Ευλογημένες αναμνήσεις από τον μακαριστό Μητροπολίτη Ιερισσού Νικόδημο

1334723

Γράφει ο Θεολόγος Άγγελος Πάκλαρας για την Romfea.gr

Η συνεχής και ατέρμονος φθορά του χρόνου σβήνει και αλλοιώνει γεγονότα και καταστάσεις από την μνήμη του κάθε ανθρώπου, όπως ο σπόγγος την κιμωλία.

Όταν όμως εμείς το επιθυμούμε οι όμορφες αναμνήσεις του παρελθόντος με πρόσωπα που  έφυγαν από αυτήν την ζωή, αλλά αγαπήσαμε και δεθήκαμε πνευματικώς μαζί τους, δεν επιτρέπουμε στην μνήμη μας να σβησθούν.

Ένας σχεδόν χρόνος συμπληρώνεται από τότε, που άφησε τα επίγεια και πρόσκαιρα και μεταβέβηκε εις τα ουράνια και αιώνια ο χαριτωμένος και γλυκύς ως προς την όψιν και τον χαρακτήρα μακαριστός Μητροπολίτης Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου Κυρός Νικόδημος.

Η πλήρης βιογραφία του είχε αναλυθεί πριν ένα περίπου χρόνο. Εδώ θα αποτυπώσουμε όσα προσωπικά βιώματα ζήσαμε και κρατήσαμε στην καρδιά μας, ως απόσταγμα σοφίας, ευγένειας ψυχής και παραδειγματισμού από έναν μεγάλο ιεράρχη, προς πνευματικήν ωφέλειαν μας.

Μικρός μαθητής ακόμα, είχαμε γνωρίσει η οικογένεια μου και εγώ, το καλοκαίρι του έτους 1981, τον μακαριστό Γέροντα, όταν 3 μήνες μετά την ενθρόνιση του ερχόταν στο Ιερό Προσκύνημα της Μεγάλης Παναγίας και άρχισε να επιβλέπει τις εργασίες αναστήλωσης και επέκτασης του θερινού επισκοπείου, με σκοπό την εκεί μόνιμη εγκατάσταση του, αφήνοντας την έδρα της Μητροπόλεως εν Αρναία.ieris

Απλός εις τους τρόπους του, καταδεκτικός, προσιτός, μειλίχιος, ευγενής αλλά και επιβλητικός, άκουγε τον συνομιλητή του και τον ενθουσίαζε με την βροντώδη φωνή του, χωρίς ίχνη έπαρσης και υπερηφανείας που τυχόν θα απέρρεαν ένεκεν του υψίστου βαθμού του αξιώματος του.

Ως γνήσιος μοναχός επιζητούσε την ηρεμία και την ησυχία, διά τούτο και είχε επιλέξει ως τόπο διαμονής του, το Ι. Προσκύνημα στους πρόποδες του όρους Καυκάσου, μακριά από πυκνοκατοικημένες περιοχές.

Αφοσιωμένος πλήρως στα λειτουργικά του καθήκοντα, κατήρχετο ο ίδιος, επί καθημερινής βάσεως και τελούσε τον όρθρο, τον εσπερινό και το Απόδειπνο καθ’ όλη την διάρκεια του έτους, ακόμη και τους χειμερινούς μήνες, όταν το χιόνι έπεφτε πυκνό και η θερμοκρασία ήτο κάτω του μηδενός.

Η ζωή του ήταν όλη μια διαρκής Θεία Λειτουργία. Το τόνιζε και ο ίδιος σε κάθε ευκαιρία στους ιερείς του: Η ζωή του κληρικού είναι κατ’ εξοχήν Λειτουργική και Χριστοκεντρική. Αυτός είναι ο πυρήνας του, όλα τα άλλα είτε διοικητικά είτε οτιδήποτε άλλο, είναι δευτερεύοντα.

Ποτέ δεν απουσίαζε από τις κατά τόπους ιερές πανηγύρεις της Μητροπόλεως του, λαμβάνοντας μέρος εις τον εσπερινόν, την ιερά λιτανεία και την επαύριον στην Αρχιερατική Θ. Λειτουργία, έως και τα τελευταία έτη της ζωής του, όταν πλέον δεν ήτο νέος όπως πρώτα.

