Υποδοχή Μητροπολίτη Σύρου στην Ι.Μ. Βατοπαιδίου (ΦΩΤΟ)
- Δημιουργηθηκε στις Παρασκευή, 17 Οκτωβρίου 2014
-
Γράφτηκε από τον/την Ι.Μ. Σύρου - 23.50
-
Ο Πανοσιολ. Ηγούμενος της Ιεράς Μεγίστης και Βασιλικής Μονής Βατοπεδίου, Αρχιμ. Εφραίμ, η Ιερά Αδελφότητα και πλήθος προσκυνητών υπεδέχθησαν τον Σεβασμιώτατο κ. Δωρόθεο Β΄, ο οποίος αφίχθη από την Ιερισσό στην Ιερά Μονή, προκειμένου να συμμετάσχει στις λειτουργικές εκδηλώσεις, επί τη ιερά μνήμη του Οσίου Ευδοκίμου, του Βατοπεδινού.
Αμέσως μετά την άφιξη του Σεβασμιωτάτου κ. Δωροθέου Β΄, στο Καθολικό της Μονής τελέσθηκε η καθιερωμένη επί αφίξει Αρχιερέως δοξολογική δέηση, κατά την ο οποία ο Πανοσιολ. Ηγούμενος κ. Εφραίμ καλωσόρισε τον Σεβασμιώτατο με εγκάρδιους λόγους, τον ευχαρίστησε για την αποδοχή της προσκλήσεώς του και την άφιξή του στην Ιερά Μονή, του υπενθύμισε τη συνοδοιπορία τους στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, κατά την από κοινού μαθητεία τους στη Θεολογική Σχολή, του ευχήθηκε η άφιξή του να αποτελέσει σταθμό στην Αρχιερατική του Διακονία και υπογράμμισε τους Θεομητορικούς δεσμούς, που συνδέουν την Ιερά Μονή Βατοπεδίου και την Ιερά Μητρόπολη Σύρου, διά του πλήθους των θαυματουργών Εικόνων, που διαθέτουν, και του προσέφερε αντίγραφο ποιμαντορικής ράβδου, από το κειμηλιοφυλακείο της Ιεράς Μονής.
Ο Σεβασμιώτατος κ, Δωρόθεος Β΄ αντιφώνησε τον Πανοσιολ. Αρχιμ. Εφραίμ ως εξής:
«Ευλογητός ο Θεός, Πανοσιολογιώτατε Άγιε Ηγούμενε και Οσιώτατοι Πατέρες και Αδελφοί, ευλογητός ο Θεός, ο καθ’ εκάστην γενεάν εκλεγόμενος και εν τε τω νυν και εν τω μέλλοντι αιώνι αντιδοξάζων τους ευαρεστούντας Αυτώ και δι’ αυτών τα βήματα ημών εις την ακρόπολιν ταύτην των αρετών και παλαίστραν αθλημάτων πνευματικών, το Αγιώνυμον και Αγιοποιούν Όρος, εν ω ευδοκίμως τον αγώνα ετερμάτισαν τον καλόν πλήθος αγίων ψυχών, εν αις και ο σήμερον εορταζόμενος, πάλαι μεν ταπεινότητι αφανής, νυν δε ευδοκία Κυρίου νεοφανής τε και επιφανής Όσιος Ευδόκιμος, ο Βατοπεδινός.
Και ιδού, ηξίωσεν ημάς ο Κύριος, εκ της Παναγιοφυλάκτου Μητροπόλεως Σύρου και Τήνου εις το πολυαιώνιον τούτο της Θεομήτορος περιβόλαιον και τέμενος ελθείν, μετά πάντων υμών συνελθείν και της εορτίου επί τη ιερά αυτού μνήμη συγκοινωνήσαι χαράς, εις τον πανίερον, περικαλλή και ιστορικόν τούτον του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Ναόν, τον επί δέκα ήδη αιώνας τους πνευματικούς αναστεναγμούς, τους καρδιακούς πόθους και τας φιλοθέους εντεύξεις των εν τη Ιερά ταύτη Μεγίστη και Βασιλική του Βατοπεδιου Μονή ενασκησάντων Πατέρων στεγάσαντα.
Γόνυ καρδίας κλίναντες, δοξολογούμεν εν πρώτοις τον Κύριον, τον την ημετέραν αναξιότητα τοιαύτης και τοσαύτης αξιώσαντα τιμής, τα ιερά, τουτέστιν, σεβάσματα της καθ’ ημάς Ιεράς Μονής προσκυνήσαι και την πολυτίμητον της αειπαρθένου Μητρός Αυτού εσθήτα ασπασθήναι.
