Οι τρείς Σταυροί
- Δημιουργηθηκε στις Δευτέρα, 06 Απριλίου 2015
-
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr - 19.35
-
Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ | Romfea.gr
«Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ, ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ’ αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τόν Ἰησοῦν» (Ἰωάννου ιθ΄ 17-18).
Ὅταν γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός εἶχε συντροφιά τά ἄκακα ζῶα τῆς Φάτνης (Λουκᾶ β΄ 7). ὅταν πέθανε περιβαλλόταν ἀπό τήν κτηνώδη κακία πού ὑποστασιαζόταν στά πρόσωπα τῶν δύο ληστῶν (Ματθαίου κζ΄ 38).
Στήν ἔλευσή Του στόν κόσμο ἡ «δόξα Κυρίου περιέλαμψε» (Λουκᾶ β΄ 9) τούς ἁγνούς βοσκούς τῆς Βηθλεέμ καί τό λαμπερό ἀστέρι ὁδηγοῦσε τούς ἀναζητοῦντες τήν Ἀλήθεια σοφούς (Ματθαίου β΄ 1). Στήν ἔξοδό Του ἀπό τόν κόσμο ὁ ἥλιος σκοτίσθηκε καί ἀπέκρυψε τίς ἀκτίνες του (Λουκᾶ κγ΄ 44), ἐπειδή δέν ἄντεχε νά βλέπει τό στυγερό ἔγκλημα πού διαπραττόταν, νά τιμωρεῖται ὁ ἀθῶος (Ματθαίου κζ΄ 24) ὡς ἔνοχος (Ματθαίου κστ΄ 66), ὁ διελθών τήν ζωήν Του «εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος» (Πράξεων ι΄38) ὡς κακοῦργος (Λουκᾶ κβ΄ 37).
Σ’ ὅλη Του τήν ζωή ἀντιμετώπισε τήν κακία τῶν ἀνθρώπων. Πολέμησε τήν ἁμαρτία καί συγχώρησε τούς ἁμαρτωλούς. Οἱ τελῶνες, οἱ πόρνες, οἱ ἁμαρτωλοί ζητοῦσαν τό ἔλεος, τήν λύτρωση ἀπ’ Αὐτόν καί τούς ἔδινε τη θεϊκή ἄφεση.
Οἱ τυφλοί, οἱ χωλοί, οἱ πάσχοντες ζητοῦσαν τη θεραπεία τους καί λάμβαναν τήν ἴαση μέ ἕνα Του λόγο. Ὁ ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων δέν ἀποστράφηκε «τοὺς κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένους» (Ματθαίου ια΄ 28) τῆς ζωῆς.
Ληστές δέν συναναστράφηκε. Μόνο αὐτοί δέν Τόν πλησίασαν. Κι’ αὐτούς τούς συνάντησε στό τέλος τῆς ζωῆς Του. Τούς ἔστησαν δεξιά Του καί ἀριστερά Του οἱ σταυρωτές Του.
Αὐτός, πού ὅταν γεννήθηκε Τόν δοξολογοῦσαν τά οὐράνια, θανατώθηκε ὡς πιό ἐπικίνδυνος καί ἀπό τόν ἐπώνυμο ληστή Βαραββᾶ «τὸν διὰ στάσιν καὶ φόνον βεβλημένον εἰς τὴν φυλακήν» (Λουκᾶ κγ΄ 25). Ὡς κακοῦργος μεταξύ δύο ληστῶν σταυρώθηκε «καὶ ἐπληρώθη ἡ γραφὴἡ λέγουσα•καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη» (Μάρκου ιε΄ 28).
Οἱ τρεῖς πού κρεμάσθηκαν πάνω στούς σταυρούς τοῦ Γολγοθᾶ κατά τη μαρτυρία τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων διαφέρουν στα ἑξῆς:
α.Ὁ μετανοημένος ληστής
Ἡ ἁμαρτία ἦταν μέσα του• ὄχι ὅμως ἐπάνω του. «Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων • οὐδὲ φοβῇ σύ τόν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίμα τι εἶ;» (Λουκᾶ κγ΄ 40).