Όταν κάποτε απουσίαζε προσκεκλημένος να παραβρεθεί σε κάποια αρχιερατικά συλλείτουργα εκτός Μητροπόλεως του, πάντοτε εφρόντιζε αυτά να μην συμπίπτουν με τις τοπικές πανηγύρεις του, ειδάλλως δεν παρευρισκόταν.

Αγαπούσε και ελάτρευε την Κυρίαν Θεοτόκον διά τούτο και είχε αφιερώσει όλον τον μήνα Αύγουστον  εις το Ιερόν πρόσωπόν Της. Ενώ άλλες Μητροπόλεις τελούν απλά την Ι. Παράκλησιν, τις πρώτες δεκαπέντε ημέρες του Αυγούστου, ο ίδιος είχε καθιερώσει με εντολή του από 1ης έως 30ης Αυγούστου καθημερινώς να τελείται όρθρος και Θ. Λειτουργία και το εσπέρας αρχιερατικός εσπερινός και ιερά παράκλησις, χοροστατούντος του ιδίου. Συνέβη δε το εξής παράδοξον γεγονός:

ieris1Τέλη Αυγούστου ενώ ετελέσθη Θ. Λειτουργία και το εκκλησίασμα αλλά και ο εφημέριος του Ναού είχαν αποσυρθεί, ήλθε μία οικογένεια εκτός Μητροπόλεως και παρατηρώντας τον μακαριστό Μητροπολίτη να τακτοποιεί το ιερό βήμα (!) πιστεύοντας ότι ήτο ο εφημέριος (εγκόλπιο συνήθως τις καθημερινές, όταν έμενε στο Ι. Προσκύνημα, ο Γέροντας δεν φορούσε), τον παρεκάλεσε να τελέσει μια ιδιωτική παράκληση υπέρ υγείας.

Ο μακαριστός χωρίς να αντιδράσει (ήτο ήδη πρωί και έπρεπε να μεταβεί εις το γραφείον του εν Αρναία) ετέλεσε ο ίδιος την Ι. Παράκληση μόνο με επιτραχήλιον, ψάλλων ταυτοχρόνως εκ του αναλογίου.

Η οικογένεια πολύ ευαρεστήθηκε από την προθυμία του «ιερέως» και αποχωρώντας του είπε: «πάτερ, πείτε μας το όνομα σας και τώρα που θα περάσουμε από Αρναία θα πούμε δύο καλά λόγια στον Δεσπότη σας, δι’ εσάς και την εξυπηρέτηση που μας κάνατε! Εκείνος χαμογέλασε, τους έδωσε την ευχή του και τους ευχήθηκε καλό ταξίδι…

Όταν ήτο ιερουργός, ήθελε τα πάντα να είναι στην εντέλεια. Δεν ήθελε ομιλίες εντός του Ιερού Βήματος, ούτε άσκοπες κινήσεις. Δεν εκάθητο ποτέ κατά την διάρκεια της Θ. Λειτουργίας ενώ το βλέμμα του και η προσοχή του ήταν στραμμένα προς τον Εσταυρωμένο Κύριο και την Πλατυτέρα των Ουρανών Κυρία Θεοτόκο. Πολλάκις δε οι ιερείς του, τον έβλεπαν να δακρύζει ενώπιον του ιερού θυσιαστηρίου.

Στο δε «πρόσχωμεν, τα ‘Αγια τοις Ἁγίοις» δεν επέτρεπε από διάκριση στους διακόνους του να κλείνουν την Ωραία Πύλη, διότι όπως έλεγε «τα υψηλά τέμπλα και η κλειστή Ωραία Πύλη διώχνουν τον κόσμο από την εκκλησία. Είναι σαν να τους λέμε εμείς είμαστε οι Άγιοι και εσείς οι αμαρτωλοί. Άλλωστε στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους τα τέμπλα δεν ήταν υψηλά, αλλά αυτά υψώθηκαν πολύ μεταγενέστερα» ανέφερε.

Παρά το γεγονός ότι είχε υποβληθεί σε εγχείρηση καρδιάς, ήτο αεικίνητος και ακούραστος. Συνοδεύοντας δε τον αείμνηστο Γέροντα στην πανήγυρη του Κυριακού της Αγίας Άννης εν Αγίω Όρει (25 Ιουλίου / 8 Αυγούστου) ετέλεσε την ολονύκτια αγρυπνία και αμέσως μετά την τράπεζα, την επομένη ημέρα εξήλθε εσπευσμένα διά Ουρανούπολη.

