουδαίοι της αγίας του Χριστού Αναστάσεως» ή «Τάγμα των Σπουδαίων».

 

Το τάγμα αυτό ιδρύθηκε από την ίδρυση του Ναού της Αναστάσεως ή και προγενέστερα, κατά τον 3ον αιώνα, από τον Επίσκοπο Ιεροσολύμων Αλέξανδρο.

 

Την προσωνυμία “Σπουδαίοι” έλαβε το τάγμα χάρη στο ενάρετο και ασκητικό βίο των μελών του, διότι η λέξη σπουδαίος ήταν ταυτόσημη με τις λέξεις ενάρετος, ζηλωτής και φιλόπονος, χρησιμοποιούταν δε κατ' εξοχήν για τους εναρέτους μοναχούς ασκητές του 4ου , του 5ου και του 6ου αιώνος, όχι μόνον στην Παλαιστίνη, αλλά και στην Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια και την Αντιόχεια.

 

Σημείωση: φωτογραφικό υλικό μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα www.romiosini.org.gr  
Εμφανίσεις: 91086
Γίνετε ενεργά η πηγή του Romfea.gr! Στείλτε ειδήσεις και φωτογραφίες που πιστεύετε πως ενδιαφέρουν τους αναγνώστες στο [email protected]
FOLLOW ROMFEA:
top
Has no content to show!