«Καὶ εἶπεν αὐτῶ ὁ Ἰησοῦς •ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκᾶ κγ΄ 43).
β. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός
Ἡ ἁμαρτία ἦταν ἐπάνω του ὄχι ὅμως μέσα του.
«Καὶ ὅτε ἀπῆλθον ἐπὶ τὸν τόπον τὸν καλούμενον Κρανίον, ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτὸν καὶ τοὺς κακούργους, ὃν μὲν ἐκ δεξιῶν ὃν δὲ ἐξ ἀριστερῶν» (Λουκᾶ κγ΄ 33).
«Ὃς (δηλαδή ὁ Ἰησοῦς Χριστός) τάς ἁμαρτίας ἡμῶν αὐτὸς ἀνήνεγκεν ἐν τῷ σώματι αὐτοῦ ἐπὶ τὸ ξύλον, ἵνα ταῖς ἁμαρτίαις ἀπογενόμενοι τῇ δικαιοσύνῃ ζήσωμεν• οὗ τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἰάθητε» (Α΄ Πέτρου β΄ 24).
γ.Ὁ ἀμετανόητος ληστής
Ἡ ἁμαρτία ἦταν μέσα του καί ἐπάνωτου.
«Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν λέγων •εἰ σύ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτόν καί ἡμᾶς» (Λουκᾶ κγ΄ 39).
Δύοληστές.
Ἡ ἱστορία καί οἱ Γραφές δέν μᾶς δίνουν πληροφορίες γι’ αὐτούς. Τί νά ποῦν ἄλλωστε! Ληστεῖες, διαρρήξεις, κλοπές, φόνοι κατά συρροήν, τί ἄλλο μπορεῖ νά ὁδήγησε δύο ληστές στήν καταδίκη τους στήν ἐσχάτη τῶν ποινῶν, καί μάλιστα διά σταυρώσεως.
Κοινή ἡ πορεία τους μέχρι τόν σταυρό, ὡς λίγο πρίν τόν θάνατό τους. Ὅταν σταυρώθηκαν ὅμως χώρισαν οἱ δρόμοι τους. Συμπεριφέρονται μέ διαφορετικό τρόπο ὁ καθένας στόν σταυρωμένο δίπλα τους Υἱό τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἕνας ὀνειδίζει, χλευάζει, βλασφημεῖ.
Ὁ ἄλλος μετανοεῖ γιά τη ζωή του, ὑπερασπίζεται τόν Ἀθῶο, ἐλέγχει τόν βλάσφημο. Ὁ ὀνειδίσας χάνεται. Ὁ μετανοήσας σώζεται καί μένει αἰώνιο παράδειγμα σωτηρίας.
Ὁ ἕνας ὁδηγεῖται στήν πόρωση. Σκληραίνει τό περίβλημα τῆς ψυχῆς του, καί δέν ἐπιτρέπει νά τό διαπεράσουν τά βέλη τῆς θείας Χάριτος πού Τήν βλέπει, Τήν αἰσθάνεται,Τήν νοιώθει δίπλα του.
Ὁ ἄλλος ἀφήνει τήν ψυχή του νά μαλακώσει. Τό παρελθόν του σβήνει, λυώνει σάν τό κερί μπροστά στή φωτιά. Συναισθάνεται, ὅτι ὅλη ἡ ζωή του ὑπῆρξε μάταιη, τιποτένια, χαμένη, ἕνα μηδενικό. Νιώθει ὅτι πνίγεται στή θάλασσα τῶν ἀνομημάτων του καί ζητεῖ ἀπεγνωσμένα σανίδα σωτηρίας.
Ὁ ἐπουράνιος Πατέρας, πού «βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθαίου ε΄ 25) συνεχῶς, ἔστω κι ἄν αὐτοί δέν τό ἀντιλαμβάνονται καί ἐκχέει τήν χάρη Του κρουνηδόν σέ ὅλους μέ τίς εὐκαιρίες πού δίνει στή ζωή τους, ἔδωσε καί στόν ληστή πολλές εὐκαιρίες γιά νά διορθώσει τη ζωή του, τοῦ δίνει καί τήν τελευταία εὐκαιρία:
Νά πεθάνει δίπλα στόν Υἱό Του.