Από εκεί κατευθύνθηκε σε άλλα χωρία της περιφερείας του και αργά το απόγευμα έφθασε στο Ι. Προσκύνημα, στο Επισκοπείο. Δίχως να ξεκουρασθεί διόλου, ετέλεσε εσπερινό, Ι. παράκληση, ευχέλαιον, χαιρετισμούς, όρθρον και αρχιερατική Θ. Λειτουργία διά την ανεύρεσιν της κλαπείσης θαυματουργικής εικόνος της Μεγ. Παναγίας του Ι. προσκυνήματος. Δηλαδή δεύτερη αγρυπνία την, οποία τελούσε κάθε χρόνο εντός του Δεκαπενταυγούστου, μένοντας άγρυπνος επί δύο εικοσιτετράωρα!ieris3

Όταν επρόκειτο να λειτουργήσει ή είτε κατευθύνονταν εν Αρναία εις το γραφείον του, τελούσε εντός του οχήματος του, την πρωινή προσευχή και όλους τους χαιρετισμούς της Υπεραγίας Θεοτόκου, τους οποίους εγνώριζε από στήθους, το δε βράδυ όταν επέστρεφε τελούσε πάλι το απόδειπνο και τους χαιρετισμούς. Έλεγε δε χαρακτηριστικά ότι πρέπει να εκμεταλλευόμαστε το κάθε λεπτό που περνά προς όφελος διά την σωτηρίας μας.

Διά δε τους χαιρετισμούς ανέφερε ότι πολύ ευαρεστείται η Κυρία Θεοτόκος από αυτούς όταν τους διαβάζουμε.

Χρήματα από τα μυστήρια που τελούσε ο μακαριστός ιεράρχης δεν ελάμβανε ποτέ. Τελέσας το μυστήριον του γάμου εν τη Ιερά Μονή Βλατάδων Θεσσαλονίκης  και ενώ μετά το πέρας της τελετής του μυστηρίου ήλθαν οι γονείς των νεονύμφων διά να τον ευχαριστήσουν, του πρόσφεραν έναν φάκελλον με χρηματικό ποσόν. Αυτός ηρνήθη να τον παραλάβει, αλλά επειδή η πίεσις ήτο αφόρητος, τον έλαβε.

Εξερχόμενος δε του Ι. Ναού άνοιξε τον φάκελλο και χωρίς να τον αντιληφθεί ουδείς, έριξε τα χρήματα εις το παγκάριον της Ι. Μονής, λέγων χαρακτηριστικά εις εμέ που ήμουν δίπλα του «εμείς οι ιερείς έχουμε τον μισθό μας, αυτός μας είναι ήδη αρκετός». Διά του λόγου του αληθές, αλλά και ένεκα των αγαθοεργιών που έπραττε, στα ταμεία της Ι. Μητροπόλεως, μετά την κοίμησίν του, δεν ευρέθησαν ούτε καταθέσεις, ούτε μετρητά, παρά μόνον ο μισθός του!

Η ταπείνωσίς του ήτο μεγίστη! Πολλάκις στις κατ’ ιδίαν τράπεζες που παρέθετε, διακονούσε ο ίδιος σερβίρων τους καλεσμένους του, κληρικούς και λαϊκούς! Καλεσμένος δε και καθήμενος εις μίαν τράπεζαν είχε πει: «πρέπει να ευχαριστούμε και να δοξολογούμε τον καλόν Θεόν διότι κάποιοι ενώ έχουν να φάνε, δεν μπορούν (λόγω προβλημάτων υγείας) και ενώ κάποιοι που μπορούν να φάνε, δεν έχουν, (λόγω πτωχείας).

Ποίος κάτοικος της Αρναίας ημπορεί να λησμονήσει την θ. Λειτουργία που ετέλεσε στο Ι. παρεκκλήσιον της Παναγίας της Δακρυρροούσης, εντός του μητροπολιτικού μεγάρου, μετά την πυρκαϊά της 5ης Σεπτεμβρίου του έτους 2005, όταν κατεστράφη ολοσχερώς ο Μητροπολιτικός  Ναός του Αγ. Στεφάνου.

