Ο πλούτος, μέσον σωτηρίας ή παγίδα θανάτου;

gabrihl-2

Του Δρ. Χαραλάμπη Μ. Μπούσια

Ὁ Κύριος μας θέλοντας ὅλους νὰ μᾶς σώσει μὲ τὴν ἐφευρετική Του ἀγάπη προσπαθεῖ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν τελειότητα καὶ μᾶς ζητεῖ νὰ ἀπαρνηθοῦμε τὸ ὁποιοδήποτε πάθος μᾶς δένει στὴ γῆ καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε ἐλεύθερα καὶ δυνατά, ὥστε νὰ βρεθοῦμε αἰώνια Του.

Κάθε ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς ἔχει κάποιο διαφορετικὸ πάθος ποὺ κυριαρχεῖ στὴν ψυχή του.

Ἄλλος εἶναι δέσμιος τῆς ὀργῆς, ἄλλος τῆς ζήλειας, τῆς μέθης, τοῦ ψέματος, τῆς πονηρίας, τοῦ χρήματος, τῆς φιληδονίας καὶ τῆς σαρκολατρείας.

Μόνον ἡ ἀπελευθέρωσή μας ἀπὸ τὸ κυρίαρχο πάθος μᾶς ἀνοίγει τὴ στενὴ πύλη, γιὰ νὰ βαδίσουμε τὴν τεθλιμμένη ὁδὸ ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀτελεύτητη χαρὰ τῶν οὐρανῶν.

Ἂν δὲν ἐλευθερωθοῦμε οὐρανοπολίτες δὲν γινόμαστε. Ὅσο εἶναι καιρός, καὶ «ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπροσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. στ΄ 2) χρειάζεται ἀγώνας, χρειάζεται πόλεμος κατὰ τῶν παθῶν ποὺ κυριαρχοῦν στὴν ψυχή μας, ποὺ μᾶς κρατοῦν σκλάβους στὴ γῆ καὶ δὲν μᾶς ἀφήνουν νὰ δοθοῦμε ὁλοκληρωτικὰ στὴ Θεία Ἀγάπη, τὴ μόνη ποὺ μᾶς δίνει τὸ εἰσιτήριο χωρὶς ἐπιστροφὴ γιὰ τὴν οὐράνια Βασιλεία.

Ὁ Χριστὸς μᾶς θέλει ἀγωνιστές, λέγοντάς μας «Ἀγωνίζεσθε» (Λουκ. ιγ΄ 24) καὶ βλέποντάς μας νὰ ἀγωνιζόμασθε μὲ τὴ Χάρη Του ἐλευθερώνει τὶς ψυχές μας ἀπὸ τὰ πάθη καὶ μᾶς ἀνυψώνει ἀπὸ τὴν κοπρία τῆς ἁμαρτίας πρὸς τὶς ἐπάλξεις τῆς αἰωνιότητος.

Ἡ προθυμία μας γιὰ ἀγώνα ἄλλωστε αὐξάνει τὴν προσευχητική μας διάθεση, τὴ λατρεία καὶ τὴν πνευματικὴ μελέτη, ἀρετὲς ποὺ ὁδηγοῦν στὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς μας.

Ἕνα ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ μᾶς ταλανίζει θανάσιμα εἶναι καὶ τὸ πάθος τοῦ πλουτισμοῦ, τῆς ἀποκτήσεως πολλῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν ποὺ ἔρχεται νὰ ἀντικαταστήσει τὴν πτωχεία τῶν συναισθημάτων μας καὶ τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν «τῆς πτωχείας Διδάσκαλον», ὅπως λέγει καὶ σχετικὸ τροπάριο τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Πέμπτης σὲ ἐρώτηση πρὸς τὸν φιλάργυρο Ἰούδα: «Εἰ πλοῦτον ἠγάπας τί τῷ περὶ πτωχείας διδάσκοντι ἐφοίτας;».

Ὅταν εἶπε ὁ Κύριός μας στὸν πλούσιο νεαρὸ «πώλησον τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ δὸς πτωχοῖς» (Ματθ. ιθ΄ 21) ἤθελε νὰ τοῦ ἐπιστήσει τὴν προσοχὴ στὴ ἀπεξάρτησή του ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας, ἀφοῦ αὐτὴ τὸν ἐμπόδιζε νὰ ἀκολουθήσει τὸ δρόμο τῆς τελειότητος.