Κι’ αὐτός σέ μιά ἀναλαμπή συλλαμβάνει τό μήνυμα. Σπάζει τό σκληρό κέλυφος τῆς ἁμαρτίας πού περιβάλλει τήν ψυχή του καί ἐλευθερώνεται ἀφήνοντας τήν ψυχή του νά λουσθεῖ ἀπό τήν θεία Χάρη. Ἔρχεται ἡ πίστη, τήν ἀποδέχεται καί τήν ὁμολογεῖ. Δείχνει τήν μετάνοιά του. Ζητεῖ τό ἔλεος τοῦ Κυρίου «ὅταν ἔλθῃ ἐντῇ βασιλείᾳ Του».
Ὁ ληστής πού σταυρώθηκε στά δεξιά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἄν καί ἡ ζωή του ἦταν γεμάτη ἀπό στυγερές πράξεις, σώθηκε ἐπειδή πίστεψε, ὅτι ὁ συσταυρωμένος μαζί του ἦταν ὁ Χριστός, ὁ Μεσσίας, ὁ ἀναμενόμενος λυτρωτής.
Αὐτή του τήν πίστη τήν ὁμολόγησε δημόσια, ἐπιπλήττοντας τόν βλάσφημο συν-κακοῦργο. Τά λόγια του δείχνουν τήν βαθιά καί εἰλικρινῆ μετάνοιά του.
«Οὐ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ, καί ἡμεῖς μὲν δικαίως ἄξια ὧν ἐπράξαμε ἀπολαμβάνομε οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε. Καὶ ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ •μνήσθητί μου Κύριε ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκᾶ κγ΄ 40-42).
Στά λίγα λόγια του πάνω στόν σταυρό ἔδειξε α)τόν φόβο Θεοῦ πού γεννήθηκε μέσα του, β)τήν συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του, ὅταν βρέθηκε μπροστά στόν Ἅγιο καί Δίκαιο πού ὑπέφερε ἄδικα, γ)τήν πίστη στόν ἸησοῦΧριστό, δ)τήν ὁμολογία τῆς θεότητός Του, ε)τήν μετάνοια γιά τήν προηγούμενη ζωή του καί στ)τήνκαταφυγή στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀνάμεσα στούς φρικτούς πόνους τῆς σταυρώσεως βρῆκε τήν δύναμη, ἔστω καί ξεψυχισμένα, ξέπνοα νά τά ψελλίσει.
Κι αὐτά τά λόγια τόν ἔσωσαν «μιᾷ ροπῇ ἐσώθη καί πρῶτος Παραδείσου τάς πύλας ἀνοίξας εἰσῆλθε» (Τροπάριο τοῦ ιδ΄ Ἀντιφώνου τῆς Ἀκολουθίας τῶν ἁγίων Παθῶν).
«Μιᾷ ροπῇ ἐσώθη». Στήν πλάστιγγα τῶν πεπραγμένων τῆς ζωῆς του, πού τό ἕνα μέρος της ἔγερνε ἀπειλητικά πρός τήν ἄβυσσο τῆς ἀπώλειας, τοποθετήθηκε στό ἄλλο μέρος ἕνα φαινομενικά ἀσήμαντο ἀντίβαρο μιά μικρή φωνή, μιά σύντομη φράση τό: «Μνήσθητί μου....». Κι’ αὐτό ἀνέτρεψε τήν ροπή τῆς πλάστιγγας κι ἔσωσε τόν ληστή.
«Κεκλεισμένας ἤνοιξε τῆς Ἐδέμ πύλας•
Βαλὼν ὁ ληστής κλεῖδα τὸ “μνήσθητί μου” »
(Στίχοι στό εὐγνώμονα ληστή τῆς Ἀκολουθίας τῶν ἁγ. Παθῶν).
«Τὸν ληστήν αὐθημερόν,
τοῦ Παραδείσου ἠξίωσας Κύριε•
κἀμέ τῷ ξύλῳ τοῦ Σταυροῦ,
φώτισον καί σῶσόν με»
(Ἐξαποστειλάριον τῆς Ἀκολουθίας τῶν ἁγίων Παθῶν).