Εκεί στο κήρυγμα του, φανερά καταβεβλημένος από την αβάστακτον θλίψιν  αυτού του απρόσμενου γεγονότος, προσπαθούσε και ο ίδιος να εξηγήσει την αιτία που επέτρεψε ο Θεός να συμβεί κάτι τέτοιον.

ieris4Τότε είπε ένδακρυς, αφήνων το εκκλησίασμα έκπληκτο και άφωνο, ότι ο Θεός ηθέλησε να καεί ο Ι. Ναός του Αγίου Στεφάνου διά τας αμαρτίας του Επισκόπου σας!!! Ποίος άλλος ιεράρχης θα ταπεινώνονταν τόσο πολύ έμπροσθεν του ποιμνίου του, μειώνοντας ο ίδιος την Αρχιερατική του αξιοπρέπεια και το ανεπίληπτο και ακηλίδωτο ήθος του; Ένα ήθος γνωστό και αποδεκτό εις όλην την ιεραρχίαν, απόδειξις δε τούτου ήτο ότι πάρα  πολλοί ιεράρχες με περισσή ευλάβεια ησπάζοντο την δεξιάν του.

Λιτός και απέριττος και ως προς την αμφίεση του. Σπανίως έραβε ιερά άμφια ή αγόραζε εγκόλπια και αρχιερατικές μίτρες. Τα περισσότερα που είχε εις την κατοχήν του, ήτο δώρα. Κι όταν κάποιοι ιερείς τον προέτρεπαν να ράψει μία καινούργια στολή τους απαντούσε: «τι να την κάνω; εδώ θα μείνουν όλα….».

Συνοδεύοντας τον δε, εις την πρώτην επίσκεψιν του εις την Ι. Μονήν Αρχαγγέλου Θάσου και διαμένοντας ένα βράδυ εις αυτήν, παρακάλεσε τις μοναχές και την γερόντισσα να παρατεθεί στην τράπεζα ό,τι υπήρχε, δίχως να γίνει κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία δι’ εκείνον και ευθύς ερώτησε διά το πρόγραμμα των ιερών ακολουθιών, διά να το τηρήσει επ’ ακριβώς, αν και ήτο φιλοξενούμενος ιεράρχης. Ατενίζων δεν την απέραντη θάλασσα του Αιγαίου από τον επιβλητικόν εξώστην της Ι. Μονής, του είπα ότι εφ’ όσον κατάγεται από την νήσον Μυτιλήνη και αγαπούσε την θάλασσα και επειδή η Μητρόπολη Ιερισσού διέθετε πολλές παραθαλάσσιες περιοχές θα μπορούσε να ανεγείρει ένα επισκοπείο πλησίον της θαλάσσης.

Τότε μου απάντησε: «Δεν πειράζει τώρα πια ίσως να έχω ένα στον ουρανό…».

Εις την καθ’ όλη αρχιερατική του διακονία, ενώ δεν ήθελε να πικράνει ουδένα, πολλές φορές επικράνθη και κατηγορήθη από αυτούς που ευεργέτησε και εβοήθησε, κληρικούς και λαϊκούς. «Οὐδείς πιό ἀχάριστος ἀπό του εὐεργετηθέντος», έλεγε. Αλλά ακόμη και εις αυτούς που τον αδίκησαν είτε εν λόγω, είτε εν έργω, η απάντησίς του ήτο η αφοπλιστική καλοσύνη του και η υψίστη μακροθυμία του.

Μας ανέφερε ο ίδιος, ότι όταν αρρώστησε ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Σεραφείμ, ολίγον προτού κοιμηθεί, τον επισκέφθηκε εις το Λαϊκόν Νοσοκομείον των Αθηνών. Προτού εισέλθει εις το δωμάτιον του τον εμπόδισε μία νοσοκόμος, λέγοντας του ότι απαγορεύεται αυστηρώς το επισκεπτήριον.

Εκείνος της απάντησε παρακλητικώς και ικετευτικώς, ότι μόνον πέντε λεπτά θα τον έβλεπε και όχι περισσότερον. Η νοσοκόμος του έδωσε την άδειαν και όταν άνοιξε την θύραν, είδε τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπον καθήμενον μόνον του εις μίαν καρέκλαν.

Μόλις τον είδε ο Αρχιεπίσκοπος, εδάκρυσε και του είπε: «Νικόδημε, σε ευχαριστώ πολύ που ήρθες» ενώ εκείνος ασπάσθηκε τη δεξιάν του, λέγοντας του «Εγώ Σας ευχαριστώ Μακαριώτατε διά τον δώρον της Αρχιερωσύνης, που έλαβα από εσάς».