Καθηκόντως δε και οφειλετικώς ευχαριστούμεν την Αυτού Θειοτάτην Παναγιότητα, τον Οικουμενικόν Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον, δια την προφρόνως τε και πατρικώς υπ’ αυτού χορηγηθείσαν ημίν προς τούτο άδειαν και ευλογίαν.
Χάριτας δ’ ευχαριστηρίους και προς υμάς άγομεν, Άγιε Ηγούμενε, δια την φιλάδελφον πρόσκλησιν λειτουργικώς παραστήναι μεθ’ υμών και της περί υμάς Μοναστικής Αδελφότητος, της κληρονόμου μιας εκ των αρχαιοτέρων μοναστικών κοινοτήτων, εις τήν εύσημον ημέραν ταύτην, εν η η αρίζηλος ταύτη και ως αληθώς αγιοτόκος Ιερά Μονή την μνήμην ενός εκ των εικοσιπέντε εξ αυτής προελθόντων Αγίων, του Οσίου Πατρός ημών Ευδοκίμου του Βατοπεδινού αξιοχρέως εορτάζει και τιμά.
Ο Όσιος Ευδόκιμος, σεβαστοί και αγαπητοί μου Πατέρες και αδελφοί,ου η εν έτει σωτηρίω ογδόω και τεσσαρακοστώ, οκτακοσιοστώ τε και χιλιοστώ εύρεσις των αγίων και μυροβλύτων λειѱάνων πάντας κατηύφρανε, δια της εαυτού εν ταπεινώσει και ασημότητι βιοτής και εξ αφανείας εις δόξαν αναφανής, πρότυπον και κεφάλαιον εγένετο της πολυπλάγκτου ιστορικής εν χρόνω πορείας της Ιεράς ταύτης Μονής, της πολλάκις μεν ταπεινωθείσης, πλειστάκις δ’ υπό δυσεβών λεηλατηθείσης, αλλά και πάντοτε εκ της αφανείας και των δεινών αυτής περιφανεστέρας αναφανείσης, της υπό Θεοδοσίου του Μεγάλου ιδρυθείσης, υπό των Σαρακηνών ερημωθείσης, υπό των ευγενών μοναχών και του θεμελιωτού της Αθωνικής Πολιτείας Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτου μαθητών, Νικολάου, Αθανασίου και Αντωνίου ανοικοδομηθείσης, του προνομίου της δια βασιλικής προσταγής αναρρήσεως του Ηγουμένου αυτής κτηθείσης και δια της προσωνυμίας «Βασιλική» κατακοσμηθείσης, εις προπύργιον του Ησυχασμού και θεματοφύλακα της εν τω Γένει ημών ομονοίας αναδειχθείσης, ως η πολυπληθεστέρα των εν τω Παναγιοφρουρήτω Όρει μαρτυρηθείσης, την δια του μαρτυρικού αίματος του Ηγουμένου αυτής Ευθυμίου μετά των 12 συν αυτώ αδελφών το της Ορθοδόξου ημών πίστεως δένδρον λιπανθείσης,της ανά τα Βαλκάνια λαμπρυνθείσης, τόπον ξενίας δεσποτικής εις Οικουμενικούς της Εκκλησίας ημών ταγούς παρασχεθείσης, της την του υποδούλου Γένους Παιδείαν, δια της ιδρύσεως της περιωνύμου «Αθωνιάδος Σχολής», διακονησαμένης, υπέρ της των Ελλήνων ελευθερίας αγωνισαμένης, πνευματικής τροφού του των Σέρβων Εθνάρχου Αγίου Σάββα και του Αγίου Μάξιμου του Γραικού, Φωτιστού και αναμορφωτού του μεγάλου Ρωσικού λαού γενομένης, εις παρακμήν επ’ εσχάτων περιπεσούσης, νυν δ’ εις περιφανή ανά την υπό τον ήλιον Ορθοδοξίαν θέσιν αναχθείσης.
Εις ταύτην την ιστορικήν, περίπυστον και Βασιλικήν Ιεράν Μονήν, την προσφυώς χαρακτηρισθείσαν ως «ζαφειρόπετρα στου Άθω το δαχτυλίδι», ήλθομεν εκ της Παναγιοφυλάκτου και πολυνησιακής Μητροπόλεως Σύρου και Τήνου , ιλαροί συνεορτασταί και ευλαβείς προσκυνηταί του δι’ ο αύτη σεμνύνεται και δι’ ου πεφρούρηται ιερωτάτου Θεομητορικού Κειμηλίου, της Τιμιωτάτης Ζώνης της Υπεραγίας Θεοτόκου, της ως Βηματαρίσσης και Ελαιοβρυτίσσης, Παραμυθίας και Αντιφωνητρίας, Παντανάσσης και Πυροβοληθείσης, Εσφαγμένης τε και Ελαιούσης εν αυτή τιμωμένης, την εκ της ιεράς νήσου Τήνου της Μεγαλόχαρης ευλογίαν κομίζοντες, δοξάζοντες εν ταυτώ τον Κύριον και την πάναγνον Αυτού Μητέρα δια την κατά Θεόν πορείαν του ιστορικού τούτου Σεμνείου αρετής και ασκήσεως, αφ’ ης στιγμής η υμετέρα Πανοσιολογιότης, μετά της περί αυτήν μοναστικής Αδελφότητος εγκατεβίωσεν εις αυτό και ως λιμένα εύδιον και ολκάδα πολύφορτον κατέστησεν αυτό.