Εἶναι γνωστό, ὅπως πάλι ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος τονίζει ὅτι «Ὅπου γὰρ ἐστὶν ὁ θησαυρός σου, ἐκεῖ καὶ ἡ καρδία σου ἔσται» (Ματθ. στ΄ 21).

Ἔτσι, ἐὰν δὲν εἴμαστε ἀπερίσπαστοι στὴ Θεία ἀγάπη, ἀλλὰ εἴμαστε προσκολλημένοι σὲ ὑλικὰ πράγματα, τότε ἡ καρδιά μας δὲν μπορεῖ νὰ πετάξει ἐλεύθερα πρὸς τὰ αἰθέρια ὕψη.

Τὰ χρήματα, τὸ μέσον τοῦ πλουτισμοῦ, εἶναι τὸ ὄργανον τοῦ ἀπολαυστικοῦ βίου. Γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ ἐμπαθὲς κυνήγημά τους πρέπει νὰ ἀπαλλαγοῦμε πρῶτα ἀπὸ τὰ πάθη τῆς γαστριμαργίας, τῆς καλοπεράσεως καὶ τῆς ὑπεροψίας μας ἔναντι τῶν ἄλλων.

Μὴ λησμονοῦμε ὅτι ἐνώπιον τοῦ θανάτου ὅλοι εἴμαστε ἴσοι καὶ μάλιστα πάμφτωχοι, ἀφοῦ τίποτα δὲν μᾶς συνοδεύει ἀπὸ τὰ ὑλικά μας ἀγαθά, παρὰ μόνο τὰ ἔργα μας, οἱ ἐλεημοσύνες μας.

Αὐτὲς σφραγίζουν τὴν αἰώνια πορεία μας, ἀφοῦ δείχνουν καὶ τὸ μέτρο τῆς πίστεώς μας.

Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Ὅσιο Σεραπίωνα ποὺ ἐνῶ βάδιζε στὸ δρόμο τὸν πλησίασε κάποιος φτωχὸς καὶ τοῦ ζήτησε ἐλεημοσύνη.

Ἐκεῖνος μὴ ἔχοντας τίποτα ἄλλο νὰ τοῦ δώσει τοῦ ἔδωσε τὸ ἐξώρασό του ἂν καὶ τὸ ψύχος ἦταν δριμύτατο μένοντας μόνο μὲ τὸ ἀντερί του.

Σὲ λίγο συνάντησε ἄλλο ζητιάνο, ὁ ὁποῖος ἔτρεμε ἀπὸ τὸ κρύο καὶ τοῦ ἔδωσε τὸ ἀντερί του βαστάζοντας ὁ ἴδιος μόνο τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ νὰ τὸ μελετάει.

Τὸν εἶδε τότε γυμνὸ ἕνας ἄλλος ἀσκητὴς καὶ τὸν ρώτησε ποιὸς τοῦ πῆρε τὰ ροῦχα. Ὁ Ὅσιος τοῦ ἀποκρίθηκε δείχνοντάς του τὸ Εὐαγγέλιο: «Αὐτό», ἐννοώντας τὴν τήρηση τῆς εὐαγγελικῆς ἀγάπης, ποὺ ἦταν συνέπεια τῆς πίστεώς του καὶ τῆς ἀγαπητικῆς σχέσεώς του μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία μας οὐδέποτε ὑπῆρξε ἀρνητικὴ ἀπέναντι στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Αὐτὰ δημιουργήθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ προσφέρονται στὸν ἄνθρωπο γιὰ χρήση καὶ εὐχαριστία, γιὰ κάλυψη ἀναγκῶν του καὶ γιὰ εὐχάριστη ζωή.

Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει καὶ εὐνοϊκὴ ἀντιμετώπιση τοῦ πλούτου. Ὅλα πρέπει νὰ γίνονται μὲ μέτρο.