Ακολουθώντας δε τον μακαριστόν ιεράρχην εις μίαν ιδιωτικήν του επίσκεψιν εις κελλίον των Καρυών και τελέσας τον εσπερινόν εις το μικρόν ναΐδριον, εκαθήσαμεν έξω εις τον εξώστην του κελλίου, απολαμβάνοντες την ησυχίαν του Αγιωνύμου όρους. Τότε εκτύπησε το κινητόν του τηλέφωνον και αφού ετελείωσε την συνομιλίαν του, μας είπε:

Εγώ όταν ήμουν μικρός δεν υπήρχαν οι σημερινές ανέσεις με κινητά τηλέφωνα, αλλά και τα σταθερά ήταν πολυτέλεια, εάν κάποιος είχε εις την οικίαν του. Τα δε παιδικά του χρόνια τα είχε διέλθει εν πλήρη πτωχεία και στερήσεις πολλών αγαθών. 

Ότε δε εισήλθε πρωτοετής φοιτητής στην αγαπημένη του τροφό Θεολογική σχολή της Χάλκης – τη εισηγήσει του τότε Μυτιλήνης Ιακώβου του Α΄, του από Δυρραχίου – μας έλεγε, έλαβε και το πρώτο γράμμα από τον αείμνηστο πατέρα του, π. Ευστράτιο. 

Εκεί του ανέφερε ότι του αποστέλλει την πατρικήν του αγάπην αλλά και τα  δάκρυά του, διότι δεν είχε χρήματα να του αποστείλλει δια τα έξοδα του κατά την διαμονήν του εν τη σχολή. 

Ο νεαρός τότε Νικόλαος (το κοσμικό του όνομα) εδάκρυσε κι αυτός και εκάθησε έξω εις τον κήπον  της σχολής. Εκεί τον συνάντησε ο τότε σχολάρχης Ικονίου Ιάκωβος και βλέποντας τον δακρυσμένο, τον ερώτησε τι έχει.

Όταν εκείνος του απάντησε ο σχολάρχης του είπε ότι από τούδε και εφ εξής αυτός θα αναλάβει όλα τα έξοδά του, είτε δια την ένδυσίν του, είτε διά τα ράσα και τα άμφιά του, όταν θα χειροτονούνταν, έως ότου αποφοιτούσε από την σχολήν. Αυτή ήτο μία ευεργεσίαν, την οποία ποτέ ο μακαριστός ιεράρχης Νικόδημος δεν ελησμόνησε, εμνημόνευε δε ανελλιπώς το όνομα του εν τη αγία και ιερά προθέσει.  

Τα κηρύγματα του ήτο ρηξικέλευθα και βροντώδη, «ῷσπερ γάρ ἡ ἀστραπή ἐξέρχεται ἀπό ἀνατολῶν καί φαίνεται ἒως δυσμῶν (Ματθαίου κδ, 27).

Δεν δίσταζε δε να καυτηριάζει ενέργειες κακώς κείμενες, υψηλών ιστάμενων προσώπων, ακόμη και πρωθυπουργών, ενώ συνεχώς ομιλούσε διά την μάστιγα των αιρέσεων, την φραγκοκρατία, το αγκάθι της ουνίας και τον αιρεσιάρχη πάπα, επαναλαμβάνων συνεχώς και μεγαλοφώνως ότι το Βατικανόν δεν είναι εκκλησία. Παρακαλούσε δε το ποίμνιον του να προσεύχεται δι’ εκείνον και να μην ιεροκατηγορεί τους ιερείς και τους επισκόπους, διότι από αυτούς προήρχοντο κι αυτοί και δεν ήλθον εκ του ουρανού.

Είχεν  ιεράν αγωνίαν και ενδιαφέρον διά την πνευματικήν προκοπήν του ποιμνίου του. Διά τούτο ζητούσε από τους ιερείς του να τον συνδράμουν εις το δύσκολον έργον του, προκαλώντας τους να τον ακολουθήσουν.

Τοιουτοτρόπως έπραξε και με τον νυν Άγιον Πρωτοσύγγελλον της Ι.Μ. Ιερισσού Πανοσιολογιώτατον Αρχιμανδρίτην και ιεροκήρυκα π. Χρυσόστομον Μαϊδώνην, έναν από τους αξιολογώτερους και αξιώτερους κληρικούς του, όχι μόνο της Ι. Μητροπόλεως αλλά και ολοκλήρου της Μακεδονίας.