Ήλθομεν, Πανοσιολογιώτατε και Οσιώτατοι αδελφοί, συνοδευόμενοι υπό του ημετέρου εν ιερά νήσω Τήνω Επιτρόπου Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Φανερού και των συγκυρηναϊκώς το βάρος των διοικητικών ημών μεριμνών κουφιζόντων εν τοις Γραφείοις της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως συνεργατών ημών, εις τόπον ιερόν, ένθα η της Κυρίας Θεοτόκου Χάρις κατεσκήνωσεν και ένθα ο αοίδιμος Προκάτοχος ημών Φιλάρετος, κατά κόσμον Χριστόδουλος Ιωαννίδης, ο εκ Μαυρατζαίων Σάμου ορμώμενος, εις ηλικίαν δεκαέξι ετών προσήλθεν, εις το ενταύθα Σχολαρχείον και Αθωνιάδα Σχολήν εφοίτησεν, υπό την ποδηγεσίαν Αγαθαγγέλλου του Βατοπεδινού, ως άλλος Σαμουήλ, παρά τους πόδας Γαμαλιήλ, εσπούδασεν, το μοναχικόν σχήμα έλαβεν και την κατά Σικάγον Αμερικής, από του 1923 έως το 1929, και την κατά Σύρον παροικούσαν Εκκλησίαν, από του 1930 και επί τριακονταετίαν, δια της ευδοκίμου και καλλικάρπου ποιμαντορίας αυτού ευόρκως διακονήσας εκλέϊσεν, εν καιροίς δυσχειμέροις πολέμου και κατοχής τον εμπεπιστευθέντα αυτώ λαόν εν ταις δυστυχίαις αυτού ανέψυξεν, ίχνεσι της πνευματικής αυτού τροφού Ιεράς του Βατοπεδίου Μονής στοιχών, δια της χαριτοδότιδος δεξιάς αυτού πλείστους και αξίους θεράποντας του ιερού Θυσιαστηρίου και Ποιμένας του Λαού του Κυρίου ανέδειξεν, εν οις Αγαθόνικον Φιλιππότην, τον ποτέ Μεσογαίας Μητροπολίτην και Λαυρεωτικής, τον πολιόν, και τους αοιδίμους Δωρόθεον Α Στέκα, τον και πνευματικόν Πατέρα και Προκάτοχον ημών, τον Θήρας, Αμοργού και Νήσων Παντελεήμονα τον Ρίζον και Νικοπόλεως & Πρεβέζης Στυλιανόν τον Κορνάρον, πατήρ πατέρων γενόμενος, κατά τον υπό του Αγίου Επιφάνιου προσφυή χαρακτηρισμόν της των Επισκόπων τάξεως, ως «των πατέρων γεννητικήν τάξιν˙ ήτις πατέρας γεννά τη Εκκλησία», χειροτονούσα τους κληρικούς, εν αντιθέσει προς την των πρεσβυτέρων τάξιν, την «μη πατέρας δυναμένην γεννάν, δια δε του λουτρού της παλλιγενεσίας τέκνα γεννάν» (Κατά Αιρέσεων LXXV § 4 : PG 42,508).
Πανοσιολογιώτατε Αδελφέ Εφραίμ,
Ιωακείμ ο Γ , ο της Βασιλίδος των Πόλεων Αρχιεπίσκοπος και Οικουμενικός Πατριάρχης, ο Μεγαλοπρέπης, την 19ην Σεπτεμβρίου, έτους 1909, ετίμησεν δια πολυτίμου και περιτέχνου Σταυρού τον Ιεροσχήμονα Νικόλαον δια την πεντηκονταετή και ευδόκιμον εις τινα της Κωνσταντινουπόλεως μη αναφερομένην Μονήν διακονίαν του, ως τούτο ρωσιστί αναγράφεται όπισθεν αυτού.
