Αρχιερατικό Συλλείτουργο στην Δαμασκό
- Δημιουργηθηκε στις Τρίτη, 05 Μαΐου 2009
-
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr 22:13
-
με τον Πατριάρχη Αντιοχείας πανηγυρικό Αρχιερατικό Συλλείτουργο στον Καθεδρικό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην αυλή του Πατριαρχείου.
Οι δύο Προκαθήμενοι στις ομιλίες τους μίλησαν για την ενότητα των εκκλησιών, για την ειρήνη και το φως της αναστάσεως που πρέπει να μας οδηγεί στο δρόμο του Θεού.
Με το πέρας της Θείας Λειτουργίας αφού αντάλλαξαν τα καθιερωμένα δώρα, η φιλαρμονική των νέων του Πατριαρχείου Αντιοχείας και πλήθος κόσμου συνόδεψαν εν πομπή τους δυο Προκαθημένους στο Πατριαρχικό γραφείο.
Ακόμη κατά το γεύμα που παρατέθηκε στην τράπεζα του Πατριαρχείου προς τιμήν του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου Β΄ ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιγνάτιος του απένειμε το παράσημο του Αγίου Παύλου, που αποτελεί την ανώτατη τιμητική διάκριση της Εκκλησίας της Αντιοχείας.
Από την πλευρά του ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου δώρισε στο Μακαριώτατο Πατριάρχη Αντιοχείας ένα μεγάλο αργυρό δίσκο που παρουσιάζει την Κύπρο ενωμένη, όπως πρέπει να είναι.
Ακόμη να αναφερθεί πως το απόγευμα τις ίδιας μέρας ο Μακαριώτατος και η Συνοδεία του επισκέφθηκαν το Πατριαρχείο της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας (Ρουμ Καθουλίκ), όπως επέβαλλε το πρωτόκολλο της επίσκεψης και έτυχαν θερμότατης υποδοχής.
Επισκέφθηκαν επίσης το χώρο που κατά την παράδοση χαρακτηρίζεται ως σπίτι του Αποστόλου Ανανία, εκεί δηλαδή που ο Απόστολος Παύλος έλαβε το βάπτισμα. Το σπίτι του Ανανία μετατράπηκε από τα αρχαία χρόνια σε εκκλησία. Το προσκύνημα αυτό ανήκει σήμερα στους Λατίνους της Δαμασκού.
Το βράδυ της ίδιας ημέρας ο Πρέσβης της Κύπρου στη Συρία εντιμότατος κ. Ευστάθιος Ορφανίδης παρέθεσε δείπνο προς τιμήν του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου Β’ στο εστιατόριο Narenj έναντι του Πατριαρχείου Αντιοχείας.
Στο δείπνο προσεκλήθησαν και παρευρέθησαν ο Πατριάρχης Αντιοχείας κ. Ιγνάτιος, μέλη της Κυβέρνησης, της Βουλής, αντιπρόσωποι εκκλησιών και δογμάτων, ο Μουφτής της Δαμασκού, πρέσβεις και μέλη διπλωματικών αποστολών καθώς και άλλοι επίσημοι προσκεκλημένοι.
Ο πρέσβης κ. Ορφανίδης καλωσόρισε τον Προκαθήμενο της Εκκλησίας της Κύπρου και ευχαρίστησε όλους για την παρουσία τους. Ο Μακαριώτατος αντευχαρίστησε τον κ. Πρέσβη επαινώντας τον για το έργο του και δίνοντάς του ως ευλογία αργυρό δίσκο με τον Απόστολο Βαρνάβα, ιδρυτή και προστάτη της Εκκλησίας της Κύπρου.
Αντιφώνηση Αρχιεπισκόπου Κύπρου κατά το Ιερό Συλλείτουργο:
Μακαριώτατε Πατριάρχα Αντιοχείας και πάσης Ανατολής κ. Ιγνάτιε,
Σεβασμιώτατοι άγιοι αδελφοί, Ευλαβέστατοι ιερείς και διάκονοι, Λαέ του Θεού ευλογημένε,
«Χριστός Ανέστη!»