Ὁ Χριστός πέρασε τὴν ἐπίγεια του ζωή Του ἁπλᾶ καὶ φτωχικά. Ἡ λιτότητα καὶ ἡ ἑκούσια φτώχεια ἦταν αὐτὴ ποὺ Τὸν διέκρινε.

Δὲν εἶχε «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. η΄ 20). Αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς δίδαξε καὶ στοὺς μαθητές του. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος μιμούμενος τὸν Χριστό, ἔμαθε νὰ ζεῖ μὲ αὐτάρκεια: «Οἶδα καὶ ταπεινοῦσθαι, οἶδα καὶ περισσεύειν ἐν παντὶ καὶ ἐν πᾶσι μεμύημαι καὶ χορτάζεσθαι καὶ πεινᾶν καὶ περισσεύειν καιὶ ὑστερεῖσθαι· πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ΄ 12-13).

Ἀναμφίβολα, ὅμως, ἡ κατοχή πλούτου αἰχμαλωτίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κρατάει δέσμιο τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου τούτου, ἔτσι ὥστε ὁ πλοῦτος νὰ καθίσταται ἐμπόδιο γιὰ τὴν εἴσοδό του στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐκτὸς καὶ ἂν ἀξιοποιηθεῖ ὀρθὰ καὶ ὀρθόδοξα.

Γράφει πολὺ παραστατικὰ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «πρὸς τοὺς πλουτοῦντας», πρὸς αὐτοὺς ποὺ θεωροῦν τὸν πλοῦτο ὡς μέσο καλοζωΐας. «

Ἕως πότε θὰ εἶναι παντοδύναμο τὸ χρυσάφι, τῶν ψυχῶν ἡ ἀγχόνη, τὸ ἀγκίστρι τοῦ θανάτου, τῆς ἁμαρτίας τὸ δόλωμα;

ως πότε θὰ κυβερνάει ὁ πλοῦτος, ἡ αἰτία τοῦ πολέμου, γιὰ τὸν ὁποῖο κατασκευάζονται ὅπλα, γιὰ τὸν ὁποῖο ἀκονίζονται ξίφη;

Ἐξ αἰτίας τοῦ πλούτου συγγενεῖς λησμονοῦν τοὺς φυσικοὺς δεσμοὺς τῆς συγγένειας, ἀκόμη κι ἀδέλφια ἀλληλοϋποβλέπονται μὲ φονικὲς διαθέσεις.

Χάριν τοῦ πλούτου οἱ ἐρημιὲς τρέφουν τοὺς ληστές, ἡ θάλασσα τοὺς πειρατὲς καὶ οἱ πόλεις τοὺς συκοφάντες.

Ποιός εἶναι ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους; Ποιὸς ὁ δημιουργὸς τῆς πλαστογραφίας; Ποιός ὁ γεννήτορας τῆς ἐπιορκίας;

Δὲν εἶναι ὁ πλοῦτος, δὲν εἶναι ἡ ἀγωνιώδης μέριμνα γιὰ τὴν ἀπόκτησή του; Τί παθαίνετε, ταλαίπωροι ἄνθρωποι;

Ποιὸς ἔκαμε ὥστε, τὰ οἰκονομικὰ μέσα ποὺ ἔχουν προορισμὸ νὰ σᾶς ὑπηρετοῦν, νὰ στραφοῦν ἐναντίον σας καὶ ἀπὸ ὑπηρέτες σας νὰ γίνουν δυνάστες σας;

Σύνεργα γιὰ τὴ συντήρηση τῆς ζωῆς εἶναι. Μήπως δόθηκαν σὰν ἐργαλεῖα τοῦ κακοῦ τὰ χρήματα; Λύτρα εἶναι γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.

Μήπως δόθηκαν γιὰ νὰ γίνουν αἰτία ἀπώλειας; Ἀλλά, θὰ ἰσχυριστοῦν οἱ πλούσιοι ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι ἀναγκαῖος γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τῶν παιδιῶν.