Μεταβέβηκε ο ίδιος ο μακαριστός Ιεράρχης εν τη Νέα Σκήτη του Αγίου Όρους και παρακάλεσε τον μακαριστό Γέροντα του, παπά Σπυρίδωνα να παράσχει ευλογίαν και άδειαν διά να αφήσει το πνευματικόν του τέκνον (τον μετέπειτα π. Χρυσόστομον) να τον ακολουθήσει εν Αρναία, ως άμεσος συνεργάτης και συνοδοιπόρος του, στην διαποίμανσιν μίας αγνώστου τότε μητροπόλεως.

Το ίδιο έπραξε και δι’ άλλους αξίους κληρικούς, όπως και με τον νυν Αρχιερατικόν Επίτροπον πανοσιολογ. Αρχιμανδρίτην π. Ιγνάτιον Ρηγανάν, ο οποίος και αυτός διά την αγάπην του προς το πρόσωπον του επισκόπου Νικοδήμου ακολούθησε με την ευχή του πνευματικού του πατρός, τον μακαριστό Ιεράρχη.

Ούτοι οι δύο κληρικοί τελώντες εν πλήρη και τελεία υπακοή διηκόνησαν τον νέο τότε Μητροπολίτη και ως άλλοι καλοί γεωργοί έσπειραν και θέρισαν πολλούς πνευματικούς σπόρους και καρπούς εις αυτήν  την άγονον τότε μητρόπολιν. Ηργάσθησαν και εργάζονται νυχθημερόν εις πνευματικόν, λειτουργικόν, κατηχητικόν και εξομολογητικόν επίπεδον και ως άλλοι συγκυρηναίοι, εβάσταξαν τον σταυρόν του αειμνήστου Νικοδήμου, εις τον ανηφορικόν και δύσκολον δρόμον της Αρχιερωσύνης του.

Ιώβειος θα παραμένει και η υπομονή, καρτερικότητα και ανεκτικότητα με την οποία αντιμετώπισε την εννεάμηνη απροσδόκητη ασθένεια του ο μακαριστός Μητροπολίτης.

Δέχθηκε την επίσκεψη του Θεού αδιαμαρτυρήτως και ως άλλο νεομάρτυς υπέστη αγογγύστως το φοβερό μαρτύριον του, δοξάζων τον Θεόν και την γλυκυτάτην Θεοτόκον, προς την οποίαν είχε εναποθέσει όλες του τις ελπίδες και προσδοκίες καθ’ όλην την διάρκεια του επιγείου βίου του.

Ευλαβείς προσκυνηταί που ταξιδεύετε διά το Άγιον Όρος, διά μέσου Αρναίας και διέρχεσθε έμπροσθεν του Μητροπολιτικού Ναού του Αγ. Στεφάνου με το επιβλητικόν καμπαναριό του, κάνετε ένα κομβοσχοίνιον διά την ανάπαυσιν της ψυχής του μακαριστού γέροντος, Ιεράρχου και εάν διαθέτετε χρόνον, κατεβείτε να προσκυνήσετε και να ανάψετε ένα κεράκι εις το μνήμα του, όπισθεν του ιερού βήματος του Αγ. Στεφάνου.

Θα είναι εις τιμήν και αιωνίαν μνήμην του σεπτού και αγαθού επισκόπου που διηκόνησε αυταπαρνήτως, αόκνως και θεαρέστως επί τριανταένα έτη την λαχούσαν Ιεράν Μητρόπολιν του.

Το σώμα του μακαριστού Ιεράρχη ήδη «ἒν εἰρήνη ἐτάφη καί τό ὄνομα αὐτού ζεῖ εἰς γενεᾶν, σοφίαν αὐτού διηγήσονται λαοί καί τόν ἒπαινον αὐτού ἐξαγγέλλει Ἐκκλησία» (Σοφία Σειράχ ΜΔ `14-15).

Ας έχουμε πάντοτε την ευχήν του και την 

προσευχήν του  από τα ουράνια σκηνώματα.

Εμφανίσεις: 142680
Γίνετε ενεργά η πηγή του Romfea.gr! Στείλτε ειδήσεις και φωτογραφίες που πιστεύετε πως ενδιαφέρουν τους αναγνώστες στο [email protected]
FOLLOW ROMFEA:
top
Has no content to show!