Μέσα στην αναστάσιμη περίοδο που καταυγάζεται από το ανέσπερο φως, το προελθόν εκ του θεοδέγμονος τάφου, «η χάρις του αγίου Πνεύματος ημάς συνήγαγε» στην αποστολοβάδιστη αυτή πόλη για να δώσουμε τη μαρτυρία της ενότητος και της εν Χριστώ ακαταλύτου αγάπης.
Οι πόδες ημών έστησαν, Μακαριώτατε, μεθ’ Υμών ενώπιον του αυτού θυσιαστηρίου και εδεήθημεν «εν ετέραις μεν γλώσσαις», αλλ’ «εν ενί στόματι και μιά καρδία» υπέρ του σύμπαντος κόσμου αλλά και υπέρ των ιδίων προβάτων, του ποιμνίου ημών, της Εκκλησίας της Αντιοχείας και της Εκκλησίας της Κύπρου.
Η συλλειτουργία μας αυτή, κατά την οποία γευτήκαμε των αρρήτων πνευματικών καρπών της παρατεθείσης ευχαριστηριακής τραπέζης αποτελεί την ουσιαστική κορύφωση της ειρηνικής επίσκεψής μας στο παλαίφατο πατριαρχείο Αντιοχείας.
Δεν νοείται ειρηνική επίσκεψη χωρίς συλλείτουργο των προκαθημένων των δύο Εκκλησιών. Και τούτο γιατί η ειρήνη είναι υπόθεση εσωτερική, δώρον και ευλογία του Θεού, προϋπόθεση αλλά και καρπός της τελέσεως του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.
Κάθε Θεία Λειτουργία, όπου κι αν τελείται, σε μεγαλοπρεπείς καθεδρικούς ναούς ή σε φτωχές καλύβες, και σε οποιοδήποτε μέρος της γης, έχει το ίδιο μυστικό μεγαλείο.
Όταν όμως λειτουργεί κανείς στη Δαμασκό, αυθόρμητα η σκέψη του στρέφεται στους πρώτους χρόνους του Χριστιανισμού και στα όσα συνετελέσθησαν στον χώρο τούτο.
Σήμερα κορυφώνονται στον χώρο τούτο τα έντονα συναισθήματα που μας κατακλύζουν από προχθές που πατήσαμε τα ιερά χώματα της θεοβάδιστης εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας σας.
Αισθανόμαστε μαζί με τον Παύλο το «περιλάμψαν αυτόν φως», την πλημμυρίδα εκείνη του φωτός που τον μετέτρεψε από διώκτη σε διαπρύσιο κήρυκα της πίστεως. Νομίζουμε πως θα τον συναντήσουμε χειραγωγούμενον στους δρόμους της ένδοξης αυτής πόλης, να οδεύει προς τον Ανανία, και να καθίσταται «σκεύος εκλογής», πορευόμενος «εις έθνη μακράν».
Νομίζουμε πως αφουγκραζόμαστε τα πάλλοντα ακόμα ίχνη των συμπατριωτών μας που έφεραν, πρώτοι αυτοί, το μήνυμα του Χριστού από τα Ιεροσόλυμα στην Αντιόχεια, αφού όπως μας πληροφορούν οι Πράξεις «Άνδρες Κύπριοι και Κυρηναίοι ... εισελθόντες εις Αντιόχειαν ελάλουν προς τους Ελληνιστάς, ευαγγελιζόμενοι τον Κύριον Ιησούν» (Πράξ. 11, 20).
Συνειρμικά μεταφερόμαστε στην Αντιόχεια, την αρχαία έδρα του Πατριαρχείου σας όπου συναντούμε τον Βαρνάβα και τον Παύλο, να εξαποστέλλονται, ύστερα από προσευχή της Εκκλησίας στην Κύπρο.