Ὁ ἰσχυρισμὸς αὐτὸς εἶναι εὔσχημη πρόφαση πλεονεξίας. Προβάλλετε δηλαδὴ σὰν δικαιολογία τὰ παιδιά, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα ἀποκαλύπτετε τὶς βαθύτερες διαθέσεις τῆς καρδιᾶς σας.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἐπισημαίνουν τὸν τεράστιο κίνδυνο ποὺ ἔχει γιὰ τὴν ψυχή μας ἡ συγκέντρωση πλούτου, ἐνῶ ἄλλοτε τονίζουν τὴν ἀνάγκη γιὰ τὴν καλή του διαχείριση.

Ὁ κίνδυνος ἀναφέρεται κυρίως στὴν πρώτη Ἐκκλησία, ὅπου οἱ Χριστιανοί προέρχονταν ἀπὸ φτωχὰ κοινωνικὰ στρώματα.

Τὴν καλὴ δαχείρηση τὴ συναντοῦμε περισσότερο στὴν πατερικὴ γραμματεία μετὰ τὴν εἴσοδο εὐπόρων ἀνθρώπων στὴν Ἐκκλησία καὶ ἀποτελεῖ κεντρικὴ θέση ὡς σήμερα.

Χρειάζεται, λοιπόν, ὀρθὴ διαχείριση τοῦ πλούτου. Πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι εἴμαστε διαχειριστὲς τῶν ἀγαθῶν ποὺ ἁπλόχερα μᾶς προσφέρει δωρεὰν ὁ Κύριος καὶ καλούμασε νὰ παραμένουμε ὀλιγαρκεῖς.

Ἡ ἀποφυγὴ τῆς σπατάλης εἶναι σήμερα, ὅσο ποτὲ ἄλλοτε, ἐπίκαιρη καὶ ἐπιτακτική.

Στὶς ἡμέρες μας, ὅπου ἡ οἰκονομικὴ κρίση μαστίζει πολλοὺς ἀδελφούς μας ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε αὐτάρκεις καὶ ὀλιγαρκεῖς, ὥστε νὰ προσφέρουμε καὶ πρὸς αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἀνάγκη.

Ἂν ὁ Κύριος καταδικάζει τὸν πλοῦτο, τὸ κάνει γιατὶ αὐτὸς κρατάει τὸν ἄνθρωπο δέσμιο τῶν φθαρτῶν καὶ τῶν γηΐνων.

Δὲν μᾶς εἶπε ὅτι κάποιος ποὺ εἶναι πλούσιος δὲν θὰ σωθεῖ, ἀλλὰ ὅτι εἶναι πολὺ δύσκολο σημειώνοντας «εὐκοπότερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν» (Μᾶρκ. ι΄ 25).

Παράδειγμα ἔχουμε τὸν Ζακχαῖο, ποὺ ἦταν ἀρχιτελώνης καὶ πλούσιος. Ὁ πλοῦτος ποὺ συσσώρευσε, ἦταν μάλιστα προϊὸν τῶν ἀδικιῶν ποὺ ἔκανε ὠς τελώνης.

Ὡστόσο μετανόησε ἔμπρακτα δίνοντας τὰ μισά του ὑπάρχοντα στοὺς φτωχοὺς καὶ σὲ ὅποιον ἀδίκησε τὸ τετραπλάσιο.

Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος ἀναφέρει ὅτι ὁ Ζακχαῖος καὶ ἡ οἰκογένεια του σώθηκαν (Λουκ. ιθ΄ 1-10). Συνεπῶς δὲν πρέπει νὰ εἴμαστε ἀπόλυτοι.

Σώζονται καὶ οἱ καλοὶ διαχειριστὲς τοῦ πλούτου, ἀφοῦ ἄλλλωστε «τὰ ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λουκ. ιη΄ 27). 

Ὁ Γέροντας Γαβριήλ, ὁ Γέροντας τῆς ἀλληλεγγύης, ἀπεχθανόταν τὴ συσσώρευση πλούτου, τὴ διακαῆ ἐπιθυμία πρὸς πλουτισμὸ καὶ τὴν ἀδιαφορία γιὰ τὸν ὁποιοδήποτε συνάνθρωπο μας.

Ἡ ἀδιαφορία ἢ τὸ λιγότερο ἡ ἀμέλειά μας γιὰ τοὺς πλησίον ἦταν γιὰ τὸ Γέροντα ἀδιαφορία σωτηρίας.