Τό προνόμιο νά ὑποφέρει κανείς γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ
«Ἀγαπητοί, μὴ ξενίζεσθε τῇ ἐν ὑμῖν πυρώσει πρὸς πειρασμὸν ὑμῖν γινομένῃ, ὡς ξένου ὑμῖν συμβαίνοντος, ἀλλὰ καθὸ κοινωνεῖτε τοῖς τοῦ Χριστοῦ παθήμασι, χαίρετε, ἵνα καὶ ἐν τῇ ἀποκαλύψει τῆς δόξης αὐτοῦ χαρῆτε ἀγαλλιώμενοι. εἰ ὀνειδίζεσθε ἐν ὀνόματι Χριστοῦ, μακάριοι, ὅτι τὸ τῆς δόξης καὶ δυνάμεως καὶ τὸ τοῦ Θεοῦ Πνεῦμα ἐφ’ ὑμᾶς ἀναπαύεται•κατὰ μὲν αὐτοὺς βλασφημεῖται, κατὰ δὲ ὑμᾶς δοξάζεται. μὴ γάρ τις ὑμῶν πασχέτω ὡς φονεὺς ἢ κλέπτης ἢ κακοποιὸς ἢ ὡς ἀλλοτριοεπίσκοπος• εἰ δὲ ὡς Χριστιανός, μὴ αἰσχυνέσθω, δοξαζέτω δὲ τὸν Θεὸν ἐν τῷ μέρει τούτῳ. ὅτι ὁ καιρὸς τοῦ ἄρξασθαι τὸ κρῖμα ἀπὸ τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ• εἰ δὲ πρῶτον ἀφ’ ἡμῶν, τὶ τὸ τέλος τῶν ἀπειθούντων τῷ τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίῳ; καὶ εἰ ὁ δίκαιος μόλις σῴζεται, ὁ ἀσεβὴς καὶ ἀμαρτωλὸς ποῦ φανεῖται; ὥστε καὶ οἱ πάσχοντες κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡς πιστῷ κτίστῃ παρατιθέσθωσαν τὰς ψυχὰς αὐτῶν ἐν ἀγαθοποιΐᾳ» (A΄ Πέτρου δ΄ 12-18).
Δηλαδή: «Ἀγαπητοί μου, μήν παραξενεύεστε γιά τη φοβερή δοκιμασία μέ τήν ὁποία δοκιμάζεστε, σάν νά ἦταν κάτι παράξενο. Ἀντίθετα, νά χαίρεστε πού συμμετέχετε στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἔτσι θά γεμίσετε χαρά κι ἀγαλλίαση, ὅταν ἀποκαλυφθεῖ ἡ δόξα του. Μακάριοι εἶστε ἂν σᾶς ντροπιάζουν γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Γιατί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ σ’ ὅλη του τή μεγαλοπρέπεια καί τη δύναμη ἀναπαύεται πάνω σας• αὐτό τό ὄνομα ἀπ’ αὐτούς βλασφημεῖται, ἀπό σᾶς ὅμως δοξάζεται. Προσέχετε νά μη φτάνει κανένας ἀπό σᾶς νά ὑποφέρει τιμωρίες ἐπειδή σκότωσε ἤ ἔκλεψε ἤ ἔκανε κακό ἢ ἀναμείχθηκε σέ ξένες ὑποθέσεις. Ἄν ὅμως ὑποφέρει ἐπειδὴ εἶναι χριστιανός, νά μήν ντρέπεται ἀλλά νά δοξάζει τό Θεό γι’ αὐτό. Εἶναι καιρός πιά ν’ ἀρχίσει ἡ κρίση ἀπ’ τό λαό τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν ἡ κρίση ἀρχίσει πρῶτα ἀπό μᾶς, σκεφτεῖτε τί ἔχει νά γίνει μέ ὅσους δέν δέχονται τό εὐαγγέλιο τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν μόλις καί μετά βίας σώζονται οἱ δίκαιοι ἄν θρωποι, τί θά συμβεῖ μέτούς ἁμαρτωλούς καί ἀπίστους»
- Εμφανίσεις: 21648