Στ’ αυτιά μας αντηχεί η προσταγή του Αγίου Πνεύματος «Αφορίσατε δη μοι τον Βαρνάβαν και τον Παύλον εις το έργον ο προσκέκλημαι αυτούς». Δοξάζουμε τον Θεό που μας αξίωσε μιας τέτοιας εμπειρίας και ευχαριστούμε εσάς, Μακαριώτατε, που με την πρόσκλησή σας έγινε κατορθωτή η επίσκεψή μας αυτή.
Η αδελφοσύνη και ο σύνδεσμος της εν Χριστώ αγάπης των δύο Εκκλησιών μας ξεκινούν από τότε. Οι σχέσεις τους αναπτύχθηκαν και διατηρήθηκαν, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας των χωρών μας, μέσα στους αιώνες, παρά τις κατά καιρούς αναφανείσες δυσκολίες.
Κύπριοι ιεράρχες ανέβησαν στους Μητροπολιτικούς Θρόνους, ακόμα και στον Πατριαρχικό Θρόνο της Εκκλησίας της Αντιοχείας, ενώ πολλάκις η Εκκλησία της Αντιοχείας προσέτρεξε σε βοήθεια της Εκκλησίας της Κύπρου, όπως συνέβη με την σύγκληση Μειζόνων Συνόδων από το 1973 μέχρι και πρόσφατα, το 2006.
Έτσι πορευθήκαμε διά μέσου των αιώνων κι έτσι πορευόμαστε και σήμερα. Έτσι επιθυμούμε να συμπορευθούμε και στο μέλλον «τη φιλαδελφία εις αλλήλους φιλόστοργοι, τη τιμή αλλήλους προηγούμενοι» (Ρωμ. 12, 10). Κι ακόμη «τω Κυρίω δουλεύοντες, τη ελπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες, τη προσευχή προσκαρτερούντες, ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες» (Ρωμ. 12, 11 – 13).
Γι’ αυτό και χαιρόμαστε, ιδιαιτέρως σήμερα που έχουμε την ευκαιρία να επισκεπτόμαστε την αγιωτάτη Εκκλησία σας, να προσκυνούμε στα πανσέβαστα προσκυνήματά σας και να αγιαζόμαστε από την χάριν των τόσων αγίων που πέρασαν απ’ εδώ.
Συγκλονιζόμαστε στη σκέψη ότι οι χώροι της δικαιοδοσίας σας είναι Θεοβάδιστοι, αφού κατά το Ευαγγέλιο ο Χριστός «εξήλθεν και εις τα μέρη Τύρου και Σιδώνος».
Τιμητικώς ασπαζόμαστε τον Άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρον «τον ως σίτον αλεσθέντα υπέρ τής αγάπης τού Χριστού». Υποκλινόμαστε μπροστά στο ανεπανάληπτο κοινωνικό έργο που, ως πρεσβύτερος, επετέλεσε στην Αντιόχεια ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Τιμούμε τον ανεπανάληπτο Θεολόγο και υμνωδό Ιωάννη τον Δαμασκηνό, τον Εφραίμ τον Σύρο, τον Μελέτιο Αντιοχείας και τόσους άλλους.
Σας φέρουμε και την ευλογία των δικών μας αγίων. Του Αποστόλου Βαρνάβα, του Αγίου Σπυρίδωνος, του Αγίου Λαζάρου, του Αγίου Επιφανίου. Μιμούμενοι τους αγώνες όλων αυτών, των πατέρων μας εις πίστιν, οφείλουμε να δίδουμε κι εμείς σήμερα την μαρτυρία τόσο της Ορθόδοξης Χριστιανικής αληθείας όσο και του θεοπρεπούς βίου.
Μακαριώτατε,
Στη γεωγραφική περιοχή που ζούμε και όπου δραστηριοποιούνται οι Εκκλησίες μας, στα μέρη που έγινε η σταύρωση του Χριστού, ο σταυρός ρίχνει συχνά βαριά τη σκιά του στις Εκκλησίες μας.
Είναι γνώριμες και οικείες, τόσο στην Εκκλησία της Αντιοχείας όσο και στην Εκκλησία της Κύπρου, οι διώξεις, οι ταλαιπωρίες, τα μαρτύρια. Οι πόλεμοι στο Λίβανο, τη Συρία και τη Μέση Ανατολή γενικότερα, όπου εκτείνεται η δικαιοδοσία σας, είχαν σαν συνέπεια τη συρρίκνωση του Ορθόδοξου πληθυσμού.