Μᾶς ὑπενθύμιζε τὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου λέγοντάς μας ὅτι ὁ πλούσιος καταδικάσθηκε, γιατὶ δὲν πρόσφερε τὸ παραμικρὸ στὸν πεινασμένο καὶ ἀσθενὴ Λάζαρο.

Δὲν καταδικάστηκε ἁπλᾶ καὶ μόνο ἐπειδὴ ἦταν πλούσιος. Καταδικάστηκε γιατὶ δὲν διαχειρίστηκε σωστὰ τὸν πλοῦτο ποὺ εἶχε δώσει ὁ Κύριος, γιὰ νὰ τὸν δοκιμάσει, ἂν ἦταν σκληρόκαρδος, ἢ μεγαλόκαρδος.

Δυστυχῶς γιὰ ἐκεῖνον ἴσχυσε ἡ φράση «ἐζυγίσθη, ἐμετρήθη καὶ εὑρέθη ἐλλιπής». Ὁ Θεὸς καὶ ὁ πλησίον δὲν ὑπῆρχαν γιὰ τὸν πλούσιο τῆς παραβολῆς. Ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ Λάζαρος δὲν σώθηκε γιατὶ ἦταν φτωχὸς καὶ ἀσθενής.

Σώθηκε ἐπειδὴ δὲν παραπονέθηκε, δὲν γόγγυσε οὔτε στιγμὴ κατὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ κατὰ τοῦ πλουσίου, κατ’ ἀπομίμηση τοῦ ἀγογγύστου στοὺς πειρασμούς, στὶς θλίψεις καὶ στὶς ἀσθένειες Ἰώβ, ὁ ὁποῖος πάντοτε καὶ γιὰ ὅλα δόξαζε τὸ Θεὸ λέγοντας: «Ὡς ἔδοξε τῷ Κυρίῳ οὕτω καὶ ἐγένετο. Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον» (Ἰὼβ α΄ 21).

Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ γεννήθηκε φτωχός, ἔζησε φτωχὸς βιοπαλαιστὴς καὶ κοιμήθηκε ἀκτήμων.

Μᾶς ἔλεγε ὅτι ὁ πατέρας του ὁ κυρ Ζαχαρκιᾶς κάθε πρωΐ ἔβαζε στὴν τσέπη του λίγες σταφίδες καὶ φεύγοντας τὰ παιδιά του γιὰ τὸ σχολεῖο πήγαιναν νὰ τὸν χαιρετίσουν.

Ἐκεῖνος τότε τοὺς ἔλεγε νὰ βάλουν τὸ χεράκι τους στὴν τσέπη νὰ πάρουν σταφίδες γιὰ τὸ διάλειμμα, ἀλλὰ μὲ κλειστὰ δάχτυλα, γιὰ νὰ μὴ χωροῦν πολλές.

Καὶ αὐτὲς τὶς σταφίδες ὁ νεαρὸς τότε Γεώργιος τῆς μοιραζόταν μὲ ἄλλα παιδιὰ ἢ καὶ τὶς ἔδινε ὅλες σὲ αὐτὰ ποὺ δὲν εἶχαν οὔτε αὐτὲς τὶς λίγες σταφίδες γιὰ νὰ γλυκάνουν τὸ στόμα τους.

Στὰ νεανικὰ καὶ τὰ ἀνδρικά του χρόνια ὡς λαϊκὸς ὁ Γέροντας ἐργάσθηκε καὶ σὲ τσαγγάρικο καὶ σὲ βιβλιοδετεῖο, δουλειὲς χειρωνακτικές, τὶς ὁποῖες ἀγάπησε καὶ ἀπὸ τὶς ὁποῖες κέρδιζε λίγα χρήματα γιὰ τὶς ἀνάγκες του καὶ γιὰ ἀλληλεγγύη σὲ αὐτοὺς ποὺ εἶχαν ἄμεση ἀνάγκη, θυμίζοντάς μας τὸν Παῦλο ποὺ ἔλεγε ὅτι «ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσιν μετ’ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται.»(Πράξ. κ΄ 34).