Ο Σταυρός ούτος, περιελθών εις χείρας Αγαθαγγέλλου του Βατοπεδινού, όστις εδωρήσατο αυτόν εις τον μαθητήν αυτού Φιλάρετον, κατά την εις Επίσκοπον Σικάγου χειροτονίαν του, την 21ην Ιουνίου 1923, απέβη σύνδεσμος ορατός, ου μην δε και ιερός, μεταξύ της καθ’ υμάς Ιεράς του Βατοπεδίου Μονής και της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως, φερόμενος, μετά του συνοδεύοντος αυτόν εγκολπίου, κατά τας εις Επίσκοπον χειροτονίας και του προκατόχου ημών Δωροθέου Α , την 21ην Νοεμβρίου 1965, εν τω εν Ερμουπόλει Σύρου Ιερώ του Αγίου Νικολάου Ναώ, και της ημετέρας αναξιότητος, την 15ην Δεκεμβρίου 2001, εν τω Αθήνησι Ιερώ του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Καθεδρικώ Ναώ, υπόμνησις διαρκής της σταυρικής επισκοπικής, αλλά και πάντων των θελόντων εν Χριστώ δια Χριστόν και κατά Χριστόν ζην, εν τω κόσμω τούτω πολιτείας τε και βιοτής.
Αντίγραφον τούτου μοναδικόν και δι’ υμάς φιλοτεχνηθέν προσωπικώς, προσφέρομεν σήμερον εις υμάς, Άγιε Ηγούμενε, τον εν Χριστομιμήτω υπομονή, προσευχή τε και σιωπή άραντα τον Σταυρόν αυτού, υπόδειγμα αξιομίμητον γενόμενον πάσι τοις την του βίου πολυτάραχον θάλασσαν διαπλέουσι και τον των εναντίων ανέμων κλύδωνα υπομένουσι, λήθης εμπόδιον της προσκυνηματικής ενταύθα και λειτουργικής ελεύσεως ημών, ης αντίδωρον αιτούμεθα το νέφος τών υμετέρων προς Κύριον ακοιμήτων προσευχών, την Πλατυτέραν νεφέλης Σκέπην του Κόσμου προς ημάς και τον περί ημάς ιερόν Κλήρον, τα Μοναχικά Τάγματα και τον φιλόχριστον εφελκουσών Λαόν.
Απερχόμενοι αύριον εις την εν Ερμουπόλει Σύρου καθέδραν ημών την ναυσικλυτήν, δια των θεοδέκτων Ευδοκίμου του οσίου και νεοφανούς επιστηρικτικών πρεσβειών τετειχισμένοι, ευχόμεθα εις υμάς και την περί υμάς Αδελφότητα, τους την ισάγγελον μοναχικήν επιλεξαμένους πολιτείαν την μοναστικήν, όπως η Τιμία της Θεοτόκου Ζώνη, ην προς δόξαν ακήρατον ιδία χειρί η Πάναγνος Θωμά τω Αποστόλω δεδώρηται, Αρκάδιος ο Αυτοκράτωρ εξ Ιεροσολύμων εις Κωνσταντινούπολιν μετήνεγκεν και εις τον εν Χαλκοπρατείοις της Θεοτόκου Ναόν κατέθεσεν, Ιουστίνος δ’ ο Β μετά της ομοζύγου αυτού Σοφίας εν τω παρ’ αυτώ παρεκκλησίω της «Αγίας Σορού» εντός λειψανοθήκης ενεθησαύρισεν, χείρες ανόμων ετεμάχισαν και ανά την Ευρώπην τμήματα αυτής διεκόμισαν, Μιχαήλ Η’ ο Παλαιολόγος εις τον Ιερόν Ναόν των Βλαχερνών εφύλαξεν, Ασσάν, ο των Βουλγάρων ηγεμών, Ισαακίου Β τοῦ Αγγέλου μάχη υπ’ αυτού ηττηθέντος παρέλαβεν, Λάζαρος, δ’ ο των Σέρβων ηγεμών τη Υμετέρα του Βατοπεδίου Μονή εδώρισεν, «περιζωννύη υμάς δύναμιν και θέτη άμωμον την οδόν υμών», εν αμφιλαφεί τε και αμεταπτώτω υγεία άπαντας τηρών, απειράστους κακών, ατρώτους φανερών τε και αφανών επιβουλών, απείρους τε κινδύνων και πραγμάτων λυπηρών, ίνα καρποφορούντες εν τη κατά Χριστόν ασκήσει και αγνή πολιτεία ως αγροί πολύκαρποι, αξιωθήτε της βασιλείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μετά πάντων των Αγίων και του σήμερον εορταζομένου Οσίου Πατρός ημών Ευδοκίμου του Βατοπεδινού. Αμήν.»
- Εμφανίσεις: 87333