Η κατοχή από ξένες χώρες εθνικού εδάφους της Συρίας, όσο κι αν μερικοί νομίζουν πως δεν επηρεάζει την Εκκλησία, που στοχεύει στα πνευματικά, την επηρεάζει άμεσα, γιατί αυτή ζει και κινείται στον κόσμο τούτο και επαγγέλλεται τη δικαιοσύνη, την ελευθερία και την αλήθεια.
Και δεν θα μπορούσε να ευλογήσει ή να συγκατανεύσει στην κατοχή ούτε των υψωμάτων Γκολάν ούτε της περιοχής της Αλεξανδρέττας. Η γνωστή πολιτική της εθνοκάθαρσης που εφαρμόζεται από την Τουρκία στέρησε, επί πλέον, το Πατριαρχείο από σημαντικό μέρος του ποιμνίου του, αφού προηγουμένως το ανάγκασε να εγκαταλείψει την αρχαία έδρα του, την Αντιόχεια.
Μεγαλύτερες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Κυπριακή Εκκλησία και ο λαός της σήμερα. Παρόλο που για οκτώ αιώνες, από το 1191 μέχρι το 1960, η Κύπρος γευόταν τους πικρούς πόνους μιας στυγερής δουλοσύνης σε αλλόθρησκους και ετερόδοξους κατακτητές, παρόλο που πλήρωσε με εκατόμβες θυσιών και ποταμούς αιμάτων την εμμονή της στη Χριστιανική πίστη και την Ορθοδοξία, ουδέποτε φανταζόταν ότι θα περιέπιπτε στα σημερινά δεινά. Η Κύπρος βρίσκεται σήμερα στην πιο δύσκολη στιγμή της ιστορίας της.
Η Τουρκία, που από το 1974 μας επετέθη βάρβαρα και κατάκτησε με τη βία το 37% του πατρίου εδάφους μας, προχωρεί υπό την ανοχή όλης της δήθεν «πολιτισμένης» ανθρωπότητας στην εφαρμογή των ανόσιων σχεδίων της που είναι πρώτα η προσάρτηση των κατεχομένων κι ύστερα ολόκληρης της Κύπρου.
Εφάρμοσε και στην περίπτωσή μας, λόγω της κατά πολύ υπέρτερης δύναμης που διαθέτει, ένα σχέδιο εθνικού ξεκαθαρίσματος. Έδιωξε τους Ορθόδοξους Χριστιανούς από τις εστίες τους κι έφερε, και εξακολουθεί να φέρει, εκατοντάδες χιλιάδες εποίκους από την Ανατολή, αλλοιώνοντας έτσι το δημογραφικό χαρακτήρα της Κύπρου.
Ό,τι έκανε στην Αλεξανδρέττα, το επιδιώκει σήμερα στην Κύπρο. Το έγκλημα σε βάρος της Συρίας έμεινε τότε ατιμώρητο γι’ αυτό και επιδιώκεται σήμερα επανάληψή του, σε μεγαλύτερη έκταση.
Στο κατεχόμενο μέρος της πατρίδας μας, πέραν των 500 Ορθόδοξων ναών βρίσκονται σε άθλια κατάσταση. Μερικοί κατεδαφίστηκαν, άλλοι μετατράπηκαν σε μουσουλμανικά τεμένη, άλλοι σε κέντρα διασκέδασης, στρατόπεδα, ακόμα και σε στάβλους ζώων.
Οι εικόνες και τα ιερά σκεύη μας εσυλήθησαν. Πωλούνται ως εμπορεύματα στις αγορές της Ευρώπης και της Αμερικής. Ζητήσαμε, ως Εκκλησία, το αυτονόητο, μακράν κάθε πολιτικής ή νομικής διεκδίκησης:
Να μας επιτραπεί να επιδιορθώσουμε, με δικά μας χρήματα, τους ναούς μας, οι οποίοι να αποδοθούν στη λατρεία του Θεού. Και μόνον η φυσική φθορά των 35 χρόνων κατοχής είναι αρκετή για να θέσει σε κίνδυνο την εξακολούθηση της ύπαρξής τους. Κι όμως, μέχρι σήμερα, δεν έχουμε θετική απάντηση.