Καὶ ὡς ἱερωμένος ὁ Γέροντας πιστὸς στὴν ὑπόσχεσή του κατὰ τὸ Μέγα Ἀγγελικὸ Σχῆμα οὐδέποτε ἐπεδίωξε χρήματα. Ἦταν πάντοτε λιτὸς καὶ ὀλιγαρκής.

Καὶ αὐτὰ ποὺ εἶχε τὰ μοίραζε στοὺς γύρω του μὲ χαμόγελο παντοτε λέγοντάς μας «ἱλαρὸν δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός» (Β΄ Κορ. θ΄ 7).

Ἐπιστέγασμα τῆς κενωτικῆς προσφορᾶς του στοὺς ἄλλους ὑῆρξε καὶ ὁ Φιλανθρωπικὸς καὶ Ἱεραποστολικὸς Ὅμιλος, «Ἀπόστολος Βαρνάβας», ὁ ὁποῖος καὶ μετὰ τὴν ἐκδημία τοῦ Γέροντος συνεχίζει ἀπτόητα τὴ φιλανθρωπικὴ καὶ ἱεραποστολική του δράση. Ἐμεῖς, ὅσοι ζήσαμε τὸ Γέροντα, ὀφείλουμε νὰ τὸν μιμούμαστε.

Ἂν εἴμαστε πλούσιοι, νὰ μὴν κρατᾶμε αὐτὰ ποὺ μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεὸς γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Πολλοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ χρειάζονται τὴ βοήθεια μας.

Τοὺς βλέπουμε καθημερινά. Ἀσθενεῖς, φτωχοί, ἄνεργοι, ἄστεγοι.

Ἂν πάλι εἴμαστε φτωχοί, νὰ μὴν κατακρίνουμε τοὺς πλουσίους, οὔτε νὰ γογγύζουμε κατὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ ὑπομείνουμε τὴ δοκιμασία αὐτή, ἔχοντας τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεὸς ποὺ φροντίζει γιὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, θὰ φροντίσει καὶ γιὰ ἐμᾶς.

Ἡ προσφορά μας στὸν πλησίον, ἔλεγε ὁ φιλάγαθος Γέροντας, μὲ προθυμία καὶ ἀγάπη δὲν περιορίζεται μόνο σὲ ὑλικὰ ἀγαθά.

Καὶ ἡ προσφορὰ προσωπικοῦ ἔργου ἢ καὶ λόγων παρηγοριᾶς λογίζεται ἀπὸ τὸ Θεὸ ὡς ὑλικὴ προσφορά, ἀφοῦ ἀποτελεῖ ἐκχύλισμα ἀγαπητικῆς καρδιᾶς.

Ζοῦμε σὲ περίοδο οἰκονομικῆς κρίσεως ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀγαπητικῆς μας κρίσεως, τῆς ἀγαπητικῆς μας φτώχειας λησμονώντας ὅτι ἡ ἀγάπη δὲν πωλεῖται οὔτε ἀγοράζεται.

Παρέχεται δωρεὰν καὶ ἡ ἔλλειψη παροχῆς τῆς ἀγάπης, τολμοῦμε νὰ ποῦμε, ὅτι στὶς ἡμέρες μας ἐπέσυρε τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς παιδαγωγεῖ μὲ τὴν πτώχευση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Αὐτὸς δὲν μᾶς δίδαξε ἄλλωστε ὅτι: «Ὅστις σὲ ἀγγαρεύσει μίλιον ἓν ὕπαγε μετ’ αὐτοῦ δύο» (Ματθ. ε ́ 41).

Ἂν ἡ καρδιὰ μας εἶναι γεμάτη ἀγάπη καὶ μᾶς πεῖ κάποιος νὰ τὸν μεταφέρουμε σὲ μιὰ ἀπόσταση ἑνὸς μιλίου ἐμεῖς πρόθυμα νὰ τὸν μεταφέρουμε δυὸ μίλια δείχνοντάς του τὸ ἐκχύλισμα τῆς χριστιανικῆς μας καρδιᾶς ποὺ βλέπει στὰ πρόσωπα τῶν συνανθρώπων μας τὸν ἴδιο τὸ Θεάνθρωπο Ἰησοῦ μας,

Αὐτὸν ποὺ μακαρίζει ὑπὲρ πάντας τοὺς ἐλεήμονες λέγοντας: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ε ́ 7).