Ωστόσο, μέσα από τις πολλές δυσκολίες και αντιξοότητες, μέσα από τις διώξεις και ταλαιπωρίες του λαού μας, παραμένουμε μέσα στο πέρασμα των αιώνων αμετακίνητοι στην πατροπαράδοτη πίστη μας. Βιώνουμε την υπομονή ως σωτηριολογικό μονόδρομο προς την τελείωση και την ποθητή βασιλεία του Θεού και αντιλαμβανόμαστε ότι η πρόσκαιρη ταπείνωση μάς παιδαγωγεί εν Κυρίω.
Πιστεύουμε ότι με τις θεοπειθείς ευχές σας και τη συμπαράστασή σας στις προσπάθειές μας, σύντομα τα σημερινά δεινά μας θα αποτελούν ένα, απαισίας μνήμης, παρελθόν. Γιατί, κατά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, «ου δεδοίκαμεν μη καταποντισθώμεν.
Επί γαρ της πέτρας εστήκαμεν». Μας διαβεβαιώνει προς τούτο η Ανάσταση του Χριστού αλλά και η ειδική γιορτή των Μυροφόρων που επιτελούμε σήμερα. Η Ανάσταση είναι η τρανότερη απόδειξη ότι «μείζων ο εν ημίν ή ο εν τω κόσμω». Κι ότι οι δοκιμασίες των ανθρώπων είναι προσωρινές.
Η σιωπή του Θεού είναι πρόσκαιρη. Όπως τελική έκβαση του θείου πάθους ήταν η νίκη και ο θρίαμβος, έτσι θα συμβεί και με την εθνική ταλαιπωρία του Κυπριακού λαού. Η εορτή των Μυροφόρων, από την άλλη, διαμηνύει ότι η ανθρώπινη λογική, που μελετά τους συσχετισμούς δυνάμεων και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα των ισχυρών, δεν μπορεί να εξηγήσει τα μυστήρια του Θεού αλλ’ ούτε και του κόσμου τούτου.
Οι Μυροφόρες ήλθαν προς τον τάφο παραμερίζοντας τις αντιρρήσεις της λογικής. Η λογική έλεγε ότι το εγχείρημα ήταν αδύνατο. Ο λίθος του μνημείου τεράστιος, οι φύλακες παρόντες, ο φόβος παντού. Κι όμως «ο λίθος κεκύλισται, ο τάφος ηνέωκται, ο Χριστός εγήγερται».
Η Ανάσταση ανέτειλεν έξω από τα ανθρώπινα μέτρα και τους ανθρώπινους υπολογισμούς. Κι εμείς βιώνουμε τώρα, στην Κύπρο, την εθνική ταπείνωση, τον φόβο για το μέλλον, τον πόνο για τους νεκρούς και τους αγνοούμενούς μας.
Πιστεύοντας όμως στην Ανάσταση του Χριστού, υπερβαίνουμε τα εμπόδια που θέτει η λογική μας και προσβλέπουμε με αισιοδοξία στο μέλλον.
Με αυτά τα αισθήματα τής πίστεως και τού βαθύτατου σεβασμού προς το σεπτό πρόσωπό Σας και τής αγάπης προς το ποίμνιό σας, ήλθαμε, Μακαριώτατε, κοντά σας.
Εκ βαθέων Σάς ευχαριστούμε και πάλιν θερμότατα για την τόσο θερμή φιλοξενία Σας κι ευχόμαστε όπως ο Θεός χαρίζει σ’ εσάς υγεία και ακμή δυνάμεων, στη δε Εκκλησία της Αντιοχείας ευστάθεια και κάθε ευλογία, επ’ αγαθώ της όλης Ορθοδοξίας.
- Εμφανίσεις: 48402