Ἐμεῖς, δυστυχῶς, ποὺ γνωρίζουμε τὶς θεῖες ἐντολές, δὲν δίνουμε ἁπλόχερα, ἀλλὰ πιέζουμε τὸν ἑαυτό μας, γιὰ νὰ κάνουμε κάποιο καλό.

Καὶ ἂν τὸ κάνουμε δὲν δίνουμε ἀπὸ τὸ ὑστέρημά μας, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ περίσσευμα καὶ νομίζουμε ὅτι εἴμαστε εὐάρεστοι στὸ Θεὸ καὶ περιμένουμε τὸ ἐξ ὕψους ἀντιμίσθιο.

Ἔλεγε ὁ πατὴρ Παΐσιος, ὅτι ἂν ἔχουμε τρία μαξιλάρια καὶ δώσουμε δύο ἀπ’ αὐτὰ ποὺ δὲν χρησιμοποιοῦμε γιὰ προσκέφαλο τότε ἡ προσφορά μας ἔχει μικρὴ ἀξία.

Ἂν δώσουμε, ὅμως, αὐτὸ ποὺ χρησιμοποιοῦμε καὶ τὸ στερηθοῦμε, τότε ἡ προσφορά μας ἀξίζει καὶ βραβεύεται ἀπὸ τὸ Θεό μας.

Ἡ σκληροκαρδία, ἡ κρύα ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφούς μας καὶ τὸ σφίξιμο ποὺ δείχνουμε στὸ δόσιμο εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ὀλιγοπιστίας μας, τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μας καὶ τῆς ἐφάμαρτης ζωῆς μας.

Ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Νικαίας Γεώργιος, ὁ γνήσιος ἀγωνιστὴς τῆς ἀγάπης, πολὺ χαρακτηριστικὰ τόνιζε, ὅτι ἡ φιλανθρωπία εἶναι τὸ ἄνοιγμα  τῆς καρδιᾶς καὶ τῶν χεριῶν μας στὸν πόνο καὶ στὴ δυστυχία τῶν συνανθρώπων μας.

Εἶναι τὸ μύρο τῆς ψυχῆς, ποὺ κυλάει στὸ διάβα μας καὶ εὐωδιάζει ὁ τόπος ἀπ’ ὅπου διαβεῖ. Εἶναι μιὰ γλυκειὰ μελῳδία, ποὺ σκορπᾶνε γύρω οἱ καρδιὲς τῶν ἐκλεκτῶν ὁδοιπόρων τῆς ζωῆς.

Οἱ πτωχοὶ καὶ δυστυχεῖς δὲν ἔλειψαν ποτὲ ἀπὸ τὸν κόσμο, οὔτε καὶ θὰ λείψουν. Ἑπομένως δὲν θὰ σταματήσει ποτὲ τὸ χρέος τῶν ἀνθρώπων νὰ ἀγαποῦν, νὰ ἐλεοῦν, νὰ βοηθοῦν ἐκείνους ποὺ πονοῦν καὶ ὑποφέρουν.

Μόνον, ποὺ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ γίνεται οὔτε ἀπὸ ἀνάγκη, οὔτε ἀπὸ ἐπίδειξη, οὔτε ἀπὸ συνήθεια. Ἡ φιλανθρωπία δὲν διατάσσεται, οὔτε γίνεται μέσον κενοδοξίας.

Μένει γιὰ πάντα μύρο ψυχῆς, ποὺ εὐωδιάζει ἀνωτερότητα, ἀνθρωπισμό, καλωσύνη καὶ ἦθος, ὅπως τὸ μύρο τῆς ψυχῆς τοῦ ἐλεήμονος Γέροντος Γαβριήλ.

gabrihl-1

gabrihl-4

gabrihl-5

gabrihl-6

gabrihl-7

gabrihl-8

Εμφανίσεις: 53686
Γίνετε ενεργά η πηγή του Romfea.gr! Στείλτε ειδήσεις και φωτογραφίες που πιστεύετε πως ενδιαφέρουν τους αναγνώστες στο [email protected]
FOLLOW ROMFEA:
top
Has no content to show!